In the European Union, the protection of fundamental rights is guaranteed both at national level by Member States' constitutional systems and at EU level by the Charter of Fundamental Rights of the European Union.
The European Court of Human Rights in Strasbourg, which is not an EU institution but an organ of the Council of Europe, provides an additional layer of protection in case of alleged violations of the rights set out in the European Convention on Human Rights.
The EU Charter of Fundamental Rights sets out a series of individual rights and freedoms. It entrenches the rights developed in the case law of the Court of Justice of the EU, found in the European Convention on Human Rights, as well as other rights and principles resulting from the constitutional traditions of EU Member States and other international instruments.
Drawn up by government representatives and parliamentarians from all EU countries, the Charter sets out fundamental rights – such as freedom of expression or religion, as well as economic and social rights – reflecting Europe's common values and constitutional heritage. The Charter also contains newer, so-called "third generation" rights, such as the right to data protection and the right to good administration.
If you consider that your fundamental rights have been violated, you have the possibility to seek help from various institutions or authorities in the Member States, or, under certain conditions, at EU level.
This section provides information on the institutions to contact in cases of violation of fundamental rights. Please select the relevant country's flag to obtain detailed national information.
The Charter of Fundamental Rights of the European Union applies to Member States only when they are implementing EU law. The public authorities of the Member States – legislative, executive and judicial – are only bound to comply with the Charter when implementing EU law, notably when they are applying EU regulations or decisions or implementing EU directives. Judges in the Member States, under the guidance of the Court of Justice, have the power to ensure that the Charter is respected by the Member States only when they are implementing EU law.
If a situation does not relate to EU law, it is up to national authorities, including the courts, to enforce fundamental rights. Where the Charter does not apply, fundamental rights continue to be guaranteed at national level according to the national constitutional systems. Member States have extensive national rules on fundamental rights, the respect of which is guaranteed by national courts.
All Member States have made commitments under the European Convention of Human Rights, independently of their obligations under EU law. Therefore, as a last resort, and after exhausting all remedies available at national level, individuals may bring an action at the European Court of Human Rights in Strasbourg for violation by a Member State of a fundamental right guaranteed by the European Convention on Human Rights.
The European Court of Human Rights has designed an admissibility checklist in order to help potential applicants work out for themselves whether there may be obstacles to their complaints being examined by the Court.
The EU Charter of Fundamental Rights applies to all actions by EU institutions. The role of the Commission is to ensure that its legislative proposals respect the Charter. All EU institutions (and notably the European Parliament and the Council) are responsible for respecting the Charter throughout the legislative process.
The Charter applies to Member States only when they are implementing EU law. If an individual considers that a national authority has violated the Charter when implementing EU law, he can complain to the Commission, which has the power to start infringement proceedings against the Member State.
The Commission is not a judicial body or a court of appeal against the decisions of national or international courts. Nor does it, as a matter of principle, examine the merits of an individual case, except if this is relevant to carry out its task of ensuring that the Member States apply EU law correctly. In particular, if it detects a wider problem, the Commission can contact the national authorities to have it fixed, and ultimately it can take a Member State to the Court of Justice. The objective of these proceedings is to ensure that the national law in question - or a practice by national administrations or courts - is aligned with the requirements of EU law.
The Court of Justice in Luxembourg is an institution of the European Union. It is the final authority in relation to the Treaties, the Charter and EU law. It makes sure that they are interpreted and applied in the same way across the Union, and that EU institutions and the Member States do what EU law requires of them.
When individuals or businesses consider that an act of the EU institutions directly affecting them violates their fundamental rights, they can bring their case before the Court of Justice, which subject to certain conditions has the power to annul such act. However, an individual cannot bring an action against another person (natural or legal) or against a Member State before the Court of Justice.
The entry into force of the Lisbon Treaty requires the European Union to accede to the European Convention on Human Rights. When this process is completed, individuals who consider their human rights have been violated by the EU, after exhausting all remedies available at national level, will also be able to bring their case in front of the European Court of Human Rights. This will introduce an additional judicial control in terms of protecting fundamental rights in the EU.
This page is maintained by the European Commission. The information on this page does not necessarily reflect the official position of the European Commission. The Commission accepts no responsibility or liability whatsoever with regard to any information or data contained or referred to in this document. Please refer to the legal notice with regard to copyright rules for European pages.
Θεσμοθετημένες υπηρεσίες διαμεσολάβησης/συνήγοροι του πολίτη
Εξειδικευμένοι φορείς ανθρωπίνων δικαιωμάτων
Τα βελγικά δικαστήρια επιλαμβάνονται κάθε υπόθεσης που σχετίζεται με την άσκηση ή την απόλαυση δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένων των θεμελιωδών δικαιωμάτων. Κατά περίπτωση, στα δικαστήρια μπορούν να προσφύγουν ιδιώτες ή δημόσιες αρχές.
Το ποιο δικαστήριο είναι αρμόδιο εξαρτάται από τη φύση και τη σοβαρότητα του αδικήματος ή από την ιδιότητα των διαδίκων (έμπορος, δημοσιογράφος,...).
Το συνταγματικό δικαστήριο (cour constitutionnelle) είναι το δικαστήριο που ελέγχει αν οι νόμοι, τα διατάγματα και οι διατάξεις είναι συμβατά με τις κατωτέρω διατάξεις του Συντάγματος:
Η οργάνωση των δικαστηρίων και η αρμοδιότητά τους εξετάζεται στις σελίδες της παρούσας δικτυακής πύλης που αφορούν:
Σύνδεσμοι
Οι θεσμοθετημένες υπηρεσίες διαμεσολάβησης, που αποκαλούνται και Συνήγοροι του Πολίτη, είναι ανεξάρτητα όργανα ελέγχου που θεσπίζονται από τα κοινοβούλια (ομοσπονδιακά ή περιφερειακά) για να εξετάζουν τις καταγγελίες των πολιτών σε σχέση με πράξεις ή με τη λειτουργία των διοικητικών αρχών. Στο πλαίσιο αυτής της γενικής αρμοδιότητας, μπορούν να λαμβάνουν καταγγελίες που αφορούν άμεσα ή έμμεσα τα δικαιώματα του ανθρώπου. Οι διαμεσολαβητές ελέγχουν αν οι ενέργειες της διοίκησης είναι σύμφωνες με τις πράξεις που αφορούν την προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου και τους κανόνες χρηστής διοικητικής συμπεριφοράς.
Πρέπει να γίνει διάκριση ανάμεσα σε αυτές τις υπηρεσίες διαμεσολάβησης και στην ιδιωτική διαμεσολάβηση στο πλαίσιο μια αστικής ή ποινικής δικαστικής διαδικασίας.
Στους διαμεσολαβητές/Συνηγόρους του Πολίτη μπορεί να απευθυνθεί κάθε πρόσωπο που επιθυμεί να υποβάλει καταγγελία σε βάρος μιας διοικητικής αρχής. Οι υπηρεσίες τους παρέχονται χωρίς αμοιβή. Διαθέτουν ευρείες εξουσίες διεξαγωγής ερευνών.
Οι διαμεσολαβητές/Συνήγοροι του Πολίτη προσπαθούν να επιλύσουν το πρόβλημα που αποτελεί αντικείμενο της καταγγελίας σε συνεργασία με τη διοίκηση και απευθύνουν συστάσεις στην αρμόδια αρχή, ώστε να αποκαταστήσει τις διαπιστωθείσες δυσλειτουργίες. Η έκθεση πεπραγμένων τους δημοσιεύεται.
Ανάλογα με την εμπλεκόμενη διοικητική αρχή, αρμόδιοι είναι διαφορετικοί διαμεσολαβητές/Συνήγοροι του Πολίτη.
Σε ομοσπονδιακό επίπεδο, οι πολίτες μπορούν να απευθύνονται στονΟμοσπονδιακό Διαμεσολαβητή.
Στο επίπεδο των Περιφερειών και των Κοινοτήτων, οι πολίτες μπορούν να απευθύνονται στις ακόλουθες υπηρεσίες:
Επίσης, υπάρχουν ειδικευμένοι Συνήγοροι του Πολίτη για τα παιδιά:
Το Κέντρο για την ισότητα των ευκαιριών και την καταπολέμηση του ρατσισμού έχει ως αποστολή κυρίως την προώθηση της ισότητας των ευκαιριών και την καταπολέμηση κάθε μορφής διάκρισης, αποκλεισμού, περιορισμού ή προτίμησης που βασίζεται στην εθνικότητα, την εικαζόμενη φυλή, το χρώμα του δέρματος, την καταγωγή, την εθνική ή εθνοτική προέλευση, τον σεξουαλικό προσανατολισμό, την οικογενειακή κατάσταση, τη γέννηση, την περιουσιακή κατάσταση, την ηλικία, τις θρησκευτικές ή φιλοσοφικές πεποιθήσεις, την τρέχουσα ή μελλοντική κατάσταση της υγείας, την αναπηρία, τα πολιτικά φρονήματα, τα σωματικά ή γενετικά χαρακτηριστικά ή την κοινωνική προέλευση.
Στο Κέντρο αυτό μπορεί να απευθύνεται:
Η υπηρεσία πρωτοβάθμιας εξέτασης του Κέντρου δίνει μια πρώτη απάντηση και, εάν είναι απαραίτητο, συλλέγει πρόσθετες πληροφορίες για τον περαιτέρω χειρισμό της υπόθεσης.
Εάν απαιτείται διεξοδικότερη ανάλυση ή έρευνα ή εάν πρέπει να πραγματοποιηθούν επαφές με τρίτους για την εξέταση μιας αίτησης, ο φάκελος προωθείται σε κάποιον ειδικό της υπηρεσίας δευτεροβάθμιας εξέτασης του Κέντρου.
Εάν μετά από αυτήν την ανάλυση κριθεί ότι το Κέντρο είναι αναρμόδιο να ασχοληθεί με την υπόθεση, ενημερώνει σχετικά τον πολίτη και τον κατευθύνει, εφόσον αυτό είναι εφικτό, σε άλλη υπηρεσία ή άλλο πρόσωπο που θα μπορούσε να χειριστεί την αίτηση (σε δημόσια αρχή, ιδιωτική ή δημόσια υπηρεσία για την παροχή βοήθειας σε πρωτοβάθμιο ή δευτεροβάθμιο επίπεδο, στην αστυνομία, σε δικηγόρο).
Οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να απευθύνονται απευθείας στο Κέντρο. Ο διαδικτυακός τόπος του Κέντρου παρέχει επίσηςπολλές διευθύνσεις ενώσεων ή οργανισμών που ασχολούνται ειδικά με το θέμα ή λειτουργούν σε τοπικό επίπεδο- με τους οποίους το Κέντρο έχει συνάψει πρωτόκολλο συνεργασίας και στους οποίους μπορεί επίσης να απευθύνονται οι ενδιαφερόμενοι για θέματα διακρίσεων.
Σύνδεσμος
Centre pour légalité des chances et la lutte contre le racisme
Το Ίδρυμα για την ισότητα των γυναικών και των ανδρών (IEFH) είναι ένας ανεξάρτητος δημόσιος οργανισμός υπεύθυνος για την προώθηση της ισότητας μεταξύ γυναικών και ανδρών και την καταπολέμηση των διακρίσεων λόγω φύλου.
Το Ίδρυμα μπορεί να παρέχει νομική συνδρομή και να παρεμβαίνει σε δικαστικές διαφορές που αφορούν διακρίσεις μεταξύ ανδρών και γυναικών και τις διακρίσεις σε βάρος διεμφυλικών προσώπων.
Η επικοινωνία με το ίδρυμα μπορεί να πραγματοποιείται μέσω ηλεκτρονικού εντύπου ή στην ακόλουθη διεύθυνση:
Σύνδεσμος
Ίδρυμα για την ισότητα των γυναικών και των ανδρών
Η επιτροπή προστασίας της ιδιωτικής ζωής (CPVP) είναι μια ανεξάρτητη επιτροπή που συστάθηκε στη Βουλή των Αντιπροσώπων. Δημιουργήθηκε μετά την έγκριση του νόμου περί «ιδιωτικής ζωής» της 08/12/1992. Επομένως, δεν εμπίπτει στην αρμοδιότητα του Υπουργού Δικαιοσύνης.
Η CPVP είναι ανεξάρτητο εποπτικό όργανο υπεύθυνο για τη διασφάλιση της προστασίας της ιδιωτικής ζωής κατά την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.
Τα διάφορα καθήκοντα της CPVP κατανέμονται σε πέντε κύριους τομείς δραστηριότητας: παροχή συνδρομή, παροχή πληροφόρηση, χειρισμός καταγγελιών, παροχή γνωμοδοτήσεων και συστάσεων και, τέλος, πολιτική τήρησης της νομοθεσίας.
- Παροχή συνδρομή: Αυτός ο τομέας δραστηριότητας συνδέεται στενά με την παροχή πληροφόρησης. Στο πλαίσιο της παροχής συνδρομής, η CPVP απευθύνεται σε όλους: στις αρχές, στον ιδιωτικό τομέα, στον πολίτη, στον υπεύθυνο επεξεργασίας (είτε είναι φυσικό είτε νομικό πρόσωπο).
Σε αυτόν τον τομέα, τα καθήκοντα της CPVP περιλαμβάνουν: τη γνωστοποίηση των πληροφοριών που ζητούνται από οποιοδήποτε πρόσωπο, είτε το πρόσωπο αυτό είναι υποκείμενο των δεδομένων είτε είναι υπεύθυνος επεξεργασίας, την άσκηση του δικαιώματος πρόσβασης και διόρθωσης, την επεξεργασία των δηλώσεων, την ενημέρωση του δημόσιου μητρώου, την παροχή πληροφοριών στο πλαίσιο του χειρισμού καταγγελιών, την γνωστοποίηση των πληροφοριών που ζητήθηκαν από ιδιώτες ή από υπεύθυνους επεξεργασίας, την κατάρτιση ετήσιας έκθεσης προς το Κοινοβούλιο.
