

Βρείτε πληροφορίες ανά περιφέρεια
«Επίδοση ή κοινοποίηση» είναι η νομίμως διενεργούμενη και βεβαιούμενη παράδοση ενός εγγράφου στον παραλήπτη προς γνώση του περιεχομένου του.
Η επίδοση ή κοινοποίηση διατάσσεται από το δικαστήριο ως διαδικαστική πράξη στο πλαίσιο της δίκης και εκτελείται αυτεπαγγέλτως (άρθρο 87 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας [Zivilprozessordnung - ZPO]). Η επίσημη βεβαίωση της επίδοσης ή κοινοποίησης είναι αναγκαία προκειμένου να μπορεί να ελεγχθεί αν και πότε έλαβε χώρα. Η απόδειξη της νόμιμης επίδοσης ή κοινοποίησης αποτελεί προϋπόθεση για να επέλθουν τα δικονομικά αποτελέσματα.
Καταρχήν πρέπει να επιδίδονται ή κοινοποιούνται νομίμως όλες οι δικαστικές πράξεις (π.χ, κλήσεις, διατάξεις, αποφάσεις) καθώς και όλες οι αιτήσεις των διαδίκων (π.χ. αγωγές, προτάσεις εναγομένων, δικόγραφα ένδικων μέσων) και κάθε άλλη δήλωση που απευθύνεται (και) στον αντίδικο.
Η επίδοση ή κοινοποίηση και ο τρόπος με τον οποίο πραγματοποιείται ορίζεται από το αποφασίζον όργανο (δικαστής, δικαστικός υπάλληλος). Η σχετική διαταγή ονομάζεται «διαταγή επιδόσεως ή κοινοποιήσεως» (Zustellverfügung) και σημειώνεται από το αποφασίζον όργανο στο πρωτότυπο του προς επίδοση εγγράφου. Η επίδοση ή κοινοποίηση διενεργείται από υπηρεσία διανομής. Η υπηρεσία αυτή είναι συνήθως τα ταχυδρομεία, μπορεί όμως να είναι και άλλος πάροχος καθολικής υπηρεσίας (άρθρο 2 σημείο 7 του νόμου περί επίδοσης [Zustellgesetz - ZustG]) σε συνδυασμό με το άρθρο 3 σημείο 4 του νόμου για τη ρύθμιση της αγοράς ταχυδρομικών υπηρεσιών [Postmarktgesetz]. Για την ηλεκτρονική επίδοση ή κοινοποίηση από τα δικαστήρια βλ. σημείο 6.
Κατά κανόνα αυτό δεν συμβαίνει. Ωστόσο είναι δυνατή η διενέργεια απλών ερευνών, π.χ. βάσει του μητρώου πληθυσμού (βλ. κατωτέρω υπό σημείο 4.2), ανάλογα με το διαθέσιμο προσωπικό.
Ναι. Καθένας, και συνεπώς κάθε αλλοδαπή αρχή, μπορεί να ζητεί από τις αυστριακές αρχές υποβολής στοιχείων (Gemeindeamt, Magistrat, Magistratisches Bezirksamt) πληροφορίες από το μητρώο πληθυσμού σχετικά με την κύρια κατοικία φυσικού προσώπου. Τα δηλωθέντα στοιχεία βρίσκονται αποθηκευμένα στο κεντρικό μητρώο πληθυσμού (Zentrales Melderegister - ZMR). Πρόκειται για ένα δημόσιο μητρώο στο οποίο καταχωρίζονται όλα τα πρόσωπα που έχουν δηλωμένη κύρια κατοικία στην Αυστρία και, κατά περίπτωση, τα στοιχεία της κύριας ή των δευτερευουσών κατοικιών τους. Η εγγραφή ή η ακύρωση της εγγραφής κατοικίας στην Αυστρία είναι υποχρεωτική.
Για τη διενέργεια της έρευνας στο μητρώο απαιτούνται κατ’ ελάχιστον τα ακόλουθα στοιχεία των υπό διερεύνηση προσώπων: Όνομα και επίθετο, καθώς και ένα πρόσθετο στοιχείο που καθιστά δυνατή την ασφαλή ταυτοποίηση του προσώπου (π.χ. ημερομηνία γέννησης, τόπος γέννησης, υπηκοότητα ή προηγούμενη διεύθυνση).
