Βρείτε πληροφορίες ανά περιφέρεια
Ο δικαστής κατασχέσεων του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου (άρθρο 1395/2 του βελγικού δικαστικού κώδικα).
Το Εθνικό Επιμελητήριο Δικαστικών Επιμελητών [άρθρο 555/1, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο σημείο 25) του βελγικού δικαστικού κώδικα].
Το άρθρο 555/1 παράγραφος 2 του βελγικού δικαστικού κώδικα, που τέθηκε σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 2019 ενόψει της ανάγκης έγκρισης ορισμένων μέτρων εκτέλεσης, προβλέπει συνδυασμό των δυνατοτήτων του άρθρου 14 παράγραφος 5 στοιχεία α) και β) του κανονισμού.
Ως εκ τούτου, το Εθνικό Επιμελητήριο μπορεί, σε πρώτη φάση μετά το αίτημα του δικαστηρίου, να ζητήσει από το σημείο επαφής της Εθνική Τράπεζα του Βελγίου τη λήψη των στοιχείων που απαιτούνται.
Με βάση τα δεδομένα που λαμβάνονται κατόπιν της αίτησης αυτής, το Εθνικό Επιμελητήριο μπορεί, εάν χρειάζεται, να απευθύνει αίτημα για τη λήψη στοιχείων λογαριασμού σε μία ή περισσότερες τράπεζες.
Το εφετείο (cour d'appel) [άρθρο 602 πρώτο εδάφιο σημείο 6) του βελγικού δικαστικού κώδικα].
Ο δικαστικός επιμελητής (άρθρο 196 του νόμου της 18ης Ιουνίου 2018 για τη θέσπιση διαφόρων διατάξεων αστικού δικαίου και προώθησης εναλλακτικών μορφών επίλυσης διαφορών).
Ο δικαστικός επιμελητής [άρθρο 519 παράγραφος 1 στοιχείο 1) του βελγικού δικαστικού κώδικα].
Στο Βέλγιο, η συντηρητική κατάσχεση στα χέρια τρίτου διέπεται από τον δικαστικό κώδικα, πέμπτο μέρος τίτλος ΙΙ κεφάλαιο IV (http://www.ejustice.just.fgov.be/eli/loi/1967/10/10/1967101056/justel). Επιτρέπεται η συντηρητική κατάσχεση στα χέρια τρίτου σε κοινούς λογαριασμούς. Εάν η τράπεζα είναι ενήμερη για τις εσωτερικές τοποθετήσεις των διαφόρων δικαιούχων κοινού λογαριασμού, η συντηρητική κατάσχεση στα χέρια τρίτου θα αφορά μόνο τα ποσά που ανήκουν στον οφειλέτη σε αντίθετη περίπτωση, το σύνολο του πιστωτικού υπολοίπου αναγράφεται στη δήλωση του τρίτου στα χέρια του οποίου γίνεται η κατάσχεση. Σ’ αυτήν την περίπτωση, κάθε συνδικαιούχος που δεν επηρεάζεται από την κατάσχεση μπορεί να ζητήσει τη μερική άρση της κατάσχεσης υπό τον όρο ότι μπορεί να αποδείξει τη συμμετοχή του στα χρήματα που υπάρχουν στον λογαριασμό.
– Το σχετικό αίτημα απευθύνεται στον δικαστή κατασχέσεων του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου (άρθρο 1395/2 του βελγικού δικαστικού κώδικα).
– Όσον αφορά τους επαγγελματικούς λογαριασμούς (comptes de qualité) ή τους λογαριασμούς τρίτων, θα πρέπει να γίνει η ακόλουθη διάκριση:
Στο Βέλγιο, το ακατάσχετο ορισμένων ποσών διέπεται από τα άρθρα 1409, 1409bis και 1410 του βελγικού δικαστικού κώδικα (http://www.ejustice.just.fgov.be/eli/loi/1967/10/10/1967101056/justel). Οι εν λόγω διατάξεις αφορούν περιορισμούς ως προς ορισμένα έσοδα, καθώς και το ακατάσχετο αυτών: μισθών, αντισταθμιστικών εισοδημάτων, κοινωνικών παροχών και διατροφής. Οι μισθοί και τα αντισταθμιστικά εισοδήματα είναι ακατάσχετα έως συγκεκριμένο όριο.
