Στον τομέα της αστικής δικαιοσύνης, οι εκκρεμείς διαδικασίες και δίκες που ξεκίνησαν πριν από τη λήξη της μεταβατικής περιόδου θα συνεχιστούν βάσει του δικαίου της ΕΕ. Βάσει αμοιβαίας συμφωνίας με το Ηνωμένο Βασίλειο, η πύλη e-Justice θα διατηρήσει τις σχετικές πληροφορίες που αφορούν το Ηνωμένο Βασίλειο μέχρι το τέλος του 2024.

Ευρωπαϊκή διαταγή πληρωμής

Γιβραλτάρ
Περιεχόμενο που παρέχεται από
European Judicial Network
Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο (για αστικές και εμπορικές υποθέσεις)

1 Ύπαρξη διαδικασίας διαταγής πληρωμής

Στο Γιβραλτάρ δεν υπάρχει συγκεκριμένη διαδικασία για την έκδοση «διαταγής πληρωμής». Υπάρχει, ωστόσο, αντίστοιχη διαδικασία με την οποία ο αιτών μπορεί να επιτύχει την έκδοση απόφασης ερήμην των διαδίκων.

1.1 Πεδίο εφαρμογής της διαδικασίας

Η διαδικασία έκδοσης ερήμην αποφάσεων αποτελεί μέρος της τακτικής διαδικασίας ενώπιον των πολιτικών δικαστηρίων στο Γιβραλτάρ. Μετά την κατάθεση της αίτησης ο καθ’ ου πρέπει να απαντήσει σε 14 ημέρες από την επίδοση της αίτησης. Εάν ο καθ’ ου δεν απαντήσει στην αίτηση (με ανακοπή), ο αιτών μπορεί να ζητήσει από το δικαστήριο να εκδώσει απόφαση «ερήμην» (δηλαδή, να διατάξει τον καθ’ ου να πληρώσει το ποσό που αξιώνεται με την αίτηση, επειδή δεν απάντησε σ’ αυτήν). Ο αιτών πρέπει να το πράξει το συντομότερο δυνατό μετά την παρέλευση της προθεσμίας των 14 ημερών. Ο καθ’ ου διατηρεί το δικαίωμα να απαντήσει στην αίτηση, έως ότου το δικαστήριο παραλάβει το αίτημα για έκδοση απόφασης. Εάν το δικαστήριο παραλάβει την ανακοπή του καθ’ ου πριν από το αίτημα του αιτούντος, η εν λόγω ανακοπή θα έχει προτεραιότητα, ακόμη κι αν κατατέθηκε εκπρόθεσμα.

Εάν ο αιτών δεν υποβάλει αίτημα έκδοσης απόφασης εντός έξι μηνών από τη λήξη της προθεσμίας για την άσκηση ανακοπής, η εκδίκαση της αίτησης αναστέλλεται (διακόπτεται ή ματαιώνεται) και το μόνο που μπορεί να πράξει ο αιτών είναι να υποβάλει αίτηση στον δικαστή ζητώντας του την έκδοση διαταγής για την άρση της αναστολής.

1.1.1 Τι είδους απαιτήσεις γίνονται δεκτές (π.χ. μόνο χρηματικές απαιτήσεις, μόνο συμβατικές απαιτήσεις κλπ);

Ερήμην απόφαση μπορεί να εκδοθεί σχεδόν σε κάθε είδος διαφοράς/αγωγής ενώπιον των πολιτικών δικαστηρίων του Γιβραλτάρ. Η δυνατότητα αυτή δεν περιορίζεται μόνο σε χρηματικές απαιτήσεις και σε απαιτήσεις από συμβατική αιτία. Στο Γιβραλτάρ η έκδοση ερήμην απόφασης μπορεί να ζητηθεί από τον αιτούντα σε κάθε αστική δίκη, εκτός αν ρητά απαγορεύεται από τους δικονομικούς κανόνες (δηλαδή τους Κανόνες Πολιτικής Δικονομίας).