Για την έρευνα στο μητρώο, κατόπιν έγγραφης αίτησης, καταβάλλονται τέλη 14,30 EUR. Η προφορική ή ηλεκτρονική αίτηση με κάρτα πολίτη (Bürgerkarte) είναι δωρεάν. Επιπλέον, καταβάλλεται ομοσπονδιακό διοικητικό τέλος έως 3,30 EUR.
Αναλυτικές πληροφορίες σχετικά με την έρευνα στο μητρώο θα βρείτε στον δικτυακό τόπο http://www.help.gv.at, επιλογή Dokumente und Recht / Personen-Meldeauskunft.
Εφόσον η αρχή εκτελέσεως κρίνει ότι το αίτημα υποβάλλεται στο πλαίσιο της διεξαγωγής αποδείξεων κατά την έννοια του άρθρου 1 του κανονισμού επειδή, για παράδειγμα, απαιτείται η διενέργεια έρευνας για τον εντοπισμό της διεύθυνσης με σκοπό τη διεκπεραίωση δικαστικής διαδικασίας (ιδίως επίδοσης ή κοινοποίησης), ενεργεί σύμφωνα με τις διατάξεις του κανονισμού και προσπαθεί να ανακαλύψει την τρέχουσα διεύθυνση του παραλήπτη με τα μέσα που έχει στη διάθεσή της, για παράδειγμα μέσω έρευνας στο κεντρικό μητρώο πληθυσμού ή σε άλλα μητρώα.
Οι επιδόσεις ή κοινοποιήσεις διενεργούνται κατά κανόνα από υπηρεσία διανομής, ήτοι από το ταχυδρομείο ή άλλον πάροχο καθολικής υπηρεσίας (βλ. ανωτέρω υπό σημείο 3) ή από δικαστικούς υπαλλήλους (άρθρο 88 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας).
Ωστόσο προβλέπονται και οι ακόλουθες εναλλακτικές μέθοδοι κοινοποίησης:
Κοινοποίηση με δημόσια ανακοίνωση σύμφωνα με τα άρθρα 25 του νόμου περί επίδοσης και 115 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας:
Η κοινοποίηση σε πρόσωπα αγνώστου διαμονής ή σε περισσότερα πρόσωπα που δεν είναι γνωστά στην αρμόδια αρχή και για τα οποία δεν έχει οριστεί αντίκλητος μπορεί ναι γίνει με καταχώριση της ανακοίνωσης σχετικά με τη γενομένη κατάθεση του εγγράφου στο δικαστήριο στη λεγόμενη Ediktsdatei (βάση δεδομένων που περιλαμβάνει τις νομικές ανακοινώσεις, προσβάσιμη στον δικτυακό τόπο http://www.justiz.gv.at/). Η ανακοίνωση πρέπει να περιέχει σύντομες πληροφορίες για το περιεχόμενο του εγγράφου, το δικαστήριο της δίκης και τη διαφορά, καθώς και ως προς τη δυνατότητα παραλαβής του εγγράφου, με επισήμανση των νομικών συνεπειών της εν λόγω ανακοίνωσης. Η κοινοποίηση τεκμαίρεται διενεργηθείσα με την καταχώριση στην Ediktsdatei.
Κοινοποίηση σε επίτροπο (άρθρα 116-118 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας):
Εάν η κοινοποίηση κατέστη δυνατή μόνο μέσω δημόσιας ανακοίνωσης (καταχώριση στην Ediktsdatei), το δικαστήριο ορίζει έναν επίτροπο, είτε κατόπιν αιτήσεως είτε αυτεπαγγέλτως, αν ο ενδιαφερόμενος όφειλε λόγω της κοινοποίησης προς αυτόν να προβεί σε διαδικαστική πράξη προκειμένου να διασφαλίσει τα δικαιώματά του, και ιδίως αν το προς επίδοση έγγραφο περιέχει κλήση προς το πρόσωπο αυτό. Ο διορισμός του επιτρόπου δημοσιεύεται στην Ediktsdatei (άρθρο 117 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας). Με την πράξη αυτή και την εν συνεχεία παράδοση του εγγράφου στον επίτροπο, η κοινοποίηση τεκμαίρεται διενεργηθείσα (άρθρο 118 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας).
