Η διαμεσολάβηση μπορεί να είναι ιδιαίτερα χρήσιμη σε διασυνοριακές οικογενειακές διαφορές και υποθέσεις απαγωγής παιδιών από γονείς. Ο όρος «οικογενειακές υποθέσεις» καλύπτει ευρύ φάσμα διαφορών, από καθαρά ιδιωτικές υποθέσεις ως υποθέσεις στις οποίες εμπλέκονται οι δημόσιες αρχές.
Βρείτε πληροφορίες ανά περιφέρεια
Η διασυνοριακή οικογενειακή διαμεσολάβηση είναι μια διαδικασία που διεξάγεται από ένα ή περισσότερα αμερόληπτα, εξειδικευμένα τρίτα πρόσωπα, τους διαμεσολαβητές. Ο διαμεσολαβητής δεν έχει την εξουσία να αποφασίσει, αλλά βοηθά τα μέρη ώστε να αποκαταστήσουν τη μεταξύ τους επικοινωνία και τα συνδράμει ώστε να επιλύσουν τα ίδια το πρόβλημά τους.
Η συμφωνία που επιτυγχάνεται αποτελεί μια εξατομικευμένη λύση για τη διαφορά τους, η οποία εξασφαλίζει ότι οι αποφάσεις που λαμβάνουν οι γονείς συνυπολογίζουν το βέλτιστο συμφέρον του παιδιού, εφόσον η υπόθεση αφορά παιδί.
Οι οικογενειακές υποθέσεις περιλαμβάνουν τη γονική μέριμνα και τα δικαιώματα πρόσβασης, την απαγωγή παιδιών, τα μέτρα για την προστασία των παιδιών, τη διατροφή παιδιών ή πρώην συντρόφων και άλλες συνέπειες του διαζυγίου ή του δικαστικού χωρισμού.
Οι σύντροφοι ενθαρρύνονται να αναλάβουν την ευθύνη των αποφάσεων που αφορούν την οικογένειά τους και να προσπαθήσουν κατ’ αρχάς να επιλύσουν εξωδικαστικά τις διαφορές τους.
Ως εκ τούτου, η διαμεσολάβηση μπορεί να δημιουργήσει εποικοδομητικό κλίμα για τη διεξαγωγή συζητήσεων και να εξασφαλίσει εντιμότητα στις μεταξύ των γονέων δοσοληψίες λαμβάνοντας επίσης υπόψη το βέλτιστο συμφέρον του παιδιού.
Μπορείτε να συμβουλευθείτε τις ακόλουθες σελίδες για να βρείτε περισσότερες πληροφορίες σχετικά με:
- Βασικές αρχές και στάδια της διαμεσολάβησης
- Ιδιαιτερότητες της διασυνοριακής διαμεσολάβησης
- Κόστος της διασυνοριακής διαμεσολάβησης
- Νομικό πλαίσιο της διασυνοριακής διαμεσολάβησης
Επιλέξτε τη σημαία της χώρας που σας ενδιαφέρει για περισσότερες πληροφορίες.
Ως μέρος μπορείτε να υποβάλετε αίτηση για διαμεσολάβηση σε όλα τα κράτη μέλη. Σε ορισμένα κράτη μέλη, ο δικαστής μπορεί να καλέσει τα μέρη μιας διαφοράς να δοκιμάσουν τη διαμεσολάβηση.
Αν όλα τα μέρη συμφωνήσουν να κάνουν χρήση της διαμεσολάβησης, ο επιλεγείς διαμεσολαβητής καθορίζει το χρονοδιάγραμμα της διαμεσολάβησης. Ο τρόπος με τον οποίο επιλέγεται ο διαμεσολαβητής εξαρτάται από τη συγκεκριμένη χώρα, μπορείτε να βρείτε αυτές τις πληροφορίες στις αντίστοιχες εθνικές σελίδες που διατίθενται στη δεξιά πλευρά της σελίδας αυτής.
Οι νόμιμοι εκπρόσωποι μπορούν να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο παρέχοντας τις νομικές πληροφορίες που είναι απαραίτητες ώστε τα μέρη να μπορούν να λαμβάνουν τεκμηριωμένες αποφάσεις.
Οι συμφωνίες που προκύπτουν από διαμεσολάβηση μπορούν να καθίστανται εκτελεστές εφόσον το ζητήσουν αμφότερα τα μέρη. Αυτό μπορεί να επιτυγχάνεται, για παράδειγμα, μέσω έγκρισης από δικαστήριο ή πιστοποίησης από συμβολαιογράφο.
Οι νόμιμοι εκπρόσωποι μπορούν να αναθεωρήσουν τη συμφωνία κατόπιν διαμεσολάβησης για να εξασφαλίσουν τη νομική ισχύ της εν λόγω συμφωνίας σε όλες τις εμπλεκόμενες έννομες τάξεις.
Ο σύνδεσμος αυτός θα σας οδηγήσει στη σελίδα Εξεύρεση διαμεσολαβητή.
Όταν υπάρχουν ενδείξεις ότι η υπόθεση δεν είναι κατάλληλη για διαμεσολάβηση ή ότι ένα ή αμφότερα τα μέρη δεν είναι διατεθειμένα να επιχειρήσουν τη διαμεσολάβηση, είναι αναγκαία η παρέμβαση των δικαστικών αρχών. Κατά την εξέταση της καταλληλότητας της υπόθεσης, ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δοθεί στον εντοπισμό πιθανών κινδύνων όπως η ενδοοικογενειακή βία και ο βαθμός της, η κατάχρηση ναρκωτικών ή αλκοόλ, η κακοποίηση παιδιών, κ.λπ. Η καταλληλότητα της υπόθεσης πρέπει να αποφασίζεται ανάλογα με την περίπτωση και σύμφωνα με τα πρότυπα που εφαρμόζονται από τον διαμεσολαβητή και τον οργανισμό διαμεσολάβησης.
Για τη διαχείριση αυτής της ιστοσελίδας υπεύθυνη είναι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Οι πληροφορίες που περιλαμβάνονται στην παρούσα σελίδα δεν απηχούν κατ’ ανάγκη την επίσημη θέση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Η Επιτροπή δεν αναλαμβάνει καμία απολύτως ευθύνη όσον αφορά πληροφορίες ή δεδομένα που περιέχονται ή αναφέρονται στο παρόν έγγραφο. Παρακαλείσθε να συμβουλευθείτε την ανακοίνωση νομικού περιεχομένου σχετικά με το καθεστώς πνευματικής ιδιοκτησίας που διέπει τις σελίδες των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων.