Διασφάλιση περιουσιακών στοιχείων κατά τη διάρκεια αγωγής σε χώρα της ΕΕ

Λεττονία
Περιεχόμενο που παρέχεται από
European Judicial Network
Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο (για αστικές και εμπορικές υποθέσεις)

1 Ποια είναι τα διάφορα μέτρα;

Κατά τη λετονική νομοθεσία, τα διαθέσιμα προσωρινά και συντηρητικά μέτρα ενώ εκκρεμεί η οριστική απόφαση είναι δυνατόν να αποσκοπούν στην εξασφάλιση υφιστάμενης ή πιθανής αξίωσης, στην εξασφάλιση της προστασίας επίδικων δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας ή στην εξασφάλιση αποδείξεων. Τα εν λόγω μέτρα μπορούν να διατάσσονται μόνο από δικαστήριο και μόνο κατόπιν αιτήματος ενδιαφερόμενου μέρους. Η σχετική διαδικασία καθορίζεται στον νόμο περί πολιτικής δικονομίας (Civilprocesa likums).

Κατά τον χρόνο άσκησης αγωγής, ή και νωρίτερα, είναι διαθέσιμα τα ακόλουθα μέτρα για την εξασφάλιση της αξίωσης:

  • συντηρητική κατάσχεση κινητών ή κεφαλαίων που ανήκουν στον εναγόμενο·
  • εγγραφή απαγόρευσης (aizlieguma atzīme) στο σχετικό μητρώο κινητής περιουσίας ή σε άλλο δημόσιο μητρώο
  • εγγραφή σημείωσης περί εξασφάλισης αξίωσης στο κτηματολόγιο ή στο νηολόγιο
  • σε περίπτωση ναυτικής απαίτησης, συντηρητική κατάσχεση σκάφους
  • απαγόρευση της εκτέλεσης ορισμένων πράξεων από τον εναγόμενο
  • συντηρητική κατάσχεση απαιτήσεων κατά τρίτων, συμπεριλαμβανομένων των χρηματικών ποσών που τηρούνται σε πιστωτικά ιδρύματα ή άλλους χρηματοοικονομικούς οργανισμούς·
  • αναβολή πράξεων εκτέλεσης (η οποία περιλαμβάνει απαγόρευση στους δικαστικούς επιμελητές να καταβάλουν χρήματα ή περιουσιακά στοιχεία σε πράκτορες εισπράξεων ή σε πιστωτές, ή αναστολή της πώλησης περιουσιακών στοιχείων).

Αξίωση μπορεί να εξασφαλιστεί μόνο αν είναι περιουσιακής φύσης.

Αν η αξίωση πρόκειται να εξασφαλιστεί με την εγγραφή απαγόρευσης σε μητρώο κινητής περιουσίας ή σε άλλο δημόσιο μητρώο, η απόφαση πρέπει να προσδιορίζει το είδος της απαγόρευσης.

Αν το αντικείμενο αγωγής είναι η διεκδίκηση της κυριότητας κινητού ή ακινήτου, ή αν με αγωγή ζητείται η αναγνώριση δικαιωμάτων κυριότητας, η αξίωση μπορεί να εξασφαλιστεί με τη συντηρητική κατάσχεση του επίδικου κινητού ή με την εγγραφή απαγόρευσης στο οικείο κτηματολόγιο.

Αν το αντικείμενο αγωγής είναι χρηματική αξίωση, η αξίωση μπορεί να εξασφαλιστεί με την εγγραφή εμπράγματης ασφάλειας (ķīlas tiesības atzīme) σε ακίνητο, στο οικείο κτηματολόγιο.

Αν το αντικείμενο αγωγής είναι εμπράγματο δικαίωμα επί ακινήτου, η απαίτηση μπορεί να καλυφθεί με την εγγραφή εμπράγματου βάρους (apgrūtinājuma atzīīme) στο ακίνητο, στο οικείο κτηματολόγιο.

Συντηρητική κατάσχεση σκάφους μπορεί να επιβληθεί μόνο για την εξασφάλιση ναυτικής απαίτησης.

Η αναστολή της πώλησης περιουσιακών στοιχείων δεν επιτρέπεται στις περιπτώσεις στις οποίες η αξίωση αφορά την καταβολή χρημάτων.

Η συντηρητική κατάσχεση απαιτήσεων κατά τρίτων, συμπεριλαμβανομένων των χρηματικών ποσών που τηρούνται σε πιστωτικά ιδρύματα ή άλλους χρηματοοικονομικούς οργανισμούς, δεν επιτρέπεται στις περιπτώσεις στις οποίες η αξίωση αφορά αποζημίωση που εναπόκειται στη διακριτική ευχέρεια του δικαστηρίου.

Στις διαφορές που αφορούν δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας, είναι δυνατόν να ληφθούν τα ακόλουθα μέτρα προσωρινής προστασίας:

  • συντηρητική κατάσχεση κινητών διά των οποίων εικάζεται ότι προσβάλλονται δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας
  • υποχρέωση απόσυρσης προϊόντων διά των οποίων εικάζεται ότι προσβάλλονται δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας
  • απαγόρευση εκτέλεσης συγκεκριμένων πράξεων από τον εναγόμενο ή από πρόσωπα που παρέχουν υπηρεσίες οι οποίες χρησιμοποιούνται για την προσβολή δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας ή από πρόσωπα που διευκολύνουν τη διάπραξη τέτοιων προσβολών.

Εξασφάλιση αποδείξεων (συντηρητική απόδειξη)

Εάν ένα πρόσωπο έχει λόγους να πιστεύει ότι η προσκόμιση των αποδείξεων που θα χρειαστεί ενδέχεται να καταστεί αδύνατη ή προβληματική, μπορεί να ζητήσει την εξασφάλιση των εν λόγω αποδείξεων.

Αιτήσεις για την εξασφάλιση αποδείξεων είναι δυνατόν να υποβληθούν σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας, ακόμη και πριν ασκηθεί αγωγή ενώπιον δικαστηρίου.