Για την ηλεκτρονική επίδοση ή κοινοποίηση από τα δικαστήρια βλ. σημείο 6.
Η ηλεκτρονική επίδοση ή κοινοποίηση από τα δικαστήρια διεκπεραιώνεται μέσω ενός ειδικού συστήματος, το οποίο είναι γνωστό ως ηλεκτρονική δικαιοσύνη (Elektronischer Rechtsverkehr - ERV). Στο εν λόγω σύστημα συμμετέχουν υποχρεωτικά μόνον οι δικηγόροι και οι συνήγοροι σε ποινικές υποθέσεις, οι συμβολαιογράφοι, τα πιστωτικά και χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, οι ημεδαπές ασφαλιστικές εταιρίες, οι φορείς κοινωνικής ασφάλισης, τα συνταξιοδοτικά ταμεία, το ταμείο για τα επιδόματα αδείας και τις αποζημιώσεις των εργαζόμενων στις οικοδομές (Bauarbeiter-Urlaubs- und Abfertigungskasse), το ταμείο των φαρμακοποιών (Pharmazeutische Gehaltskasse), το ταμείο εγγύησης των αμοιβών σε περίπτωση αφερεγγυότητας (Insolvenz-Entgelt-Fonds) και η εταιρία IEF-Service GmbH, η κεντρική ένωση των αυστριακών φορέων κοινωνικής ασφάλισης (Hauptverband der österreichischen Sozialversicherungsträger), η ομοσπονδιακή δημόσια οικονομική υπηρεσία (Finanzprokuratur) και οι δικηγορικοί σύλλογοι. Στο σύστημα μπορούν να συμμετέχουν και άλλα πρόσωπα, χωρίς όμως να υπέχουν σχετική υποχρέωση.
Σε περίπτωση επίδοσης ή κοινοποίησης μέσω ERV, ως χρόνος επίδοσης ή κοινοποίησης των δικαστικών πράξεων και στοιχείων που διαβιβάζονται ηλεκτρονικών (άρθρο 89α παράγραφος 2 του νόμου περί οργάνωσης των δικαστηρίων [Gerichtsorganisationsgesetz - GOG]) θεωρείται η επόμενη εργάσιμη ημέρα της εισόδου τους στον ηλεκτρονικό χώρο στον οποίο έχει πρόσβαση ο παραλήπτης, ενώ το Σάββατο δεν λογίζεται ως εργάσιμη ημέρα.
Εάν δεν υπάρχει δυνατότητα επίδοσης ή κοινοποίησης μέσω ERV, η επίδοση ή κοινοποίηση μπορεί να γίνει και μέσω παρόχων υπηρεσιών ηλεκτρονικής αποστολής σύμφωνα με τις διατάξεις του Zustellgesetz (άρθρο 89α παράγραφος 3 του νόμου περί οργάνωσης των δικαστηρίων σε συνδυασμό με τα άρθρα 28 επ. του νόμου περί επίδοσης).
«Μη αυτοπρόσωπη» επίδοση ή κοινοποίηση
Οσάκις ο νόμος απαγορεύει ρητά την κοινοποίηση ή επίδοση σε άλλο πρόσωπο εκτός του παραλήπτη πρόκειται για προσωπική κοινοποίηση ή επίδοση. Αυτή προβλέπεται μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις.
Σε όλες τις άλλες περιπτώσεις επιτρέπεται η «μη αυτοπρόσωπη» κοινοποίηση ή επίδοση. Ο όρος αυτός σημαίνει ότι εάν βρεθεί ο ίδιος ο παραλήπτης στον τόπο παράδοσης του εγγράφου, η κοινοποίηση ή επίδοση μπορεί καταρχήν να γίνει σε οποιονδήποτε ενήλικα κατοικεί στον ίδιο τόπο με τον παραλήπτη ή είναι υπάλληλος ή εργοδότης του παραλήπτη και δέχεται να παραλάβει το έγγραφο (άρθρο 16 παράγραφος 2 του νόμου περί επίδοσης). Στην περίπτωση αυτή ο νόμος αναφέρεται σε «υποκατάστατο παραλήπτη».