Ανταποκρινόμενη στα αιτήματα προηγούμενης άτυπης διαβούλευσης που επιτρέπει να λαμβάνονται υπόψη απαιτήσεις του νόμου περί ιδιωτικής ζωής κατά τη φάση ανάπτυξης των έργων, η CPVP παρέχει βοήθεια τόσο στις δημόσιες αρχές όσο και στους υπεύθυνους επεξεργασίας. Η CPVP βοηθά επίσης τα πρόσωπα των οποίων τα δεδομένα αποτελούν αντικείμενο επεξεργασίας να ασκήσουν τα δικαιώματά τους, παρέχοντάς τους ενημέρωση για τα δικαιώματα αυτά και για την ακολουθητέα διαδικασία. Στο πλαίσιο των διεθνών διαβιβάσεων δεδομένων, η CPVP παρέχει στήριξη της στις αρχές που ασκούν διασυνοριακές δραστηριότητες. Σε αυτό το επίπεδο, όπως και σε εθνικό επίπεδο, η CPVP στηρίζει τα πρόσωπα των οποίων τα δεδομένα αποτελούν αντικείμενο επεξεργασίας και ενσωματώνονται σε διασυνοριακές ροές δεδομένων.
- Παροχή πληροφόρησης: Η CPVP παρέχει πληροφορίες τόσο στις αρχές όσο και στους υπεύθυνους επεξεργασίας και στα υποκείμενα των δεδομένων.
Σε αυτόν τον τομέα δραστηριότητας περιλαμβάνονται τα ακόλουθα: η ετήσια έκθεση προς το Κοινοβούλιο και η ανάπτυξη ενός σχεδίου διαχείρισης, η σύνταξη του εσωτερικού κανονισμού της, η τήρηση δημόσιου μητρώου και γενικότερα, το καθήκον ενημέρωσης του κοινού (ιστότοπος, συνέδρια, πελατοκεντρικές απαντήσεις, ευαισθητοποίηση,...). Θα πρέπει επίσης να τονιστεί ότι στο πλαίσιο αυτών των διαφορετικών τομέων δραστηριότητας, η CPVP δεν περιορίζεται αναγκαστικά στην εθνική επικράτεια. Οι ενέργειές της έχουν επίσης συχνά διεθνή διάσταση και η CPVP παίζει σημαντικό ρόλο πληροφόρησης και ευαισθητοποίησης στη διεθνή σκηνή.
- Χειρισμός των καταγγελιών: Η CPVP παρεμβαίνει ως διαμεσολαβητής στο πλαίσιο των καταγγελιών που υποβάλλονται από τα υποκείμενα των δεδομένων.
Όταν ο υπεύθυνος επεξεργασίας δεν σέβεται τα δικαιώματα πολίτη του οποίου τα δεδομένα αποτελούν αντικείμενο επεξεργασίας, η CPVP παρεμβαίνει μετά από αίτηση του ενδιαφερόμενου για την επιβολή του σεβασμού των δικαιωμάτων του (δικαίωμα αντίρρησης, διόρθωσης, έμμεσης πρόσβασης,...). Για το σκοπό αυτό, η CPVP χρησιμοποιεί τα μέσα που διαθέτει (δήλωση στον εισαγγελέα, κίνηση διαδικασίας ενώπιον πολιτικού δικαστηρίου,...). Όταν πρόκειται για διεθνείς παραβάσεις που σχετίζονται με την προστασία των δεδομένων, η CPVP συμβάλλει σε διεθνείς έρευνες που αποσκοπούν την εφαρμογή χρήσιμων λύσεων οι οποίες απαιτούν τη συμμετοχή όλων των φορέων που ασχολούνται με την προστασία των δεδομένων.
- Παροχή γνωμοδοτήσεων: Η CPVP παρέχει γνωμοδοτήσεις σχετικά με τους κανονισμούς και τη νομοθεσία.
Οι δραστηριότητες της CPVP σε αυτόν τον τομέα επικεντρώνονται κυρίως στις αρχές ή/και τους αρμόδιους φορείς: εκδίδει γνωμοδοτήσεις και συστάσεις σχετικά με τα σχέδια νόμου που αφορούν πτυχές της «ιδιωτικής ζωής». H CPVP συμμετέχει στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων για την προστασία της ιδιωτικής ζωής, μέσω της συμμετοχής σε εθνικές και διεθνείς ομάδες εργασίας (για παράδειγμα, στην ομάδα εργασίας του άρθρου 29, στην ομάδα του Βερολίνου, στη Διάσκεψη των Επιτρόπων ή άλλων εποπτικών οργάνων σε θέματα προστασίας της ιδιωτικής ζωής, ... ) και με τις επαφές τους με αντίστοιχους οργανισμούς του εξωτερικού.
- Πολιτική τήρησης της νομοθεσίας: Η CPVP διασφαλίζει την τήρηση των νόμων που αφορούν την προστασία των προσωπικών μας δεδομένων.
Οι αρμοδιότητες της CPVP ζωής σε θέματα χορήγησης άδειας συνίστανται στη χορήγηση σε έναν φορέα συγκεκριμένου τομέα, ο οποίος είναι υπεύθυνος επεξεργασίας, της άδειας να διενεργεί αυτήν την επεξεργασία και να δέχεται γνωστοποιήσεις προσωπικών δεδομένων. Πάντα σε σχέση με αυτούς τους υπεύθυνους, η CPVP έχει επίσης καθήκοντα εποπτείας και ελέγχου, απευθύνει συστάσεις και αξιολογεί τα μέτρα ασφαλείας που ελήφθησαν.
Κάθε αίτηση παροχής πληροφοριών ή βοήθειας και κάθε καταγγελία μπορεί να υποβληθεί απευθείας μέσω ταχυδρομείου, τηλεφώνου ή ηλεκτρονικά στην Επιτροπή προστασίας της ιδιωτικής ζωής. Στοιχεία επικοινωνίας:
Commission de la protection de la vie privée
Rue de la presse, 35 1000 Bruxelles Τηλ.: (+32) 2 274 48 00 Φαξ: (+32) 2 274 48 35Τα γραφεία της CPVP είναι ανοιχτά στο κοινό τις εργάσιμες ημέρες, κατόπιν ραντεβού. Για πρωτοβάθμια βοήθεια, μπορείτε να τηλεφωνήσετε στο +32 (0) 2 274 48 79 ή να συμπληρώσετε το ηλεκτρονικό έντυπο επικοινωνίας.
Σύνδεσμος
Επιτροπή προστασίας της ιδιωτικής ζωής
Οι επιτροπές εποπτείας των σωφρονιστικών καταστημάτων ασκούν εξωτερικό έλεγχο όσον αφορά τη μεταχείριση των κρατουμένων στις φυλακές. Οι επιτροπές αυτές μεταφέρουν τις καταγγελίες των κρατουμένων στη Διεύθυνση του σωφρονιστικού ιδρύματος ή το Υπουργείο Δικαιοσύνης για να επιλυθεί το επίμαχο ζήτημα.
Σε κάθε φυλακή υπάρχει επιτροπή εποπτείας. Οι εν λόγω επιτροπές απαρτίζονται από πολίτες που εκπροσωπούν την κοινωνία των πολιτών. Σε κάθε επιτροπή συμμετέχει τουλάχιστον ένας γιατρός και ένας δικηγόρος και η προεδρία της ασκείται από δικαστή. Επιπλέον, οι κατά τόπους επιτροπές συντονίζονται από το Κεντρικό Εποπτικό Συμβούλιο, αποστολή του οποίου είναι να συντονίζει τη δράση των τοπικών επιτροπών και να υποβάλλει στο Υπουργείο Δικαιοσύνης, κατόπιν αιτήσεως ή αυτεπάγγελτα, γνωμοδοτήσεις σχετικά με τη μεταχείριση των κρατουμένων.
Σύνδεσμοι
Η επιτροπή καταγγελιών είναι αρμόδια να εξετάζει ατομικές καταγγελίες που μπορεί να υποβάλλονται από αλλοδαπούς οι οποίοι κρατούνται σε κλειστά κέντρα κράτησης, σε κέντρα φιλοξενίας ή στα ειδικά κέντρα κράτησης αλλοδαπών (κέντρα INAD), όσον αφορά τους όρους κράτησής τους, και ιδίως για περιστατικά που συμβαίνουν στο εσωτερικό αυτών των κέντρων και σχετίζονται με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στο Βασιλικό Διάταγμα της 2ας Αυγούστου 2002 (κλειστά κέντρα κράτησης), το Βασιλικό Διάταγμα της 8ης Ιουνίου 2009 (κέντρα INAD) και στο Βασιλικό Διάταγμα της 14ης Μαΐου 2009 (κέντρα φιλοξενίας).
Τα πρόσωπα τα οποία κρατούνται σε αυτά τα κέντρα μπορεί να είναι παράτυποι μετανάστες, αιτούντες άσυλο των οποίων απορρίφθηκε η αίτηση ή αλλοδαποί που δεν πληρούν τους όρους εισόδου και παραμονής.
Εάν ο καταγγέλλων δεν συμφωνεί με την απόφαση που έχει ληφθεί, μπορεί να ασκήσει προσφυγή στο Συμβούλιο Επικρατείας.
Οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να απευθύνονται στην Επιτροπή στην ακόλουθη διεύθυνση:
Secrétariat permanent de la Commission des plaintes Service Public Fédéral Intérieur – Rue de Louvain, 1 1000 BruxellesΣύνδεσμος
Ομοσπονδιακή δημόσια υπηρεσία εσωτερικών υποθέσεων
Η Μόνιμη επιτροπή ελέγχου των αστυνομικών υπηρεσιών (Επιτροπή P) είναι το όργανο εξωτερικού ελέγχου της αστυνομίας. Λογοδοτεί στο κοινοβούλιο. Ο έλεγχος της επιτροπής Ρ αφορά κατά κύριο λόγο την παρεχόμενη από το Σύνταγμα και τη νομοθεσία προστασία των δικαιωμάτων των προσώπων καθώς και τον συντονισμό και την αποτελεσματικότητα των αστυνομικών υπηρεσιών.
Κάθε πολίτης που εμπλέκεται σε επέμβαση της αστυνομίας μπορεί να υποβάλει καταγγελία, να καταγγείλει πραγματικό περιστατικό ή να γνωστοποιήσει κάθε άλλη πληροφορία στην Επιτροπή Ρ.
Κάθε αστυνομικός μπορεί επίσης να υποβάλει καταγγελία ή να καταγγείλει ένα περιστατικό στην επιτροπή Ρ χωρίς να οφείλει να ζητήσει, εκ των προτέρων, τη σύμφωνη γνώμη των ιεραρχικά ανωτέρων του και δεν επιτρέπεται να του επιβληθούν κυρώσεις για τον λόγο αυτό.
Για την υποβολή των καταγγελιών έχει τεθεί σε λειτουργία ηλεκτρονικό έντυπο
Οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να απευθυνθούν στην Επιτροπή Ρ στην ακόλουθη διεύθυνση:
Comité permanent de contrôle des services de police
Rue de la presse, 35/1 1000 Bruxelles Τηλ.: (+32) 2.286.28.11 Φαξ: (+32) 2.286.28.99 Ηλ. ταχυδρομείο:Σύνδεσμος
Μόνιμη επιτροπή ελέγχου των αστυνομικών υπηρεσιών
Οι υπηρεσίες πρωτοβάθμιας κοινωνικής υποστήριξης αφορούν την υποδοχή και ενημέρωση πολιτών που έχουν απορίες ή δυσκολίες σε σχέση με το σύστημα της δικαιοσύνης σε συγκεκριμένους τομείς.
Ο κατάλογος των δικαστηρίων με τα στοιχεία τους περιλαμβάνεται στον κατάλογο διευθύνσεων της ομοσπονδιακής δημόσιας υπηρεσίας δικαιοσύνης
Σύνδεσμος:
Η πρωτοβάθμια νομική συνδρομή συνίσταται στην παροχή, σε μια πρώτη σύντομη συνάντηση, πρακτικών πληροφοριών, πληροφοριών νομικού χαρακτήρα ή μιας πρώτης νομικής γνώμης. Η πρωτοβάθμια νομική συνδρομή παρέχεται από επαγγελματίες του τομέα της δικαιοσύνης, συνήθως από δικηγόρους.
Η δευτεροβάθμια νομική συνδρομή επιτρέπει, υπό ορισμένους όρους, τον ορισμό δικηγόρου, οι υπηρεσίες του οποίου παρέχονται εν όλω ή εν μέρει δωρεάν. Η (εν μέρει ή εν όλω) δωρεάν παροχή υπηρεσιών δεν αφορά τις δικαστικές δαπάνες (δικαστικοί επιμελητές, εμπειρογνώμονες, αντίγραφα...) που μπορούν ωστόσο να αναληφθούν στο πλαίσιο του ευεργετήματος πενίας.
Το ευεργέτημα πενίας απαλλάσσει, εν όλω ή εν μέρει, τον πολίτη από την καταβολή των εξόδων μιας διαδικασίας (δικαστικής ή εξωδικαστικής), εάν ο πολίτης δεν διαθέτει επαρκές εισόδημα.
Αναλυτικότερες πληροφορίες διατίθενται στην ιστοσελίδα της διαδικτυακής πύλης ηλεκτρονικής δικαιοσύνης σχετικά με τα δικαστικά έξοδα στο Βέλγιο..
Σύνδεσμος:
Ο νόμος προβλέπει τη δυνατότητα χρηματοδοτικής παρέμβασης του κράτους υπέρ των θυμάτων εκ προθέσεως πράξεων βίας και των προσώπων που παρέχουν βοήθεια σε αυτά και, σε ορισμένες περιπτώσεις, υπέρ των οικείων τους.
Οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να απευθύνονται απευθείας στην επιτροπή, αλλά μπορούν να απευθυνθούν σε δικηγόρο ή σε υπηρεσία επιφυλακής για «βοήθεια στα θύματα» των υπηρεσιών κοινωνικής αρωγής, ο κατάλογος των οποίων διατίθεται στον δικτυακό τόπο της Ομοσπονδιακή δημόσια υπηρεσία δικαιοσύνης (βλ. Ευρετήριο, Δικαιοσύνη από το A στο Ω, χρηματοδοτική συνδρομή στα θύματα) για να υποβάλουν αίτηση στην επιτροπή.
Οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να απευθύνονται στην επιτροπή στην ακόλουθη διεύθυνση:
Service public fédéral de la Justice Commission pour l’aide financière aux victimes d’actes intentionnels de violence et aux sauveteurs occasionnels Boulevard de Waterloo 115, Τηλ.: (+32)2.542.72.07 (+32)2.542.72.08Αναλυτικότερες πληροφορίες διατίθενται στην ιστοσελίδα της διαδικτυακής πύλης ηλεκτρονικής δικαιοσύνης για τα δικαιώματα των θυμάτων.
Την έκδοση αυτής της σελίδας στην εθνική γλώσσα διαχειρίζεται το εκάστοτε κράτος μέλος. Οι μεταφράσεις έχουν γίνει από την αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι τυχόν αλλαγές που επιφέρει η αρμόδια εθνική αρχή στο πρωτότυπο ενδέχεται να μην έχουν περιληφθεί ακόμα στις μεταφράσεις. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν αναλαμβάνει καμία ευθύνη όσον αφορά τις πληροφορίες ή τα στοιχεία που περιλαμβάνονται ή για τα οποία γίνεται λόγος στο παρόν έγγραφο. Βλ. την ανακοίνωση νομικού περιεχομένου για τους κανόνες πνευματικής ιδιοκτησίας που ισχύουν στο κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρούσα σελίδα.
Εθνικοί οργανισμοί θεμελιωδών δικαιωμάτων
Ειδικευμένα όργανα δικαιωμάτων του ανθρώπου
Κάθε βουλγαρικό δικαστήριο μπορεί να εκδικάσει διαφορές σχετικές με το δίκαιο των θεμελιωδών δικαιωμάτων της ΕΕ, δεδομένου ότι ο Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων είναι μέρος της πρωτογενούς ευρωπαϊκής νομοθεσίας (εφαρμόζεται όπως και η Συνθήκη της Λισαβόνας). Συνεπώς, οι Βούλγαροι πολίτες μπορούν να προσφύγουν στο επαρχιακό δικαστήριο και να επικαλεστούν τον Χάρτη αν θεωρούν ότι παραβιάστηκαν τα θεμελιώδη δικαιώματά τους. Το ίδιο ισχύει για τα θεμελιώδη δικαιώματα που διακηρύσσονται με το βουλγαρικό Σύνταγμα και με διατάξεις διεθνών συνθηκών στις οποίες η Βουλγαρία είναι συμβαλλόμενο μέρος.
Προσφυγές κατά διοικητικών αποφάσεων ασκούνται στα διοικητικά δικαστήρια και στο Ανώτατο Διοικητικό Δικαστήριο.
Κάθε βουλγαρικό δικαστήριο έχει τον δικό του δικτυακό τόπο όπου εκτίθεται πώς είναι οργανωμένο και τι κάνει. Ο δικτυακός τόπος του the Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου (Висшия съдебен съвет) περιέχει λεπτομερή κατάλογο των βουλγαρικών δικαστηρίων με τις διευθύνσεις και τους δικτυακούς τους τόπους (μόνο στα βουλγαρικά).
Βλ. «Διαμεσολαβητής».
Στοιχεία επικοινωνίας:
Ul. George Washington No 22 Sofia 1202, Bulgaria Τηλ. +359 2 810 69 55 Διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου:Ο Διαμεσολαβητής ερευνά καταγγελίες για καταχρήσεις των πολιτικών δικαιωμάτων και ελευθεριών από οποιαδήποτε δημόσια αρχή. Οι εξουσίες του ορίζονται με ιδιαίτερη ευρύτητα: ο Διαμεσολαβητής ερευνά καταγγελίες οποιουδήποτε ιδιώτη, συμπεριλαμβανομένων των παιδιών, των ατόμων με ειδικές ανάγκες, των μειονοτήτων, των αλλοδαπών κ.λπ., που αφορούν παραβιάσεις των πολιτικών, οικονομικών, αστικών, κοινωνικών, πολιτιστικών ή οποιωνδήποτε άλλων δικαιωμάτων ή ελευθεριών τους.
Οι καταγγελίες μπορούν να υποβληθούν ταχυδρομικά, αυτοπροσώπως, μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ή ακόμα και προφορικά. Κάθε καταγγελία καταχωρείται επίσημα. Οι καταγγελίες διεκπεραιώνονται από το τμήμα υποδοχής (‘priemna’) και από το μητρώο (‘delovodstvo’). Υπάρχουν υπάλληλοι που υποδέχονται το κοινό αυτοπροσώπως ή απαντούν σε τηλεφωνήματα. Το τμήμα υποδοχής λειτουργεί από τις 5 Ιανουαρίου 2006 και δέχεται το κοινό καθημερινά. Ο Διαμεσολαβητής δέχεται προσωπικά το κοινό τις Πέμπτες, μεταξύ 9.00 και 12.30, με ραντεβού.
Οποιοσδήποτε ιδιώτης, ανεξαρτήτως εθνικότητας, φύλου, πολιτικών πεποιθήσεων ή θρησκείας, μπορεί να υποβάλει καταγγελίες στον Διαμεσολαβητή. Οι ανώνυμες καταγγελίες ή καταγγελίες που αφορούν περιστατικά που συνέβησαν πριν περισσότερο από δύο χρόνια δεν εξετάζονται. Ο Διαμεσολαβητής μπορεί να κινήσει έρευνες κατόπιν ιδίας πρωτοβουλίας, αν πιστεύει ότι αυτό απαιτεί το δημόσιο συμφέρον.
Οι καταγγελίες καταχωρούνται σε μητρώο. Στη συνέχεια, ο προϊστάμενος του γραφείου του Διαμεσολαβητή τις προωθεί στην αρμόδια εσωτερική υπηρεσία για περαιτέρω επεξεργασία. Ο επικεφαλής του τμήματος αναθέτει την υπόθεση σε εισηγητή, ο οποίος πρέπει να διεξαγάγει έρευνα εντός ενός μηνός. Για πολύπλοκες υποθέσεις, η προθεσμία αυτή αυξάνεται σε τρεις μήνες. Ο εισηγητής μπορεί να ζητήσει πρόσθετες πληροφορίες από τον καταγγέλλοντα ή να απαιτήσει από τις κυβερνητικές υπηρεσίες να προβούν σε ορισμένες ενέργειες ή να παράσχουν ορισμένες πληροφορίες. Οι εθνικές και τοπικές αρχές, τα νομικά πρόσωπα (όπως οι εταιρίες) και οι ιδιώτες υποχρεούνται να συνεργάζονται με τον Διαμεσολαβητή και έχουν καθήκον να παρέχουν οποιαδήποτε πληροφορία της οποίας έλαβαν γνώση λόγω της επίσημης ιδιότητάς τους. Ο Διαμεσολαβητής μπορεί να παραπέμψει τον καταγγέλλοντα σε άλλη αρχή, αν το ζήτημα μπορεί να επιλυθεί από αυτή, εκτός αν κρίνει απαραίτητο να διεκπεραιωθεί από το γραφείο του. Αν ο Διαμεσολαβητής δεν είναι αρμόδιος για την υπόθεση, δεν την εξετάζει. Ο Διαμεσολαβητής ενημερώνει σχετικά τον καταγγέλλοντα και τον παραπέμπει στην αρμόδια αρχή. Αν ο καταγγέλλων συμφωνεί, ο Διαμεσολαβητής μπορεί να διαβιβάσει την καταγγελία στην εν λόγω αρχή.
Ο Διαμεσολαβητής μπορεί ανά πάσα στιγμή να προσφέρει υπηρεσίες διαμεσολάβησης σε προαιρετική βάση. Η σχετική πρόταση αποστέλλεται τόσο στον καταγγέλλοντα όσο και στην υπηρεσία κατά της οποίας στρέφεται η καταγγελία. Αν γίνει δεκτή και από τους δύο, ο Διαμεσολαβητής θα παράσχει κάθε δυνατή βοήθεια για την επίλυση της διαφοράς, για παράδειγμα διευκολύνοντας την επαφή ή βοηθώντας στις διαπραγματεύσεις μεταξύ των μερών.
Ο Διαμεσολαβητής μπορεί να απευθύνει στην υπηρεσία κατά της οποίας στρέφεται η καταγγελία συστάσεις ή να προτείνει μέτρα που μπορεί να λάβει για να εξασφαλίσει ότι το πρόβλημα δεν θα επαναληφθεί. Ο Διαμεσολαβητής συχνά συζητά τα προβλήματα στον δικτυακό του τόπο και διαβιβάζει τις παρατηρήσεις του στις αρχές και στα μέσα μαζικής επικοινωνίας. Αν κρίνει ότι το πρόβλημα έγκειται στη νομοθεσία. μπορεί να συστήσει στην κυβέρνηση και στο κοινοβούλιο να την τροποποιήσουν. Αν κρίνει ότι ορισμένοι νόμοι είναι αντισυνταγματικοί και παραβιάζουν τα πολιτικά δικαιώματα και τις πολιτικές ελευθερίες, μπορεί να προσφύγει στο Συνταγματικό Δικαστήριο. Αν κρίνει ότι η νομολογία είναι αντιφατική, έχει την εξουσία να προσφύγει στο Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο ή στο Ανώτατο Διοικητικό Δικαστήριο προκειμένου να εκδώσουν ερμηνευτική απόφαση.
Επιτροπή Καταπολέμησης των Διακρίσεων (γνωστή επίσης ως Επιτροπή για την Προστασία κατά των Διακρίσεων, συντομογραφία στα βουλγαρικά: KZD)
Η διαδικασία κινείται:
Αν τα γεγονότα διαδραματίστηκαν πριν περισσότερα από τρία χρόνια, η καταγγελία δεν εξετάζεται ή, αν η έρευνα βρίσκεται σε εξέλιξη, τίθεται στο αρχείο. Αν η υπόθεση έχει παραπεμφθεί στα δικαστήρια, η καταγγελία δεν εξετάζεται. Αν η καταγγελία αποσυρθεί ή ο καταγγέλλων δεν διορθώσει σφάλμα εντός της προθεσμίας που ορίζει η Επιτροπή Καταπολέμησης των Διακρίσεων, η υπόθεση τίθεται στο αρχείο.
Η καταγγελία πρέπει να περιλαμβάνει:
Ο πρόεδρος της Επιτροπής Καταπολέμησης των Διακρίσεων αναθέτει τον φάκελο σε ομάδα εργασίας ειδικευμένη στον τύπο της συγκεκριμένης διάκρισης. Η ομάδα ορίζει πρόεδρο και εισηγητή από τα μέλη της. Ο εισηγητής συγκεντρώνει τα έγγραφα αποδεικτικά στοιχεία που είναι απαραίτητα για την τεκμηρίωση των πραγματικών περιστατικών. Η έρευνα πρέπει να ολοκληρωθεί εντός 30 ημερών. Σε πολύπλοκες υποθέσεις, ο πρόεδρος της Επιτροπής Καταπολέμησης των Διακρίσεων μπορεί να παρατείνει την προθεσμία κατά 30 ακόμα ημέρες. Όταν ολοκληρωθεί η έρευνα, ο εισηγητής παρουσιάζει τα ευρήματά του στον πρόεδρο της ομάδας. Ο πρόεδρος ορίζει ημερομηνία δημόσιας συζήτησης και καλεί τα μέρη να παραστούν σε αυτή.
Η Επιτροπή Καταπολέμησης των Διακρίσεων έχει την εξουσία:
Οι ιδιώτες, τα νομικά πρόσωπα και οι δημόσιες αρχές υποχρεούνται να συνεργάζονται με την Επιτροπή Καταπολέμησης των Διακρίσεων παρέχοντας πληροφορίες και στοιχεία και δίδοντας διευκρινίσεις εγγράφως, όποτε τους ζητείται. Η άρνηση συνεργασίας μπορεί να τιμωρηθεί με πρόστιμο.
Κατά την πρώτη συνεδρίαση, ο πρόεδρος της ομάδας εργασίας καλεί τα μέρη να επιλύσουν τη διαφορά τους φιλικά. Αν το πράξουν, συντάσσεται έγγραφη συμφωνία και η υπόθεση κλείνει. Αν τα μέρη επιλύσουν εν μέρει τη διαφορά, η διαδικασία συνεχίζεται. Η μερική συμφωνία καταχωρείται σε έγγραφο και επικυρώνεται από την ομάδα. Είναι δεσμευτική για τα μέρη και εκτελείται από την Επιτροπή Καταπολέμησης των Διακρίσεων.
Αν δεν μπορεί να επιτευχθεί συμφωνία, η Επιτροπή Καταπολέμησης των Διακρίσεων κρίνει την υπόθεση επί της ουσίας εντός 14 ημερών από τη δημόσια ακρόαση.
Με την απόφασή της, η Επιτροπή Καταπολέμησης των Διακρίσεων μπορεί:
Τα δεσμευτικά διοικητικά μέτρα που μπορεί να λάβει η Επιτροπή Καταπολέμησης των Διακρίσεων είναι:
Κατά των αποφάσεων της Επιτροπής Καταπολέμησης των Διακρίσεων χωρεί προσφυγή ενώπιον του διοικητικού δικαστηρίου της Σόφιας εντός 14 ημερών. Η Επιτροπή επιβάλλει τη συμμόρφωση με τις αποφάσεις της.
