Παραπομπή υπόθεσης στο δικαστήριο

Ουγγαρία
Περιεχόμενο που παρέχεται από
European Judicial Network
Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο (για αστικές και εμπορικές υποθέσεις)

1 Είμαι αναγκασμένος να προσφύγω σε δικαστήριο ή υπάρχει άλλη εναλλακτική λύση;

Οι απαιτήσεις για καθυστερούμενες πληρωμές μπορούν να εκτελεστούν και με διαταγή πληρωμής, ενώ ορισμένες απαιτήσεις που καθορίζονται από τον νόμο μπορούν να εκτελεστούν μόνο με διαταγή πληρωμής. Τη διενέργεια αυτών των εξωδικαστικών διαδικασιών αναλαμβάνουν συμβολαιογράφοι αστικού δικαίου. Βλέπε το θέμα Διαδικασίες για τη διαταγή πληρωμής.

Η Ουγγαρία διαθέτει διαδικασίες εναλλακτικής επίλυσης διαφορών. Βλέπε το θέμα Εναλλακτικοί τρόποι επίλυσης διαφορών.

2 Υπάρχει προθεσμία προσφυγής στο δικαστήριο;

Η ύπαρξη προθεσμίας για την άσκηση αγωγής εξαρτάται από την υπόθεση το ίδιο ισχύει και για τη μορφή της προθεσμίας. Για παράδειγμα, στην περίπτωση εμπράγματων αξιώσεων δεν υπάρχει προθεσμία για την άσκηση αγωγής ούτε ισχύει προθεσμία παραγραφής. Αντιθέτως, ενώ δεν υπάρχει προθεσμία για την άσκηση αγωγής αποζημίωσης από εξωσυμβατική ευθύνη, οι εν λόγω αγωγές υπόκεινται στη γενική προθεσμία παραγραφής (5 έτη) την οποία λαμβάνει υπόψη το δικαστήριο κατά τη διαδικασία, εφόσον την επικαλεστεί ο αντίδικος. Όσον αφορά άλλες αξιώσεις, οι προθεσμίες άσκησης αγωγής καθορίζονται από τον νόμο.

Συνιστάται, επομένως, να διευκρινιστεί το ζήτημα των προθεσμιών από δικηγόρο, νομικό σύμβουλο ή από τη Συμβουλευτική Υπηρεσία για τους Πολίτες.

3 Πρέπει να απευθυνθώ σε δικαστήριο του παρόντος κράτους μέλους;

Το ζήτημα της διεθνούς δικαιοδοσίας, δηλαδή ο προσδιορισμός του κράτους μέλους του οποίου τα δικαστήρια είναι αρμόδια να επιληφθούν διαφόρων ειδών υποθέσεων που σχετίζονται καθ’ οιονδήποτε τρόπο με ξένη χώρα, καθορίζεται από τη νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τις σχετικές διεθνείς συμβάσεις και τους κανόνες ιδιωτικού διεθνούς δικαίου της Ουγγαρίας.

Η σχετική νομοθεσία της ΕΕ που είναι γενικά εφαρμοστέα στις εμπορικές και αστικές υποθέσεις περιλαμβάνει τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1215/2012 και τη νέα σύμβαση του Λουγκάνο (που δημοσιεύθηκε με την απόφαση 2009/430/ΕΚ), τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2201/2003 για τις γαμικές διαφορές και τις διαφορές γονικής μέριμνας, και τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 4/2009 για θέματα υποχρεώσεων διατροφής.

Στις περιπτώσεις στις οποίες δεν εφαρμόζονται ούτε η νομοθεσία της ΕΕ ούτε οι διμερείς ή πολυμερείς συμβάσεις στις οποίες η Ουγγαρία είναι συμβαλλόμενο μέρος, η διεθνής δικαιοδοσία προσδιορίζεται με βάση τις διατάξεις του νόμου XXVIII του 2017 για το ιδιωτικό διεθνές δίκαιο.

4 Αν ναι, σε ποιο συγκεκριμένο δικαστήριο του παρόντος κράτους μέλους πρέπει να απευθυνθώ σε συνάρτηση με τον τόπο κατοικίας μου και τον τόπο κατοικίας του αντιδίκου ή με άλλα στοιχεία της υπόθεσής μου;

Βλέπε το θέμα Διεθνής δικαιοδοσία – Ουγγαρία.

5 Σε ποιο συγκεκριμένο δικαστήριο του παρόντος κράτους μέλους πρέπει να απευθυνθώ ενόψει του είδους της υπόθεσής μου και του επίδικου ποσού:

Βλέπε το θέμα Διεθνής δικαιοδοσία – Ουγγαρία.

6 Μπορώ να απευθυνθώ στο δικαστήριο μόνος ή χρειάζεται να χρησιμοποιήσω κάποιον ενδιάμεσο, για παράδειγμα, δικηγόρο;

Οποιοδήποτε πρόσωπο μπορεί να προσφύγει στο δικαστήριο αυτοπροσώπως ή διά πληρεξουσίου, εφόσον:

α) έχει πλήρη δικαιοπρακτική ικανότητα σύμφωνα με τους κανόνες του αστικού δικαίου,

β) είναι ενήλικος που έχει κηρυχθεί εν μέρει δικαιοπρακτικά ανίκανος, ωστόσο ο περιορισμός της ικανότητάς του σύμφωνα με τους κανόνες του αστικού δικαίου δεν αφορά το αντικείμενο και τις διαδικαστικές πράξεις της υπόθεσης, ή

γ) έχει εξουσία, σύμφωνα με τους κανόνες του αστικού δικαίου, να δίνει νόμιμα εντολές σχετικά με το αντικείμενο της υπόθεσης.

Ο νόμιμος εκπρόσωπος προσφεύγει στο δικαστήριο εξ ονόματος του διαδίκου εάν

α) ο διάδικος δεν έχει δικαιοπρακτική ικανότητα για τη συγκεκριμένη υπόθεση (νόμιμος αντιπρόσωπος),

β) έχει οριστεί νόμιμος εκπρόσωπος για τον διάδικο, χωρίς ωστόσο να θίγεται η δικαιοπρακτική ικανότητα του τελευταίου, εκτός εάν ο διάδικος προσφύγει στο δικαστήριο αυτοπροσώπως ή διά πληρεξουσίου, ή

γ) ο διάδικος δεν είναι φυσικό πρόσωπο.

Σύμφωνα με τον νόμο CXXX του 2016 για τον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (ΚΠΔ), η νομική εκπροσώπηση είναι υποχρεωτική στις διαδικασίες ενώπιον δικαστηρίων. Σύμφωνα με τον ΚΠΔ, από τον γενικό κανόνα της υποχρεωτικής νομικής εκπροσώπησης, εξαιρούνται οι υποθέσεις που εκδικάζονται σε πρώτο βαθμό από τα τοπικά δικαστήρια και οι εργατικές προσφυγές που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα των διοικητικών και εργατικών δικαστηρίων σ’ αυτές τις περιπτώσεις, η νομική εκπροσώπηση δεν είναι υποχρεωτική, εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά από τον νόμο.

Ο ΚΠΔ ορίζει επίσης ποιοι μπορούν να εκτελούν χρέη νόμιμου εκπροσώπου. Οι νόμιμοι εκπρόσωποι των διαδίκων είναι κατά κανόνα δικηγόροι και δικηγορικές εταιρείες. Σε περιπτώσεις στις οποίες η νομική εκπροσώπηση είναι υποχρεωτική, πρόσωπο που έχει υποβληθεί με επιτυχία στις εξετάσεις για απόκτηση άδειας άσκησης νομικού επαγγέλματος μπορεί να προσφύγει σε δικαστήριο για δική του υπόθεση χωρίς νομική εκπροσώπηση, εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά από τον νόμο.

Στις περιπτώσεις όπου δεν είναι υποχρεωτική η συμμετοχή νόμιμου εκπροσώπου, η αίτηση με την οποία κινείται η διαδικασία μπορεί να υποβληθεί από εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο (για παράδειγμα δικηγόρο) διορισμένο από τον διάδικο ή τον νόμιμο εκπρόσωπό του. Οι κανόνες σχετικά με το ποιοι μπορούν να εκτελούν χρέη εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου και ποιοι όχι θεσπίζονται από τον ΚΠΔ.

7 Για την κίνηση της διαδικασίας, σε ποιον συγκεκριμένα πρέπει να απευθυνθώ: στην υποδοχή, στη γραμματεία του δικαστηρίου ή σε κάποια άλλη υπηρεσία;

Η αίτηση πρέπει να υποβάλλεται απευθείας στο δικαστήριο που έχει τη δικαιοδοσία και την αρμοδιότητα να εκδικάσει την υπόθεση. Ο ΚΠΔ δίνει τη δυνατότητα στον διάδικο που προσφεύγει χωρίς νομική εκπροσώπηση ενώπιον τοπικού δικαστηρίου ή κινεί διαδικασία εργατικής διαφοράς ενώπιον διοικητικού και εργατικού δικαστηρίου να υποβάλει την αίτηση προφορικά, κατά τις καθορισμένες ώρες λειτουργίας, και να ζητήσει να καταχωριστεί η αίτησή του, με το κατάλληλο έντυπο, στο αρμόδιο δικαστήριο του τόπου διαμονής του, της έδρας του ή του τόπου εργασίας, ή στο δικαστήριο στη δικαιοδοσία του οποίου υπάγεται η υπόθεση.

