4 Απριλίου 2018
[Ε. ΓΑΒΡΙΗΛ, Δ.Δ.Δ.]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ AΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
Μεταξύ:
HIGHLANDER SPRING (AQUA DISTRIBUTORS) LTD
Αιτήτρια,
-ΚΑΙ-
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ, ΕΜΠΟΡΙΟΥ, ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ
Καθ' ων η αίτηση.
...........
Στέφανος Σάββα, για Παπαντωνίου & Παπαντωνίου Δ.Ε.Π.Ε., για την αιτήτρια.
Ειρήνη Νεοφύτου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, για το Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους καθ' ων η αίτηση.
ΑΠΟΦΑΣΗ
Ε. ΓΑΒΡΙΗΛ, Δ.Δ.Δ.: Η νομιμότητα της απόφασης της Υπηρεσίας Ανταγωνισμού και Προστασίας Καταναλωτών του Υπουργείου Ενέργειας, Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού, ως η Εντεταλμένη Υπηρεσία, απόφαση ημερομηνίας 23.7.2015, με την οποία επιβλήθηκε στην αιτήτρια διοικητικό πρόστιμο ύψους €2.000, προσβάλλεται με την παρούσα προσφυγή, ως άκυρη και παράνομη.
Τα γεγονότα έχουν ως ακολούθως: η Υπηρεσία Ανταγωνισμού και Προστασίας Καταναλωτών, δέχθηκε τηλεφωνικώς παράπονο από καταναλωτή, σύμφωνα με το οποίο κυκλοφορούσαν στην αγορά λιποβαρείς συσκευασίες εμφιαλωμένου νερού. Στις 23.6.2014 και 30.6.2014, ακολούθησε διερεύνηση σε διάφορα καταστήματα και υπεραγορές, για έλεγχο και δειγματοληψία, τα αποτελέσματα της οποίας καταγράφηκαν σε σχετικό έντυπο.
Αρμόδιος Λειτουργός Βιομηχανικών Εφαρμογών, ετοίμασε και υπέβαλε σχετικό σημείωμα ημερομηνίας 22.7.2014 προς Ανώτερο Λειτουργό της Υπηρεσίας Ανταγωνισμού και Προστασίας Καταναλωτών, στο οποίο καταγράφονταν τα αποτελέσματα των εργαστηριακών ελέγχων, για το σύνολο των συσκευασιών νερού των διαφόρων εταιρειών, που λήφθηκαν για έλεγχο. Δόθηκαν οδηγίες για αποστολή επιστολής για έκθεση απόψεων, σε όσες εταιρείες τα αποτελέσματα παρουσίαζαν αρνητικό σφάλμα.
Ανάμεσα στις εταιρείες αυτές, περιλαμβάνετο και η αιτήτρια, στην οποία εστάλη σχετική επιστολή ημερομηνίας 3.9.2014, με την οποία αφού ενημερώθηκε για το αποτέλεσμα της δειγματοληψίας και επιστήθηκε η προσοχή της στο γεγονός της δημιουργίας εύλογης υποψίας για κατ' αρχήν παράβαση του άρθρου 5 των περί Αθέμιτων Εμπορικών Πρακτικών των Επιχειρήσεων προς τους Καταναλωτές Νόμων, ζητήθηκαν οι απόψεις της.
Η αιτήτρια, με σχετική επιστολή της ημερομηνίας 16.9.2014, εξήγησε ότι η εμφιάλωση γίνεται αυτόματα από έμβολα, τα οποία γεμίζουν τη φιάλη των 10 λίτρων και ότι η μικρή διαφοροποίηση στην ποσότητα, έγινε χωρίς σκοπιμότητα και χωρίς οποιοδήποτε οικονομικό όφελος.
Με επιστολή ημερομηνίας 11.11.2014 προς την αιτήτρια, η Εντεταλμένη Υπηρεσία ζήτησε πρόσθετες πληροφορίες, εν σχέση με τον αριθμό των συσκευασιών εμφιαλωμένου νερού ποσότητας 10 λίτρων που διοχετεύτηκαν στην κυπριακή αγορά, με τη συγκεκριμένη παρτίδα παραγωγής.
Η αιτήτρια προς απάντηση, με την επιστολή της ημερομηνίας 18.11.2014, αναφερόμενη ξανά στο μηχανικό λάθος, έκανε λόγο για αριθμό 250 - 300 φιαλών νερού.