Πριν από την άσκηση αγωγής, οι αποδείξεις μπορούν να εξασφαλιστούν από το επαρχιακό/δημοτικό δικαστήριο (rajona/pilsētas tiesa) του τόπου όπου βρίσκεται η πηγή των προς εξασφάλιση αποδείξεων. Μετά την άσκηση αγωγής, οι αποδείξεις μπορούν να εξασφαλιστούν από το δικαστήριο που έχει επιληφθεί της υπόθεσης.

2 Υπό ποιες προϋποθέσεις διατάσσονται αυτά τα μέτρα;

2.1 Η διαδικασία

Εξασφάλιση απαίτησης

Εάν υπάρχουν λόγοι να πιστεύεται ότι η εκτέλεση μιας δικαστικής απόφασης ενδέχεται να καταστεί αδύνατη ή προβληματική, το δικαστήριο ή ο δικαστής δύναται, κατόπιν αιτιολογημένης αίτησης του ενάγοντα, να εκδώσει απόφαση εξασφάλισης της απαίτησης. Απαίτηση μπορεί να εξασφαλιστεί μόνο αν είναι περιουσιακής φύσης. Η αίτηση για εξασφάλιση απαίτησης είναι δυνατόν να εξεταστεί σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας, ακόμη και πριν ασκηθεί αγωγή ενώπιον του δικαστηρίου.

Η αίτηση εξασφάλισης της απαίτησης πρέπει να περιλαμβάνει:

  • το δικαστήριο ενώπιον του οποίου υποβάλλεται
  • το ονοματεπώνυμο, τον αριθμό ταυτότητας και τον δηλωμένο τόπο κατοικίας ή, ελλείψει τέτοιου, τον πραγματικό τόπο κατοικίας του αιτούντος στην περίπτωση νομικού προσώπου, την επωνυμία, τον αριθμό μητρώου και την καταστατική έδρα του. Αν ο αιτών συμφωνεί να επικοινωνεί με το δικαστήριο με ηλεκτρονικά μέσα και εφόσον περιλαμβάνεται μεταξύ των προσώπων/οντοτήτων που απαριθμούνται στο άρθρο 56 παράγραφος 23 του νόμου περί πολιτικής δικονομίας, πρέπει επίσης να αναφέρεται διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου και, αν είναι εγγεγραμμένος στο ηλεκτρονικό σύστημα επικοινωνίας με το δικαστήριο, τα στοιχεία εγγραφής του. Ο αιτών μπορεί, επιπλέον, να παράσχει άλλη διεύθυνση αλληλογραφίας με το δικαστήριο
  • το ονοματεπώνυμο, τον αριθμό ταυτότητας και τον δηλωμένο τόπο κατοικίας ή, ελλείψει τέτοιου, τον πραγματικό τόπο κατοικίας του καθού και οποιουδήποτε τρίτου στην περίπτωση νομικού προσώπου, την επωνυμία, τον αριθμό μητρώου και την καταστατική έδρα του. Ο αριθμός ταυτότητας ή αριθμός μητρώου του καθού πρέπει να αναγράφεται εφόσον είναι γνωστός
  • το ονοματεπώνυμο, τον αριθμό ταυτότητας και τη διεύθυνση αλληλογραφίας του εκπροσώπου του αιτούντος (αν η αγωγή ασκείται από εκπρόσωπο) στην περίπτωση νομικού προσώπου, την επωνυμία, τον αριθμό μητρώου και την καταστατική έδρα του. Αν ο εκπρόσωπος του αιτούντος, ο οποίος διαθέτει δηλωμένο τόπο κατοικίας ή διεύθυνση αλληλογραφίας στη Λετονία, συμφωνεί να επικοινωνεί με το δικαστήριο με ηλεκτρονικά μέσα, πρέπει επίσης να αναφέρεται διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου και, αν είναι εγγεγραμμένος στο ηλεκτρονικό σύστημα επικοινωνίας με το δικαστήριο, τα στοιχεία εγγραφής του. Αν ο δηλωμένος τόπος κατοικίας ή η διεύθυνση αλληλογραφίας του εκπροσώπου του αιτούντος είναι εκτός Λετονίας, πρέπει επίσης να αναφέρεται η διεύθυνσή του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου και η συμμετοχή του στο ηλεκτρονικό σύστημα επικοινωνίας. Αν ο εκπρόσωπος του αιτούντος είναι δικηγόρος, θα πρέπει να αναφέρεται η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου του γραφείου του
  • το αντικείμενο της απαίτησης
  • το ποσό της απαίτησης
  • το μέσο εξασφάλισης της απαίτησης που ζητεί ο αιτών
  • οι περιστάσεις που επικαλείται ο αιτών για να αιτιολογήσει την ανάγκη εξασφάλισης της απαίτησης.

Αίτηση για την εξασφάλιση απαίτησης η οποία υποβάλλεται πριν από την άσκηση αγωγής πρέπει να υποβληθεί στο δικαστήριο θα επιληφθεί της αγωγής. Όταν οι διάδικοι έχουν συμφωνήσει να υποβάλουν τη διαφορά σε διαιτησία, η αίτηση εξασφάλισης της απαίτησης πρέπει να υποβληθεί στο τακτικό δικαστήριο του τόπου όπου βρίσκεται ο οφειλέτης ή το περιουσιακό στοιχείο.

Η αναστολή της πώλησης περιουσιακών στοιχείων δεν επιτρέπεται στις περιπτώσεις στις οποίες η αξίωση αφορά την καταβολή χρημάτων.

Η συντηρητική κατάσχεση απαιτήσεων κατά τρίτων, συμπεριλαμβανομένων των χρηματικών ποσών που τηρούνται σε πιστωτικά ιδρύματα ή άλλους χρηματοοικονομικούς οργανισμούς, δεν επιτρέπεται στις περιπτώσεις στις οποίες η αξίωση αφορά αποζημίωση που εναπόκειται στη διακριτική ευχέρεια του δικαστηρίου.

Το δικαστήριο που αποφαίνεται επί αίτησης ενός εκ των διαδίκων μπορεί να διατάξει άλλα μέσα εξασφάλισης της απαίτησης από αυτά που ζητεί ο διάδικος.