8 Σε ποια γλώσσα πρέπει να διατυπώσω την αίτησή μου; Μπορώ να την υποβάλω προφορικά ή πρέπει να την υποβάλω οπωσδήποτε εγγράφως; Μπορώ να την υποβάλω με τηλεομοιοτυπία ή με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο;

Η γλώσσα των δικαστικών διαδικασιών είναι η ουγγρική. Εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά στη νομοθεσία, σε δεσμευτική νομική πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή διεθνή σύμβαση, τα δικόγραφα που απευθύνονται στο δικαστήριο πρέπει να υποβάλλονται στην ουγγρική γλώσσα, και η επίδοση ή κοινοποίηση των δικογράφων και των αποφάσεων του δικαστηρίου γίνεται επίσης στην ουγγρική γλώσσα. Κάθε πρόσωπο έχει δικαίωμα να χρησιμοποιεί τη μητρική του γλώσσα στη δικαστική διαδικασία, καθώς και την περιφερειακή ή μειονοτική γλώσσα του, εφόσον αυτό προβλέπεται σε διεθνείς συμβάσεις.

Με την υπογραφή του ευρωπαϊκού χάρτη για τις περιφερειακές ή μειονοτικές γλώσσες, η Ουγγαρία ανέλαβε την υποχρέωση, όσον αφορά την κροατική, τη γερμανική, τη ρουμανική, τη σερβική, τη σλοβακική, τη σλοβενική, τη γλώσσα των Ρομά και των Boyash, να επιτρέπει:

  • σε διάδικο που εμφανίζεται αυτοπροσώπως ενώπιον του δικαστηρίου να χρησιμοποιεί την περιφερειακή ή μειονοτική γλώσσα του χωρίς πρόσθετη οικονομική επιβάρυνση,
  • τα έγγραφα και τα αποδεικτικά στοιχεία να υποβάλλονται σε περιφερειακή ή μειονοτική γλώσσα, με τη βοήθεια διερμηνέων και μεταφραστών, εάν είναι απαραίτητο.

Το δικαστήριο διορίζει ομιλούντα διερμηνέα, διερμηνέα της νοηματικής γλώσσας ή μεταφραστή, εάν αυτό είναι απαραίτητο για την προστασία του δικαιώματος του διαδίκου να χρησιμοποιήσει τη γλώσσα του ή είναι άλλως αναγκαίο βάσει της διάταξης του ΚΠΔ σχετικά με τη χρήση των γλωσσών.

Η αίτηση πρέπει να υποβληθεί γραπτώς στο δικαστήριο ενώπιον του οποίου πρόκειται να κινηθεί η διαδικασία. Στις περιπτώσεις στις οποίες η επικοινωνία με ηλεκτρονικά μέσα είναι υποχρεωτική ή οι διάδικοι έχουν επιλέξει να κάνουν χρήση αυτής της δυνατότητας, η αίτηση πρέπει να υποβάλλεται ηλεκτρονικά, με τον τρόπο που καθορίζεται στον νόμο. Εάν η επικοινωνία γίνεται με τη χρήση έντυπων εγγράφων, η αίτηση πρέπει να υποβάλλεται ταχυδρομικώς ή αυτοπροσώπως (κατά τις εργάσιμες ώρες της γραμματείας ή οποτεδήποτε κατά τη διάρκεια του ωραρίου εργασίας, με τοποθέτησή της στην ειδική θυρίδα που βρίσκεται στην είσοδο του δικαστηρίου), ωστόσο ο διάδικος που προσφεύγει χωρίς νομική εκπροσώπηση ενώπιον τοπικού δικαστηρίου ή κινεί διαδικασία εργατικής διαφοράς ενώπιον διοικητικού και εργατικού δικαστηρίου μπορεί να υποβάλει την αίτηση προφορικά κατά τις καθορισμένες ώρες λειτουργίας και να ζητήσει την καταχώρισή της με το τυποποιημένο έντυπο στο αρμόδιο δικαστήριο του τόπου διαμονής του, της έδρας του, του τόπου εργασίας ή στο δικαστήριο στη δικαιοδοσία του οποίου υπάγεται η υπόθεση.