Την 12.3.2015 ο Αναπληρωτής Διευθυντής Εμπορίου και Βιομηχανίας, στη βάση σχετικού Σημειώματος ημερομηνίας 24.2.2015, έδωσε οδηγίες για έναρξη της διαδικασίας επιβολής διοικητικού προστίμου στην αιτήτρια.
Στην αιτήτρια επιδόθηκε η επιστολή ημερομηνίας 30.4.2015, στην οποία γνωστοποιήθηκε από την Υπηρεσία Ανταγωνισμού και Προστασίας Καταναλωτών, η διαπίστωση παράβασης του άρθρου 5 του σχετικού Νόμου, λόγω του ότι η σήμανση που έφεραν κάποιες συσκευασίες για ονομαστική ποσότητα 10 λίτρων, περιλάμβαναν εσφαλμένες πληροφορίες και ήταν επομένως αναληθείς. Επίσης, οι συγκεκριμένες πληροφορίες, εξαπατούσαν ή υπήρχε ενδεχόμενο να εξαπατήσουν το μέσο καταναλωτή, όσον αφορά τα κύρια χαρακτηριστικά του προϊόντος, όπως η ποσότητα. Κλήθηκε η αιτήτρια να αποστείλει τις απόψεις της (γραπτώς, προφορικώς ή με εκπρόσωπο), καθώς και πρόσθετα στοιχεία προ της επιβολής του διοικητικού προστίμου.
Ακολούθησε συνάντηση της αιτήτριας με λειτουργούς της Υπηρεσίας Ανταγωνισμού και Προστασίας Καταναλωτών, ημερομηνίας 27.5.2015. Στις 21.7.2015 η Υπηρεσία Ανταγωνισμού και Προστασίας Καταναλωτών επέβαλε στην αιτήτρια διοικητικό πρόστιμο ύψους €2.000.
Η εν λόγω απόφαση κοινοποιήθηκε προς την αιτήτρια με επιστολή ημερομηνίας 23.7.2015, της οποίας έλαβε γνώση στις 24.7.2015, δια διπλοσυστημένης επιστολής.
Η αιτήτρια στις 10.9.2015 υπέβαλε στον Υπουργό Ενέργειας, Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού ιεραρχική προσφυγή κατά της απόφασης ημερομηνίας 23.7.2015 με την οποία της επιβλήθηκε διοικητικό πρόστιμο. Η δε ιεραρχική προσφυγή που υπέβαλε, δεν εξετάστηκε από τον Υπουργό, καθότι κρίθηκε ως εκπρόθεσμη. Για το αποτέλεσμα αυτό, ενημερώθηκε γραπτώς με επιστολή ημερομηνίας 29.9.2015.
Η αιτήτρια προσβάλλει, δια της παρούσας προσφυγής, η οποία καταχωρήθηκε την 11.9.2015, τη νομιμότητα της απόφασης της Υπηρεσίας Ανταγωνισμού και Προστασίας Καταναλωτών ημερομηνίας 23.7.2015.
Εγείρεται εκ μέρους της ευπαιδεύτου συνηγόρου των καθ΄ ων η αίτηση, προδικαστική ένσταση περί απώλειας της εκτελεστότητας της προσβαλλόμενης, με την παρούσα προσφυγή, απόφασης ημερομηνίας 21.7.2015, που γνωστοποιήθηκε στην αιτήτρια στις 23.7.2015, καθότι αυτή έχει συγχωνευθεί με την απόφαση επί της ιεραρχικής προσφυγής που άσκησε η αιτήτρια, απόφαση ημερομηνίας 29.9.2015.
Αντίθετη ήταν η εισήγηση του ευπαιδεύτου συνηγόρου της αιτήτριας, ο οποίος διατείνεται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση διατηρεί την εκτελεστότητά της, αφού η ιεραρχική προσφυγή δεν εξετάστηκε κατ' ουσίαν, για λόγους που αφορούσαν το παραδεκτό της, ήτοι το χρόνο καταχώρησής της. Σύμφωνα με τις αιτιάσεις της αιτήτριας, ο Υπουργός κατά την εξέταση της Ιεραρχικής Προσφυγής, δεν άσκησε καμία από τις εξουσίες που του δίδονται, δυνάμει του άρθρου 12(4) της σχετικής νομοθεσίας, αλλά απέρριψε αυτήν ως εκπρόθεσμη.
