Εκτέλεση δικαστικής απόφασης

Βουλγαρία
Περιεχόμενο που παρέχεται από
European Judicial Network
Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο (για αστικές και εμπορικές υποθέσεις)

1 Ποια η έννοια της εκτέλεσης στις αστικές και εμπορικές υποθέσεις;

Η εκτέλεση είναι το τελικό στάδιο της δικαστικής διαδικασίας. Συνίσταται στη δυνατότητα του ενάγοντος ο οποίος έχει επιτύχει την έκδοση απόφασης υπέρ του να ζητήσει από το αρμόδιο όργανο εκτέλεσης να προβεί σε όλες τις ενέργειες που εμπίπτουν στις αρμοδιότητές του και που ορίζονται από τον νόμο για την ικανοποίηση της απαίτησης του ενάγοντος την οποία ο εναγόμενος δεν ικανοποίησε αυτοβούλως.

Το δικαίωμα εκτέλεσης βασίζεται στην ύπαρξη εκτελεστής δικαστικής ή άλλης πράξης βάσει της οποίας έχει εκδοθεί διαταγή εκτέλεσης.

Τα μέτρα εκτέλεσης περιλαμβάνουν τα εξής:

  • κατάσχεση κινητής περιουσίας
  • κατάσχεση ακίνητης περιουσίας
  • απογραφή και εκτίμηση ακίνητης περιουσίας
  • πώληση ακίνητης περιουσίας μέσω δημόσιου πλειστηριασμού
  • κατάσχεση τραπεζικού λογαριασμού του οφειλέτη
  • κατάσχεση οχήματος
  • ανάκτηση
  • δήμευση κινητής περιουσίας
  • εκτέλεση σε βάρος εταιρικών μεριδίων
  • εκτέλεση σχετικά με την παράδοση τέκνου
  • εκτέλεση ως προς τη συζυγική περιουσία.

2 Ποια αρχή ή ποιες αρχές είναι αρμόδιες για την εκτέλεση;

Στη Βουλγαρία αρμόδιοι για την εκτέλεση είναι οι δικαστικοί επιμελητές, οι οποίοι μπορεί να είναι:

  1. κρατικοί δικαστικοί επιμελητές
  2. ιδιωτικοί δικαστικοί επιμελητές.

Το καθεστώς των ιδιωτικών δικαστικών επιμελητών διέπεται από τον νόμο περί ιδιωτικής δικαστικής εκτέλεσης [Zakon za chastnoto sadebno izpalnenie (ZChSI)]. Ο νόμος ορίζει τον ιδιώτη δικαστικό επιμελητή ως λειτουργό που έχει διοριστεί από το κράτος για να προβαίνει στην εκτέλεση ιδιωτικών απαιτήσεων.

3 Ποιες οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες μπορεί να εκδοθεί ένας εκτελεστός τίτλος ή μια απόφαση;

3.1 Η διαδικασία

Δυνάμει του άρθρου 404 του κώδικα πολιτικής δικονομίας [Grazhdanski protsesualen kodeks (GPK)], οι διαδικασίες εκτέλεσης μπορούν να κινηθούν με βάση τα ακόλουθα:

  • σημείο 1— αποφάσεις και διατάξεις που έχουν ισχύ δεδικασμένου, αποφάσεις εφετείου, εντολές εκτέλεσης, δικαστικοί συμβιβασμοί, εκτελεστές αποφάσεις και διατάξεις που κρίθηκαν εκτελεστές εκ των προτέρων ή άμεσα εκτελεστές αποφάσεις και διατάξεις, αποφάσεις διαιτητικών δικαστηρίων και συμβιβασμοί που έχουν επικυρωθεί από τα εν λόγω δικαστήρια
  • σημείο 2—αποφάσεις, πράξεις και δικαστικοί συμβιβασμοί σε χώρες εκτός της Βουλγαρίας, αν είναι εκτελεστές στη Βουλγαρία χωρίς να απαιτούνται περαιτέρω ενέργειες
  • σημείο 3 —αποφάσεις, πράξεις και δικαστικοί συμβιβασμοί σε χώρες εκτός της Βουλγαρίας, καθώς και αποφάσεις και συμβιβασμοί που εκδίδονται και επικυρώνονται από διαιτητικά δικαστήρια σε χώρες εκτός της Βουλγαρίας, αν έχουν κηρυχθεί εκτελεστοί στη Βουλγαρία.