Στοιχεία επικοινωνίας
Υπουργικό Συμβούλιο
bul. Dondukov 1
Sofia 1594, Bulgaria
Δικτυακός τόπος: http://www.mlsp.government.bg/equal/index.asp
Εθνικό Συμβούλιο Ισότητας των Φύλων του Υπουργικού Συμβουλίου (γνωστό επίσης ως Εθνικό Συμβούλιο Ισότητας Ανδρών και Γυναικών – συντομογραφία στα βουλγαρικά: NSRZhM)
Το Εθνικό Συμβούλιο Ισότητας των Φύλων εξασφαλίζει τη συνεργασία των κυβερνητικών φορέων και των μη κυβερνητικών οργανώσεων για την ανάπτυξη και την υλοποίηση της εθνικής πολιτικής για την ισότητα των δύο φύλων διευκολύνοντας τις διαβουλεύσεις, τη συνεργασία και τον συντονισμό.
Το Εθνικό Συμβούλιο Ισότητας των Δύο Φύλων
- Σύντομη περιγραφή της πιθανής έκβασης της διαδικασίας.
Ανάπτυξη και υλοποίηση της εθνικής πολιτικής για την ισότητα των φύλων.
Δικτυακός τόπος: http://www.cpdp.bg/
Επιτροπή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (συντομογραφία στα βουλγαρικά: KZLD)
Παρέχει συνδρομή στην κυβέρνηση για την υλοποίηση της πολιτικής της όσον αφορά την προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και διεκπεραιώνει καταγγελίες σχετικά με παραβιάσεις της ασφάλειας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.
Καταγγελία για παραβιάσεις της ασφάλειας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα μπορεί να υποβάλει οποιοσδήποτε, εντός ενός έτους από τη στιγμή που αποκαλύφθηκε η παραβίαση και εντός πέντε ετών από τότε που έλαβε χώρα. Αρχικά, η υπόθεση εξετάζεται από τη Διεύθυνση Νομικών Διαδικασιών και Εποπτείας, η οποία συνιστά την κατάλληλη διαδικασία. Στη συνέχεια, η επιτροπή συνεδριάζει κεκλεισμένων των θυρών για να κρίνει αν η υπόθεση είναι παραδεκτή και ποια διαδικασία πρέπει να ακολουθηθεί. Μπορεί να διεξαγάγει έρευνα, να συγκεντρώσει αποδεικτικά στοιχεία ή να λάβει συστάσεις από τρίτους. Αν η υπόθεση κριθεί παραδεκτή, ενημερώνονται σχετικά τα μέρη. Ορίζεται ημερομηνία δημόσιας συζήτησης, στην οποία καλούνται να παραστούν τα μέρη και κάθε ενδιαφερόμενος τρίτος. Η Επιτροπή εκδίδει απόφαση εντός 30 ημερών από την καταγγελία της παραβίασης. Μπορεί να εκδώσει δεσμευτικές οδηγίες προς τον παραβάτη, να ορίσει προθεσμία για την εξάλειψη των αιτίων της παραβίασης ή να επιβάλει διοικητικό πρόστιμο. Κατά της απόφασης χωρεί προσφυγή ενώπιον του Ανώτατου Διοικητικού Δικαστηρίου εντός 14 ημερών από την κοινοποίησή της.
Ιδιώτες, νομικά πρόσωπα ή κυβερνητικοί φορείς μπορούν να ζητήσουν τη γνώμη της Επιτροπής για νομοσχέδια. Επίσης, η επιτροπή μπορεί να εκδώσει δεσμευτικές οδηγίες προς τους υπεύθυνους για τη διαχείριση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και να επιβάλει προσωρινή απαγόρευση επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, αν δεν έχουν τηρηθεί τα πρότυπα προστασίας των εν λόγω δεδομένων.
Δικτυακός τόπος: http://www.nccedi.government.bg/
Εθνικό Συμβούλιο Εθνοτικών Μειονοτήτων και Ένταξης του Υπουργικού Συμβουλίου (συντομογραφία στα βουλγαρικά: NSEIV)
Ο φορέας αυτός ασχολείται με όλα τα εθνοτικά ζητήματα. Δεν διαθέτει ειδική υπηρεσία που να ασχολείται με καταγγελίες ή αιτήσεις. Όποτε ανακύπτει ανάγκη, οι καταγγελίες ή αιτήσεις διεκπεραιώνονται από τη γραμματεία του.
Το Εθνικό Συμβούλιο Εθνοτικών Μειονοτήτων και Ένταξης είναι συμβουλευτικός και συντονιστικός φορέας που παρέχει συνδρομή στο Υπουργικό Συμβούλιο για την ανάπτυξη και την υλοποίηση πολιτικής για τις εθνοτικές μειονότητές και την ένταξή τους. Διευκολύνει τη συνεργασία μεταξύ της κυβέρνησης και μη κυβερνητικών οργανώσεων που προωθούν τα συμφέροντα των εθνοτικών μειονοτήτων και προωθούν τις σχέσεις μεταξύ εθνοτήτων. Επίσης, συντονίζει και εποπτεύει την υλοποίηση του εθνικού σχεδίου δράσης για τη Δεκαετία Ενσωμάτωσης των Ρομά 2005-2015. Κάθε επαρχία διαθέτει συμβούλιο εθνοτικών μειονοτήτων και ένταξης που συνεργάζεται με τον διοικητή της επαρχίας. Τοπικά συμβούλια εθνοτικών μειονοτήτων και ένταξης μπορούν να συστήσουν και τα δημοτικά συμβούλια.
Εκτός από τα εκτεταμένα διοικητικά της καθήκοντα, η γραμματεία του Εθνικού Συμβουλίου Εθνοτικών Μειονοτήτων και Ένταξης είναι υπεύθυνη για τη διατήρηση επιχειρησιακών δεσμών και την παροχή μεθοδολογικής συνδρομής στα επαρχιακά και τοπικά συμβούλια όσον αφορά τη συνεργασία για εθνοτικά ζητήματα και ζητήματα ένταξης.
Στοιχεία επικοινωνίας
Ul. Sofroni Vrachanski 104-106
Sofia 1233, Bulgaria
Τηλ. +359 2 940 80 95 832 90 73
Φαξ: +359 2 832 41 62
Διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου:Δικτυακός τόπος: http://ahu.mlsp.government.bg/
Υπηρεσία Ατόμων με Ειδικές Ανάγκες (συντομογραφία στα βουλγαρικά: AHU)
Η Υπηρεσία τηρεί μητρώο των προμηθευτών ιατροτεχνολογικών βοηθημάτων και προϊόντων και μητρώο ειδικευμένων εταιριών που ανήκουν σε άτομα με ειδικές ανάγκες και εργάζονται γι' αυτά. Διεκπεραιώνει καταγγελίες σχετικά με παράνομη μεταχείριση λόγω αναπηρίας και διαχειρίζεται σχέδια για διάφορα προγράμματα που χρηματοδοτεί η Υπηρεσία.
Οι αιτήσεις καταχωρούνται στο αυτοματοποιημένο πληροφορικό σύστημα «Dokman». Στη συνέχεια, ο εκτελεστικός διευθυντής τις προωθεί στον επικεφαλής του γραφείου της Υπηρεσίας και στους διευθυντές της, οι οποίοι ορίζουν τον κατάλληλο εισηγητή.
Η αίτηση διεκπεραιώνεται ή αποστέλλεται απάντηση.
Δικτυακός τόπος: http://sacp.government.bg/
Κρατική Υπηρεσία Προστασίας του Παιδιού (συντομογραφία στα βουλγαρικά: DAZD)
Τα δικαιώματα του παιδιού, τα οποία διακηρύσσονται στη Σύμβαση του ΟΗΕ για τα Δικαιώματα του Παιδιού, εξασφαλίζονται στη Βουλγαρία με τον νόμο για την προστασία του παιδιού που εκδόθηκε το 2000 και από την Κρατική Υπηρεσία Προστασίας του Παιδιού που ιδρύθηκε το 2001. Έτσι, η Βουλγαρία έχει δεσμευτεί να παρέχει κατάλληλη βοήθεια στους γονείς και κηδεμόνες και να δημιουργήσει υποδομή υπηρεσιών παιδικής μέριμνας.
Υπεύθυνοι για την προστασία του παιδιού στη Βουλγαρία είναι:
Η Κρατική Υπηρεσία Προστασίας του Παιδιού προσφέρει ειδική προστασία σε ευάλωτα παιδιά. Κάθε παιδί έχει το δικαίωμα να προστατεύεται από τη βία, για παράδειγμα από τον εξαναγκασμό σε δραστηριότητες επιβλαβείς για την υγεία ή τη σωματική, διανοητική, ηθική ή εκπαιδευτική του ανάπτυξη· την έκθεση σε μεθόδους ανατροφής που πλήττουν την αξιοπρέπειά του· ή σε σωματικές, διανοητικές ή άλλες μορφές βίας και εξαναγκασμού αντίθετες προς τα συμφέροντά του· χρησιμοποίηση για επαιτεία, πορνεία, διάδοση πορνογραφίας, αποκόμιση παράνομων εσόδων ή έκθεση σε σεξουαλική κακοποίηση.
Η Βουλγαρία έχει θεσπίσει τα ακόλουθα μέτρα προστασίας του παιδιού:
Η Κρατική Υπηρεσία Προστασίας του Παιδιού επιβάλλει τα δικαιώματα του παιδιού μέσω:
Η Υπηρεσία μπορεί να εκδώσει δεσμευτικές οδηγίες για την άρση των παραβιάσεων και ο δράστης της παραβίασης πρέπει να ενημερώσει την Υπηρεσία ότι συμμορφώθηκε, επί ποινή προστίμου. Κατά των εν λόγω οδηγιών χωρεί προσφυγή ενώπιον των δικαστηρίων εντός 14 ημερών.
Δικτυακός τόπος: http://www.aref.government.bg/
Κρατική Υπηρεσία Προσφύγων (συντομογραφία στα βουλγαρικά: DAB)
Οι αιτήσεις ασύλου και οικογενειακής επανένωσης εξετάζονται σύμφωνα με τον νόμο περί ασύλου και προσφύγων (συντομογραφία στα βουλγαρικά: ZUB). Σύμφωνα με τον νόμο, προσφυγή χωρεί κατά όλων των αποφάσεων για θέματα ασύλου και οικογενειακής επανένωσης. Όλες οι υπόλοιπες αιτήσεις διέπονται από τους εσωτερικούς κανόνες της Υπηρεσίας σχετικά με τη διαδικασία παροχής προστασίας.
Η κύρια συνιστώσα της βουλγαρικής νομοθεσίας περί προσφύγων είναι ο νόμος περί ασύλου και προσφύγων. Άλλες συναφείς διατάξεις περιέχονται στον Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας και στον νόμο για τους αλλοδαπούς στη Βουλγαρία (συντομογραφία στα βουλγαρικά: ZChRB).
Προβλέπονται τέσσερις τύποι ειδικής προστασίας:
Η Υπηρεσία είναι υπεύθυνη για την εξέταση των αιτήσεων χορήγησης ασύλου. Ο πρόεδρός της είναι το μόνο πρόσωπο που μπορεί να χορηγήσει το καθεστώς του πρόσφυγα ή ανθρωπιστικό καθεστώς στη Βουλγαρία.
Όλες οι αιτήσεις για τη χορήγηση του καθεστώτος του πρόσφυγα διεκπεραιώνονται πλέον στα κέντρα προσφύγων της Σόφιας και του χωριού Banya, κοντά στη Nova Zagora.
Οι αιτούντες άσυλο πρέπει να παρουσιαστούν αυτοπροσώπως στην Υπηρεσία. Αιτήσεις που υποβάλλονται στα σύνορα ή σε οποιαδήποτε άλλη αρχή διαβιβάζονται στην Υπηρεσία. Οι αιτούντες άσυλο καταχωρούνται την ημέρα που κατατίθεται η αίτησή τους στην Υπηρεσία.
Η Υπηρεσία πρέπει να δίδει στους αιτούντες άσυλο πληροφορίες για τη διαδικασία, τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους και τις οργανώσεις που παρέχουν νομική και κοινωνική υποστήριξη. Οι πληροφορίες αυτές πρέπει να δίδονται σε γλώσσα που να μπορούν να κατανοήσουν οι αιτούντες άσυλο και τους διαβάζονται από διερμηνέα, πριν καταχωρηθεί η αίτησή τους. Πρέπει να συμπληρώσουν έντυπο στο οποίο καταγράφουν μόνο τα βιολογικά χαρακτηριστικά τους. Στη συνέχεια, η αίτηση διεκπεραιώνεται σύμφωνα με τη διαδικασία του Δουβλίνου. Λαμβάνονται τα δακτυλικά αποτυπώματα του αιτούντος άσυλο, τα οποία εισάγονται στο σύστημα Eurodac και υποβάλλονται ορισμένες τυποποιημένες ερωτήσεις σχετικά με το ταξίδι του.
Αν αρμόδια για τη διεκπεραίωση είναι η Βουλγαρία, η αίτηση εξετάζεται με την ταχεία διαδικασία από την υπηρεσία πρώτης υποδοχής. Η υπηρεσία αυτή μπορεί να απορρίψει την αίτηση χορήγησης ασύλου, αν ο αιτών δεν πληροί τα κριτήρια που προβλέπει ο νόμος περί ασύλου και προσφύγων, να θέσει την υπόθεση στο αρχείο ή να προωθήσει τον φάκελο για περαιτέρω εξέταση με την τακτική διαδικασία. Αν δεν ληφθεί απόφαση εντός τριών ημερών, η αίτηση εξετάζεται αυτομάτως με την τακτική διαδικασία.