Εξετάζοντας κατά προτεραιότητα της ζήτημα της φύσης της προσβαλλόμενης διοικητικής απόφασης, επισημαίνω ότι, βάσει των εδαφίων (2), (3) και (4) του άρθρου 12 των περί Αθέμιτων Εμπορικών Πρακτικών των Επιχειρήσεων προς τους Καταναλωτές Νόμων του 2007 έως (Αρ. 2) του 2013, Ν. 103(Ι)/2007 (στο εξής ο «Νόμος»), παρέχεται η δυνατότητα στην αιτήτρια άσκησης ιεραρχικής προσφυγής ενώπιον του Υπουργού Ενέργειας, Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού, εντός τριάντα ημερών από της κοινοποίησης της απόφασης. Ο Υπουργός, αφού ακούσει τους προσφεύγοντες, έχει την εξουσία, να επικυρώσει την προσβληθείσα απόφαση, να ακυρώσει, να τροποποιήσει ή να προβεί σε έκδοση νέας απόφασης, εις αντικατάσταση της προσβληθείσας.
Στην προκείμενη περίπτωση, προκύπτει πράγματι από το ερυθρό 1 του Τεκμηρίου 8, ότι η απόφαση ημερομηνίας 23.7.2015 επιδόθηκε δια διπλοσυστημένης επιστολής στην αιτήτρια στις 24.7.2015, γεγονός που καταδεικνύει και το εκπρόθεσμο της υποβολής της ιεραρχικής προσφυγής της αιτήτριας, ημερομηνίας 10.9.2015. Αυτό άλλωστε ουδόλως αμφισβητείται από την αιτήτρια.
Το ερώτημα που ανακύπτει, είναι το κατά πόσον η εκπροθέσμως ασκηθείσα ιεραρχική προσφυγή ενσωμάτωσε την προσβαλλόμενη με την παρούσα προσφυγή απόφαση, λαμβανομένου υπόψη και του γεγονότος ότι η αιτήτρια καταχώρησε πρώτα, ήτοι στις 10.9.2015 την ιεραρχική προσφυγή και μία μέρα μετά, ήτοι στις 11.9.2015, την παρούσα προσφυγή.
Συμφώνως της πάγιας νομολογίας και καθιερωμένης αρχής του διοικητικού δικαίου, πράξη ή απόφαση εναντίον της οποίας έχει ασκηθεί ένσταση ή ιεραρχική προσφυγή, βάσει νομοθετικής πρόνοιας, χάνει την εκτελεστή της φύση, καθότι αυτή ενσωματώνεται στην μεταγενέστερη απόφαση και συνεπώς, μετά, δεν μπορεί πλέον να συνιστά αντικείμενο προσφυγής. Η μόνη απόφαση που μπορεί να προσβληθεί, είναι η τελική απόφαση που ελήφθη επί της ένστασης ή ιεραρχικής προσφυγής. Όταν εκδοθεί η απόφαση στην ένσταση ή στην ιεραρχική προσφυγή, έστω και εάν είναι απορριπτική, η προσβαλλόμενη απόφαση ενσωματώνεται στην νέα, η οποία είναι και η μόνη εκτελεστή πράξη (Economides and Others v. Republic (1978) 3 C.L.R. 230, Λυσιώτης ν. Δημοκρατίας (2000) 3 Α.Α.Δ 88, Eskimo Manufacturers Ltd ν. Δημοκρατίας κ.ά. (1993) 4 Α.Α.Δ. 150, Κεραυνού ν. Δημοκρατίας (2007) 3 Α.Α.Δ. 398, Σβανάς ν. Δημοκρατίας (2011) 3 Α.Α.Δ. 576, Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας 1929 - 1959, σελ. 244).
Προκειμένου να διαπιστωθεί εάν η προσβαλλόμενη απόφαση συνιστά εκτελεστή διοικητική πράξη, μετά την άσκηση ενδικοφανούς προσφυγής, ήτοι «ένστασης νόμω προβλεπόμενης» δεν εξετάζεται και δεν αποτελεί κριτήριο το κατά πόσον η Διοίκηση προέβη σε νέα έρευνα επί της υπόθεσης. Νεότερη πράξη που εκδίδεται μετά από ενδικοφανή προσφυγή ή ένσταση που προβλέπεται από ειδική νομοθετική διάταξη, ενσωματώνεται στην πράξη που εκδίδεται κατ' αναθεώρηση. Το ζήτημα της νέας έρευνας, έρχεται στο προσκήνιο όταν δεν πρόκειται για νεότερη πράξη που εκδίδεται μετά από ενδικοφανή προσφυγή, αλλά όταν η διοίκηση εκδίδει νέα απόφαση ύστερα από ουσιαστική και νέα έρευνα (Ζίττης ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 394).