Οι αιτήσεις δεν μπορούν να υποβάλλονται μέσω τηλεομοιοτυπίας (φαξ).

Για πληροφορίες σχετικά με τη δυνατότητα ηλεκτρονικής υποβολής, βλέπε το θέμα Αυτόματη διαδικασία.

9 Υπάρχουν ειδικά έντυπα για την άσκηση αγωγής; Αν όχι, πώς κινείται η διαδικασία; Ο φάκελος της αγωγής πρέπει να περιλαμβάνει υποχρεωτικά ορισμένα στοιχεία;

Η αγωγή ασκείται μέσω της υποβολής αίτησης, δηλαδή δικογράφου στο οποίο διατυπώνεται η αξίωση. Οι απαιτήσεις που αφορούν τα στοιχεία της αίτησης και τα έγγραφα που πρέπει να επισυνάπτονται σ’ αυτήν καθορίζονται λεπτομερώς στον ΚΠΔ.

Ο διάδικος που προσφεύγει χωρίς νομική εκπροσώπηση ενώπιον τοπικού δικαστηρίου ή που κινεί διαδικασία εργατικής διαφοράς ενώπιον διοικητικού και εργατικού δικαστηρίου πρέπει να υποβάλει την αίτησή του σε έντυπο που έχει προβλεφθεί ειδικά για τον σκοπό αυτόν. Αυτό συνιστά σημαντική βοήθεια για τον διάδικο που προσφεύγει στο δικαστήριο χωρίς νομική εκπροσώπηση, καθώς τα υποχρεωτικά στοιχεία που πρέπει να περιλαμβάνονται στην αίτηση αναγράφονται στο έντυπο, στο οποίο επίσης αναφέρονται και τα παραρτήματα που πρέπει να επισυναφθούν. Τα έντυπα διατίθενται στον κεντρικό δικτυακό τόπο των δικαστηρίων.

Σε περίπτωση που η επικοινωνία γίνεται με τη χρήση έντυπων εγγράφων, η αγωγή και τα παραρτήματά της πρέπει να υποβάλλονται σε αριθμό αντιτύπων που υπερβαίνει κατά ένα τον αριθμό των διαδίκων που εμπλέκονται στη διαδικασία. Εάν περισσότεροι διάδικοι εκπροσωπούνται από κοινό αντιπρόσωπο (πληρεξούσιο), λαμβάνουν από κοινού ένα μοναδικό αντίτυπο.

Για πληροφορίες σχετικά με την ηλεκτρονική υποβολή αιτήσεων, βλέπε το θέμα Αυτόματη διαδικασία.

10 Χρειάζεται να καταβληθούν τέλη στο δικαστήριο; Αν ναι, πότε; Η αμοιβή του δικηγόρου προκαταβάλλεται;

Η καταβολή δικαστικών εξόδων είναι υποχρεωτική στις αστικές διαδικασίες. Το πληρωτέο ποσό δικαστικών εξόδων στην εκάστοτε διαδικασία καθορίζεται από τον νόμο XCIII του 1990 περί τελών. Ο διάδικος που κινεί τη διαδικασία οφείλει να καταβάλει τα έξοδα κατά την υποβολή της αίτησης, εκτός εάν η απόφαση για την καταβολή των δικαστικών εξόδων πρόκειται να ληφθεί μεταγενέστερα. Στη δεύτερη περίπτωση, τα έξοδα βαρύνουν το πρόσωπο που καταδικάζεται στην καταβολή τους από το δικαστήριο.

Το δικαστήριο ενώπιον του οποίου έχει κινηθεί αστική διαδικασία, απορρίπτει την αίτηση χωρίς να εκδώσει εντολή για περαιτέρω πληροφορίες εάν ο αιτών δεν έχει καταβάλει το ποσό των δικαστικών εξόδων που αναλογεί στο ποσό της αξίωσης το οποίο αναγράφεται στην αίτηση ή το κατ’ αποκοπήν τέλος που καθορίζεται στον νόμο και εφόσον δεν έχει υποβάλει αίτημα για νομική συνδρομή ή δεν έχει κάνει μνεία σε κάποιας μορφής νομική συνδρομή που προβλέπεται στη νομοθεσία.

Ο διάδικος μπορεί να τύχει νομικής συνδρομής προκειμένου να του δοθεί η δυνατότητα να ασκήσει τα δικαιώματά του κατά τη διάρκεια της δίκης.