Για να επιτύχει την έκδοση ερήμην απόφασης, ο αιτών πρέπει να προσκομίσει αποδεικτικά στοιχεία ότι έχει συμμορφωθεί με τις δικονομικές απαιτήσεις και αντίστοιχα ότι ο καθ’ ου δεν έχει συμμορφωθεί μ’ αυτές.

Κατ’ εξαίρεση, το μέρος 8 των Κανόνων Πολιτικής Δικονομίας επιτρέπει την κίνηση εναλλακτικής διαδικασίας για την εκδίκαση της διαφοράς, όταν ο αιτών ζητά από το δικαστήριο την έκδοση απόφασης επί ζητήματος που είναι απίθανο να οδηγήσει σε σημαντική διαφορά επί της ουσίας ή όταν η εν λόγω διαδικασία επιτρέπεται σε συγκεκριμένες διαδικασίες. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις δεν είναι δυνατή η έκδοση ερήμην απόφασης.

1.1.2 Υπάρχει ανώτατο όριο για την αξία της απαίτησης;

Δεν υπάρχει ανώτατο όριο ποσού όσον αφορά την αξία της απαίτησης.

1.1.3 Η χρησιμοποίηση αυτής της διαδικασίας είναι προαιρετική ή υποχρεωτική;

Όπως αναφέρθηκε παραπάνω, η διαδικασία για την έκδοση ερήμην αποφάσεων αποτελεί μέρος της τακτικής διαδικασίας ενώπιον των πολιτικών δικαστηρίων. Δεν αποτελεί χωριστή διαδικασία, όπως σε πολλά άλλα κράτη μέλη. Η διαδικασία κινείται με πρωτοβουλία διαδίκου, δηλαδή η ερήμην απόφαση δεν εκδίδεται αυτόματα αν ο καθ’ ου δεν απαντήσει στην αίτηση εντός της σχετικής προθεσμίας. Η εν λόγω προθεσμία αναγράφεται ρητά στην αίτηση που επιδίδεται στον καθ’ ου. Για την έκδοση ερήμην απόφασης, ο αιτών πρέπει να υποβάλει αίτημα ή αίτηση για έκδοση ερήμην απόφασης. Εναλλακτικά ο αιτών μπορεί να επιλέξει να μην επιδιώξει δικαστικά την απαίτησή του.

1.1.4 Η διαδικασία μπορεί να εφαρμοστεί όταν ο εναγόμενος κατοικεί σε άλλο κράτος μέλος ή σε τρίτη χώρα;

Με την επιφύλαξη των διακρατικών συμφωνιών για την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων μεταξύ των κρατών μελών [λ.χ. ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1215/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2012, για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις] ή παρόμοιων συμφωνιών με τρίτες χώρες, η διαδικασία εφαρμόζεται αν ο καθ’ ου διαμένει σε άλλο κράτος μέλος ή σε τρίτη χώρα. Ο αιτών οφείλει να διασφαλίσει ότι έχει επιδώσει ορθά την αίτηση στον καθ’ ου σύμφωνα με τους κανόνες που διέπουν την επίδοση ή κοινοποίηση εγγράφων εκτός του Γιβραλτάρ [λ.χ. κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1393/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Νοεμβρίου 2007, περί επιδόσεως και κοινοποιήσεως στα κράτη μέλη δικαστικών και εξωδίκων πράξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις]. Αν ο καθ’ ου δεν απαντήσει στην αίτηση, ο αιτών πρέπει να υποβάλει αίτηση στο δικαστήριο για άδεια έκδοσης ερήμην απόφασης με τον συνήθη τρόπο.

1.2 Αρμόδιο δικαστήριο

Αρμόδιο δικαστήριο είναι το Ανώτατο Δικαστήριο του Γιβραλτάρ που δικάζει βάσει των διαφόρων διαδικασιών του. Σ’ αυτές περιλαμβάνεται η διαδικασία μικροδιαφορών ενώπιον του Ανώτατου Δικαστηρίου, με την οποία εκδικάζονται αγωγές με αντικείμενο αξίας έως 10.000£.