Υπό το φως των πιο πάνω, οι τελικές πράξεις που εκδίδονται μετά από άσκηση ιεραρχικής προσφυγής, έχουν πάντοτε εκτελεστό χαρακτήρα και είναι οι μόνες που μπορούν να προσβληθούν, ενσωματώνοντας τις προγενέστερες.
Τούτο όμως, νοουμένου ότι το εκ του Νόμου αρμόδιο όργανο, έχει ασκήσει τις εξουσίες που του προσδίδει ο Νόμος. Ως αναφέρεται στις διατάξεις του εδαφίου (4) του άρθρου 12 του Νόμου, ο Υπουργός μπορεί να επικυρώσει, ακυρώσει, τροποποιήσει ή να εκδώσει νέα απόφαση εις αντικατάσταση της προσβληθείσας. Στην προκείμενη όμως περίπτωση, ο Υπουργός δεν άσκησε τις εκ του Νόμου προσδοθείσες εξουσίες και αρμοδιότητες, καθότι η προσφυγή ασκήθηκε εκπρόθεσμα. Συνεπώς, η ιεραρχική προσφυγή της αιτήτριας, δεν εξετάστηκε στην ουσία της, λόγω της εκπρόθεσμης υποβολής της.
Στα Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας 1929 - 1959, σελ. 255 - 257, αναφέρονται τα ακόλουθα σχετικά για το ζήτημα της διακοπής της προθεσμίας:
«Δια της υποβολής αιτήσεως θεραπείας ή ιεραρχικής προσφυγής εντός της εξηκονθημέρου προθεσμίας προς άσκησιν της αιτήσεως ακυρώσεως διακόπτεται η προθεσμία αύτη και άρχεται νέα εξηκονθήμερος προθεσμία, είτε από της συμπληρώσεως του μηνός του άρθρ. 2 του Ν.149]94, είτε από της προ της συμπληρώσεως του μηνός απαντήσεως της αρχής, εντός της οποίας δέον να ασκηθή η αίτησις ακυρώσεως.
[.]
Αίτησις θεραπείας ή ιεραρχική προσφυγή ασκουμένη μετά εξηκονθήμερον από της εις τον διοικούμενον περιελεύσεως (κοινοποιήσεως ή δημοσιεύσεως ή γνώσεως) της καθ' ης στρέφεται πράξεως δεν διακόπτει την ως άνω προθεσμίαν.»
Στη βάση των ανωτέρω, καταλήγω, ότι η εκπροθέσμως ασκηθείσα εκ μέρους της αιτήτριας ιεραρχική προσφυγή ενώπιον του Υπουργού Ενέργειας, Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού, δεν είχε διακόψει την προθεσμία προς άσκηση αίτησης ακυρώσεως κατά της απόφασης της Υπηρεσίας Ανταγωνισμού και Προστασίας Καταναλωτών ημερομηνίας 23.7.2015, με την οποία επιβλήθηκε σε αυτήν διοικητικό πρόστιμο.
Με δεδομένο το γεγονός της μη άσκησης εν τέλει ελέγχου εκ μέρους του Υπουργού κατά της απόφασης της Υπηρεσίας Ανταγωνισμού και Προστασίας Καταναλωτών, λόγω εκπροθέσμου, η εν λόγω απόφαση δεν απώλεσε τον εκτελεστό της χαρακτήρα, αλλά ούτε και ενσωματώθηκε στην απορριπτική αυτή απόφαση του Υπουργού ημερομηνίας 29.9.2015, ως η εισήγηση των καθ' ων η αίτηση. H δε προθεσμία για την προσβολή της νομιμότητας της με προσφυγή, δεν είχε διακοπεί, παρελθούσης της προθεσμίας των 30 ημέρων προς άσκηση ιεραρχικής προσφυγής και ως εκ τούτου, εμπροθέσμως καταχωρήθηκε η παρούσα αίτηση ακυρώσεως εντός της ανατρεπτικής προθεσμίας που προνοεί το Σύνταγμα.
Επομένως, η προδικαστική ένσταση περί ελλείψεως εκτελεστότητας της προσβαλλόμενης διοικητικής απόφασης, απορρίπτεται, ως αβάσιμη.