Προκειμένου να βοηθιούνται τα δικαιοδοτικά όργανα της κατάσχεσης και, κατά περίπτωση, οι τρίτοι στα χέρια των οποίων γίνεται η κατάσχεση να εκτιμούν το ακατάσχετο των ποσών που είναι κατατεθειμένα σε λογαριασμό, το άρθρο 1411bis παράγραφος 3 του βελγικού δικαστικού κώδικα προβλέπει για τους εργοδότες και τους φορείς που διενεργούν πληρωμές την υποχρέωση, η παράβαση της οποίας επισύρει ποινικές κυρώσεις, να αναφέρουν, κατά τη διενέργεια της πληρωμής, έναν ειδικό κωδικό, ο οποίος ποικίλλει ανάλογα με τον τύπο του προστατευόμενου εισοδήματος που κατατίθεται στον λογαριασμό.
Η εν λόγω υποχρέωση αναφοράς κωδικού δεν θίγει το δικαίωμα του οφειλέτη να αποδείξει με οποιοδήποτε τρόπο ότι τα ποσά που έχουν πιστωθεί σε λογαριασμό όψεως του είναι ακατάσχετα (άρθρο 1411bis παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο του βελγικού δικαστικού κώδικα). Εξάλλου, το άρθρο 1411bis παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο του βελγικού δικαστικού κώδικα προβλέπει μαχητό τεκμήριο ως προς το μερικό ακατάσχετο ποσών που καταβάλλει ο εργοδότης του οφειλέτη σε λογαριασμό όψεως του τελευταίου. Το εν λόγω τεκμήριο ισχύει μόνο για τις σχέσεις μεταξύ του οφειλέτη και των δανειστών του.
Το άρθρο 1454 του βελγικού δικαστικού κώδικα προβλέπει ότι τα έξοδα για τη δήλωση του τρίτου στα χέρια του οποίου γίνεται η κατάσχεση βαρύνουν τον οφειλέτη. Δεν προβλέπεται η δυνατότητα ανάκτησης άλλων εξόδων που ανέλαβε η τράπεζα σε σχέση με την εκτέλεση ή την (μερική) άρση της συντηρητικής κατάσχεσης στα χέρια τρίτου.
Το άρθρο 555/1 παράγραφος 2 του βελγικού κώδικα, που τέθηκε σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 2019, προβλέπει ότι ο Βασιλιάς καθορίζει τα τέλη διεκπεραίωσης της αίτησης λήψης στοιχείων λογαριασμών, καθώς και τους όρους και τις μεθόδους είσπραξης των εν λόγω τελών. Μέρος των εν λόγω τελών, εφόσον επιβάλλονται, επιστρέφονται στην τράπεζα η οποία παρέχει τις πληροφορίες κατόπιν αιτήματος της αρχής πληροφόρησης που έχει ορίσει το Βέλγιο [βλ. κοινοποίηση για το άρθρο 50 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού], εφόσον έχει συναφθεί με τις τράπεζες ή εκπρόσωπο των τραπεζών γραπτή συμφωνία σχετικά με καθεστώς αποζημίωσης, με την επιφύλαξη του άρθρου 43 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 655/2014 [βλ. άρθρο 3 πρώτο εδάφιο στοιχείο 2) του βασιλικού διατάγματος της 22ας Απριλίου 2019 σχετικά με τον καθορισμό των εξόδων παροχής στοιχείων λογαριασμού του άρθρου 555/1 παράγραφος 2 έκτο εδάφιο του βελγικού δικαστικού κώδικα καθώς και τους όρους και τους τρόπους είσπραξης (http://www.ejustice.just.fgov.be/eli/arrete/2019/04/22/2019030412/justel). Επί του παρόντος δεν υπάρχει συμφωνία με τις τράπεζες σχετικά με καθεστώς αποζημίωσης.
Τα εν λόγω τέλη, που καθορίζονται από τον Βασιλιά, θα ισχύουν για τις αιτήσεις του Βελγίου για τη λήψη στοιχείων λογαριασμού βάσει των νέων άρθρων 1447/1 και 1447/2 του βελγικού δικαστικού κώδικα (που πιθανότατα θα τεθούν σε ισχύ κατά τη διάρκεια του 2020) και για τα αιτήματα για τη λήψη στοιχείων λογαριασμού δυνάμει του άρθρο 14 του κανονισμού.
Όσον αφορά την εκτέλεση από δικαστικό επιμελητή, οι αμοιβές διέπονται από το βασιλικό διάταγμα της 30ής Νοεμβρίου 1976 για τον καθορισμό των αμοιβών πράξεων δικαστικών επιμελητών σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, καθώς και ορισμένων επιδομάτων.