Δυνάμει του άρθρου 405 του GPK, οι διαταγές εκτέλεσης εκδίδονται κατόπιν σχετικής γραπτής αίτησης και δεν απαιτείται κοινοποίησή τους στον οφειλέτη.

Δυνάμει του άρθρου 405 παράγραφος 2 του GPK, αρμόδια να αποφανθούν επί των υποβαλλόμενων αιτήσεων είναι τα ακόλουθα δικαστήρια:

  • στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 404 παράγραφος 1 του GPK, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο το οποίο επιλήφθηκε της υπόθεσης και εξέδωσε τον εκτελεστό τίτλο και, στην περίπτωση που πράξη είναι άμεσα εκτελεστή, το δικαστήριο που εξέδωσε την απόφαση ή τον εκτελεστό τίτλο
  • στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 404 παράγραφοι 2 και 3 του GPK, το δικαστήριο που είναι αρμόδιο να διατάξει την εκτέλεση
  • όσον αφορά τις αποφάσεις που εκδίδουν εθνικά διαιτητικά δικαστήρια και τους συμβιβασμούς που επικυρώνονται από αυτά στο πλαίσιο διαδικασίας διαιτησίας, το δικαστήριο της πόλης της Σόφιας (Sofiyski Gradski Sad).

Παρέχεται προθεσμία δύο εβδομάδων για την άσκηση έφεσης κατά αποφάσεων με τις οποίες γίνεται δεκτή ή απορρίπτεται αίτηση για έκδοση διαταγής εκτέλεσης (άρθρο 407 του GPK).

Δυνάμει του βουλγαρικού δικαίου, η αίτηση για έκδοση διαταγής εκτέλεσης μπορεί να κατατεθεί είτε από τον ίδιο τον ενδιαφερόμενο είτε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του, συμπεριλαμβανομένου του επισπεύδοντος την εκτέλεση ή του πληρεξουσίου του. Δεν προβλέπεται η τήρηση ειδικού τύπου ως προς την κατάθεση αίτησης για την έκδοση διαταγής εκτέλεσης.

Τα έξοδα της εκτέλεσης αναφέρονται στον Πίνακα Αμοιβών και Χρεώσεων που περιέχεται στον νόμο περί ιδιωτικής αναγκαστικής εκτέλεσης [Εφημερίδα της Βουλγαρικής Κυβερνήσεως (SG) αριθ. 35/2006]. Τα έξοδα έκδοσης της διαταγής εκτέλεσης βαρύνουν εκείνον υπέρ του οποίο εκδίδεται η διαταγή.

3.2 Οι κύριες προϋποθέσεις

Για την κίνηση της διαδικασίας εκτέλεσης, ο ενδιαφερόμενος οφείλει να υποβάλει σχετική γραπτή αίτηση σε κρατικό ή ιδιωτικό δικαστικό επιμελητή, επισυνάπτοντας τη σχετική διαταγή εκτέλεσης ή τυχόν άλλον εκτελεστό τίτλο. Στην αίτηση πρέπει να εξειδικεύεται η προτιμώμενη μέθοδος εκτέλεσης, η οποία ωστόσο μπορεί να μεταβληθεί κατά την πορεία της διαδικασίας (άρθρο 426 του GPK).

Η αίτηση εκτέλεσης πρέπει να υποβληθεί σε δικαστικό επιμελητή το γεωγραφικό πεδίο δραστηριότητας του οποίου καλύπτει τον τόπο της περιουσίας κατά της οποίας πρόκειται να γίνει η εκτέλεση ή τον τόπο της καταστατικής έδρας του οφειλέτη (αν η εκτέλεση στρέφεται κατά εισπρακτέων απαιτήσεων), τον τόπο στον οποίο ο οφειλέτης είναι υποχρεωμένος να προβεί σε πράξη ή παράλειψη και τη μόνιμη διεύθυνση του πιστωτή ή του οφειλέτη (κατ’ επιλογή του πιστωτή) (αν η εκτέλεση αφορά την ανάκτηση διατροφής).