Η απόφαση της υπηρεσίας πρώτης υποδοχής εγκρίνεται από τους αρμόδιους υπαλλήλους. Εφόσον απαιτείται, ο φάκελος μπορεί να επιστραφεί για περαιτέρω έρευνα. Μόλις η απόφαση εγκριθεί, συντάσσεται επίσημα εγγράφως, εγκρίνεται από το τμήμα μεθοδολογίας, υπογράφεται από ορισμένους υπαλλήλους και υποβάλλεται στον πρόεδρο της Υπηρεσίας για υπογραφή.
Χορήγηση του καθεστώτος του πρόσφυγα, ανθρωπιστικού καθεστώτος ή απόρριψη της αίτησης χορήγησης ασύλου.
Στοιχεία επικοινωνίας
Υπουργείο Εσωτερικών
ul. 6-ti Septemvri 29
Sofia 1000, Bulgaria
Τηλ.: + 359 2 982 50 00 – (τηλ. κέντρο)
Δικτυακός τόπος: http://www.mvr.bg/
Μόνιμη Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Αστυνομικής Δεοντολογίας (συντομογραφία στα βουλγαρικά: PKPChPE)
Η επιτροπή αυτή χρησιμεύει ως γέφυρα μεταξύ του Υπουργείου Εσωτερικών και οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών και υπ' αυτή την έννοια διαδραματίζει σημαντικό ρόλο. Έχει γραφεία στις επαρχιακές υπηρεσίες του Υπουργείου. Καθήκον της είναι να εξετάζει καταγγελίες για καταχρήσεις σχετικές με τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Σκοπός της Επιτροπής είναι η ενεργός συνεργασία με οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών, η ενθάρρυνση θετικών αστυνομικών πρακτικών και η εναρμόνιση των κανόνων που απορρέουν από την ένταξη της Βουλγαρίας στην ΕΕ. Το ετήσιο σχέδιο δράσης της περιλαμβάνει τις ακόλουθες δραστηριότητες:
Στοιχεία επικοινωνίας
Διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου: infocenter@parliament.bg
Διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου: humanrights@parliament.bg
Δικτυακός τόπος: http://www.parliament.bg/
Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, Θρησκείας και Αναφορών της Εθνοσυνέλευσης (συντομογραφία στα βουλγαρικά: KPChVZhPG)
Αυτή η κοινοβουλευτική επιτροπή ασκεί νομοθετικό έργο στους τομείς των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θρησκευτικών ελευθεριών. Επίσης, δέχεται αναφορές από ιδιώτες και οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών.
Οι αρμοδιότητές της είναι πολυσχιδείς και καλύπτουν όλες τις πτυχές της κοινωνίας με τις οποίες δεν ασχολούνται τα δικαστήρια. Ο μεγαλύτερος αριθμός αναφορών αφορά κοινωνικά προβλήματα και ακολουθεί το δικαστικό σύστημα, τα δικαιώματα του καταναλωτή, η αστυνομία, οι πολεοδομικές αποφάσεις, οι αυθαίρετες κατασκευές, η ανάκτηση της κυριότητας των ιδιωτών επί ακινήτων, η παιδεία, η υγειονομική περίθαλψη, η τοπική αυτοδιοίκηση, τα θρησκευτικά δικαιώματα, η εθνική κυβέρνηση, οι εθνοτικές διακρίσεις κ.λπ.
Η επιτροπή είναι ο άμεσος σύνδεσμος του βουλγαρικού Κοινοβουλίου με τους πολίτες της χώρας. Ο ρόλος της καθορίζεται αυστηρά. Ο κανονισμός διαδικασίας της προβλέπει λεπτομερώς πώς πρέπει να καταχωρούνται, να διαβιβάζονται και να αρχειοθετούνται οι αναφορές και πώς πρέπει να καταγράφεται κάθε βήμα αυτής της διαδικασίας. Κάθε έγγραφο λαμβάνει αριθμό πρωτοκόλλου, καταχωρείται σε ειδικό μητρώο και χρεώνεται σε εισηγητή, ο οποίος το εξετάζει και αποστέλλει απάντηση ή, εφόσον απαιτείται, διαβιβάζει τον φάκελο εγκαίρως στην αρμόδια αρχή. Η επιτροπή αποδίδει ιδιαίτερη προσοχή στις τοπικές και εθνικές αρχές που δεν τηρούν τις προθεσμίες απάντησης τις οποίες προβλέπει ο Κώδικας Διοικητικής Δικονομίας. Οι εισηγητές της επιτροπής παρέχουν επίσης τηλεφωνικά απαντήσεις σχετικά με τα διαδικαστικά δικαιώματα και εξηγούν σε ποιες περιπτώσεις μπορούν να παράσχουν βοήθεια.
Ανώνυμες αναφορές δεν εξετάζονται.
Οι πολίτες λαμβάνουν συμβουλές και βοήθεια για την υπεράσπιση των πολιτικών δικαιωμάτων τους τα οποία εγγυάται το Σύνταγμα.
Δικτυακός τόπος: http://www.gdin.bg/
Γενική Διεύθυνση εκτέλεσης ποινών του Υπουργείου Δικαιοσύνης (συντομογραφία στα βουλγαρικά GDIN)
Καταγγελίες από κρατούμενους που αφορούν κυρίως πειθαρχικά μέτρα, μεταγωγή σε άλλο σωφρονιστήριο, όρους κράτησης, όρους διαβίωσης, ιατρική περίθαλψη και συμπεριφορά του σωφρονιστικού προσωπικού.
Κατά των πειθαρχικών μέτρων που επιβάλλονται δυνάμει του άρθρου 101 του νόμου για την εκτέλεση ποινών και τη στέρηση της ελευθερίας (συντομογραφία στα βουλγαρικά: ZINZS) χωρεί ένσταση εντός επτά ημερών από την κοινοποίησή τους ενώπιον του Γενικού Διευθυντή εκτέλεσης ποινών, αν εκδόθηκαν από τον διευθυντή της φυλακής ή άλλου σωφρονιστικού ιδρύματος, ή ενώπιον του Υπουργού Δικαιοσύνης αν εκδόθηκαν από τον Γενικό Διευθυντή. Κατά της κράτησης σε απομόνωση χωρεί προσφυγή ενώπιον του τοπικού δικαστηρίου στην περιφέρεια του οποίου βρίσκεται το σωφρονιστικό ίδρυμα, εντός τριών ημερών από τη γνωστοποίηση. Η κράτηση σε απομόνωση για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των δύο μηνών χωρίς δικαίωμα συμμετοχής σε ομαδικές δραστηριότητες (άρθρο 120 του νόμου) πρέπει να επιβάλλεται από τον Γενικό Διευθυντή εκτέλεσης ποινών και υπόκειται σε προσφυγή ενώπιον του αρμόδιου επαρχιακού δικαστηρίου, εντός 3 ημερών από την κοινοποίησή τους.
Οι μεταγωγές διατάσσονται από τον Γενικό Διευθυντή εκτέλεσης ποινών και υπόκεινται σε ένσταση ενώπιον του Υπουργού Δικαιοσύνης εντός 14 ημερών από την κοινοποίησή τους.
Οι αποφάσεις για την επιβολή αυστηρότερων όρων κράτηση εκδίδονται από την επιτροπή εκτέλεσης ποινών (άρθρο 74 παράγραφος 1 του νόμου). Κατά των αποφάσεων αυτών χωρεί προσφυγή ενώπιον του επαρχιακού δικαστηρίου στην περιφέρεια του οποίου βρίσκεται το σωφρονιστικό ίδρυμα, εντός 14 ημερών από την κοινοποίησή τους.
Δυνάμει του άρθρου 1 παράγραφος 1 του νόμου περί ευθύνης για βλάβες που προκαλούνται από το κράτος και από οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης (συντομογραφία στα βουλγαρικά: ZODOV), οι προσφυγές σχετικά με τους όρους διαβίωσης, την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη και τη συμπεριφορά του προσωπικού σωφρονιστικού ιδρύματος εξετάζονται από τα διοικητικά δικαστήρια σύμφωνα με τον Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας. Κατά των σχετικών αποφάσεων χωρεί ένα μόνον ένδικο μέσο. Οι προσφυγές που βασίζονται στο άρθρο 71 παράγραφος 1 του νόμου για την προστασία από διακρίσεις εξετάζονται από τα τοπικά δικαστήρια ή από την Επιτροπή Καταπολέμησης των Διακρίσεων. Η διαδικασία αυτή διέπεται από τον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας και κατά των σχετικών αποφάσεων χωρούν δύο ένδικα μέσα. Κατά των αποφάσεων της επιτροπής χωρεί προσφυγή ενώπιον του Ανώτατου Διοικητικού Δικαστηρίου βάσει του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας.
Από την έναρξη ισχύος τους, οι διοικητικές και οι δικαστικές αποφάσεις είναι δεσμευτικές και εφαρμόζονται από τη Γενική Διεύθυνση και τις περιφερειακές υπηρεσίες της.
Δικτυακός τόπος: http://antitraffic.government.bg/
Εθνική Επιτροπή για την Εμπορία Ανθρώπων του Υπουργικού Συμβουλίου (συντομογραφία στα βουλγαρικά: NKBTH)
Καταγγελίες σχετικά με την εμπορία ανθρώπων κατατίθενται στη γραμματεία της επιτροπής από τα ίδια τα θύματα ή από πρόσωπο που ενεργεί για λογαριασμό τους. Η επιτροπή εξετάζει επίσης καταγγελίες ιδιωτών σχετικά με τη διοικητική λειτουργία της. Οι προθεσμίες διεκπεραίωσης καταγγελιών αυτού του είδους προβλέπονται από τον νόμο.
Η επιτροπή προωθεί τις καταγγελίες στην αρμόδια υπηρεσία της κυβέρνησης για να δοθεί συνέχεια, να διεξαχθούν έρευνες και/ή να παρασχεθούν διευκρινίσεις. Η ανωνυμία των θυμάτων εξασφαλίζεται (άρθρο 20 του νόμου για την εμπορία ανθρώπων, συντομογραφία στα βουλγαρικά: ZBTH). Αν το θύμα είναι ανήλικος, η επιτροπή πρέπει να ειδοποιήσει αμέσως τον Κρατικό Οργανισμό για την Προστασία του Παιδιού, ο οποίος αναλαμβάνει την απαιτούμενη δράση σύμφωνα με τον νόμο για την προστασία του παιδιού.
Στις συνεδριάσεις της επιτροπής μπορούν να μετάσχουν βουλγαρικές και διεθνείς μη κυβερνητικές οργανώσεις που δραστηριοποιούνται στον τομέα της εμπορίας ανθρώπων υποβάλλοντας έγγραφη αίτηση και παρέχοντας ορισμένα δικαιολογητικά έγγραφα (άρθρο 4 παράγραφος 4 του νόμου για την εμπορία ανθρώπων και άρθρο 12 του εσωτερικού κανονισμού της επιτροπής).
Αν τα έγγραφα που υποβάλλονται δεν είναι πλήρη ή περιέχουν σφάλματα, η επιτροπή μπορεί να ζητήσει τη συμπλήρωση ή τη διόρθωσή τους εντός ορισμένης προθεσμίας. Η επιτροπή εκδίδει την απόφασή της εντός 30 ημερών από την ημερομηνία της καταγγελίας. Κατά της απόφασης χωρεί προσφυγή ενώπιον του Ανώτατου Διοικητικού δικαστηρίου.
Δικτυακός τόπος: http://www.ckbppmn.government.bg/obshti/funktzii.html
Κεντρική Επιτροπή Νεανικής Παραβατικότητας του Υπουργικού Συμβουλίου (συντομογραφία στα βουλγαρικά: TsKBPPMN)
Αρμοδιότητες της Επιτροπής:
Οι τοπικές επιτροπές νεανικής παραβατικότητας είναι υπεύθυνες για την οργάνωση, τη διαχείριση και την εποπτεία των προσπαθειών σε δημοτικό επίπεδο για την πρόληψη και τη μείωση της νεανικής αντικοινωνικής συμπεριφοράς. Επίσης, είναι αρμόδιες να εξετάζουν περιπτώσεις νεανικής παραβατικότητας. Ο Ποινικός Κώδικας περιλαμβάνει κεφάλαιο με τίτλο «Ειδικές διατάξεις για τους ανηλίκους», το οποίο αντιστοιχεί στο άρθρο 40 της Σύμβασης του ΟΗΕ για τα δικαιώματα του παιδιού και στον κανόνα 11 των κανόνων του Πεκίνου. Σύμφωνα με το εν λόγω κεφάλαιο, δίδεται προτεραιότητα στα εκπαιδευτικά μέτρα τα οποία προβλέπει το άρθρο 13 του νόμου για τη νεανική παραβατικότητα (συντομογραφία στα βουλγαρικά: ZBPPMN). Τα μέτρα αυτά λαμβάνονται εκτός του συστήματος ποινικής δικαιοσύνης και εξυπηρετούν καθαρά εκπαιδευτικό και κοινωνικό σκοπό. Περιλαμβάνουν παροχή συμβουλών για την αντιμετώπιση προβλημάτων συμπεριφοράς, ενθάρρυνση της μεγαλύτερης συμμετοχής των γονέων και στήριξη από επαγγελματίες εκπαιδευτές.
Λαμβάνονται κατάλληλα μέτρα, αφού αναλυθούν οι αιτίες της προβληματικής συμπεριφοράς. Αν υφίσταται παραμέληση, μπορούν να ληφθούν μέτρα και έναντι των γονέων.
Δικτυακός τόπος: http://www.nbpp.government.bg/
Εθνικό Γραφείο Νομικής Συνδρομής (συντομογραφία στα βουλγαρικά: NBPP)
Αιτήσεις παροχής νομικής συνδρομής μπορούν να υποβάλλονται στον πρόεδρο του Γραφείου.