Ωστόσο, η «μη αυτοπρόσωπη» επίδοση ή κοινοποίηση επιτρέπεται μόνο αν ο διενεργών αυτήν μπορεί να υποθέσει δικαιολογημένα ότι ο παραλήπτης βρίσκεται συχνά στον τόπο της παράδοσης.
Κατά το άρθρο 103 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας απαγορεύεται η «μη αυτοπρόσωπη» επίδοση ή κοινοποίηση σε πρόσωπο το οποίο συμμετέχει στην ένδικη διαφορά ως αντίδικος του παραλήπτη.
Κατά το άρθρο 16 παράγραφος 5 του νόμου περί επίδοσης, η «μη αυτοπρόσωπη» επίδοση ή κοινοποίηση λογίζεται ως μη διενεργηθείσα αν ο παραλήπτης δεν μπόρεσε να ενημερωθεί εγκαίρως για τη διενέργεια της κοινοποίησης ή επίδοσης λόγω απουσίας του από τον τόπο της παράδοσης (π.χ. επειδή έλειπε σε ταξίδι ή νοσηλεύονταν σε νοσοκομείο ή τελούσε υπό κράτηση). Εντούτοις η κοινοποίηση ή επίδοση καθίσταται ισχυρή αν ο παραλήπτης επιστρέψει στον τόπο της παράδοσης την επόμενη ημέρα.
Κατάθεση:
Αν το έγγραφο δεν μπορεί να παραδοθεί στον τόπο παράδοσης (λόγω απουσίας του παραλήπτη ή αντιδίκου του) και αν ο διενεργών την παράδοση μπορεί να υποθέσει δικαιολογημένα ότι ο παραλήπτης βρίσκεται συχνά στον τόπο της παράδοσης, το έγγραφο, στην περίπτωση παράδοσης από την υπηρεσία παράδοσης μέσω του αρμόδιου υποκαταστήματός του, κατατίθεται, σε όλες τις άλλες περιπτώσεις, στην αρμόδια δημοτική υπηρεσία ή αρχή, όταν αυτή βρίσκεται στον ίδιο Δήμο (παρ. 17 του νόμου περί επίδοσης).
Βλ. συναφώς τα σημεία 7.1 και 7.3.
Σε περίπτωση κοινοποίησης ή επίδοσης μέσω κατάθεσης πρέπει να παρέχεται σχετική ειδοποίηση στον παραλήπτη (τοποθέτηση στο γραμματοκιβώτιο ή θυροκόλληση). Η ειδοποίηση αυτή πρέπει να αναφέρει τον τόπο της κατάθεσης καθώς και την έναρξη και τη λήξη της προθεσμίας παραλαβής. Επίσης πρέπει να επισημαίνει τις συνέπειες της κατάθεσης (άρθρο 17 παράγραφος 2 του νόμου περί επίδοσης). Σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 3 του νόμου περί κατάθεσης, η προθεσμία παραλαβής αρχίζει την ημέρα κατά την οποία το έγγραφο διατίθεται προς παραλαβή και διαρκεί τουλάχιστον τρεις εβδομάδες. Το κατατεθέν έγγραφο θεωρείται ως επιδοθέν ή κοινοποιηθέν την πρώτη ημέρα της εν λόγω προθεσμίας (πλασματική επίδοση). Αυτό δεν ισχύει αν ο παραλήπτης δεν μπόρεσε να ενημερωθεί εγκαίρως για τη διενέργεια της κοινοποίησης ή επίδοσης λόγω απουσίας του από τον τόπο παράδοσης. Και σε αυτή την περίπτωση, η επίδοση ή κοινοποίηση καθίσταται ισχυρή την επόμενη ημέρα από την επιστροφή του παραλήπτη στον τόπο παράδοσης εντός της προθεσμίας στη διάρκεια της οποίας ήταν δυνατή η παραλαβή του κατατεθέντος εγγράφου, σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 3 τελευταίο εδάφιο του νόμου περί επίδοσης. Εάν το κατατεθέν έγγραφο δεν παραληφθεί (γεγονός που πάντως δεν θίγει την ισχύ της επίδοσης ή κοινοποίησης), επιστρέφεται μετά τη λήξη της προθεσμίας παραλαβής στο δικαστήριο που το απέστειλε.