Ο δικαστικός επιμελητής, με έγγραφό του, καλεί τον οφειλέτη να προβεί στην εκούσια ικανοποίηση της απαίτησης εντός δύο εβδομάδων από την ημερομηνία λήψης της σχετικής κλήσης. Η κλήση προειδοποιεί τον οφειλέτη ότι τυχόν μη ικανοποίηση της απαίτησης θα έχει ως αποτέλεσμα την ενεργοποίηση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης. Η κλήση, στην οποία πρέπει να επισυνάπτεται αντίγραφο του εκτελεστού τίτλου, πρέπει να περιέχει περιγραφή των επιβαλλόμενων κατασχέσεων. Ο δικαστικός επιμελητής, όταν καλεί τον οφειλέτη να προβεί στην εκούσια ικανοποίηση της απαίτησης, πρέπει επίσης να ορίσει την ημερομηνία κατά την οποία θα γίνει απογραφή των περιουσιακών του στοιχείων και, αν η εκτέλεση αφορά ακίνητη περιουσία, να αποστείλει ειδοποίηση κατάσχεσης στο κτηματολόγιο.

Κατόπιν εντολής του πιστωτή, ο ιδιωτικός δικαστικός επιμελητής μπορεί να λάβει τα ακόλουθα μέτρα σε σχέση με τη διαδικασία εκτέλεσης: να διερευνήσει την περιουσιακή κατάσταση του οφειλέτη, να αναζητήσει αρχεία, να λάβει έγγραφα κ.λπ., να καθορίσει τον τρόπο εκτέλεσης και να αναλάβει ως θεματοφύλακας τη φύλαξη συγκεκριμένων περιουσιακών στοιχείων.

Ο δικαστικός επιμελητής συντάσσει έκθεση για κάθε μέτρο που αναλαμβάνει ή εκτελεί.

Σε περίπτωση μεταβολής της αρχικής μεθόδου εκτέλεσης, ο δικαστικός επιμελητής οφείλει να ειδοποιήσει εγγράφως τον οφειλέτη για τη σχετική μεταβολή σύμφωνα με το άρθρο 428 του GPK.

Αν κατά την έναρξη της διαδικασίας εκτέλεσης ο οφειλέτης δεν διαθέτει μόνιμη ή τρέχουσα καταγεγραμμένη διεύθυνση, τότε ο κατά τόπον αρμόδιος δικαστής, ενεργώντας κατόπιν αιτήματος του πιστωτή, οφείλει να διορίσει έναν ad hoc εκπρόσωπο (αντίκλητο) του οφειλέτη (άρθρο 430 του GPK).

4 Αντικείμενο και φύση των μέτρων εκτέλεσης

4.1 Ποια περιουσιακά στοιχεία μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο εκτέλεσης;

Μπορεί να επιβληθεί εκτέλεση σε βάρος των ακόλουθων περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη:

  • κινητή περιουσία
  • μισθοί
  • εισόδημα από ακίνητη περιουσία, όπως μισθώματα κ.λπ.
  • τραπεζικοί λογαριασμοί
  • ακίνητη περιουσία
  • μετοχές και ομολογίες που εκδίδονται από εμπορικές επιχειρήσεις
  • κινητή και ακίνητη περιουσία που αποτελεί αντικείμενο συγκυριότητας ή κινητή και ακίνητη γαμική περιουσία.

Δυνάμει του άρθρου 442 του GPK, ο πιστωτής μπορεί να επισπεύσει εκτέλεση σε βάρος οποιουδήποτε αντικειμένου ή εισπρακτέας απαίτησης του οφειλέτη.

Τα συντηρητικά μέτρα που επιβάλλονται από τον δικαστικό επιμελητή και οι εφαρμοζόμενες μέθοδοι εκτέλεσης πρέπει να είναι ανάλογα/-ες με το ποσό της οφειλής. Αν διαπιστωθεί ότι τα σχετικά συντηρητικά μέτρα είναι δυσανάλογα, ο δικαστικός επιμελητής οφείλει να τα άρει.