Νομική συνδρομή δικαιούνται:
Ο αιτών πρέπει να υποβάλει:
ή
Ο αιτών πρέπει επίσης να υποβάλει δήλωση στην οποία να εκθέτει λεπτομερώς τους οικονομικούς πόρους της οικογένειάς του.
Ο Πρόεδρος του Γραφείου δέχεται ή απορρίπτει την αίτηση παροχής νομικής συνδρομής. Κατά της απόφασής του χωρεί προσφυγή ενώπιον του διοικητικού δικαστηρίου της Σόφιας, σύμφωνα με τον Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας.
Δικτυακός τόπος: http://www.compensation.bg/
Εθνικό Συμβούλιο Στήριξης και Αποζημίωσης Θυμάτων Εγκληματικών Πράξεων (συντομογραφία στα βουλγαρικά: NSPKPP)
Το Συμβούλιο εξετάζει αιτήσεις οικονομικής αποζημίωσης σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου για τη στήριξη και την αποζημίωση θυμάτων εγκληματικών πράξεων (συντομογραφία στα βουλγαρικά: ZPFKPP). Για να δικαιούται αποζημίωση, το θύμα πρέπει να έχει υποστεί οικονομική ζημία λόγω τρομοκρατικής ενέργειας, ανθρωποκτονίας, εκ προμελέτης ποινικού αδικήματος που του προκάλεσε σοβαρή σωματική βλάβη, βιασμού ή σεξουαλικής βίας που προκάλεσε σοβαρή βλάβη στην υγεία του, εμπορίας ανθρώπων, ποινικών αδικημάτων που διαπράττονται από οργανωμένη εγκληματική συμμορία και άλλων σοβαρών εκ προμελέτης αδικημάτων που προκάλεσαν θάνατο ή σοβαρή σωματική βλάβη (άρθρο 3 παράγραφος 3 του νόμου). Το αδίκημα πρέπει να έχει διαπραχθεί μετά τις 30 Ιουνίου 2005. Ο νόμος προβλέπει αποζημίωση για τις ακόλουθες ζημίες που προκύπτουν άμεσα από ποινικό αδίκημα:
1. ιατρικά έξοδα, εκτός αυτών που καλύπτονται από Εθνικό Ταμείο Ασφάλισης Υγείας·
2. διαφυγόντα έσοδα·
3. νομικά έξοδα·
4. απώλεια πόρων διαβίωσης·
5. έξοδα κηδείας·
6. άλλες υλικές ζημίες.
Πρέπει να υποβάλλονται αποδεικτικά έγγραφα.
Τα θύματα των εν λόγω ποινικών αδικημάτων μπορούν να υποβάλουν αίτηση οικονομικής αποζημίωσης στον κυβερνήτη της επαρχίας τους ή στο Συμβούλιο εντός δύο μηνών από την καταδίκη του δράστη (άρθρο 12 του νόμου). Το Συμβούλιο εξετάζει την αίτηση εντός τριών μηνών από τη λήψη της.
Το Συμβούλιο συνεδριάζει τουλάχιστον ανά τρίμηνο για να κρίνει τις αιτήσεις αποζημίωσης. Οι αποφάσεις του λαμβάνονται με απλή πλειοψηφία των παρόντων μελών του, πρέπει να αναφέρουν τους λόγους αποδοχής ή απόρριψης και είναι τελεσίδικες.
Βάση δεδομένων ΜΚΟ - http://www.ngobg.info/bg/search/advanced.html
Την έκδοση αυτής της σελίδας στην εθνική γλώσσα διαχειρίζεται το εκάστοτε κράτος μέλος. Οι μεταφράσεις έχουν γίνει από την αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι τυχόν αλλαγές που επιφέρει η αρμόδια εθνική αρχή στο πρωτότυπο ενδέχεται να μην έχουν περιληφθεί ακόμα στις μεταφράσεις. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν αναλαμβάνει καμία ευθύνη όσον αφορά τις πληροφορίες ή τα στοιχεία που περιλαμβάνονται ή για τα οποία γίνεται λόγος στο παρόν έγγραφο. Βλ. την ανακοίνωση νομικού περιεχομένου για τους κανόνες πνευματικής ιδιοκτησίας που ισχύουν στο κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρούσα σελίδα.
Γενικά, σε υποθέσεις διακριτικής μεταχείρισης, αρμόδιο σε πρώτο βαθμό είναι το δικαστήριο της περιφέρειας του εναγόμενου (δηλαδή του προσώπου που κατηγορείται για διακριτική μεταχείριση). Αφότου εξαντληθούν όλα τα τακτικά ένδικα μέσα, μπορεί να επιληφθεί το Συνταγματικό Δικαστήριο με υποβολή ξεχωριστής συνταγματικής προσφυγής (http://www.usoud.cz/).
Joštova 8, 660 83 Brno 2
Τηλ.( +420 ) 542162111
Φαξ: (+420 ) 542161309, (+420 ) 542161169
Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο: podani@usoud.cz
Το Συνταγματικό Δικαστήριο είναι το δικαστικό όργανο που είναι επιφορτισμένο με την προστασία της συνταγματικότητας το καθεστώς και οι αρμοδιότητές του κατοχυρώνονται στο Σύνταγμα της Τσεχικής Δημοκρατίας. Το Συνταγματικό Δικαστήριο δεν περιλαμβάνεται στο σύστημα των τακτικών δικαστηρίων. Κύριο καθήκον του είναι η προστασία της συνταγματικότητας και των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών που κατοχυρώνονται στο Σύνταγμα, τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων και Ελευθεριών και σε λοιπούς συνταγματικούς νόμους της Τσεχικής Δημοκρατίας, και η διασφάλιση ότι η κρατική εξουσία ασκείται με συνταγματικό τρόπο.
Σύμφωνα με το άρθρο 87 του Συντάγματος, το Συνταγματικό Δικαστήριο αποφασίζει, μεταξύ άλλων, επί συνταγματικών προσφυγών που ασκούνται από νομικά ή φυσικά πρόσωπα κατά τελεσίδικων και εκτελεστών αποφάσεων και επί λοιπών παρεμβάσεων από δημόσιους φορείς που επηρεάζουν τα θεμελιώδη δικαιώματα και τις ελευθερίες που κατοχυρώνονται στο Σύνταγμα. Οι αποφάσεις του Συνταγματικού Δικαστηρίου είναι αμετάκλητες και δεν υπόκεινται σε ένδικα μέσα.
Στην ιστοσελίδα του, το Συνταγματικό Δικαστήριο παραθέτει οδηγό για τη διαδικασία υποβολής συνταγματικών προσφυγών, στον οποίο περιέχονται οι βασικές πληροφορίες της διαδικασίας (βλ. http://www.usoud.cz/pruvodce-rizenim-o-ustavni-stiznosti).
Κύριος εθνικός φορέας ανθρωπίνων δικαιωμάτων που ασχολείται με παραβιάσεις των θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων είναι ο Διαμεσολαβητής (βλ. παρακάτω).
Σε κυβερνητικό κρατικό επίπεδο, το ζήτημα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων υπάγεται στην αρμοδιότητα του Υπουργού Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, Ίσων Ευκαιριών και Νομοθεσίας το Κυβερνητικό Συμβούλιο για την Ισότητα των Φύλων, το Κυβερνητικό Συμβούλιο για τις Εθνικές Μειονότητες και το Κυβερνητικό Συμβούλιο για τα Άτομα με Αναπηρίες συγκαταλέγονται μεταξύ των λοιπών οργάνων που ασχολούνται με το εν λόγω ζήτημα, ως συμβουλευτικά όργανα της Κυβέρνησης.
Veřejný ochránce práv (Διαμεσολαβητής)http://www.ochrance.cz/
Údolní 39
Brno, 602 00
Τηλέφωνο: +420 542 542 111
Φαξ: +420 542 542 112
Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο: podatelna@ochrance.cz
Ο Διαμεσολαβητής είναι αυτόνομο, ανεξάρτητο και αμερόληπτο κρατικό όργανο που δεν εμπίπτει στη δημόσια διοίκηση και ως εκ τούτου δεν είναι δημόσια αρχή. Παρέχει προστασία έναντι της συμπεριφοράς των δημόσιων αρχών και λοιπών οργανισμών που ασκούν κρατική διοίκηση, οποτεδήποτε η εν λόγω συμπεριφορά είναι:
Ο Διαμεσολαβητής είναι αρμόδιος για καταγγελίες που στρέφονται κατά πράξεων τις οποίες τελούν:
Από το 2006, ο Διαμεσολαβητής εποπτεύει επίσης την προστασία των δικαιωμάτων των προσώπων που έχουν υποστεί περιορισμό στην ελευθερία τους.
Ο Διαμεσολαβητής δεν έχει δικαίωμα παρέμβασης σε ιδιωτικού δικαίου σχέσεις ή διαφορές (όπως σε διαφορές εργοδοτών και εργαζόμενων, ακόμη κι αν ο εργοδότης αποτελεί κρατική αρχή), με μόνη εξαίρεση τις καταγγελίες για διακριτική μεταχείριση – στις εν λόγω υποθέσεις, ο Διαμεσολαβητής μπορεί να παρέμβει και σε υποθέσεις ιδιωτικού δικαίου.
Ο Διαμεσολαβητής μπορεί να διεξάγει ανεξάρτητες έρευνες, όχι όμως να υποκαθιστά τις κρατικές διοικητικές αρχές και δεν μπορεί να ακυρώνει ή να μεταρρυθμίζει τις αποφάσεις τους. Ωστόσο, εφόσον εντοπίσει παρατυπίες, μπορεί να ζητήσει από τις αρχές ή τους οργανισμούς τη θεραπεία τους.
Αν κρατική διοικητική αρχή ή εγκατάσταση όπου κρατούνται πρόσωπα που έχουν υποστεί περιορισμό της ελευθερίας τους δεν εκπληρώνει την υποχρέωσή της να συνεργαστεί με τον Διαμεσολαβητή ή δεν λάβει επαρκή μέτρα θεραπείας μετά τον εντοπισμό παρατυπίας, ο Διαμεσολαβητής μπορεί να ενημερώνει σχετικά το κοινό.
Η γνωστοποίηση αποτελεί κύρωση την οποία ο Διαμεσολαβητής μπορεί να επιβάλει σύμφωνα με τον νόμο. Στην περίπτωση αυτή, ο Διαμεσολαβητής μπορεί επίσης να γνωστοποιεί στο κοινό το ονοματεπώνυμο συγκεκριμένων προσώπων που ενεργούν για λογαριασμό της αρχής που έχει κάνει την παρατυπία.
Καταγγελία ενώπιον του Διαμεσολαβητή πρέπει να υποβάλλεται από το πρόσωπο που ζητά την προστασία των δικαιωμάτων του ή από τον νόμιμο εκπρόσωπο του. Καταγγελία που υποβάλλεται για λογαριασμό τρίτου πρέπει να συνοδεύεται από γραπτό πληρεξούσιο ή άλλο έγγραφο από το οποίο να προκύπτει η έκταση των εξουσιών.
Στην καταγγελία πρέπει οπωσδήποτε να περιλαμβάνονται:
Η διάρκεια των ερευνών και η διευθέτηση των καταγγελιών ποικίλλουν και πάντως εξαρτώνται από τις περιστάσεις και την περιπλοκότητα της υπόθεσης. Ο νόμος δεν θεσπίζει προθεσμίες για τον Διαμεσολαβητή ο Διαμεσολαβητής καταβάλλει προσπάθεια να χειριστεί όλες τις καταγγελίες, στο μέτρο του εφικτού και το συντομότερο δυνατόν.
Δεν προβλέπεται η άσκηση ενδίκων μέσων (έφεσης) για τον τρόπο χειρισμού καταγγελίας από τον Διαμεσολαβητή ή για το αποτέλεσμα αυτής.
Καταγγελία υποβάλλεται:
Γραπτώς– κατά προτίμηση σε εκτυπωμένο έντυπο καταγγελίας το οποίο αποστέλλεται στην ταχυδρομική διεύθυνση: Veřejný ochránce práv, Údolní 39, 602 00 Brno. Επίσης, επιτρέπεται η αποστολή προσωπικής επιστολής.
Με ηλεκτρονικό μήνυμα (ακόμη και χωρίς ηλεκτρονική υπογραφή) που αποστέλλεται στη διεύθυνση podatelna@ochrance.cz και περιγραφή της ουσίας της υπόθεσης ή, ακόμη καλύτερα, με συμπλήρωση του εντύπου καταγγελίας και αποστολή αυτού με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο.
Μέσω ηλεκτρονικής θυρίδας δεδομένων – Το μοναδικό αναγνωριστικό (ID) του Γραφείου του Διαμεσολαβητή είναι jz5adky. Το μήνυμα δεδομένων μπορεί να περιλαμβάνει συμπληρωμένο έντυπο καταγγελίας ή προσωπική επιστολή με σημαντικές πληροφορίες για το πρόβλημα.
Με χρήση διαδραστικού ηλεκτρονικού εντύπου που παρέχεται από ηλεκτρονική υπηρεσία καταχωρίσεων που διασφαλίζει ότι η καταχώριση περιλαμβάνει όλα τα αναγκαία στοιχεία.
Μέσω προσωπικής υποβολής στο γραφείο καταθέσεων του Γραφείου του Διαμεσολαβητή (Údolní 39, Μπρνο), σε εργάσιμες ημέρες από τις 8.00 π.μ. έως τις 4.00 μ.μ. Με αυτόν τον τρόπο είναι δυνατή η υποβολή καταγγελίας με συνημμένα έγγραφα όχι μόνον γραπτώς (έντυπα), αλλά και με φορέα δεδομένων.
Με προσωπική καταγγελία σε αναφορά – σε εργάσιμες ημέρες από τις 8.00 π.μ. έως τις 4.00 μ.μ. επιτρέπεται η αυτοπρόσωπη μετάβαση στο Τμήμα Παραλαβών Καταγγελιών, στο κτίριο του Γραφείου του Διαμεσολαβητή, όπου η καταγγελία θα συζητηθεί και θα καταγραφεί από δικηγόρο του Γραφείου.