Εάν ο παραλήπτης ή ένας «υποκατάστατος παραλήπτης», ο οποίος κατοικεί υπό την ίδια στέγη μαζί του, αρνηθούν την παραλαβή του εγγράφου χωρίς νόμιμη αιτία, το έγγραφο καταλείπεται στον τόπο παράδοσης ή, αν αυτό δεν είναι δυνατό, κατατίθεται χωρίς έγγραφη ειδοποίηση. Η εναπόθεση ή κατάθεση εξομοιώνεται με επίδοση ή κοινοποίηση (άρθρο 20 του νόμου περί επίδοσης).
Η επίδοση μέσω ταχυδρομείου διενεργείται σύμφωνα με την σύμβαση της Παγκόσμιας Ταχυδρομικής Ένωσης με διεθνή απόδειξη παραλαβής. Το έγγραφο παραδίδεται στον παραλήπτη ή, σε περίπτωση που αυτό δεν είναι δυνατό, σε άλλο πρόσωπο που μπορεί να το παραλάβει σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους παραλαβής (π.χ. αντίκλητος, «υποκατάστατος παραλήπτης» κ.λπ.). Στην Αυστρία εφαρμόζονται οι περί «υποκατάστατης παραλαβής» διατάξεις του άρθρου 16 του νόμου περί επίδοσης (βλ. σημείο 7.1. ανωτέρω).
Δεδομένου ότι η σύμβαση της Παγκόσμιας Ταχυδρομικής Ένωσης δεν περιέχει κανόνες σχετικά με το το ζήτημα του αν και υπό ποιες προϋποθέσεις επιτρέπεται η κατάθεση εγγράφου, η τελευταία διέπεται από το εθνικό δίκαιο του κράτους παραλαβής. Σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του αυστριακού δικαίου επιτρέπεται η κατάθεση του εγγράφου εφόσον πληρούνται οι προβλεπόμενες προς τούτο προϋποθέσεις (βλ. συναφώς σημείο 7 ανωτέρω).
Βλ. συναφώς σημείο 7.3 ανωτέρω.
Ναι. Η επίδοση ή κοινοποίηση βεβαιώνεται επί του σχετικού αποδεικτικού (βεβαίωση επίδοσης, απόδειξη παραλαβής) από το πρόσωπο που τη διενεργεί. Ο παραλήπτης του εγγράφου οφείλει να βεβαιώσει την παραλαβή θέτοντας την υπογραφή του επί του αποδεικτικού επίδοσης στο οποίο σημειώνει τη χρονολογία καθώς και, σε περίπτωση που δεν πρόκειται για τον αποδέκτη, η σχέση που τον συνδέει με αυτόν. Σε περίπτωση που αρνείται να προβεί στην εν λόγω βεβαίωση, ο διενεργών την επίδοση σημειώνει στο αποδεικτικό της επίδοσης το γεγονός της άρνησης, τη χρονολογία και τη σχέση που συνδέει τον παραλήπτη με τον αποδέκτη. Το αποδεικτικό επίδοσης αποστέλλεται αμελλητί στον αποστολέα.
Αν στο αποδεικτικό επίδοσης δεν υπάρχει σχετική σημείωση της αρχής που να το αποκλείει, αντί της παράδοσης του αποδεικτικού επίδοσης είναι δυνατή η ηλεκτρονική διαβίβαση αντιγράφου του αποδεικτικού επίδοσης ή των δεδομένων που απορρέουν από αυτό. Το πρωτότυπο του αποδεικτικού επίδοσης τηρείται τουλάχιστον πέντε έτη μετά τη διαβίβαση και αποστέλλεται αμελλητί στην αρχή εφόσον αυτή το ζητήσει.