Το άρθρου 444 του GPK αναφέρει τα ακόλουθα αντικείμενα ως ακατάσχετα (δηλαδή, μη υποκείμενα σε αναγκαστική εκτέλεση):

  • αντικείμενα καθημερινής χρήσης που χρησιμοποιούνται από τον οφειλέτη και την οικογένειά του και τα οποία ορίζονται σε κατάλογο που εκδίδεται από το υπουργικό συμβούλιο (Ministerski savet)
  • τα τρόφιμα που απαιτούνται για τη διατροφή του οφειλέτη και της οικογένειάς του για έναν μήνα ή, στην περίπτωση των γεωργών, μέχρι τη νέα συγκομιδή, ή τα ισοδύναμά τους σε λοιπά γεωργικά προϊόντα
  • τα καύσιμα που απαιτούνται για θέρμανση, μαγειρική και φωτισμό για χρονικό διάστημα τριών μηνών
  • τα μηχανήματα και ο εξοπλισμός που χρειάζεται ο οφειλέτης για να μπορεί να συνεχίσει να επιδίδεται στην άσκηση της τέχνης ή εργασίας του
  • τμήμα της γης που ανήκει στον οφειλέτη (έως 0,5 εκτάρια για αμπελώνες και λοιπές καλλιεργήσιμες εκτάσεις και έως και 3 εκτάρια για εκτάσεις γενικής χρήσης, καθώς και τα μηχανήματα, τα εργαλεία, τα λιπάσματα, τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα και οι σπόροι που προορίζονται για σπορά για χρονικό διάστημα ενός έτους)
  • για κτηνοτρόφους, τα απαραίτητα βοοειδή εργασίας, και συγκεκριμένα δύο βοοειδή έλξης, μία αγελάδα, πέντε αιγοπρόβατα, δέκα κυψέλες και κατοικίδιες όρνιθες, καθώς και η απαραίτητη ζωοτροφή μέχρι τη νέα σοδειά ή μέχρι τη νέα περίοδο βοσκής
  • η κατοικία που ανήκει στην κυριότητα του οφειλέτη, αν ο οφειλέτης και τα μέλη της οικογένειάς του δεν διαθέτουν άλλη κατοικία, ανεξαρτήτως του αν ο οφειλέτης κατοικεί εκεί. Αν η κατοικία υπερβαίνει τις ανάγκες στέγασης του οφειλέτη και της οικογένειάς του, όπως ορίζεται σε σχετικό κανονισμό που εκδίδεται από το βουλγαρικό υπουργικό συμβούλιο, τότε πωλείται τμήμα αυτής, με την επιφύλαξη της τήρησης των όρων που ορίζονται στο άρθρο 39 παράγραφος 2 του βουλγαρικού νόμου περί ιδιοκτησίας (Zakon za sobstvenostta)
  • λοιπά αντικείμενα και εισπρακτέες απαιτήσεις που προστατεύονται από την εκτέλεση διά νόμου.

4.2 Ποια τα αποτελέσματα των μέτρων εκτέλεσης;

Κατά την κλήση του οφειλέτη για εκούσια ικανοποίηση της απαίτησης, ο δικαστικός επιμελητής οφείλει επίσης να προσδιορίζει την ημερομηνία στην οποία θα καταρτιστεί ο κατάλογος περιουσιακών στοιχείων (απογραφή), και, στην περίπτωση εκτέλεσης επί ακίνητης περιουσίας, να κοινοποιεί την κατάσχεση στο σχετικό κτηματολόγιο.

Η κατάσχεση κινητών περιουσιακών στοιχείων ή απαίτησης επισπεύδεται με την κατάρτιση καταλόγου απογραφής περιουσιακών στοιχείων.

Η κατάσχεση κινητών και ακίνητων περιουσιακών στοιχείων παράγει τις ακόλουθες συνέπειες έναντι του οφειλέτη:

Από τη στιγμή της επιβολής της κατάσχεσης, ο οφειλέτης δεν μπορεί να διαθέσει την περιουσία του (ακίνητη ή κινητή) ή τις εισπρακτέες απαιτήσεις του ούτε, επί ποινή ποινικής δίωξης, να μεταβάλει, βλάψει ή καταστρέψει την περιουσία. Τα αποτελέσματα αυτά παράγονται αρχής γενομένης από την ημερομηνία επίδοσης της κλήσης για εκούσια ικανοποίηση της απαίτησης.