Εάν δεν προβλέπεται διαφορετικά από τον νόμο, ο διάδικος δικαιούται προσωπική νομική συνδρομή («személyes költségmentesség») και προσωπική απαλλαγή από την προκαταβολή των εξόδων («személyes költségfeljegyzési jog»), κατόπιν αιτήματος και βάσει του εισοδήματος και της οικονομικής του κατάστασης, ενώ η προσωπική απαλλαγή από τα δικαστικά έξοδα («személyes illetékmentesség») με βάση την προσωπική του κατάσταση χορηγείται αυτεπαγγέλτως. Νομική συνδρομή για συγκεκριμένη υπόθεση («tárgyi költségkedvezmény») χορηγείται στον διάδικο λόγω του αντικειμένου της υπόθεσης, ενώ μείωση των εξόδων («mérsékelt illeték») χορηγείται αυτεπαγγέλτως εάν λάβουν χώρα συγκεκριμένες ενέργειες κατά την εκδίκαση της υπόθεσης.

Απαλλαγή από τα δικαστικά έξοδα σημαίνει ότι το πρόσωπο που βαρύνεται μ’ αυτά απαλλάσσεται από την καταβολή τους ή ότι η απαλλαγή χορηγείται αναφορικά με το αντικείμενο των εξόδων. Σε περίπτωση χορήγησης απαλλαγής από τα δικαστικά έξοδα, ο διάδικος απαλλάσσεται από την προκαταβολή των εξόδων και, εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά από τον νόμο, από την καταβολή τυχόν μη καταβεβλημένων εξόδων. Η απαλλαγή από τα δικαστικά έξοδα δεν απαλλάσσει τον διάδικο από την καταβολή εξόδων που δεν καταβλήθηκαν στο πλαίσιο διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης. Ο νόμος περί τελών ορίζει ποια νομικά πρόσωπα μπορούν να τύχουν προσωπικής απαλλαγής από τα δικαστικά έξοδα. Σ’ αυτά περιλαμβάνονται το ουγγρικό Δημόσιο, οι δήμοι, οι δημοσιονομικές υπηρεσίες και οι εκκλησίες.

Εάν η απαλλαγή χορηγείται λόγω του αντικειμένου της υπόθεσης, αμφότεροι οι διάδικοι απαλλάσσονται από την καταβολή δικαστικών εξόδων ανεξαρτήτως του εισοδήματος ή της οικονομικής τους κατάστασης. Απαλλαγή λόγω του αντικειμένου της υπόθεσης χορηγείται, για παράδειγμα, σε εφέσεις κατά αποφάσεων που αποφαίνονται επί νομικής συνδρομής, σε ανταγωγές που ασκούνται σε υποθέσεις διαζυγίου και σε αιτήματα για διορθώσεις, τροποποιήσεις ή συμπληρώσεις αποφάσεων.

Απαλλαγή από την προκαταβολή δικαστικών εξόδων λόγω του αντικειμένου της υπόθεσης χορηγείται στους διαδίκους ανεξαρτήτως του εισοδήματος ή της οικονομικής τους κατάστασης («tárgyi illetékfeljegyzési jog»), για παράδειγμα σε διαδικασίες που αφορούν την προστασία προσώπων δυνάμει του αστικού δικαίου ή αξιώσεις αποζημίωσης για ζημίες που έχουν προκληθεί κατά την άσκηση δημόσιας εξουσίας. Οποιοδήποτε πρόσωπο στο οποίο χορηγείται η εν λόγω απαλλαγή από την προκαταβολή των δικαστικών εξόδων λόγω του αντικειμένου της υπόθεσης απαλλάσσεται από την προκαταβολή των δικαστικών εξόδων. Σ’ αυτήν την περίπτωση, τα δικαστικά έξοδα καταβάλλονται κατά το πέρας της διαδικασίας από τον διάδικο που διατάσσεται από το δικαστήριο στην καταβολή τους.

Ο διάδικος υπέρ του οποίου προκρίνεται μείωση των εξόδων απαλλάσσεται από την καταβολή μέρους των δικαστικών εξόδων. Η μείωση των εξόδων αποτελεί μορφή νομικής συνδρομής που παρουσιάζει σημαντικές διαφορές από τις λοιπές μορφές νομικής συνδρομής από την άποψη ότι χορηγείται σε περίπτωση που λάβουν χώρα συγκεκριμένες ενέργειες κατά τη διάρκεια της διαδικασίας, χωρίς να απαιτείται η υποβολή σχετικής αίτησης, και η χορήγησή της δεν βασίζεται στην προσωπική κατάσταση του διαδίκου ούτε στο αντικείμενο της υπόθεσης.