1.3 Τυπικές απαιτήσεις

Εκτός από τις απαιτήσεις που προαναφέρθηκαν -δηλαδή ο αιτών να έχει ακολουθήσει την ορθή διαδικασία για την κατάθεση της αίτησης και ο καθ’ ου να μην έχει απαντήσει εντός της απαιτούμενης προθεσμίας-, οι τυπικές απαιτήσεις για την έκδοση ερήμην απόφασης εξαρτώνται από το είδος της απαίτησης:

Γενικά, αν η αίτηση αφορά ορισμένο ποσό, ο αιτών καλείται απλώς να υποβάλει αίτημα έκδοσης ερήμην απόφασης. Τέτοιου είδους αιτήματα συνήθως διεκπεραιώνονται από τη γραμματεία του δικαστηρίου και όχι από δικαστή. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις οι δικαστικοί υπάλληλοι επιβεβαιώνουν ότι δεν υπάρχει αποδεικτικό επίδοσης ή δεν κατατέθηκε ανακοπή από τον καθ’ ου, ότι οι συναφείς προθεσμίες έχουν παρέλθει και ο αιτών είχε προσκομίσει στο δικαστήριο τα αναγκαία αποδεικτικά στοιχεία.

Όταν η απαίτηση δεν αφορά ορισμένο ποσό, ο αιτών πρέπει να υποβάλει αίτηση στο δικαστήριο. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις το ζήτημα εξετάζεται από δικαστή. Ο δικαστής κρίνει αν είναι αναγκαία η συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο και τι θα χρειαστεί να προσκομίσει ο αιτών για να βοηθήσει τον δικαστή να αποφασίσει το χρηματικό ποσό που δικαιούται ο αιτών -λ.χ. τι είδους αποδεικτικά στοιχεία πρέπει να προσκομιστούν.

1.3.1 Είναι υποχρεωτική η χρήση τυποποιημένου εντύπου; (αν ναι, πού μπορεί να το προμηθευτεί κάποιος;)

Η χρήση του πρότυπου εντύπου είναι υποχρεωτική και για τα δύο είδη αιτήσεων.

Όταν η αίτηση αφορά ορισμένο ποσό και έχει κατατεθεί παραδεκτά στο δικαστήριο, το δικαστήριο αποστέλλει στον αιτούντα το έντυπο N205A - Πράξη Κατάθεσης (Ορισμένο Ποσό) [Notice of Issue (Specified Amount)]. Το εν λόγω έντυπο περιλαμβάνει μια ενότητα που πρέπει να συμπληρωθεί από τον αιτούντα και να επιστραφεί στο δικαστήριο, με την οποία ο αιτών θα ζητά από το δικαστήριο την έκδοση ερήμην απόφασης σε περίπτωση που ο καθ’ ου δεν απαντήσει στην αίτηση εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας. Το έντυπο περιλαμβάνει οδηγίες συμπλήρωσης.

Πριν από τη συμπλήρωση του εντύπου ο αιτών πρέπει να εξετάσει προσεκτικά τον επιθυμητό τρόπο πληρωμής του οφειλόμενου ποσού από τον καθ’ ου. Ο αιτών μπορεί να ζητήσει την άμεση πληρωμή του οφειλόμενου χρηματικού ποσού, ωστόσο έχει περισσότερες πιθανότητες να το εισπράξει αν επιτραπεί στον καθ’ ου να το καταβάλει σε δόσεις εντός συγκεκριμένου χρονικού διαστήματος. Αυτό θα εξαρτηθεί από τις περιστάσεις του καθ’ ου.

Εάν η αίτηση αφορά μη ορισμένο ποσό, ο αιτών θα λάβει το έντυπο N205B - Πράξη Κατάθεσης (Μη Ορισμένο Ποσό) [(Notice of Issue (Specified Amount)] από το δικαστήριο στο οποίο κατατέθηκε η αίτηση. Το εν λόγω έντυπο περιλαμβάνει επίσης μια ενότητα στην οποία ο αιτών μπορεί να ζητήσει από το δικαστήριο την έκδοση διαταγής με την οποία θα αναγνωρίζει τον καθ’ ου ως «υπαίτιο» (υπεύθυνο) για την απαίτηση. Το δικαστήριο θα αποφασίσει το ποσό που πρέπει να καταβάλει ο καθ’ ου, δηλαδή θα «εκδοθεί απόφαση για ποσό που ορίζεται δικαστικά».