Επί της ουσίας, προς ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης επιβολής διοικητικού προστίμου, η αιτήτρια διατείνεται, μέσω του ευπαιδεύτου συνηγόρου της, ότι οι καθ΄ ων η αίτηση δεν προέβησαν στην αναγκαία έρευνα προς διαπίστωση όλων των πραγματικών περιστατικών. Κατά τους ισχυρισμούς της, δεν ελήφθη υπόψη το γεγονός της μη ύπαρξης σκοπιμότητας εκ μέρους της αναφορικά με τις λιποβαρείς συσκευασίες εμφιαλωμένου νερού, ούτε ελήφθη υπόψη ότι η αιτήτρια δεν είχε πρόθεση εξαπάτησης των καταναλωτών, αλλά επρόκειτο περί ακούσιου και μεμονωμένου λάθους που έγινε στην παραγωγή και ότι αυτό διορθώθηκε άμεσα.
Η αιτήτρια, όπως προκύπτει μέσα από τις γραπτές τις αγορεύσεις, αμφισβητεί τη διαδικασία που τηρήθηκε κατά τον εργαστηριακό έλεγχο, ισχυριζόμενη ότι τα προϊόντα φέρουν την ένδειξη e που σημαίνει ότι η ονομαστική ποσότητα της ένδειξης είναι ο μέσος όρος μίας διαδικασίας μέτρησης καθορισμένου αριθμού δειγμάτων. Στη βάση τούτου, ισχυρίζεται ότι ο αριθμός των δειγμάτων που ελήφθησαν για εργαστηριακό έλεγχο, δεν ήταν ικανοποιητικός κατά τρόπο που να οδηγεί στη λήψη ασφαλών και αποδεκτών αποτελεσμάτων, με την επισήμανση ότι η λήψη των δειγμάτων δεν έγινε στην παρουσία της.
Αντίθετες είναι οι θέσεις των καθ' ων η αίτηση, όπως αυτές εκφράστηκαν δια της ευπαιδεύτου συνηγόρου τους, σύμφωνα με τις οποίες στη βάση της ισχύουσας νομοθεσίας, δεν εξετάζεται το κατά πόσον υπήρχε κίνητρο από μία επιχείρηση, αλλά αρκεί το ενδεχόμενο εξαπάτησης του μέσου καταναλωτή. Προβάλλεται, εκ μέρους των καθ΄ ων η αίτηση, ότι τα δείγματα είχαν ληφθεί από διάφορα καταστήματα και σε δύο διαφορετικές ημερομηνίες και ως εκ τούτου, αυτά μπορούσαν να θεωρηθούν αντιπροσωπευτικά της παραγωγής της αιτήτριας. Κατά τους καθ' ων η αίτηση, το γεγονός της ύπαρξης αρνητικού σφάλματος επί των αποτελεσμάτων των δειγμάτων της αιτήτριας, καταδεικνύει και την έρευνα στην οποία προέβησαν οι καθ' ων η αίτηση, προ της έκδοσης της προσβαλλόμενης απόφασης.
Οι πρόνοιες του άρθρου 3 του Νόμου, εφαρμόζονται σε αθέμιτες εμπορικές πρακτικές των επιχειρήσεων προς τους καταναλωτές, πριν, κατά τη διάρκεια και μετά από εμπορική συναλλαγή, σχετιζόμενη με ένα συγκεκριμένο προϊόν.
Στις διατάξεις του άρθρου 5, προνοείται ότι μία εμπορική πρακτική θεωρείται παραπλανητική, όταν περιλαμβάνει εσφαλμένες πληροφορίες και είναι επομένως αναληθής, ή όταν με οποιονδήποτε τρόπο, εξαπατά ή ενδέχεται να εξαπατήσει το μέσο καταναλωτή, ακόμα και εάν οι πληροφορίες αυτές είναι αντικειμενικά ορθές, σε ό,τι αφορά τα στοιχεία που αναφέρονται στο εδάφιο (2) του εν λόγω άρθρου, στο οποίο αναφέρεται, μεταξύ άλλων, και η ποσότητα του προϊόντος.
Η σχετική νομοθεσία προδιαγράφει τη διαδικασία που ακολουθείται από την Υπηρεσία Ανταγωνισμού και Προστασίας Καταναλωτών, η οποία ενεργεί ως η Εντεταλμένη Υπηρεσία, σε περίπτωση που έχει εύλογη αιτία να πιστεύει ότι υπάρχει παράβαση ή παράλειψη συμμόρφωσης με τις πρόνοιες του Νόμου.