Το ευεργέτημα της μη προκαταβολής δικαστικών εξόδων συνιστά τόσο νομική συνδρομή όσο και απαλλαγή από την προκαταβολή των δικαστικών εξόδων. Νομική συνδρομή μπορεί να χορηγηθεί και σε συγκεκριμένα πρόσωπα ή λόγω του αντικειμένου της υπόθεσης. Το είδος των υποθέσεων στο πλαίσιο των οποίων μπορεί να χορηγηθεί νομική συνδρομή λόγω του αντικειμένου της υπόθεσης και τα κριτήρια για τη χορήγηση προσωπικής νομικής συνδρομής καθορίζονται στη νομοθεσία. Παράδειγμα υπόθεσης στην οποία είναι δυνατή η χορήγηση απαλλαγής από την καταβολή εξόδων λόγω του αντικειμένου της υπόθεσης είναι η διαδικασία που αφορά τον διορισμό επιτρόπου.

Απαλλαγή από την προκαταβολή εξόδων μπορεί επίσης να χορηγηθεί σε πρόσωπα ή λόγω του αντικειμένου της υπόθεσης. Για παράδειγμα, απαλλαγή από την προκαταβολή των δικαστικών εξόδων για συγκεκριμένη υπόθεση χορηγείται στους διαδίκους στο πλαίσιο της διαδικασίας για τη δικαστική αναγνώριση της πατρότητας ή της διαδικασίας που αφορά ζητήματα γονικής μέριμνας.

Σύμφωνα με τον νόμο για τις δραστηριότητες των δικηγόρων, ο διορισμός δικηγόρου για την άσκηση των δραστηριοτήτων που ανατίθενται σε δικηγόρο είναι ελεύθερα διαπραγματεύσιμος, εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά από τον ανωτέρω νόμο ή τον Αστικό Κώδικα ως εκ τούτου, οι διάδικοι μπορούν να διαπραγματευτούν ελεύθερα τις αμοιβές των δικηγόρων, εντός των ορίων που καθορίζονται από τον νόμο για τις δραστηριότητες των δικηγόρων. Στη νομική συνδρομή συμπεριλαμβάνεται η απαλλαγή από την καταβολή δικηγορικών αμοιβών ή από την προκαταβολή αυτών. Η άδεια εκπροσώπησης από δικηγόρο χορηγείται από την υπηρεσία νομικής συνδρομής.

11 Μπορώ να τύχω νομικής συνδρομής;

Ο διάδικος μπορεί να τύχει προσωπικής νομικής συνδρομής ή νομικής συνδρομής για τη συγκεκριμένη υπόθεση προκειμένου να του δοθεί η δυνατότητα να ασκήσει τα δικαιώματά του κατά τη διάρκεια της δίκης. Ένα φυσικό πρόσωπο δικαιούται προσωπική νομική συνδρομή κατόπιν αιτήματος βάσει του εισοδήματός του και της οικονομικής του κατάστασης, ενώ έχει δικαίωμα και σε νομική συνδρομή για συγκεκριμένη υπόθεση, η οποία χορηγείται αυτεπαγγέλτως λόγω του αντικειμένου της διαδικασίας. Σε περίπτωση χορήγησης νομικής συνδρομής, ο διάδικος απαλλάσσεται από την προκαταβολή δικαστικών εξόδων και τυχόν εξόδων που προκύπτουν κατά τη διάρκεια της διαδικασίας, από την καταβολή τυχόν ανεξόφλητων δικαστικών εξόδων, εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά από τον νόμο, καθώς και από την καταβολή εξόδων που έχουν προκαταβληθεί από το Δημόσιο, και από την καταβολή εγγύησης για τα έξοδα της διαδικασίας.

Τα κριτήρια που σχετίζονται με το εισόδημα και την οικονομική κατάσταση και τα οποία πρέπει να πληροί ο διάδικος προκειμένου να τύχει νομικής συνδρομής, καθώς και οι υποθέσεις στις οποίες είναι δυνατή η χορήγηση νομικής συνδρομής λόγω του αντικειμένου της υπόθεσης, καθορίζονται από τον νόμο.

Οι πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και οι πολίτες τρίτων χωρών που διαμένουν νόμιμα στην επικράτεια κράτους μέλους μπορούν να τύχουν νομικής συνδρομής και προσωπικής απαλλαγής από την προκαταβολή των εξόδων υπό τους όρους που ισχύουν για τους Ούγγρους πολίτες, ενώ οι αλλοδαποί υπήκοοι μπορούν να τύχουν της ανωτέρω συνδρομής ή απαλλαγής βάσει διεθνών συνθηκών.