Σε ορισμένα είδη υποθέσεων πρέπει να υποβληθεί αίτηση για να αποφασίσει ο δικαστής αν μπορεί να εκδοθεί ερήμην απόφαση. Σ’ αυτά περιλαμβάνονται περιπτώσεις που η αίτηση επιδίδεται σε καθ’ ου που υπάγεται σε άλλη δικαιοδοσία, όταν ο καθ’ ου είναι κράτος, το Στέμμα ή πρόσωπο ή όργανο με ασυλία από την αστική διαδικασία. Αίτηση απαιτείται επίσης όταν η απαίτηση στρέφεται κατά ανηλίκου ή ασθενούς ή απορρέει από αδικοπραξία μεταξύ συζύγων. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις πρέπει να χρησιμοποιείται το Έντυπο N244 (Ειδοποίηση Υποβολής Αίτησης) (Application Notice).

Για περισσότερες πληροφορίες, καθώς και για αντίγραφα των σχετικών εντύπων, μπορείτε να επικοινωνήσετε με τη Γραμματεία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, στη διεύθυνση Main Street 277, Γιβραλτάρ, τηλ. (+350) 200 75608.

1.3.2 Απαιτείται εκπροσώπηση από δικηγόρο;

Όπως σε κάθε άλλο είδος υπόθεσης, δεν απαιτείται η προσφυγή ή η εκπροσώπηση από δικηγόρο. Κατά κανόνα, ωστόσο, αν μια απαίτηση έχει αντικείμενο αξίας άνω των 10.000£ και ιδίως αν αφορά πιο περίπλοκα ζητήματα, κρίνεται σκόπιμο να ζητήσετε τη συμβουλή νομικού συμβούλου. Περισσότερες πληροφορίες για τη σκοπιμότητα της νόμιμης εκπροσώπησης διατίθενται στη σελίδα «Προσφυγή σε Δικαστήριο».

1.3.3 Πόσο λεπτομερώς πρέπει να τεκμηριωθεί η απαίτηση;

Με δεδομένο ότι το αίτημα ή η αίτηση έκδοσης ερήμην απόφασης αποτελεί μέρος της τακτικής διαδικασίας ενώπιον των πολιτικών δικαστηρίων του Γιβραλτάρ, ο αιτών πρέπει να καταθέσει αίτηση (αγωγή) με τον συνήθη τρόπο - βλ. τη σελίδα Ενδεδειγμένες ενέργειες. Γενικά, η αίτηση πρέπει να περιλαμβάνει αναλυτικά στοιχεία των διαδίκων, σύντομα στοιχεία της απαίτησης και εφόσον είναι εφικτό, υπόμνηση του χρηματικού ποσού που αξιώνεται με την αίτηση και δήλωση για το αν το ποσό που αναμένεται να εισπραχθεί εμπίπτει σε μια από τις παρακάτω βαθμίδες:

  • έως 10.000£ (λίρες Αγγλίας)
  • άνω των 10.000£ και έως 15.000£
  • άνω των 15.000£.

Σε αιτήσεις με αντικείμενο απαιτήσεις από βλάβη ή απώλεια της υγείας, ο αιτών πρέπει να προσδιορίσει αν επιδιώκει την είσπραξη ποσού:

  • έως 1.000£
  • άνω των 1.000£.

Εάν ο αιτών δεν μπορεί να αποτιμήσει την απαίτηση, πρέπει να αναφέρει: «δεν είμαι σε θέση να προσδιορίσω το ποσό του οποίου αξιώνω την είσπραξη». Το έντυπο της αίτησης περιλαμβάνει οδηγίες τόσο για τον αιτούντα όσο και για τον καθ’ ου.