Ο μελλοντικός ενάγων δύναται να ζητήσει εξασφάλιση μιας απαίτησης ακόμη και πριν ασκήσει αγωγή, και πριν ακόμη καταστεί ληξιπρόθεσμη η υποχρέωση, εάν ο οφειλέτης, προκειμένου να αποφύγει την εκτέλεση της υποχρέωσής του, αφαιρέσει ή απαλλοτριώσει την περιουσία του, εγκαταλείψει τον τόπο διαμονής του χωρίς να ενημερώσει τον πιστωτή ή προβεί σε άλλες ενέργειες που υποδηλώνουν ότι ο οφειλέτης δεν ενεργεί καλή τη πίστει. Όταν υποβάλλει αίτηση εξασφάλισης μιας απαίτησης πριν από την άσκηση αγωγής, ο μελλοντικός ενάγων πρέπει να προσκομίζει αποδεικτικά στοιχεία προς υποστήριξη των δικαιωμάτων του και της αναγκαιότητας εξασφάλισης της απαίτησης.

Η απόφαση σχετικά με αίτηση για εξασφάλιση απαίτησης εκδίδεται από το δικαστήριο ή τον δικαστή το αργότερο την επόμενη ημέρα, χωρίς προηγούμενη ειδοποίηση του εναγομένου ή άλλων ενδιαφερόμενων μερών. Για τη λήψη της σχετικής απόφασης, το δικαστήριο ή ο δικαστής αρκείται σε πιθανολόγηση του βάσιμου της αίτησης (prima facie απόδειξη). Εάν η αίτηση εξασφάλισης της απαίτησης γίνει δεκτή, το δικαστήριο ή ο δικαστής δύναται να ζητήσει από τον ενάγοντα να παράσχει εγγύηση για τυχόν απώλειες που ενδέχεται να υποστεί ο εναγόμενος ως αποτέλεσμα του μέτρου εξασφάλισης της απαίτησης, καταθέτοντας ένα καθορισμένο ποσό σε λογαριασμό καταθέσεων του δικαστικού επιμελητή.

Εάν ληφθεί απόφαση εξασφάλισης υφιστάμενης ή πιθανής απαίτησης, το δικαστήριο εκδίδει διαταγή εκτέλεσης (izpildu raksts), η οποία ανατίθεται προς εκτέλεση σε πιστοποιημένο δικαστικό επιμελητή (zvērināts tiesu izpildītājs).

Η απαίτηση εξασφαλίζεται έως την ημέρα που η οριστική απόφαση θα αρχίσει να παράγει έννομα αποτελέσματα. Εάν η απαίτηση δεν κριθεί ή εάν η διαδικασία περατωθεί, η απόφαση του δικαστηρίου ακυρώνει το μέτρο εξασφάλισης της απαίτησης. Η απαίτηση εξασφαλίζεται έως την ημέρα που η οριστική απόφαση θα αρχίσει να παράγει έννομα αποτελέσματα. Εάν η απαίτηση απορριφθεί, η απόφαση του δικαστηρίου ακυρώνει το μέτρο εξασφάλισης της απαίτησης.

Εάν η απόφαση εξασφάλισης μιας απαίτησης ληφθεί πριν από την υποβολή της ίδιας της απαίτησης στο δικαστήριο, και η απαίτηση δεν υποβληθεί τελικά στο δικαστήριο εντός του χρόνου που ορίζεται από το δικαστήριο, ο δικαστής δύναται να αποφασίσει να ακυρώσει το μέτρο εξασφάλισης της απαίτησης κατόπιν αίτησης του μελλοντικού ενάγοντα ή του μελλοντικού εναγομένου.

Ασφαλιστικά μέτρα

Εάν υπάρχουν λόγοι να θεωρηθεί ότι τα δικαιώματα κατόχου διανοητικής ιδιοκτησίας παραβιάζονται ή ενδέχεται να παραβιαστούν, το δικαστήριο δύναται, κατόπιν αιτιολογημένης αίτησης του ενάγοντα, να διατάξει ασφαλιστικά μέτρα. Η αίτηση ασφαλιστικών μέτρων πρέπει να αναφέρει τα ασφαλιστικά μέτρα που ζητείται να ληφθούν (άρθρο 250.10 του νόμου περί πολιτικής δικονομίας).

Η αίτηση ασφαλιστικών μέτρων κρίνεται από το δικαστήριο ή τον δικαστή εντός 10 ημερών από την παραλαβή της, ή από την έναρξη της διαδικασίας εάν η αίτηση ασφαλιστικών μέτρων έχει κατατεθεί μαζί με την ίδια την απαίτηση.

Εάν τυχόν καθυστέρηση ενδέχεται να προκαλέσει ανεπανόρθωτη βλάβη στον κάτοχο δικαιώματος διανοητικής ιδιοκτησίας, το δικαστήριο ή ο δικαστής πρέπει να αποφανθεί επί της αίτησης ασφαλιστικών μέτρων το αργότερο την επόμενη ημέρα από την παραλαβή της αίτησης, χωρίς να ειδοποιήσει προηγουμένως τον εναγόμενο και τα άλλα ενδιαφερόμενα μέρη. Εάν ληφθεί απόφαση διαταγής ασφαλιστικών μέτρων ερήμην του εναγομένου ή άλλου ενδιαφερομένου, η απόφαση πρέπει να κοινοποιηθεί σε αυτόν το αργότερο κατά τον χρόνο εκτέλεσης της απόφασης.

Εάν το δικαστήριο ή ο δικαστής κάνει δεκτή μια αίτηση εξασφάλισης απαίτησης πριν από την υποβολή της ίδιας της απαίτησης, το δικαστήριο ή ο δικαστής δύναται να ζητήσει από τον ενάγοντα να παράσχει εξασφάλιση για τυχόν απώλειες που ενδέχεται να υποστεί ο εναγόμενος ή οι πάροχοι υπηρεσιών ως αποτέλεσμα των προσωρινών ασφαλιστικών μέτρων, καταθέτοντας ένα καθορισμένο χρηματικό ποσό σε λογαριασμό καταθέσεων του δικαστικού επιμελητή ή παρέχοντας ισοδύναμη εγγύηση.

Κατόπιν αίτησης του ενάγοντα, το δικαστήριο δύναται να αντικαταστήσει τα ασφαλιστικά μέτρα που έχουν ήδη διαταχθεί με άλλα μέτρα.