Η νομική συνδρομή καλύπτει τα έξοδα ταξιδίου προς τον τόπο της ακροαματικής διαδικασίας τα οποία καλούνται να καταβάλουν πολίτες της ΕΕ και πολίτες τρίτων χωρών που διαμένουν νόμιμα στην επικράτεια κράτους μέλους, εφόσον η αυτοπρόσωπη παρουσία του διαδίκου στην ακροαματική διαδικασία είναι υποχρεωτική βάσει νόμου.

Εάν η νομοθεσία αλλοδαπού κράτους προβλέπει ευεργέτημα υψηλότερου επιπέδου για τον Ούγγρο διάδικο ενώπιον αλλοδαπού δικαστηρίου απ’ ό,τι η απαλλαγή προκαταβολής των εξόδων που χορηγείται για τη συγκεκριμένη υπόθεση, πρέπει να εφαρμοστούν οι ευνοϊκότερες αυτές ρυθμίσεις κατά τη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας υπέρ αλλοδαπού διαδίκου που συμμετέχει σε δικαστική διαφορά ενώπιον ουγγρικού δικαστηρίου.

Συμβουλευθείτε επίσης το θέμα Νομική συνδρομή.

12 Από ποιο χρονικό σημείο και εξής η αγωγή μου θεωρείται επισήμως ασκηθείσα; Θα μου δώσουν οι αρχές πληροφορίες για το κατά πόσον η αγωγή μου έχει ασκηθεί εγκύρως;

Κατά γενικό κανόνα, η αγωγή θεωρείται ότι έχει ασκηθεί επισήμως όταν η σχετική αίτηση παραληφθεί από το δικαστήριο και αρχειοθετηθεί από τη γραμματεία του. Εάν η επικοινωνία γίνεται με ηλεκτρονικά μέσα, κατά γενικό κανόνα, το δικόγραφο πρέπει να θεωρείται ότι έχει κατατεθεί κατά τον χρόνο αποστολής απόδειξης παραλαβής από το σύστημα ΤΠ.

Το ζήτημα του χρόνου κατά τον οποίο θεωρείται επισήμως ασκηθείσα η αγωγή είναι ιδιαίτερης σημασίας στις υποθέσεις όπου προβλέπεται νόμιμη προθεσμία για την άσκηση αγωγής. Αυτές οι προθεσμίες διαφέρουν όσον αφορά τόσο τη διάρκεια όσο και τους όρους σύμφωνα με τους οποίους οι αγωγές θεωρείται ότι έχουν κατατεθεί εμπρόθεσμα.

Όσον αφορά τις δικονομικές προθεσμίες, ο ΚΠΔ αναφέρει ότι οι συνέπειες της μη τήρησης μιας προθεσμίας δεν ισχύουν αν ένα δικόγραφο σταλεί στο δικαστήριο με συστημένη επιστολή το αργότερο την τελευταία ημέρα της προθεσμίας. Σε περίπτωση που η επικοινωνία γίνεται με ηλεκτρονικά μέσα κατά τη διάρκεια της διαδικασίας, οι συνέπειες μη τήρησης μιας προθεσμίας –που προσδιορίζεται σε ημέρες, εργάσιμες ημέρες, μήνες ή έτη– δεν ισχύουν εάν το δικόγραφο σταλεί στο δικαστήριο ηλεκτρονικά σύμφωνα με τις απαιτήσεις του συστήματος ΤΠ το αργότερο την τελευταία ημέρα της προθεσμίας. Ωστόσο, εκτός εάν ο νόμος προβλέπει διαφορετικά, αυτός ο κανόνας δεν ισχύει για τον υπολογισμό της νόμιμης προθεσμίας κατάθεσης αγωγής. Η αίτηση αγωγής θεωρείται ότι έχει κατατεθεί εμπρόθεσμα εάν περιέλθει στο δικαστήριο το αργότερο την τελευταία ημέρα της προθεσμίας που ορίζεται για την κατάθεση αγωγής.

Οι αγωγές που κατατίθενται μετά την παρέλευση της προθεσμίας απορρίπτονται από το δικαστήριο. Το δικαστήριο επιδίδει στον ενάγοντα την απόφαση με την οποία απορρίφθηκε η αγωγή και αποστέλλει στον εναγόμενο κοινοποίηση σχετικά με το μέτρο που ελήφθη. Η απόφαση υπόκειται σε ειδικό ένδικο μέσο που ασκείται από τον ενάγοντα.