Η επίδοση ή κοινοποίηση που δεν πληροί τις διατάξεις του νόμου είναι άκυρη, η ακυρότητά της όμως μπορεί να θεραπευτεί. Σύμφωνα με το βασικό κανόνα του άρθρου 7 του νόμου περί επίδοσης, η ελαττωματική επίδοση ή κοινοποίηση λογίζεται ως διενεργηθείσα κατά τον χρόνο της πραγματικής παράδοσης του εγγράφου στον παραλήπτη. Εάν έχει ορισθεί αντίκλητος, πρέπει να κατονομάζεται ως παραλήπτης, άλλως η επίδοση ή κοινοποίηση συντελείται το πρώτον κατά τον χρόνο της πραγματικής παράδοσης στον αντίκλητο. Πέραν αυτού, ο νόμος περί επίδοσης περιέχει ειδικές διατάξεις σχετικά με τη θεραπεία της ακυρότητας της «μη αυτοπρόσωπης» επίδοσης ή κοινοποίησης ή της κατάθεσης στις περιπτώσεις στις οποίες ο παραλήπτης δεν είχε τη δυνατότητα να λάβει εγκαίρως γνώση της διενέργειας της επίδοσης ή κοινοποίησης λόγω απουσίας του από τον τόπο της παράδοσης (άρθρο 16 παράγραφος 5 και άρθρο 17 παράγραφος 3 του νόμου περί επίδοσης) Το ελάττωμα θεραπεύεται την επόμενη ημέρα μετά την επιστροφή του παραλήπτη στον τόπο της παράδοσης, ενώ ειδικά όσον αφορά την περίπτωση της κατάθεσης, η θεραπεία της ακυρότητας προϋποθέτει ότι η επιστροφή έλαβε χώρα εντός της προθεσμίας παραλαβής και το κατατεθέν έγγραφο μπορούσε να παραληφθεί την ημέρα αυτή. Σε αντίθεση με ό,τι ισχύει στην περίπτωση της «μη αυτοπρόσωπης» επίδοσης ή κοινοποίησης, οπότε η θεραπεία δεν υπόκειται σε χρονικό περιορισμό, στην περίπτωση της άκυρης κατάθεσης αποκλείεται η θεραπεία της ακυρότητας της επίδοσης ή κοινοποίησης αν ο παραλήπτης δεν επιστρέψει πριν από τη λήξη της προθεσμίας παραλαβής. Αν ο παραλήπτης επιστρέψει εγκαίρως ώστε να μπορεί να παραλάβει το έγγραφο την πρώτη ημέρα της προθεσμίας παραλαβής, η επίδοση λογίζεται ως διενεργηθείσα την ημέρα αυτή, καθόσον δεν έχει αναλωθεί χρόνος από την προθεσμία παραλαβής. Αν επιστρέψει μεταγενέστερα, η επίδοση διά καταθέσεως λογίζεται ως διενεργηθείσα την επομένη ημέρα μετά την επιστροφή του, δεδομένου ότι ο παραλήπτης πρέπει να έχει στη διάθεσή του ακέραιες τις προθεσμίες που εξαρτώνται από την επίδοση ή κοινοποίηση. Αυτό αφορά ιδίως τις προθεσμίες για την άσκηση ένδικων μέσων.
Δεν καταβάλλονται τέλη.
Την έκδοση αυτής της σελίδας στην εθνική γλώσσα διαχειρίζεται ο αντίστοιχος αρμόδιος επαφής του ΕΔΔ. Οι μεταφράσεις έχουν γίνει από την αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι τυχόν αλλαγές που επιφέρει η αρμόδια εθνική αρχή στο πρωτότυπο ενδέχεται να μην έχουν περιληφθεί ακόμα στις μεταφράσεις. Η Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο δεν αναλαμβάνουν καμία απολύτως ευθύνη όσον αφορά πληροφορίες ή δεδομένα που περιέχονται ή αναφέρονται στο παρόν έγγραφο. Βλ. την ανακοίνωση νομικού περιεχομένου για τους κανόνες πνευματικής ιδιοκτησίας που ισχύουν στο κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρούσα σελίδα.