Τα ασφαλιστικά μέτρα είναι δυνατόν να ακυρωθούν από το ίδιο δικαστήριο κατόπιν αίτησης ενός ενδιαφερόμενου μέρους.

Εάν το δικαστήριο απορρίψει μια απαίτηση, η απόφασή του ακυρώνει τα ασφαλιστικά μέτρα. Τα ασφαλιστικά μέτρα παραμένουν σε ισχύ έως την ημέρα που η απόφαση αποκτά νομική ισχύ.

Εάν η απαίτηση δεν κριθεί ή εάν η διαδικασία περατωθεί, με την απόφαση του δικαστηρίου ακυρώνονται τα ασφαλιστικά μέτρα. Τα ασφαλιστικά μέτρα παραμένουν σε ισχύ έως την ημέρα που η απόφαση αποκτά νομική ισχύ.

Εάν η απόφαση διαταγής προσωρινών ασφαλιστικών μέτρων ληφθεί πριν από την υποβολή της ίδιας της απαίτησης στο δικαστήριο και η απαίτηση δεν υποβληθεί τελικά στο δικαστήριο εντός του χρόνου που έχει ορίσει το δικαστήριο, ο δικαστής δύναται να αποφασίσει να ακυρώσει τα ασφαλιστικά μέτρα κατόπιν αίτησης του μελλοντικού ενάγοντα ή άλλου ενδιαφερόμενου μέρους ή του μελλοντικού εναγομένου.

Εάν η αίτηση ασφαλιστικών μέτρων κατατεθεί ταυτόχρονα με την ίδια την απαίτηση, η διαταγή ασφαλιστικών μέτρων πρέπει να εκτελεστεί εντός 30 ημερών από την ημέρα έκδοσης της απόφασης. Σε περίπτωση που έχει κατατεθεί επικουρική ένσταση (blakus sūdzība) κατά της απόφασης, δεν εμποδίζεται η εκτέλεση της απόφασης.

Η απόφαση διαταγής ασφαλιστικών μέτρων, η οποία λαμβάνεται με κριτήριο ότι η καθυστέρηση ενδέχεται να προκαλέσει ανεπανόρθωτη βλάβη στον κάτοχο δικαιώματος διανοητικής ιδιοκτησίας, εκτελείται αφού ο ενάγων καταβάλει το ποσό που έχει καθοριστεί από το δικαστήριο ή τον δικαστή στον λογαριασμό καταθέσεων του δικαστικού επιμελητή ή παράσχει ισοδύναμη εγγύηση. Το έγγραφο εκτέλεσης επιδίδεται μετά την παραλαβή του καθορισμένου ποσού ή της ισοδύναμης εγγύησης.

Κάθε απόφαση που διατάσσει προσωρινή προστασία με κατάσχεση των κινητών περιουσιακών στοιχείων δια των οποίων εικάζεται ότι παραβιάζονται δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας, πρέπει να εκτελείται σύμφωνα με τη διαδικασία που καθορίζεται στον νόμο περί πολιτικής δικονομίας για την αποζημίωση έναντι κινητής περιουσίας.

Κάθε απόφαση που διατάσσει προσωρινή προστασία επιβάλλοντας απαγόρευση εκτέλεσης ορισμένων πράξεων ή υποχρέωση απόσυρσης προϊόντων δια των οποίων εικάζεται ότι παραβιάζονται δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας, εκτελείται από δικαστικό επιμελητή και κοινοποιείται στον εναγόμενο ή σε οποιοδήποτε άλλο ενδιαφερόμενο μέρος με προσωπική παράδοση ή με συστημένη επιστολή.

Σε περίπτωση που ακυρωθεί ένα ασφαλιστικό μέτρο, η ακύρωση εκτελείται από τον δικαστικό επιμελητή που εκτέλεσε και την αρχική διαταγή επιβολής του.

Σε περίπτωση που ακυρωθεί ένα ασφαλιστικό μέτρο, η ακύρωση εκτελείται από τον δικαστικό επιμελητή που εκτέλεσε και την αρχική διαταγή επιβολής του.

Περαιτέρω, το κεφάλαιο 30.5 του νόμου περί πολιτικής δικονομίας προβλέπει προσωρινή προστασία κατά πράξεων βίας.

Προσωρινή προστασία κατά πράξεων βίας είναι δυνατόν να διαταχθεί σε σχέση με αγωγές διαζυγίου ή ακύρωσης γάμου αγωγές που ανακύπτουν από σωματική βλάβη αγωγές για καταβολή διατροφής αγωγές που επιζητούν τον διαχωρισμό της κοινής οικίας ή τον καθορισμό της χρήσης της κοινής οικίας, εφόσον οι αντίδικοι συγκατοικούν και υποθέσεις που ανακύπτουν από δικαιώματα κηδεμονίας και επικοινωνίας.

Αίτηση για προσωρινή προστασία από πράξεις βίας είναι δυνατόν να υποβληθεί από συζύγους ή πρώην συζύγους πρόσωπα μεταξύ των οποίων υπάρχει σχέση γονέα-τέκνου πρόσωπα μεταξύ των οποίων υπάρχει ή έχει υπάρξει σχέση κηδεμονίας ή οποιαδήποτε άλλη σχέση εξωοικογενειακής μέριμνας πρόσωπα μεταξύ των οποίων υπάρχει σχέση συγγένειας εξ αίματος ή εξ αγχιστείας πρόσωπα που συγκατοικούν ή έχουν συγκατοικήσει στο παρελθόν πρόσωπα που έχουν ή περιμένουν κοινό τέκνο, ανεξαρτήτως εάν έχουν συνάψει γάμο ή συμβιώνουν ή από πρόσωπα μεταξύ των οποίων υπάρχει ή έχει υπάρξει στενή προσωπική ή ερωτική σχέση.

Είναι δυνατόν να επιβληθούν ταυτοχρόνως περισσότερα του ενός μέτρα προσωρινής προστασίας από πράξεις βίας.