Στο άρθρο 9(5), αναφέρεται ότι σε τέτοια περίπτωση μέλος της Εντεταλμένης Υπηρεσίας λαμβάνει δείγμα του προϊόντος και πληροφορεί σχετικά το πρόσωπο του οποίου τα συμφέροντα επηρεάζονται από την πράξη αυτή ή πληροφορεί το πρόσωπο που είναι υπεύθυνο του υποστατικού.
Κατά τη διερεύνηση της παράβασης, η Εντεταλμένη Υπηρεσία δύναται να ζητήσει εντός ευλόγου χρόνου την προσκόμιση αποδεικτικών στοιχείων και αφού διαπιστωθεί παράβαση των προνοιών του Νόμου, δύναται, ανάμεσα σε άλλα, να επιβάλει διοικητικό πρόστιμο, ανάλογο της φύσης, της βαρύτητας και της διάρκειας της παράβασης, μέχρι και το 5% του κύκλου εργασιών του παραβάτη κατά το αμέσως προηγούμενο της παράβασης έτος ή πρόστιμο μέχρι €500,000, μετά από δεόντως αιτιολογημένη απόφασή της και αφού ακούσει προηγουμένως τον παραβάτη.
Τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης, έχουν ήδη αναφερθεί εκτενώς ανωτέρω. Προκύπτει ότι, κατόπιν παραπόνου καταναλωτή, η Εντεταλμένη Υπηρεσία προχώρησε σε δύο διαφορετικές ημερομηνίες, ήτοι στις 23.6.2014 και 30.6.2014, σε δειγματοληψία συσκευασιών εμφιαλωμένου νερού, διαφόρων εταιρειών, με ονομαστική ποσότητα 10 λίτρα, από διάφορα καταστήματα.
Στο Σημείωμα του κου Χριστοφή, Λειτουργού Βιομηχανικών Εφαρμογών, ημερομηνίας 22.7.2014 που περιέχεται ως Παράρτημα IV στην Ένσταση, καταγράφεται η ακολουθηθείσα διαδικασία. Ως αναφέρεται, αγοράστηκαν από δύο δείγματα συσκευασιών που είχαν εκ πρώτης όψεως το χαμηλότερο ολικό βάρος και θεωρήθηκαν ανεπαρκή. Ακολούθησαν καταστρεπτικές δοκιμές για προσδιορισμό του καθαρού περιεχομένου τους. Τα αποτελέσματα των ζυγίσεων και των εργαστηριακών ελέγχων καταγράφονται στον συνημμένο στο Σημείωμα Πίνακα, για όλες τις εταιρείες τα προϊόντα των οποίων ήταν υπό έλεγχο.
Προκύπτει από τον υπό αναφορά Πίνακα, εν σχέση με την αιτήτρια εταιρεία, διακύμανση του καθαρού περιεχομένου σε χιλιοστόλιτρα, με ελάχιστο 9674,8 και μέγιστο 9758,2. Προκύπτει επίσης αρνητικό σφάλμα σε χιλιοστόλιτρα με -325,2 μέγιστο και -241,8 ελάχιστο. Καταγράφεται επίσης σε συγκεντρωτικό πίνακα, το αποτέλεσμα των καταστρεπτικών δοκιμών του Κλάδου Μέτρων και Σταθμών των δύο δειγμάτων της αιτήτριας, όπου καταγράφηκε αρνητικό σφάλμα -325,52 και -320,81.
Είναι στη βάση αυτών των μετρήσεων που δημιουργήθηκαν στην Εντεταλμένη Υπηρεσία εύλογες υποψίες και κατ' αρχήν παράβαση του άρθρου 5 του σχετικού Νόμου.
Εξετάζοντας τον ισχυρισμό που προβάλλει η αιτήτρια ότι δεν είχε πρόθεση εξαπάτησης των καταναλωτών και ότι το λάθος που έγινε στην παραγωγή των συσκευασιών νερού ήταν ακούσιο και μεμονωμένο, παρατηρώ από τις πρόνοιες της σχετικής νομοθεσίας, και ειδικότερα από τις πρόνοιες του άρθρου 5 του Νόμου, ότι δεν απαιτείται η στοιχειοθέτηση πρόθεσης εξαπάτησης του καταναλωτή. Αρκεί να υπάρχει ακόμα και το ενδεχόμενο εξαπάτησης του μέσου καταναλωτή, από εσφαλμένες πληροφορίες, ακούσιες, είτε και εκούσιες.