Στην Τσεχική Δημοκρατία δεν υφίσταται συνήγορος του παιδιού ωστόσο, τις καταγγελίες παιδιών που αφορούν την προστασία των δικαιωμάτων και των συμφερόντων τους χειρίζεται επί του παρόντος ο Διαμεσολαβητής.
Διαμεσολαβητήςhttp://deti.ochrance.cz/
Údolní 39
Brno, 602 00
Τηλέφωνο: +420 542 542 888
Φαξ: +420 542 542 112
Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο: deti@ochrance.cz
Τα παιδιά μπορούν να απευθύνονται στον Διαμεσολαβητή με διάφορους τρόπους, και ειδικότεραμε απλή επιστολή που ταχυδρομείται ή παραδίδεται αυτοπροσώπως στη διεύθυνση Veřejná ochránkyně práv, Údolní 39, 602 00 Brno ή με χρήση του διαδραστικού εντύπου συμπληρωμένου σύμφωνα με τις οδηγίες, με ηλεκτρονικό μήνυμα στη διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου deti@ochrance.cz, ή αυτοπροσώπως στη διεύθυνση του Διαμεσολαβητή, όπου το παιδί μπορεί να συζητήσει και να καταγράψει το πρόβλημα με δικηγόρο του Γραφείου του Διαμεσολαβητή.
Στην καταγγελία πρέπει να προσδιορίζονται ιδίως:
Ο Διαμεσολαβητής μπορεί να βοηθήσει το παιδί π.χ. στις ακόλουθες περιπτώσεις:
Αντιθέτως, ο Διαμεσολαβητής δεν μπορεί π.χ.:
Διαμεσολαβητής
Údolní 39
Brno, 602 00
Τηλέφωνο: +420 542 542 111
Φαξ: +420 542 542 112
Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο: podatelna@ochrance.cz
Σύμφωνα με τον νόμο περί Διαμεσολαβητή, ο Διαμεσολαβητής παρέχει στα θύματα διακριτικής μεταχείρισης μεθοδολογική συνδρομή:
Κατά την υποβολή του αιτήματος στον Διαμεσολαβητή για τη διερεύνηση διακριτικής μεταχείρισης, ο αιτών πρέπει να προσδιορίζει με τη μεγαλύτερη δυνατή ακρίβεια την επικαλούμενη συμπεριφορά που εισάγει διακρίσεις και να συνοδεύει την αίτηση με κάθε πιθανό αποδεικτικό στοιχείο που μπορεί να αποδεικνύει τη διακριτική μεταχείριση.
Γραφείο Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήραhttps://www.uoou.cz/
Pplk. Sochora 27
170 00 Prague 7
Τηλέφωνο: +420 234 665 111
Φαξ: +420 234 665 444
Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο: posta@uoou.cz
Το Γραφείο Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (ΓΠΔΠΧ) είναι ανεξάρτητο όργανο που:
Οι δραστηριότητες του Γραφείου καθορίζονται στον νόμο αρ. 101/2000 για την προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την τροποποίηση συγκεκριμένων νόμων, όπως αυτός έχει τροποποιηθεί.
Σκοπός του νόμου για την προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα είναι η διαφύλαξη του δικαιώματος των πολιτών, όπως αυτό κατοχυρώνεται από τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων και Ελευθεριών, στην προστασία από κάθε παράνομη εισβολή στην ιδιωτική και προσωπική τους ζωή και από κάθε παράνομη συλλογή, δημοσίευση ή άλλη κατάχρηση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.
Όποιος ανακαλύπτει ή έχει εύλογη υπόνοια ότι τα προσωπικά του δεδομένα υποβάλλονται σε επεξεργασία κατά παράβαση του δικαιώματος προστασίας της ιδιωτικής και προσωπικής του ζωής και κατά παράβαση του νόμου περί προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα – π.χ. αν τα προσωπικά δεδομένα που υποβάλλονται σε επεξεργασία είναι ανακριβή ή εκτείνονται πέρα από τον σκοπό για τον οποίο ζητήθηκαν – δικαιούται να υποβάλει αναφορά στο Γραφείο.
Η αναφορά που εφιστά την προσοχή σε εικαζόμενη παράβαση του νόμου περί προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα θα πρέπει να περιλαμβάνει:
Καταγγελία μπορεί να υποβάλλεται επίσης ανώνυμα στο Γραφείο ή με ηλεκτρονικά μέσα.
Το πρόσωπο που υποβάλλει την καταγγελία δεν είναι διάδικος σε πιθανή διοικητική διαδικασία, αλλά μπορεί να καταθέτει ως μάρτυρας.
Το κύριο όργανο στο οποίο μπορούν να απευθύνονται τα φυσικά πρόσωπα σε περίπτωση παραβίασης των θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων τους είναι ο Διαμεσολαβητής. Άλλοι αρμόδιοι φορείς είναι, μεταξύ άλλων, οι εξής:
Lhotecká 7
143 01 Prague 12
Τηλέφωνο: +420 974 827 118
Φαξ: +420 974 827 280
Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο: podatelna@suz.cz
Η Υπηρεσία Διοίκησης των Εγκαταστάσεων για τους ρόσφυγες (ΥΔΕΠ) αποτελεί οργανωτικό στοιχείο του κράτους και υπάγεται στον αναπληρωτή Υπουργό Εσωτερικών Δημόσιας Τάξης και Ασφάλειας συνεργάζεται με κρατικούς και διεθνής οργανισμούς, όργανα της τοπικής αυτοδιοίκησης και μη κυβερνητικές οργανώσεις. Διοικεί επίσης τις εγκαταστάσεις κράτησης αλλοδαπών από το 2009 διαχειρίζεται ένα δίκτυο κέντρων υποστήριξης της ενσωμάτωσης αλλοδαπών σε πρωτεύουσες περιφερειών.
Η Τσεχική Δημοκρατία χρησιμοποιεί την ΥΔΕΠ για να παρέχει φιλοξενία και άλλες υπηρεσίες σε αιτούντες άσυλο, πρόσφυγες και κρατούμενους αλλοδαπούς σύμφωνα με τον νόμο αρ. 326/1999 για την παραμονή αλλοδαπών στην Τσεχική Δημοκρατία και τον νόμο αρ. 325/1999 περί ασύλου. Σκοπός της ΥΔΕΠ είναι η παροχή στα εν λόγω πρόσωπα κατάλληλων και αξιοπρεπών συνθηκών.
Partyzánská 7
170 00 Prague 7 – Holešovice
Τηλέφωνο: 266 753 421
Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο: nrzpcr@nrzp.cz
Από την 11η Δεκεμβρίου 2014, το Εθνικό Συμβούλιο των Ατόμων με Αναπηρία αποτελεί επίσημα καταχωρισμένη εθνική ένωση που εκπροσωπεί τα συμφέροντα των ατόμων με αναπηρία στις σχέσεις τους με το κράτος και τους δημόσιους φορείς. Ρόλος του Εθνικού Συμβουλίου είναι η συμβολή στην κοινωνική ένταξη των ατόμων με αναπηρία και η συνεπής προάσπιση των ανθρώπινων δικαιωμάτων τους. Πρόκειται για το κύριο συμβουλευτικό όργανο του κρατικού συμβουλίου για τα άτομα με αναπηρίες.
Στις προτεραιότητές του περιλαμβάνονται:
Στην Τσεχική Δημοκρατία υπάρχουν αρκετοί μη κερδοσκοπικοί οργανισμοί που ασχολούνται με ζητήματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων και παρέχουν βοήθεια στους ανθρώπους των οποίων τα δικαιώματα αυτά παραβιάζονται.
Pernerova 32/10, 186 00, Praha 8
Ηλεκτρονική διεύθυνση: info@cicpraha.org
Το Κέντρο Ενσωμάτωσης Αλλοδαπών (ΚΕΑ) είναι αστική ένωση που συστάθηκε το 2003 για να συμβάλει στην ενσωμάτωση των αλλοδαπών στην τσεχική κοινωνία.
Εστιάζει στην παροχή εξωτερικών και εκτός δομών υπηρεσιών και εκπαιδευτικών προγραμμάτων σε αλλοδαπούς με μόνιμη ή μακροχρόνια διαμονή στην Τσεχική Δημοκρατία. Το ΚΕΑ έχει παραρτήματα σε όλες τις περιφέρειες της Τσεχίας, με το επίκεντρό του στην Πράγα και την Κεντρική Βοημία. Η οργάνωση είναι καταχωρισμένη ως πάροχος κοινωνικών υπηρεσιών σύμφωνα με τον νόμο περί κοινωνικών υπηρεσιών και είναι διαπιστευμένη σύμφωνα με τον νόμο περί εθελοντικών υπηρεσιών.
Στις κύριες δραστηριότητες της οργάνωσης περιλαμβάνονται:
Σκοπός όλων των προγραμμάτων είναι η παροχή στους μετανάστες της δυνατότητας ανεξάρτητης και αξιοπρεπούς διαβίωσης στην Τσεχική Δημοκρατία, διασφαλίζοντας ταυτόχρονα ότι θα σέβονται και θα έχουν γνώση της τοπικής νομοθεσίας και των αμιγώς διαπροσωπικών προτύπων συμπεριφοράς και διαγωγής, και προάγοντας την κατανόηση, τη διάθεση προσφοράς και τον σεβασμό της ατομικότητας κάθε μετανάστη από την κοινωνία που τον υποδέχεται.
Την έκδοση αυτής της σελίδας στην εθνική γλώσσα διαχειρίζεται το εκάστοτε κράτος μέλος. Οι μεταφράσεις έχουν γίνει από την αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι τυχόν αλλαγές που επιφέρει η αρμόδια εθνική αρχή στο πρωτότυπο ενδέχεται να μην έχουν περιληφθεί ακόμα στις μεταφράσεις. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν αναλαμβάνει καμία ευθύνη όσον αφορά τις πληροφορίες ή τα στοιχεία που περιλαμβάνονται ή για τα οποία γίνεται λόγος στο παρόν έγγραφο. Βλ. την ανακοίνωση νομικού περιεχομένου για τους κανόνες πνευματικής ιδιοκτησίας που ισχύουν στο κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρούσα σελίδα.
Εθνικοί οργανισμοί ανθρωπίνων δικαιωμάτων
Διαμεσολαβητής για τα δικαιώματα του παιδιού
Διευθύνσεις:
Τα δικαστήρια αυτά επιλύουν νομικές διαφορές. Λειτουργούν τέσσερα επαρχιακά δικαστήρια: στο Harju, το Viru, το Tartu και το Pärnu. Λειτουργούν δύο διοικητικά δικαστήρια: ένα στο Ταλίν και ένα στο Tartu. Τις αποφάσεις των διοικητικών δικαστηρίων εξετάζουν σε δεύτερο βαθμό (έφεση) τα διοικητικά τμήματα των πρωτοδικείων του Ταλίν και του Tartu. Οι δικαστικές αποφάσεις εξετάζονται σε τρίτο βαθμό από το διοικητικό τμήμα του Ανώτατου Δικαστηρίου.
Εάν ένας πολίτης εκτιμά ότι κάποιο πρόσωπο δημοσίου δικαίου (όπως η Πολιτεία ή κάποιος οργανισμός τοπικής αυτοδιοίκησης) παραβίασε τα δικαιώματά του ή περιόρισε τις ελευθερίες του με μια διοικητική πράξη ή διαδικασία, μπορεί να προσφύγει ενώπιον του διοικητικού δικαστηρίου. Τα πρωτοδικεία εκδικάζουν διαφορές που σχετίζονται με τη μεταρρύθμιση του καθεστώτος εγγείου ιδιοκτησίας ή με τις αγροτικές μεταρρυθμίσεις, με τις δημόσιες υπηρεσίες, τις φορολογικές υπηρεσίες, με ζητήματα ιθαγένειας και μετανάστευσης, καθώς και με τη σύναψη δημοσίων συμβάσεων, τη δημόσια περιουσία, τον πολεοδομικό και χωροταξικό σχεδιασμό και την κρατική ευθύνη.
Το πρωτοδικείο στο οποίο κατατίθεται η καταγγελία ή η ένσταση ελέγχει εάν οι τελευταίες πληρούν τις επιταγές της νομοθεσίας, εάν επισυνάπτονται όλα τα έγγραφα που αναφέρονται σε αυτές, εάν εμπίπτουν στη δικαιοδοσία του πρωτοδικείου και εάν έχει καταβληθεί το σχετικό τέλος. Εάν δεν πληρούται κάποια από τις προαναφερθείσες προϋποθέσεις, το δικαστήριο δίδει στον καταγγέλλοντα ή στον υποβάλλοντα την ένσταση προθεσμία 15 ημερών για να επανορθώσει τις διαπιστωθείσες παραλείψεις. Εάν ο καταγγέλλων ή ο υποβάλλων την ένσταση δεν επανορθώσει τις διαπιστωθείσες παραλείψεις εντός της προαναφερθείσας προθεσμίας, το πρωτοδικείο του επιστρέφει την καταγγελία ή την ένσταση μαζί με σχετικό υπηρεσιακό σημείωμα. Εάν η καταγγελία ή η ένσταση πληροί τις απαιτήσεις, το δικαστήριο κάνει δεκτή την υπόθεση και ξεκινά προκαταρκτική διαδικασία κατά τη διάρκεια της οποίας προετοιμάζει την υπόθεση έτσι ώστε να μπορεί να εκδικασθεί σε μία μόνο συνεδρίαση χωρίς διακοπή. Όταν ολοκληρωθεί η προκαταρκτική διαδικασία, το δικαστήριο αποστέλλει κλήτευση στους διαδίκους ενημερώνοντάς τους για την ημερομηνία και τον τόπο εκδίκασης της υπόθεσης.