Εάν ένα πρόσωπο έχει υποστεί σωματική, σεξουαλική, ψυχολογική ή οικονομική βία λαμβάνουσα χώρα μεταξύ πρώην ή νυν συζύγων, ή προσώπων με άλλου είδους αμοιβαία σχέση, ανεξαρτήτως εάν ο διάδικος που την ασκεί συγκατοικεί ή έχει συγκατοικήσει με το θύμα, το δικαστήριο ή ο δικαστής δύναται να διατάξει προσωρινή προστασία από πράξεις βίας κατόπιν αιτιολογημένης αίτησης του ενδιαφερόμενου προσώπου ή αίτησης που υποβάλλεται μέσω της αστυνομίας.

Παρόμοια μέτρα είναι διαθέσιμα σε περίπτωση που ένα πρόσωπο υφίσταται καταχρηστικό έλεγχο, δηλαδή μια πράξη ή σειρά πράξεων όπως παρενόχληση, σεξουαλικό εξαναγκασμό, απειλές, ταπείνωση, εκφοβισμό ή άλλες καταχρηστικές πράξεις, που έχουν ως σκοπό να βλάψουν, να τιμωρήσουν ή να εκφοβίσουν το θύμα.

Προσωρινή προστασία από πράξεις βίας μπορεί να ζητηθεί σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας, ακόμη και πριν ασκηθεί αγωγή ενώπιον του δικαστηρίου.

Εξασφάλιση αποδείξεων (συντηρητική απόδειξη)

Εάν ένα πρόσωπο έχει λόγους να πιστεύει ότι η προσκόμιση των αποδείξεων που θα χρειαστεί ενδέχεται να καταστεί αδύνατη ή προβληματική, δύναται να ζητήσει την εξασφάλιση των εν λόγω αποδείξεων. Αιτήσεις για συντηρητική απόδειξη είναι δυνατόν να υποβληθούν σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας, ακόμη και πριν ασκηθεί αγωγή ενώπιον του δικαστηρίου.

Η αίτηση συντηρητικής απόδειξης εξετάζεται από το δικαστήριο στο πλαίσιο ακρόασης στην οποία καλούνται να παραστούν ο αιτών και τα ενδιαφερόμενα μέρη. Ωστόσο, το δικαστήριο δύναται να εξετάσει την αίτηση ακόμη και αν δεν παραστεί κανένα από αυτά τα πρόσωπα.

Όταν η αίτηση συντηρητικής απόδειξης υποβάλλεται πριν από την άσκηση αγωγής, το δικαστήριο ή ο δικαστής εκδίδει απόφαση επί της αίτησης εντός 10 ημερών από την παραλαβή της.

Οι αποδείξεις είναι δυνατόν να εξασφαλιστούν χωρίς να κλητευθούν τα πιθανά ενδιαφερόμενα μέρη μόνο σε επείγουσες υποθέσεις, όπως σε παραβιάσεις ή πιθανές παραβιάσεις δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας ή σε περιπτώσεις όπου δεν είναι εφικτό να διαπιστωθεί ποια είναι τα ενδιαφερόμενα μέρη.

Εάν ληφθεί απόφαση για την εξασφάλιση αποδείξεων ερήμην του εναγομένου ή άλλου ενδιαφερομένου, η απόφαση πρέπει να κοινοποιηθεί σε αυτόν το αργότερο κατά τον χρόνο εκτέλεσης της απόφασης.

Εάν ο δικαστής κάνει δεκτή μια αίτηση εξασφάλισης αποδεικτικών στοιχείων πριν ασκηθεί η σχετική αγωγή στο δικαστήριο, ο δικαστής ορίζει ένα χρονικό όριο για την κατάθεση της αγωγής, το οποίο δεν μπορεί να υπερβαίνει τις 30 ημέρες.

Εάν ο δικαστής κάνει δεκτή μια αίτηση εξασφάλισης αποδείξεων πριν από την υποβολή της ίδιας της απαίτησης, ο δικαστής δύναται να ζητήσει από τον ενάγοντα να παράσχει εξασφάλιση για τυχόν απώλειες που ενδέχεται να υποστεί ο εναγόμενος ως αποτέλεσμα του μέτρου εξασφάλισης αποδείξεων, καταθέτοντας ένα καθορισμένο χρηματικό ποσό σε λογαριασμό καταθέσεων του δικαστικού επιμελητή ή παρέχοντας ισοδύναμη εγγύηση.

Τα πρακτικά της συνεδρίασης του δικαστηρίου και οποιαδήποτε έγγραφα συγκεντρωθούν κατά τη διάρκεια της συντηρητικής απόδειξης φυλάσσονται έως ότου ζητηθούν από το δικαστήριο που εκδικάζει την κύρια αγωγή.

Εάν το δικαστήριο που εξετάζει μια υπόθεση δεν είναι σε θέση να συγκεντρώσει αποδεικτικά στοιχεία που βρίσκονται σε άλλη πόλη ή περιοχή, το δικαστήριο ή ο δικαστής ζητεί από το αρμόδιο δικαστήριο να προβεί σε συγκεκριμένες διαδικαστικές ενέργειες για λογαριασμό του πρώτου δικαστηρίου.

2.2 Οι κύριες προϋποθέσεις

Ασφαλιστικά μέτρα είναι δυνατόν να διαταχθούν μόνον εάν υπάρχουν λόγοι να θεωρηθεί ότι η εκτέλεση μιας δικαστικής απόφασης σε διαφορά περιουσιακού χαρακτήρα ενδέχεται να καταστεί προβληματική ή αδύνατη ή ότι τα δικαιώματα κατόχου διανοητικής ιδιοκτησίας παραβιάζονται ή ενδέχεται να παραβιαστούν ή ότι η προσκόμιση των απαραίτητων αποδείξεων ενδέχεται να καταστεί αδύνατη ή προβληματική.

3 Αντικείμενο και φύση αυτών των μέτρων

Η αίτηση προσωρινής προστασίας της διανοητικής ιδιοκτησίας πρέπει να αναφέρει το ασφαλιστικό μέτρο που ζητείται.

Τα διαθέσιμα ασφαλιστικά μέτρα είναι τα εξής:

  • κατάσχεση κινητών περιουσιακών στοιχείων δια των οποίων εικάζεται ότι παραβιάζονται δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας
  • υποχρέωση απόσυρσης προϊόντων δια των οποίων εικάζεται ότι παραβιάζονται δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας
  • απαγόρευση εκτέλεσης συγκεκριμένων πράξεων από τον εναγόμενο ή από πρόσωπα που παρέχουν υπηρεσίες οι οποίες χρησιμοποιούνται για την παραβίαση δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας ή από πρόσωπα που διευκολύνουν τη διάπραξη των εν λόγω παραβιάσεων.