Η κατάσχεση κινητών και ακίνητων περιουσιακών στοιχείων παράγει τις ακόλουθες συνέπειες έναντι του πιστωτή:

Δυνάμει του άρθρου 452 παράγραφος 1 του GPK, οποιαδήποτε πράξη διάθεσης της κατασχεθείσας κινητής περιουσίας ή εισπρακτέων απαιτήσεων είναι άκυρη έναντι του πιστωτή και κάθε εις ολόκληρον πιστωτή, εκτός αν ο προς ον η μεταβίβαση μπορεί να επικαλεστεί το άρθρο 78 του βουλγαρικού νόμου περί ιδιοκτησίας. Η τελευταία αυτή διάταξη ορίζει ότι η κυριότητα περιέρχεται στον νόμιμο αγοραστή κινητής περιουσίας ή τίτλων στον κομιστή, ακόμη και αν η αγορά έγινε εν αγνοία του από μη κύριο, εκτός αν για τη μεταβίβαση της κυριότητας απαιτείται συμβολαιογραφική πράξη ή συμβολαιογραφική βεβαίωση των υπογραφών των συμβαλλομένων μερών. Ο ίδιος κανόνας ισχύει για την απόκτηση λοιπών εμπράγματων δικαιωμάτων επί ακίνητης περιουσίας.

Σε περίπτωση εκτέλεσης κατά ακίνητης περιουσίας, η ακυρότητα παράγει αποτελέσματα αποκλειστικά όσον αφορά πράξεις μεταβίβασης που γίνονται μετά την ημερομηνία εγγραφής της συντηρητικής κατάσχεσης (άρθρο 452 παράγραφος 2 του GPK).

4.3 Ποια η ισχύς αυτών των μέτρων;

Ο νόμος δεν προβλέπει χρονικό όριο ισχύος των εν λόγω μέτρων. Σκοπούν στην ικανοποίηση της απαίτησης του πιστωτή και, ως εκ τούτου, διατηρούν την ισχύ τους έως και την περάτωση της διαδικασίας εκτέλεσης.

5 Υπάρχει δυνατότητα προσφυγής κατά της απόφασης που διατάσσει ένα τέτοιο μέτρο;

Τα ένδικα μέσα που διατίθενται στο πλαίσιο της διαδικασίας εκτέλεσης ορίζονται στα τμήματα Ι και ΙΙ του κεφαλαίου 39 του GPK.

  • Ο πιστωτής μπορεί να ασκήσει ανακοπή:
    • κατά της άρνησης του δικαστικού επιμελητή να προβεί στη συγκεκριμένη πράξη εκτέλεσης
    • κατά της άρνησης του δικαστικού επιμελητή να προβεί σε νέα αποτίμηση της περιουσίας κατά της οποίας στρέφεται η πράξη εκτέλεσης και
    • κατά της αναστολής, της περάτωσης και της ολοκλήρωσης της εκτέλεσης.
  • Ο οφειλέτης μπορεί να ασκήσει ανακοπή:
    • κατά αποφάσεως του δικαστικού επιμελητή με την οποία επιβάλλει χρηματική ποινή στον οφειλέτη
    • κατά πράξης εκτέλεσης σε βάρος περιουσίας που ο οφειλέτης θεωρεί ακατάσχετη
    • κατά της κατάσχεσης κινητής περιουσίας ή της αποβολής του οφειλέτη από ακίνητη περιουσία για τον λόγο ότι ο οφειλέτης δεν ενημερώθηκε δεόντως για την εκτέλεση
    • κατά της άρνησης του δικαστικού επιμελητή να προβεί σε νέα αποτίμηση της περιουσίας κατά της οποίας στρέφεται η πράξη εκτέλεσης
    • κατά του ορισμού τρίτου ως θεματοφύλακα
    • κατά της άρνησης του δικαστικού επιμελητή να αναστείλει, να περατώσει ή να ολοκληρώσει την εκτέλεση και
    • κατά διατάξεων σχετικά με την επιδίκαση των εξόδων της διαδικασίας.
  • Τρίτο πρόσωπο (που δεν είναι διάδικος στη διαδικασία εκτέλεσης) μπορεί να ασκήσει ανακοπή κατά πράξεων του δικαστικού επιμελητή μόνο αν η εκτέλεση στρέφεται κατά αντικειμένων που βρίσκονται στην κατοχή του κατά την ημέρα της κατάσχεσης ή παράδοσης.
  • Τρίτο πρόσωπο μπορεί να ασκήσει ανακοπή κατά της ανάκτησης ακίνητης περιουσίας μόνο στην περίπτωση που είχε στην κατοχή του το εν λόγω περιουσιακό στοιχείο πριν από την προβολή της αξίωσης την οποία αφορά η εκτέλεση (άρθρο 435 του GPK).
  • Κατά τη διεξαγωγή δημόσιου πλειστηριασμού, η απόφαση περί κατακύρωσης του ακινήτου υπόκειται σε ανακοπή από άτομο που κατέβαλε προκαταβολή το πολύ μέχρι την τελευταία ημέρα του πλειστηριασμού, από πιστωτή που υπέβαλε προσφορά στον πλειστηριασμό χωρίς να έχει καταβάλει προκαταβολή, ή από τον οφειλέτη για τους λόγους ότι ο πλειστηριασμός δεν διεξήχθη νομίμως ή ότι το ακίνητο δεν κατακυρώθηκε στον υπερθεματιστή.