Ισχυρίστηκε η αιτήτρια ότι ο αριθμός των δειγμάτων που είχαν ληφθεί για εργαστηριακό έλεγχο, δεν ήταν ικανοποιητικός, κατά τρόπο που να οδηγεί σε ασφαλή συμπεράσματα, αφού τα προϊόντα της αιτήτριας είχαν ένδειξη για ονομαστική ποσότητα. Η αιτήτρια στις παραστάσεις της, καθώς επίσης και κατά τη συνάντηση που είχε με την Υπηρεσία Ανταγωνισμού και Προστασίας Καταναλωτών ημερομηνίας 27.5.2015, δεν διαμαρτυρήθηκε για τον αριθμό των δειγμάτων, αλλά ούτε και αμφισβήτησε τη διαδικασία που ακολουθήθηκε κατά τον εργαστηριακό έλεγχο.
Αντιθέτως, η αιτήτρια απέδωσε το λιποβαρές των συσκευασιών σε βλάβη στο αυτόματο έμβολο κατά την παραγωγή. Και εν πάση περιπτώσει, σε όλα τα έγγραφα που περιέχονται στους διοικητικούς φακέλους στα οποία στηρίχθηκε όλη η διαδικασία για τη διαπίστωση της παράβασης, γίνεται αναφορά σε ονομαστική ποσότητα10 λίτρων.
Από το σύνολο των εγγράφων που περιέχονται στους διοικητικούς φακέλους, προκύπτει ότι η διαδικασία που ακολουθήθηκε από την Εντεταλμένη Υπηρεσία, ήταν καθόλα σύμφωνη με τις πρόνοιες της σχετικής νομοθεσίας. Αφού λήφθηκαν σε κάθε στάδιο της διαδικασίας - από τη δειγματοληψία μέχρι και τη διαπίστωση της παράβασης - οι απόψεις και/ή οι παραστάσεις της αιτήτριας, η Υπηρεσία, ορθά και εύλογα διαπίστωσε παράβαση των προνοιών του άρθρου 5 του σχετικού Νόμου.
Ούτε μπορώ να συμφωνήσω με τον ισχυρισμό της αιτήτριας ότι η παράβαση αφορούσε τη νομοθεσία περί Μέτρων και Σταθμών, ενώ η ποινή επιβλήθηκε στη βάση της νομοθεσίας για τις Αθέμιτες Εμπορικές Πρακτικές των Επιχειρήσεων προς τους Καταναλωτές, ισχυρισμός ο οποίος παραμένει ατεκμηρίωτος, στη βάση της κατάληξης μου περί πληρότητας της ακολουθητέας διαδικασίας στη βάση του Ν. 103(Ι)/2007.
Παρά την πιο πάνω κατάληξη, ο ισχυρισμός της αιτήτριας περί μη λήψης ικανοποιητικού αριθμού δειγμάτων που να οδηγούν σε ασφαλή συμπεράσματα, πρέπει να ιδωθεί και υπό το φως της γενικότερης νομολογιακής αρχής, ότι τεχνικής φύσεως ζητήματα δεν ελέγχονται από το αναθεωρητικό Δικαστήριο, δεδομένου ότι τέτοια ζητήματα εμπίπτουν στην αποκλειστική σφαίρα της διοίκησης και ελέγχονται μόνο σε περίπτωση ύπαρξης κακοπιστίας, εμφανούς παράβασης νόμου ή προδήλου λάθους (Ε. Φιλίππου Λτδ ν. Δημοκρατίας (2004) 3 Α.Α.Δ. 389, Πιερίδη ν. Δημοκρατίας (αρ. 2) (2007) 3 Α.Α.Δ. 543, Pamela Edward Storey v. Δημοκρατίας (2008) 3 Α.Α.Δ. 113 και Ειρήνη Κουτσού ν. Κ.Ο.Τ. (2001) 3 Α.Α.Δ. 311). Εδώ, δεν έχω εντοπίσει καμία παράβαση νόμου, ούτε έχω διαπιστώσει οποιαδήποτε κακοπιστία εκ μέρους της διοίκησης, αλλά αντίθετα η όλη διαδικασία ήταν απόλυτα νομότυπη και εντός της ευχέρειας του διοικητικού οργάνου, όπως αυτή της αποδίδεται από τη σχετική νομοθεσία.