Η αίτηση εξασφάλισης της απαίτησης πρέπει να αναφέρει το μέτρο που ζητείται προκειμένου να εξασφαλιστεί η απαίτηση.

Τα διαθέσιμα μέτρα για την εξασφάλιση μιας απαίτησης είναι:

  • συντηρητική κατάσχεση κινητών ή κεφαλαίων που ανήκουν στον εναγόμενο·
  • εγγραφή απαγόρευσης (aizlieguma atzīme) στο σχετικό μητρώο κινητής περιουσίας ή σε άλλο δημόσιο μητρώο
  • εγγραφή σημείωσης περί εξασφάλισης αξίωσης στο κτηματολόγιο ή στο νηολόγιο
  • σε περίπτωση ναυτικής απαίτησης, συντηρητική κατάσχεση σκάφους
  • απαγόρευση της εκτέλεσης ορισμένων πράξεων από τον εναγόμενο
  • συντηρητική κατάσχεση απαιτήσεων κατά τρίτων, συμπεριλαμβανομένων των χρηματικών ποσών που τηρούνται σε πιστωτικά ιδρύματα ή άλλους χρηματοοικονομικούς οργανισμούς·
  • αναβολή πράξεων εκτέλεσης (η οποία περιλαμβάνει απαγόρευση στους δικαστικούς επιμελητές να καταβάλουν χρήματα ή περιουσιακά στοιχεία σε πράκτορες εισπράξεων ή σε πιστωτές, ή αναστολή της πώλησης περιουσιακών στοιχείων).

Η αίτηση προσωρινής προστασίας από πράξεις βίας πρέπει να αναφέρει το μέτρο που ζητείται να επιβληθεί.

Τα διαθέσιμα μέτρα για την παροχή προσωρινής προστασίας από πράξεις βίας είναι τα εξής:

  • ο εναγόμενος διατάσσεται να εγκαταλείψει την οικία όπου διαμένει συνήθως ο ενάγων και του απαγορεύεται να επιστρέψει ή να παραμείνει εκεί
  • απαγορεύεται στον εναγόμενο να πλησιάσει σε ορισμένη απόσταση από την οικία όπου διαμένει συνήθως ο ενάγων
  • απαγορεύεται στον εναγόμενο να επισκέπτεται ορισμένα μέρη
  • απαγορεύεται στον εναγόμενο να συναντά τον ενάγοντα και να έχει φυσική ή οπτική επαφή μαζί του
  • ο εναγόμενος απαγορεύεται να έχει οποιαδήποτε επικοινωνία με τον ενάγοντα
  • απαγορεύεται στον εναγόμενο να κανονίζει, με τη διαμεσολάβηση τρίτων, να συναντά τον ενάγοντα ή να έρχεται σε επικοινωνία μαζί του
  • ο εναγόμενος απαγορεύεται να χρησιμοποιεί τα προσωπικά δεδομένα του ενάγοντα
  • το δικαστήριο ή ο δικαστής δύναται να επιβάλει άλλες απαγορεύσεις και υποχρεώσεις στον εναγόμενο προκειμένου να παράσχει προσωρινή προστασία στον ενάγοντα από πράξεις βίας.

3.1 Ποια περιουσιακά στοιχεία μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο αυτών των μέτρων;

Κινητή και ακίνητη περιουσία, συμπεριλαμβανομένων σκαφών, μετρητών και κεφαλαίων σε τράπεζες και άλλα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα.

3.2 Ποια τα αποτελέσματα αυτών των μέτρων;

Η διαδικασία κατάσχεσης κινητής περιουσίας οφειλέτη περιλαμβάνει απογραφή της περιουσίας, σφράγιση της περιουσίας (που αναφέρει ποιος κατάσχεσε την περιουσία και με ποιον τρόπο) και θέση της υπό προστασία. Η περιουσία δεν είναι απαραίτητο να σφραγιστεί εάν αυτό μπορεί να επιφέρει ζημία στην περιουσία ή να επηρεάσει σημαντικά την αξία της.

Ο δικαστικός επιμελητής αναθέτει την κατασχεθείσα περιουσία στη φροντίδα φυσικού προσώπου, το οποίο υπογράφει κατά την ανάληψή της. Ο οφειλέτης ή μέλη της οικογένειάς του εξακολουθούν να έχουν δικαίωμα χρήσης της περιουσίας εάν, λόγω των χαρακτηριστικών της περιουσίας, η χρήση της δεν καταστρέφει την περιουσία ούτε μειώνει σημαντικά την αξία της.

Εάν το δικαστήριο ή ο δικαστής κάνει δεκτή μια αίτηση εξασφάλισης απαίτησης πριν από την υποβολή της ίδιας της απαίτησης στο δικαστήριο, το δικαστήριο ή ο δικαστής δύναται να ζητήσει από τον μελλοντικό ενάγοντα να παράσχει εξασφάλιση για τυχόν απώλειες που ενδέχεται να υποστεί ο εναγόμενος ως αποτέλεσμα του μέτρου εξασφάλισης της απαίτησης, καταθέτοντας ένα καθορισμένο χρηματικό ποσό σε λογαριασμό καταθέσεων του δικαστικού επιμελητή. Καταθέσεις και λοιποί τίτλοι που ανήκουν στον οφειλέτη και φυλάσσονται σε χρηματοπιστωτικά ιδρύματα ή αλλού είναι δυνατόν να κατασχεθούν μόνο βάσει εγγράφου εκτέλεσης που έχει εκδοθεί από δικαστήριο, ή βάσει εντάλματος δικαστικού επιμελητή ή εισαγγελέα.

Η εγγραφή στο μητρώο ακίνητης περιουσίας που αναφέρει την αποζημίωση ή την εξασφάλιση μιας απαίτησης αποτρέπει οποιαδήποτε τυχόν εκούσια εγγραφή από μέρους του ιδιοκτήτη.