1.3.4 Είναι αναγκαία η προσκόμιση γραπτών αποδείξεων για την τεκμηρίωση της απαίτησης; Αν ναι, ποια έγγραφα γίνονται αποδεκτά ως αποδεικτικά στοιχεία;

Ο αιτών πρέπει να συμπληρώσει το έντυπο της αίτησης και να παραθέσει τα ειδικότερα στοιχεία της απαίτησης, μεταξύ άλλων:

  • συνοπτικό ιστορικό
  • υπόμνηση (ανάλογα με την περίπτωση) ότι ο αιτών αξιώνει συγκεκριμένο είδος αποζημίωσης.
  • αναλυτικά στοιχεία κάθε τόκου που αξιώνεται
  • κάθε άλλο ζήτημα που πρέπει να γνωστοποιηθεί για το συγκεκριμένο είδος απαίτησης, όπως ορίζεται στους δικονομικούς κανόνες.

Όταν οι δικαστικοί υπάλληλοι επιτρέπεται να εκδίδουν ερήμην αποφάσεις, πρέπει να έχουν βεβαιώσει προηγουμένως ότι τα ειδικότερα στοιχεία της απαίτησης έχουν γνωστοποιηθεί στον καθ’ ου, ότι ο καθ’ ου δεν απάντησε στην αίτηση που του επιδόθηκε εντός της σχετικής προθεσμίας και ότι ο καθ’ ου δεν έχει ικανοποιήσει την απαίτηση.

Εφόσον πληρούνται οι εν λόγω απαιτήσεις, οι δικαστικοί υπάλληλοι εκδίδουν απόφαση υπέρ του αιτούντος, στην οποία ορίζεται το ποσό που πρέπει να πληρώσει ο καθ’ ου, ο χρόνος και η διεύθυνση πληρωμής. Αντίγραφο της απόφασης αποστέλλεται στον αιτούντα και τον καθ’ ου.

Όταν η απόφαση εκδίδεται από δικαστή, όπως αναφέρθηκε παραπάνω, για αίτηση που δεν αφορά ορισμένο ποσό ο δικαστής μπορεί να αποφασίσει ότι είναι αναγκαία η διεξαγωγή συζήτησης ή η προσκόμιση περαιτέρω αποδεικτικών στοιχείων. Ο δικαστής δηλαδή θα παράσχει οδηγίες. Όταν ο δικαστής εκδώσει απόφαση, θα αποσταλεί διαταγή στον αιτούντα και τον καθ’ ου. Ο δικαστής μπορεί να παράσχει οδηγίες είτε προσδιορίζοντας την αίτηση (αγωγή) στη διαδικασία μικροδιαφορών είτε ορίζοντας συζήτηση για τον προσδιορισμό του καταβλητέου ποσού.

Στη συζήτηση για τον προσδιορισμό του καταβλητέου ποσού ο δικαστής: θα παράσχει αναλυτικότερες οδηγίες λ.χ. για τα έγγραφα και τα αποδεικτικά στοιχεία που πρέπει να προσκομιστούν για να βοηθηθεί ο δικαστής να εκδώσει οριστική απόφαση για το ποσό∙ ή θα αποφασίσει το ποσό που πρέπει να καταβάλει ο καθ’ ου, αν πρόκειται για απλή υπόθεση για την οποία δεν απαιτείται μακροσκελής συζήτηση.

Το τι θα συμβεί εξαρτάται από το πιθανό ποσό της αποζημίωσης, το αν ο καθ’ ου είναι πιθανό να προσβάλει το ποσό της αποζημίωσης και το αν ο δικαστής κρίνει ότι τα έγγραφα που προσκομίστηκαν στη συζήτηση παρέχουν επαρκή απόδειξη για την έκδοση οριστικής απόφασης.

Ο δικαστής κατά κανόνα δεν θα λάβει οριστική απόφαση στη συζήτηση για τον προσδιορισμό του καταβλητέου ποσού, εκτός αν τα γραπτά αποδεικτικά στοιχεία που προσκομίστηκαν στο δικαστήριο είχαν αποσταλεί στον καθ’ ου τουλάχιστον τρεις ημέρες πριν από την ημερομηνία της συζήτησης για τον προσδιορισμό του καταβλητέου ποσού.

Μετά τη συζήτηση για τον προσδιορισμό του καταβλητέου ποσού ς, οι δικαστικοί υπάλληλοι εκδίδουν διαταγή με το περιεχόμενο της απόφασης του δικαστή. Αντίγραφα αυτής αποστέλλονται στον αιτούντα και τον καθ’ ου.