Σε ό,τι αφορά την παροχή στοιχείων, το άρθρο 555/1 παράγραφος 2 του βελγικού κώδικα, που τέθηκε σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 2019, προβλέπει ότι ο Βασιλιάς καθορίζει τα τέλη διεκπεραίωσης της αίτησης παροχής πληροφοριών σχετικά με τους λογαριασμούς, καθώς και τους όρους και τις μεθόδους είσπραξής τους. Το βασιλικό διάταγμα της 22ας Απριλίου 2019 σχετικά με τον καθορισμό των εξόδων παροχής στοιχείων λογαριασμού του άρθρου 555/1 παράγραφος 2 έκτο εδάφιο του βελγικού δικαστικού κώδικα καθώς και τους όρους και τους τρόπους είσπραξης (http://www.ejustice.just.fgov.be/eli/arrete/2019/04/22/2019030412/justel) τέθηκε σε αναδρομική ισχύ από την 1η Ιανουαρίου 2019.
Σύμφωνα με το βελγικό δίκαιο, η συντηρητική κατάσχεση στα χέρια τρίτου δεν γεννά κανένα προνόμιο για την απαίτηση. Σύμφωνα με τα άρθρα 17 και 19 πρώτο εδάφιο του νόμου για τις υποθήκες, προνόμιο χορηγείται μόνο στα δικαστικά έξοδα που σημειώνονται για τη συντηρητική κατάσχεση.
Κατά της διαταγής δέσμευσης: Ο δικαστής κατασχέσεων του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου (άρθρο 1395/2 του βελγικού δικαστικού κώδικα).
Κατά της εκτέλεσης της διαταγής δέσμευσης: Ο δικαστής κατασχέσεων του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου (άρθρο 1395/2 του βελγικού δικαστικού κώδικα).
Το εφετείο (cour d'appel) [άρθρο 602 πρώτο εδάφιο σημείο 7) του βελγικού δικαστικού κώδικα].
Σύμφωνα με το άρθρο 1051 του βελγικού δικαστικού κώδικα, η προθεσμία για την άσκηση του ένδικου μέσου είναι, καταρχήν, ένας μήνας από την επίδοση ή την κοινοποίηση της απόφασης.
Τα δικαστικά έξοδα και τέλη στο πλαίσιο της πολιτικής δικονομίας διέπονται από τα άρθρα 1017-1022 του βελγικού δικαστικού κώδικα.
Τα δικαστικά έξοδα διαφέρουν από τη μία υπόθεση στην άλλη και πρέπει να αξιολογούνται ανά περίπτωση.
Το άρθρο 1017 του βελγικού δικαστικού κώδικα προβλέπει, ως γενικό κανόνα, ότι κάθε οριστική απόφαση, ακόμη και αυτεπαγγέλτως, καταλογίζει τα δικαστικά έξοδα σε βάρος του ηττηθέντα διαδίκου, εκτός αν άλλως ορίζεται σε ειδικό νόμο και με την επιφύλαξη της συμφωνίας των μερών την οποία, ενδεχομένως, διατάσσει η απόφαση. Ωστόσο, τα περιττά έξοδα, συμπεριλαμβανομένης της δικονομικής αποζημίωσης του άρθρου 1022, βαρύνουν, ακόμη και αυτεπαγγέλτως, τον διάδικο που τα προκάλεσε.
Το άρθρο 1018 του βελγικού δικαστικού κώδικα καθορίζει τα οικεία έξοδα:
Τα τέλη καταχώρισης (3 % του ποσού ) εισπράττονται για αποφάσεις που αφορούν ποσά άνω των 12.500 ευρώ (μη συμπεριλαμβανομένων των δικαστικών εξόδων).
Καμία επιπλέον γλώσσα.
Την έκδοση αυτής της σελίδας στην εθνική γλώσσα διαχειρίζεται το εκάστοτε κράτος μέλος. Οι μεταφράσεις έχουν γίνει από την αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι τυχόν αλλαγές που επιφέρει η αρμόδια εθνική αρχή στο πρωτότυπο ενδέχεται να μην έχουν περιληφθεί ακόμα στις μεταφράσεις. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν αναλαμβάνει καμία ευθύνη όσον αφορά τις πληροφορίες ή τα στοιχεία που περιλαμβάνονται ή για τα οποία γίνεται λόγος στο παρόν έγγραφο. Βλ. την ανακοίνωση νομικού περιεχομένου για τους κανόνες πνευματικής ιδιοκτησίας που ισχύουν στο κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρούσα σελίδα.