Είναι νομολογημένο ότι θέματα τέτοιας φύσης ανήκουν, κατ' εξοχήν, στη διακριτική ευχέρεια της διοίκησης και το έργο του δικαστηρίου εξαντλείται στη διαπίστωση του κατά πόσο έχει διενεργηθεί ή όχι η δέουσα έρευνα και έχει ληφθεί υπόψη κάθε τι που είναι σχετικό. Αντικείμενο της αίτησης ακυρώσεως δεν είναι η αναθεώρηση από το δικαστήριο των εκτιμήσεων του οργάνου που λαμβάνει την απόφαση ή η διαπίστωση από αυτό των πρωτογενών γεγονότων αλλά η διακρίβωση της επάρκειας της έρευνας, η οποία διαπιστώνω ότι ήταν η δέουσα (Δημοκρατία ν. C. Kassinos Constructors Ltd (1990) 3 Α.Α.Δ. 3835, Ράφτης ν. Δημοκρατίας κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 345, Γεωργίου ν. Συμβουλίου Αποχετεύσεων Λάρνακας κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 475, Πιερίδη ν. Δημοκρατίας (Αρ. 2) (2007) 3 Α.Α.Δ. 543, Στόρεϋ ν. Δημοκρατίας (2008) 3 Α.Α.Δ. 113, Αρχή Τηλεπικοινωνιών Κύπρου ν. DIGICOM LTD, (2011) 3Α 9).
Απορριπτέες κρίνονται και οι αιτιάσεις περί μη ύπαρξης αιτιολογίας της προσβαλλόμενης απόφασης. Στα έγγραφα που περιέχονται στους διοικητικούς φακέλους, εντοπίζεται πλήρης και λεπτομερής αναφορά σε όλα τα γεγονότα που έλαβαν χώρα, από την αρχή της διερεύνησης της ύπαρξης παράβασης, μέχρι και την καταληκτική απόφαση της Υπηρεσίας, περί παράβασης των προνοιών της νομοθεσίας (Ράφτης ν. Δημοκρατίας (2002) 3 ΑΑΔ 345, Δημοκρατία ν. Krashias Footwear Ind. Ltd (2009) 3 ΑΑΔ 92).
Στην επιστολή της Εντεταλμένης Υπηρεσίας ημερομηνίας 30.4.2015 προς την αιτήτρια, με την οποία της γνωστοποιούν την απόφαση περί διαπίστωσης παράβασης του άρθρου 5 του Νόμου, λόγω του ότι η σήμανση που έφεραν κάποιες συσκευασίες για ονομαστική ποσότητα 10 λίτρων περιλάμβαναν εσφαλμένες πληροφορίες που ήταν αναληθείς και οι οποίες πληροφορίες εξαπατούσαν ή υπήρχε ενδεχόμενο να εξαπατήσουν το μέσο καταναλωτή αναφορικά με την ποσότητα, γίνεται αναλυτική περιγραφή όλων των γεγονότων και διαδικασιών που ακολουθήθηκαν, προκειμένου να διαπιστωθεί εν τέλει η ύπαρξη της παράβασης.
Το όλο σκεπτικό της Εντεταλμένης Υπηρεσίας, όταν κατέληξε στη διαπίστωση της παράβασης και στην επιβολή στην αιτήτρια του διοικητικού προστίμου ύψους €2.000 που της επιβλήθηκε, αφού ζητήθηκαν και ελήφθησαν προς τούτο στοιχεία για τον κύκλο εργασιών της αιτήτριας για το έτος 2013 - το ύψος του οποίου δεν αποτελεί επίδικο ζήτημα στην παρούσα - προκύπτει ευκρινώς στην απόφαση της Υπηρεσίας ημερομηνίας 21.7.2015, η οποία παρέχει στο δικαστήριο όλα τα απαραίτητα στοιχεία από τα οποία εύκολα μπορεί να ασκηθεί δικαστικός έλεγχος της νομιμότητας της υπό κρίση απόφασης.
Για τους πιο πάνω λόγους, η προσφυγή απορρίπτεται με €1.400 έξοδα πλέον Φ.Π.Α., εάν επιβάλλεται, εναντίον της αιτήτριας και υπέρ των καθ' ων η αίτηση.
Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, σύμφωνα με το Άρθρο 146.4(α) του Συντάγματος.
Ε. Γαβριήλ, Δ.Δ.Δ.