Επιπλέον αν ο καθ’ ου δεν κατοικεί στο Γιβραλτάρ το δικαστήριο πρέπει να εξακριβώσει, στο πλαίσιο των συναφών διεθνών συμφωνιών κ.ο.κ., ότι έχει δικαιοδοσία να εκδικάσει την υπόθεση και να εκδώσει απόφαση επί της αίτησης, ότι δεν έχει αποκλειστική αρμοδιότητα άλλο δικαστήριο, και ότι η αίτηση έχει επιδοθεί νομίμως.

1.4 Απόρριψη αίτησης

Το δικαστήριο θα απορρίψει το αίτημα ή την αίτηση έκδοσης ερήμην απόφασης, αν ο αιτών δεν έχει συμμορφωθεί με τους δικονομικούς κανόνες. Για παράδειγμα, αν τα στοιχεία της απαίτησης που προκύπτουν από το έντυπο της αίτησης ή η επίδοση αυτής δεν πληρούν τις προϋποθέσεις των Κανόνων Πολιτικής Δικονομίας, το δικαστήριο δεν θα εκδώσει ερήμην απόφαση. Το δικαστήριο θα απορρίψει επίσης την αίτηση έκδοσης ερήμην απόφασης, αν ο αιτών δεν προσκομίσει τα αναγκαία αποδεικτικά στοιχεία που απαιτούνται για να πειστεί το δικαστήριο (βλ. παραπάνω). Εφόσον έχουν τηρηθεί οι εν λόγω δικονομικές απαιτήσεις, το αν το δικαστήριο θα εξετάσει την αιτιολόγηση της απαίτησης πριν από την έκδοση ερήμην απόφασης εξαρτάται (όπως αναφέρθηκε παραπάνω) από το κατά πόσον η απαίτηση αφορά ορισμένο ποσό ή όχι ή εμπίπτει στην κατηγορία των αιτήσεων (προσφυγών) που μπορούν να εξεταστούν μόνο από δικαστή μετά από αίτηση (βλ. 1.3).

1.5 Έφεση

Άρνηση έκδοσης ερήμην απόφασης επιτρέπεται μόνο αν ο αιτών δεν πείσει το δικαστήριο ότι έχει ακολουθήσει την ορθή διαδικασία. Ο αιτών δεν μπορεί να προσφύγει κατά της εν λόγω απόφασης. Όταν το δικαστήριο αρνείται να εκδώσει ερήμην απόφαση, ο αιτών μπορεί κατά κανόνα να ξεκινήσει εκ νέου τη δίκη ασκώντας νέα αγωγή κατά του καθ’ ου σύμφωνα με τις διαδικασίες και τις απαιτήσεις των Κανόνων Πολιτικής Δικονομίας.

H διαταγή έκδοσης ερήμην απόφασης που εκδόθηκε εσφαλμένα μπορεί να μεταρρυθμιστεί ή ακυρωθεί με αίτηση του καθ’ ου. Μπορεί να κατατεθεί αίτηση μεταρρύθμισης της ερήμην απόφασης (λ.χ. μείωση του ποσού, όταν μέρος της οφειλής καταβλήθηκε πριν από την απόφαση) ή αίτηση ακύρωσης.

Όταν ο αιτών έχει βάσιμους λόγους να θεωρεί ότι ο καθ’ ου δεν έλαβε γνώση των ειδικότερων στοιχείων της απαίτησης πριν από την έκδοση της ερήμην απόφασης, έχει υποχρέωση να ζητήσει από το δικαστήριο την ακύρωση της ερήμην απόφασης που εκδόθηκε υπέρ του.

1.6 Ανακοπή

Η διαδικασία έκδοσης ερήμην απόφασης κινείται μόνο αν ο καθ’ ου δεν ασκήσει ανακοπή ή δεν συνομολογήσει την απαίτηση εντός της καθορισμένης προθεσμίας (βλ. παραπάνω). Εάν ο καθ’ ου ασκήσει ανακοπή κατά της απαίτησης, η αίτηση εκδικάζεται ως συνήθης διαφορά (αγωγή).