Συνιστάται, επομένως, να απευθυνθείτε σε νομικό σύμβουλο, δικηγόρο ή στη Συμβουλευτική Υπηρεσία για τους Πολίτες προκειμένου να διευκρινίσετε πότε μια αγωγή θεωρείται ότι έχει επισήμως ασκηθεί εμπρόθεσμα.

Εάν ο διάδικος που προσφεύγει χωρίς νομική εκπροσώπηση σε υπόθεση που εκδικάζεται ενώπιον τοπικού δικαστηρίου ή κινεί διαδικασία εργατικής διαφοράς ενώπιον διοικητικού και εργατικού δικαστηρίου έχει τη δυνατότητα να υποβάλει την αίτησή του προφορικά κατά τις καθορισμένες ώρες λειτουργίας στο αρμόδιο δικαστήριο του τόπου διαμονής του, της έδρας του ή του τόπου εργασίας, ή στο δικαστήριο στη δικαιοδοσία του οποίου υπάγεται η υπόθεση, τότε, ο εκπρόσωπος του δικαστηρίου παρέχει στον διάδικο την κατάλληλη καθοδήγηση και τον καλεί να αποκαταστήσει τυχόν ελλείψεις χωρίς καθυστέρηση. Σε διαφορετική περίπτωση, το δικαστήριο δεν ενημερώνει τους διαδίκους απλώς και μόνο για το γεγονός της έναρξης της διαδικασίας. Αφού παραλάβει την αίτηση αγωγής, το δικαστήριο εξετάζει αν αυτή περιέχει όλα τα απαιτούμενα από τον νόμο στοιχεία.

Εάν η αίτηση είναι κατάλληλη για την κίνηση της διαδικασίας, το δικαστήριο επιδίδει την αγωγή στον εναγόμενο και ταυτόχρονα τον καλεί να ασκήσει την ανταγωγή του εντός σαράντα πέντε ημερών από την παραλαβή της αγωγής. Ο εναγόμενος παρίσταται με την κατάθεση της ανταγωγής.

Το δικαστήριο επεξεργάζεται την έναρξη της διαδικασίας μετά την άσκηση ανταγωγής που κατατέθηκε γραπτώς κατά του ενάγοντος με τον τρόπο που καθορίζεται στον ΚΠΔ, ανάλογα με τις περιστάσεις της υπόθεσης, και στη συνέχεια περατώνει το στάδιο της έναρξης της διαδικασίας και ορίζει τη δικάσιμο για την επί της ουσίας συζήτηση της υπόθεσης.

Για πληροφορίες σχετικά με τη δυνατότητα ηλεκτρονικής κατάθεσης της αγωγής και τη σχετική βεβαίωση παραλαβής, βλέπε και το θέμα Αυτόματη διαδικασία.

13 Θα λάβω λεπτομερείς πληροφορίες για το χρονοδιάγραμμα των γεγονότων που θα ακολουθήσουν την προσφυγή στο δικαστήριο (π.χ. όσον αφορά το πότε θα πρέπει να εμφανιστώ στο δικαστήριο);

Μετά την κατάθεση της αγωγής, το δικαστήριο προβαίνει στις ενέργειες που περιγράφονται στην απάντηση του ερωτήματος 12. Ανάλογα με τις περιστάσεις την υπόθεσης, ο διάδικος μπορεί να λάβει περισσότερες πληροφορίες σε περίπτωση που έχει διαταχθεί η υποβολή περαιτέρω γραπτών παρατηρήσεων, ή κατά την προπαρασκευαστική ακροαματική διαδικασία της δίκης και κατά την επί της ουσίας συζήτηση της υπόθεσης, με βάση τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της διαδικασίας.

Τελευταία επικαιροποίηση: 15/01/2024

Την έκδοση αυτής της σελίδας στην εθνική γλώσσα διαχειρίζεται ο αντίστοιχος αρμόδιος επαφής του ΕΔΔ. Οι μεταφράσεις έχουν γίνει από την αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι τυχόν αλλαγές που επιφέρει η αρμόδια εθνική αρχή στο πρωτότυπο ενδέχεται να μην έχουν περιληφθεί ακόμα στις μεταφράσεις. Η Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο δεν αναλαμβάνουν καμία απολύτως ευθύνη όσον αφορά πληροφορίες ή δεδομένα που περιέχονται ή αναφέρονται στο παρόν έγγραφο. Βλ. την ανακοίνωση νομικού περιεχομένου για τους κανόνες πνευματικής ιδιοκτησίας που ισχύουν στο κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρούσα σελίδα.