Δυνάμει του άρθρου 436 του GPK, η ανακοπή ασκείται το πολύ εντός μίας εβδομάδας από την ημερομηνία της προσβαλλόμενης ενέργειας, αν ο ανακόπτων ήταν παρών κατά τη στιγμή της εν λόγω ενέργειας ή αν είχε κληθεί να παραστεί, και, σε κάθε άλλη περίπτωση, εντός μίας εβδομάδας από την ημερομηνία της σχετικής κλήτευσής του. Η ανακοπή κατατίθεται μέσω του δικαστικού επιμελητή ενώπιον του περιφερειακού δικαστηρίου που είναι κατά τόπον αρμόδιο στον τόπο της εκτέλεσης. Όταν ασκείται ανακοπή, ο δικαστικός επιμελητής πρέπει να αναφέρει τους λόγους της προσβαλλόμενης ενέργειας.

Οι ανακοπές εξετάζονται σε κλειστή συνεδρίαση, με εξαίρεση εκείνες που ασκούνται από τρίτους, οι οποίες εξετάζονται σε δημόσια συνεδρίαση στην οποία καλούνται να παραστούν όλοι οι διάδικοι της διαδικασίας εκτέλεσης. Το δικαστήριο οφείλει να αποφανθεί το πολύ εντός ενός μήνα σχετικά με την ανακοπή.

Η άσκηση ανακοπής δεν αναστέλλει τη διαδικασία εκτέλεσης, αν και το δικαστήριο μπορεί να αποφασίσει να αναστείλει τη διαδικασία για όσο διάστημα εκκρεμεί η έκδοση απόφασης επί των λόγων της ανακοπής. Σε περίπτωση αναστολής της διαδικασίας, ο δικαστικός επιμελητής ενημερώνεται αμελλητί σχετικά με την εν λόγω εξέλιξη (άρθρο 438 του GPK).

6 Υπάρχουν περιορισμοί στην εκτέλεση, ιδίως όσον αφορά την προστασία του οφειλέτη ή τις προθεσμίες;

Το άρθρο 432 του GPK ορίζει τις διάφορες περιπτώσεις στις οποίες το δικαστήριο μπορεί νομίμως να αναστείλει τη διαδικασία εκτέλεσης κατόπιν αιτήματος του πιστωτή.

Σύμφωνα με το άρθρο 433 παράγραφος 1 σημείο 8 του GPK, αν ο πιστωτής δεν επιδιώξει τη διενέργεια των πράξεων εκτέλεσης επί δύο χρόνια, ο δικαστικός επιμελητής περατώνει τη διαδικασία εκτέλεσης. Η μόνη παραδεκτή εξαίρεση στον κανόνα αυτόν αφορά τις υποθέσεις διατροφής.

 

Αυτή η ιστοσελίδα είναι μέρος του ιστότοπου Η Ευρώπη σου.

Θα μας βοηθούσαν πολύ τα σχόλιά σας σχετικά με τη χρησιμότητα των παρεχόμενων πληροφοριών.

Your-Europe

Τελευταία επικαιροποίηση: 16/02/2022

Την έκδοση αυτής της σελίδας στην εθνική γλώσσα διαχειρίζεται ο αντίστοιχος αρμόδιος επαφής του ΕΔΔ. Οι μεταφράσεις έχουν γίνει από την αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι τυχόν αλλαγές που επιφέρει η αρμόδια εθνική αρχή στο πρωτότυπο ενδέχεται να μην έχουν περιληφθεί ακόμα στις μεταφράσεις. Η Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο δεν αναλαμβάνουν καμία απολύτως ευθύνη όσον αφορά πληροφορίες ή δεδομένα που περιέχονται ή αναφέρονται στο παρόν έγγραφο. Βλ. την ανακοίνωση νομικού περιεχομένου για τους κανόνες πνευματικής ιδιοκτησίας που ισχύουν στο κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρούσα σελίδα.