Εάν ο δικαστής κάνει δεκτή μια αίτηση εξασφάλισης απαίτησης πριν από την άσκηση της αγωγής, ο δικαστής δύναται να ζητήσει από τον μελλοντικό ενάγοντα να παράσχει εξασφάλιση για τυχόν απώλειες που ενδέχεται να υποστεί ο εναγόμενος ως αποτέλεσμα του μέτρου εξασφάλισης των αποδείξεων, καταθέτοντας ένα καθορισμένο χρηματικό ποσό σε λογαριασμό καταθέσεων του δικαστικού επιμελητή ή παρέχοντας ισοδύναμη εγγύηση.

Τα ασφαλιστικά μέτρα επιτρέπουν στον δημιουργό να ζητήσει από το δικαστήριο την εξασφάλιση μιας αστικής απαίτησης, ακόμη και αν δεν είναι περιουσιακού χαρακτήρα, μειώνοντας έτσι τον αριθμό πιθανών παραβιάσεων των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας και το εύρος των απωλειών που υφίσταται ο δημιουργός. Αυτά τα μέτρα προσφέρουν τη δυνατότητα να αποτραπούν παραβιάσεις δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας και να αποκατασταθούν τα νόμιμα συμφέροντα και τα δικαιώματα του δημιουργού που έχουν παραβιαστεί.

3.3 Ποια η ισχύς αυτών των μέτρων;

Τα μέτρα εξασφάλισης μιας απαίτησης παραμένουν σε ισχύ ως την ημέρα που η απόφαση θα αποκτήσει νομική ισχύ ή που η διαδικασία θα περατωθεί, ή έως ότου ο δικαστής ακυρώσει το μέτρο εξασφάλισης της απαίτησης, ή έως ότου ο δικαστής αντικαταστήσει το μέτρο εξασφάλισης της απαίτησης με άλλο μέτρο.

Τα ασφαλιστικά μέτρα παραμένουν σε ισχύ έως την ημέρα που η απόφαση αρχίσει να παράγει έννομα αποτελέσματα.

Τα ασφαλιστικά μέτρα είναι δυνατόν να ακυρωθούν από το ίδιο δικαστήριο κατόπιν αίτησης ενός ενδιαφερόμενου μέρους. Εάν το δικαστήριο απορρίψει την απαίτηση, η απόφασή του ακυρώνει τα ασφαλιστικά μέτρα. Εάν η απαίτηση δεν κριθεί ή εάν η διαδικασία περατωθεί, με την απόφαση του δικαστηρίου ακυρώνονται τα ασφαλιστικά μέτρα. Τα ασφαλιστικά μέτρα παραμένουν σε ισχύ έως την ημέρα που η απόφαση αποκτά νομική ισχύ.

Εάν η απόφαση διαταγής προσωρινών ασφαλιστικών μέτρων ληφθεί πριν από την υποβολή της ίδιας της απαίτησης στο δικαστήριο και η απαίτηση δεν υποβληθεί τελικά στο δικαστήριο εντός του χρόνου που έχει ορίσει το δικαστήριο, ο δικαστής δύναται να αποφασίσει να ακυρώσει τα μέτρα κατόπιν αίτησης του μελλοντικού ενάγοντα ή άλλου ενδιαφερόμενου μέρους ή του μελλοντικού εναγομένου.

Εάν η απόφαση διαταγής συντηρητικής απόδειξης ληφθεί πριν από την άσκηση της αγωγής και η αγωγή δεν υποβληθεί τελικά στο δικαστήριο εντός του χρόνου που ορίζεται από το δικαστήριο, ο δικαστής δύναται να αποφασίσει να ακυρώσει το μέτρο συντηρητικής απόδειξης κατόπιν αίτησης του μελλοντικού ενάγοντα ή του μελλοντικού εναγομένου.

Η προσωρινή προστασία από πράξεις βίας παραμένει σε ισχύ έως την ημέρα που η οριστική απόφαση επί της υπόθεσης αποκτά νομική ισχύ. Σε ορισμένες περιπτώσεις, το δικαστήριο δύναται να καθορίσει στην απόφασή του ότι η προσωρινή προστασία από πράξεις βίας θα παραμείνει σε ισχύ και αφού η απόφαση αποκτήσει νομική ισχύ, αλλά για διάστημα όχι μεγαλύτερο του ενός έτους από τη συγκεκριμένη ημερομηνία. Εάν η προσωρινή προστασία από πράξεις βίας έχει διαταχθεί κατά εναγομένου που διέμενε συνήθως στην ίδια οικία με τον ενάγοντα, για παράδειγμα σε περίπτωση που ο εναγόμενος έχει κληθεί να εγκαταλείψει την οικία όπου διαμένει συνήθως ο ενάγων και του έχει απαγορευθεί να επιστρέψει ή να παραμείνει εκεί, ή σε περίπτωση που έχει απαγορευθεί στον εναγόμενο να πλησιάσει σε ορισμένη απόσταση από την οικία συνήθους διαμονής του ενάγοντα, το δικαστήριο δύναται να ορίσει ότι η προσωρινή προστασία από πράξεις βίας θα παραμείνει σε ισχύ για διάστημα όχι μεγαλύτερο των 30 ημερών αφότου η απόφαση αποκτήσει νομική ισχύ.

Τα μέτρα παροχής προσωρινής προστασίας από πράξεις βίας παραμένουν σε ισχύ έως την ημέρα που αποκτά νομική ισχύ δικαστική απόφαση ακύρωσης του μέτρου ή δικαστική απόφαση αντικατάστασης του μέτρου προσωρινής προστασίας με άλλο μέτρο.

4 Υπάρχει δυνατότητα προσφυγής κατά ενός τέτοιου μέτρου;

Εξασφάλιση απαίτησης

Κατόπιν αιτιολογημένης αίτησης από έναν διάδικο, είναι δυνατόν να ακυρωθεί ένα μέτρο εξασφάλισης απαίτησης από το ίδιο δικαστήριο που το διέταξε ή από το δικαστήριο που αναμένεται να εξετάσει την υπόθεση επί της ουσίας της.