Εάν ο καθ’ ου επιθυμεί την ακύρωση ή μεταρρύθμιση της ερήμην απόφασης μετά την έκδοσή της πρέπει να ζητήσει αμέσως από το δικαστήριο την ακύρωση ή τη μεταρρύθμιση της απόφασης. Το δικαστήριο μπορεί να μεταρρυθμίσει ή να ακυρώσει την ερήμην απόφαση, αν κρίνει ότι συντρέχει βάσιμος λόγος προς τούτο ή πιθανολογεί ότι η ανακοπή του καθ’ ου θα γίνει δεκτή.

1.7 Αποτέλεσμα της άσκησης ανακοπής

Εάν ο καθ’ ου ασκήσει ανακοπή εντός της καθορισμένης προθεσμίας, η υπόθεση εκδικάζεται ως συνήθης διαφορά (αγωγή), όπως περιγράφεται στη σελίδα «Προσφυγή σε Δικαστήριο».

1.8 Συνέπειες από τη μη άσκηση ανακοπής

Η διαδικασία έκδοσης ερήμην απόφασης κινείται αν ο καθ’ ου δεν ασκήσει ανακοπή ή δεν συνομολογήσει την απαίτηση εντός της καθορισμένης προθεσμίας. Μόνο τότε ο αιτών μπορεί να υποβάλει αίτημα ή αίτηση έκδοσης ερήμην απόφασης.

1.8.1 Βάσει ποιων ενεργειών καθίσταται εκτελεστή η διαταγή;

Η ερήμην απόφαση είναι εκτελεστός τίτλος που μπορεί να εκτελεστεί από τον αιτούντα σε βάρος του καθ’ ου. Η διαδικασία που πρέπει να εφαρμοστεί για την έκδοση της απόφασης περιγράφεται στο σημείο 1.3 παραπάνω.

1.8.2 Η απόφαση είναι τελεσίδικη ή υπάρχει ακόμα η δυνατότητα προσφυγής του εναγόμενου κατά της διαταγής;

Όπως περιγράφηκε παραπάνω, ο καθ’ ου μπορεί να ζητήσει από το δικαστήριο τη μεταρρύθμιση ή ακύρωση της ερήμην απόφασης (δηλαδή την τροποποίηση των όρων της απόφασης ή την εξ ολοκλήρου ακύρωσή της). Δεν πρόκειται για ένδικο μέσο, διότι εκδικάζεται από το δικαστήριο που θα είχε εκδικάσει την αρχική υπόθεση, αν ο καθ’ ου είχε ασκήσει ανακοπή. Το δικαστήριο μπορεί να μεταρρυθμίσει ή να ακυρώσει την ερήμην απόφαση, αν εντοπίσει δικονομική παρατυπία ή κρίνει ότι η ανακοπή του καθ’ ου πιθανολογείται ότι θα γίνει δεκτή ή συντρέχει βάσιμος λόγος για τη μεταρρύθμιση ή την ακύρωση.

Κάθε διάδικος μπορεί να προσφύγει κατά απόφασης ακύρωσης ή άρνησης ακύρωσης ερήμην απόφασης, με την επιφύλαξη της χορήγησης άδειας από το δικαστήριο που εξέδωσε την απόφαση ή το εφετείο.

Τελευταία επικαιροποίηση: 17/08/2021

Την έκδοση αυτής της σελίδας στην εθνική γλώσσα διαχειρίζεται ο αντίστοιχος αρμόδιος επαφής του ΕΔΔ. Οι μεταφράσεις έχουν γίνει από την αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι τυχόν αλλαγές που επιφέρει η αρμόδια εθνική αρχή στο πρωτότυπο ενδέχεται να μην έχουν περιληφθεί ακόμα στις μεταφράσεις. Η Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο δεν αναλαμβάνουν καμία απολύτως ευθύνη όσον αφορά πληροφορίες ή δεδομένα που περιέχονται ή αναφέρονται στο παρόν έγγραφο. Βλ. την ανακοίνωση νομικού περιεχομένου για τους κανόνες πνευματικής ιδιοκτησίας που ισχύουν στο κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρούσα σελίδα.