Επικουρική ένσταση (blakus sūdzība) είναι δυνατόν να κατατεθεί εντός 10 ημερών κατά δικαστικής απόφασης για αντικατάσταση ενός μέτρου εξασφάλισης απαίτησης με ένα άλλο, κατά απόφασης απόρριψης μιας αίτησης για εξασφάλιση απαίτησης, ή κατά απόφασης απόρριψης μιας αίτησης για την ακύρωση μέτρου εξασφάλισης απαίτησης.

Εάν μια αίτηση για την εξασφάλιση απαίτησης γίνει δεκτή, ο ενάγων δύναται να καταθέσει επικουρική ένσταση κατά μέρους της δικαστικής απόφασης που καλεί τον ενάγοντα να παράσχει εξασφάλιση για τυχόν απώλειες που ενδέχεται να προκύψουν ως αποτέλεσμα του μέτρου εξασφάλισης της απαίτησης του ενάγοντα.

Εάν η απόφαση εξασφάλισης μιας απαίτησης ληφθεί ερήμην ενός ενδιαφερόμενου μέρους, η δεκαήμερη προθεσμία υποβολής επικουρικής ένστασης αρχίζει από την ημέρα που ο διάδικος λαμβάνει την απόφαση.

Ασφαλιστικά μέτρα

Τα ασφαλιστικά μέτρα είναι δυνατόν να ακυρωθούν από το ίδιο δικαστήριο κατόπιν αίτησης ενός ενδιαφερόμενου μέρους.

Επικουρική ένσταση μπορεί να κατατεθεί κατά της απόφασης επί αίτησης του ενάγοντα για αντικατάσταση ασφαλιστικού μέτρου που έχει ήδη διαταχθεί με διαφορετικό μέτρο, κατά της απόφασης απόρριψης μιας αίτησης για λήψη ασφαλιστικού μέτρου ή κατά της απόφασης απόρριψης μιας αίτησης για την ακύρωση ασφαλιστικού μέτρου.

Εάν η απόφαση που διατάσσει προσωρινή προστασία ληφθεί ερήμην ενός ενδιαφερόμενου μέρους, η δεκαήμερη προθεσμία υποβολής επικουρικής ένστασης αρχίζει από την ημέρα που επιδίδεται η απόφαση.

Εξασφάλιση αποδείξεων (συντηρητική απόδειξη)

Η απόφαση αποδοχής μιας αίτησης για εξασφάλιση αποδείξεων δεν μπορεί να προσβληθεί. Ωστόσο, ο εναγόμενος δύναται να ζητήσει αποζημίωση για απώλειες που υπέστη ως αποτέλεσμα του μέτρου εξασφάλισης των αποδείξεων, σε περίπτωση που:

  • τα στοιχεία έχουν εξασφαλιστεί πριν υποβληθεί η απαίτηση και η απαίτηση τελικά δεν υποβλήθηκε εντός του χρόνου που όρισε το δικαστήριο
  • η απαίτηση που υποβλήθηκε κατά του εναγομένου απορρίφθηκε
  • η απαίτηση δεν κρίθηκε
  • η διαδικασία περατώθηκε, διότι η απαίτηση υποβλήθηκε από πρόσωπο που δεν είχε το σχετικό δικαίωμα ή διότι ο ενάγων απέσυρε την απαίτηση.

Επικουρική ένσταση είναι δυνατόν να κατατεθεί κατά μιας δικαστικής απόφασης απόρριψης αίτησης για συντηρητική απόδειξη ή κατά μιας απόφασης που λαμβάνεται χωρίς να κλητευθούν οι μελλοντικοί διάδικοι. Εάν η απόφαση διαταγής προσωρινής προστασίας ληφθεί ερήμην ενός ενδιαφερόμενου μέρους, η δεκαήμερη προθεσμία υποβολής επικουρικής ένστασης αρχίζει από την ημέρα που επιδίδεται ή αποστέλλεται η απόφαση.

Προσωρινή προστασία από πράξεις βίας

Κατόπιν αιτιολογημένης αίτησης από έναν διάδικο, ένα μέτρο προσωρινής προστασίας από πράξεις βίας είναι δυνατόν να αντικατασταθεί με άλλο μέτρο από το ίδιο δικαστήριο που το διέταξε ή από το δικαστήριο που αναμένεται να εξετάσει την υπόθεση επί της ουσίας της.

Κατόπιν αιτιολογημένης αίτησης από έναν διάδικο, ένα μέτρο προσωρινής προστασίας από πράξεις βίας είναι δυνατόν να ακυρωθεί από το ίδιο δικαστήριο που το διέταξε ή από το δικαστήριο που αναμένεται να εξετάσει την υπόθεση επί της ουσίας της.

Επικουρική ένσταση είναι δυνατόν να κατατεθεί εντός 10 ημερών κατά μιας δικαστικής απόφασης αντικατάστασης ενός μέτρου προσωρινής προστασίας από πράξεις βίας με ένα άλλο, κατά μιας απόφασης απόρριψης αίτησης για προσωρινή προστασία από πράξεις βίας ή κατά μιας απόφασης απόρριψης αίτησης για την ακύρωση μέτρου προσωρινής προστασίας από πράξεις βίας. Αν η απόφαση ληφθεί ερήμην ενός ενδιαφερόμενου μέρους, η δεκαήμερη προθεσμία υποβολής επικουρικής ένστασης αρχίζει από την ημέρα που επιδίδεται η απόφαση.

Τελευταία επικαιροποίηση: 30/03/2023

Την έκδοση αυτής της σελίδας στην εθνική γλώσσα διαχειρίζεται ο αντίστοιχος αρμόδιος επαφής του ΕΔΔ. Οι μεταφράσεις έχουν γίνει από την αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι τυχόν αλλαγές που επιφέρει η αρμόδια εθνική αρχή στο πρωτότυπο ενδέχεται να μην έχουν περιληφθεί ακόμα στις μεταφράσεις. Η Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο δεν αναλαμβάνουν καμία απολύτως ευθύνη όσον αφορά πληροφορίες ή δεδομένα που περιέχονται ή αναφέρονται στο παρόν έγγραφο. Βλ. την ανακοίνωση νομικού περιεχομένου για τους κανόνες πνευματικής ιδιοκτησίας που ισχύουν στο κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρούσα σελίδα.