Τα επαρχιακά δικαστήρια μπορούν να εκδικάσουν υποθέσεις που αφορούν παραβιάσεις δικαιωμάτων αστικής φύσης, όπως συμβατικές διαφορές, οικογενειακές υποθέσεις, διαφορές που άπτονται του κληρονομικού δικαίου και της νομοθεσίας περί ιδιοκτησίας, ζητήματα σχετικά με τις δραστηριότητες και τη διαχείριση επιχειρήσεων και μη κερδοσκοπικών οργανώσεων, διαφορές σε επίπεδο δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας, υποθέσεις πτώχευσης και ζητήματα που άπτονται του εργατικού δικαίου. Αυτά είναι μερικά μόνο από τα θέματα που μπορούν να εκδικαστούν ενώπιον των επαρχιακών δικαστηρίων βάσει του κώδικα πολιτικής δικονομίας.
Τα άτομα που επιθυμούν να προσφύγουν ενώπιον αστικού δικαστηρίου για να προστατεύσουν τα δικαιώματά τους (ή τα δικαιώματα άλλων) πρέπει να υποβάλουν αίτηση στο δικαστήριο. Η αίτηση συνιστά αστική αξίωση ενώπιον του αστικού δικαστηρίου. Στην αίτηση που υποβάλλεται στο δικαστήριο πρέπει να αναφέρονται το ονοματεπώνυμο του ατόμου κατά του οποίου υποβάλλεται η αξίωση, το αντικείμενο της αξίωσης, οι λόγοι (ήτοι η νομική βάση) και τα στοιχεία που προσκομίζονται προς στήριξη της αξίωσης.
Αφού λάβει την αίτηση, το δικαστήριο ελέγχει εάν πληρούνται οι απαιτήσεις και εάν έχει καταβληθεί το σχετικό τέλος. Εάν η αίτηση είναι ελλιπής, το δικαστήριο ορίζει προθεσμία μέχρι την οποία πρέπει να επανορθωθούν οι διαπιστωθείσες παραλείψεις. Εάν οι παραλείψεις δεν επανορθωθούν μέχρι τη λήξη της προθεσμίας, το δικαστήριο τερματίζει τη διαδικασία. Εάν η αίτηση πληροί τις απαιτήσεις, το δικαστήριο την αποστέλλει στον αντίδικο προκειμένου να απαντήσει. Το δικαστήριο εκδίδει την απόφασή του εντός εύλογου χρονικού διαστήματος. Παράλληλα, εκδίδει υπηρεσιακό σημείωμα σχετικά με την αποδοχή ή την απόρριψη της υπόθεσης.
Μπορείτε να καταγγείλετε την εγκληματική πράξη της οποίας είστε θύμα προφορικά ή γραπτά σε φορέα αρμόδιο για τη διερεύνηση της υπόθεσης, συνήθως στην
αστυνομία ή στην
Εισαγγελία.
Στην καταγγελία της εγκληματικής πράξης πρέπει να συμπεριλάβετε τα προσωπικά σας στοιχεία καθώς και στοιχεία επικοινωνίας, περιγραφή της εγκληματικής πράξης, ημερομηνία και υπογραφή. Δεν απαιτείται ειδικό έντυπο, παρόλα αυτά η αστυνομία μπορεί να σας δώσει κάποιο. Το έντυπο που αποστέλλεται στην Εισαγγελία διατίθεται επίσης στον
δικτυακό τόπο της Εισαγγελίας.
Η καταγγελία της εγκληματικής πράξης την οποία υποβάλλετε προφορικά ή τηλεφωνικά καταχωρίζεται. Οι καταγγελίες που υποβάλλονται τηλεφωνικά είναι δυνατό να ηχογραφηθούν.
Το αργότερο δέκα ημέρες μετά την υποβολή της καταγγελίας σας, η αστυνομία ή η Εισαγγελία οφείλουν να σας ενημερώσουν σε περίπτωση που αρνούνται να κινήσουν ποινικές διαδικασίες. Η προθεσμία αυτή μπορεί να παραταθεί κατά δέκα ημέρες εάν απαιτούνται συμπληρωματικές πληροφορίες από το άτομο που υποβάλλει την καταγγελία της εγκληματικής πράξης, προκειμένου να αποφασιστεί εάν θα κινηθούν ή όχι ποινικές διαδικασίες. Το άτομο που υποβάλλει την καταγγελία της εγκληματικής πράξης ενημερώνεται για την παράταση της προθεσμίας απάντησης και για τους λόγους της συγκεκριμένης παράτασης.
Μετά την ολοκλήρωση της έρευνας, η αστυνομία καταρτίζει φάκελο τον οποίον αποστέλλει στην Εισαγγελία η οποία, με τη σειρά της:
Η Εσθονία δεν διαθέτει επί του παρόντος εθνική αρχή ή άλλον οργανισμό που να έχει υποβάλει αίτηση προκειμένου να διαπιστευτεί ως εθνικός οργανισμός προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Με την ιδιότητα του διαμεσολαβητή, ο Συνήγορος του Πολίτη παρακολουθεί τις δραστηριότητες των αρχών που επιτελούν δημόσια καθήκοντα και ελέγχει εάν οι αρχές του κράτους σέβονται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τις ελευθερίες των πολιτών και την ορθή διοικητική πρακτική. Ο Συνήγορος του Πολίτη παρακολουθεί:
Όλοι οι πολίτες έχουν δικαίωμα να υποβάλουν αίτηση στον Συνήγορο του Πολίτη προκειμένου να ελέγξει τις δραστηριότητες αρχών που επιτελούν δημόσια καθήκοντα.
Εάν ο Συνήγορος του Πολίτη διαπιστώσει ότι οι δραστηριότητες κάποιας αρχής που επιτελεί δημόσια καθήκοντα είναι παράνομες, αποστέλλει γνωμοδότηση στην εν λόγω αρχή στην οποία αναφέρει τους τρόπους με τους οποίους παραβιάστηκε η νομοθεσία και, εφόσον είναι αναγκαίο, συνιστά τρόπους σύννομης και ορθής διοικητικής πρακτικής ή διατυπώνει προτάσεις για τη διευθέτηση της διαπιστωθείσας παράβασης. Σε αμφότερες τις περιπτώσεις, προτού εκδώσει γνωμοδότηση, ελέγχει κατά πόσον η αρχή συμμορφώθηκε ή όχι προς τη νομοθεσία και κατά πόσον η επικοινωνία με τον πολίτη συνάδει ή όχι με την ορθή διοικητική πρακτική. Στη γνωμοδότησή του, ο Συνήγορος του Πολίτη μπορεί να ασκεί κριτική, να εκφέρει απόψεις ή να διατυπώνει στοχευμένες συστάσεις για την επανόρθωση της παράβασης.
Όλοι οι πολίτες έχουν δικαίωμα να υποβάλουν αίτηση στον Συνήγορο του Πολίτη προκειμένου να ελέγξει εάν κάποιος νόμος ή άλλη νομοθετική πράξη συνάδει με το σύνταγμα της χώρας και τη λοιπή νομοθεσία. Ο Συνήγορος του Πολίτη παρακολουθεί τη συμμόρφωση των νομοθετικών πράξεων -που εκδίδουν η νομοθετική και εκτελεστική εξουσία και η τοπική αυτοδιοίκηση- προς το Σύνταγμα και τη λοιπή νομοθεσία.
Ο Συνήγορος του Πολίτη παρακολουθεί:
Εάν ο Συνήγορος του Πολίτη διαπιστώσει ότι κάποια νομοθετική πράξη είναι αντισυνταγματική ή ότι δεν συνάδει με άλλους νόμους:
Συνήγορος του Πολίτη: Kohtu 8, 15193 Ταλίν, Εσθονία
Καθήκοντα Συνηγόρου του Παιδιού επιτελεί ο Συνήγορος του Πολίτη. Τα καθήκοντα των συμβούλων της Υπηρεσίας για τα Δικαιώματα των Παιδιών είναι ως επί το πλείστον τα ακόλουθα:
Ως προς τα υπόλοιπα, ισχύουν όσα αναφέρονται για τον Συνήγορο του Πολίτη.
Διευθύνσεις:
Ο Συνήγορος του Πολίτη παρακολουθεί την εφαρμογή του θεμελιώδους δικαιώματος στην ίση μεταχείριση στο πλαίσιο των συνήθων διαδικασιών. Ο Επίτροπος Ισότητας των Φύλων και Ίσης Μεταχείρισης είναι ανεξάρτητος αξιωματούχος που ενεργεί βάσει του Νόμου περί ισότητας των φύλων και του Νόμου περί ίσης μεταχείρισης. Καθήκον του Επιτρόπου είναι να παρακολουθεί τη συμμόρφωση προς τις απαιτήσεις αμφότερων των προαναφερθέντων νόμων. Ο Επίτροπος παρέχει καθοδήγηση και στήριξη σε πολίτες για διαφορές που άπτονται διακρίσεων και εκδίδει γνωματεύσεις για κρούσματα διακρίσεων.
Ο Επίτροπος Ισότητας των Φύλων και Ίσης Μεταχείρισης:
Ο Επίτροπος εκδίδει γνωμοδοτήσεις προς θύματα διακρίσεων και προς άτομα που έχουν νόμιμο συμφέρον να παρακολουθούν τη συμμόρφωση προς τις απαιτήσεις περί ίσης μεταχείρισης. Σκοπός των εν λόγω γνωμοδοτήσεων είναι η αξιολόγηση η οποία, σε συνδυασμό με τον Νόμο περί ισότητας των φύλων, τον Νόμο περί ίσης μεταχείρισης, διεθνείς συμφωνίες δεσμευτικές για τη Δημοκρατία της Εσθονίας και τη λοιπή νομοθεσία, θα επιτρέψει τη στοιχειοθέτηση ή όχι της παραβίασης της αρχής της ίσης μεταχείρισης στο πλαίσιο της υπό εξέταση έννομης σχέσης.
Για να λάβει κάποιος γνωμοδότηση πρέπει πρώτα να υποβάλει αίτηση στον Επίτροπο. Στην αίτηση θα πρέπει να περιγράφονται τα γεγονότα από τα οποία να προκύπτει ότι συντρέχει όντως διάκριση. Στο πλαίσιο της έκδοσης γνωμοδότησης, ο Επίτροπος μπορεί να ζητά πληροφορίες από όλα τα άτομα που διαθέτουν ενδεχομένως αυτές που χρειάζεται προκειμένου να εξακριβώσει τα γεγονότα τα οποία σχετίζονται με την εκάστοτε υπόθεση διακρίσεων. Επίσης, μπορεί να ζητά γραπτές εξηγήσεις για τα γεγονότα που σχετίζονται με την εκάστοτε εικαζόμενη διάκριση, καθώς και την υποβολή εγγράφων ή αντιγράφων αυτών εντός της ορισθείσας από τον ίδιο προθεσμίας.
Η Επιθεώρηση Προστασίας Δεδομένων προασπίζεται τα ακόλουθα συνταγματικά δικαιώματα:
Μπορείτε να υποβάλετε καταγγελία για πράξεις ή παραλείψεις κάποιου προσώπου, εάν το πρόσωπο (π.χ. ο εκτελών την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ή ο κάτοχος πληροφοριών) που παραβίασε τα δικαιώματά σας δεν ανταποκρίθηκε στην ή στις προσπάθειες να επικοινωνήσετε μαζί του. Η Επιθεώρηση εξετάζει την καταγγελία εντός 30 ημερών από την υποβολή της. Η προθεσμία για την εξέταση καταγγελίας μπορεί να παραταθεί έως 60 ημέρες το πολύ. Ο καταγγέλλων πρέπει να ενημερωθεί γραπτώς για την εν λόγω παράταση.
Δεν υπάρχουν άλλοι εξειδικευμένοι φορείς.
Ο Δικηγορικός Σύλλογος Εσθονίας είναι ένωση εσθονών δικηγόρων με βασική δραστηριότητα την παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών νομικής φύσης σε πολίτες. Ο Δικηγορικός Σύλλογος Εσθονίας είναι μια επαγγελματική ένωση δικηγόρων η οποία ιδρύθηκε στις 14 Ιουνίου 1919, λειτουργεί σύμφωνα με τις αρχές της αυτορρύθμισης και οργανώνει την παροχή νομικών υπηρεσιών για την εξυπηρέτηση του δημόσιου και ιδιωτικού συμφέροντος. Στις δραστηριότητες του Δικηγορικού Συλλόγου της Εσθονίας συγκαταλέγονται, μεταξύ άλλων, η οργάνωση της επαγγελματικής εξέλιξης των συνηγόρων, η ανάπτυξη σχέσεων με δικηγόρους, κρατικές αρχές και διάφορες τοπικές και ξένες οργανώσεις, καθώς και η ενεργός συμμετοχή στη νομοθετική διαδικασία. Ο Δικηγορικός Σύλλογος επιτελεί επίσης αποστολή δημόσιας υπηρεσίας, παρέχοντας υπεράσπιση και εκπροσώπηση σε αστικές και διοικητικές υποθέσεις έναντι τέλους πληρωτέου από το κράτος.
Για την παροχή νομικής συνδρομής από το κράτος απαιτείται συνήθως η υποβολή αίτησης. Οι αιτήσεις για την παροχή νομικής συνδρομής από το κράτος υποβάλλονται κατά κανόνα στο δικαστήριο. Η αίτηση διαβιβάζεται στην αρμόδια για τις έρευνες αρχή ή, εάν το άτομο είναι ο ύποπτος σε ποινική υπόθεση στην οποία η συμμετοχή νομικού συμβούλου δεν είναι υποχρεωτική, στην Εισαγγελία.
Η αίτηση για παροχή κρατικής νομικής συνδρομής υποβάλλεται στα εσθονικά. Η αίτηση μπορεί επίσης να υποβληθεί στα αγγλικά εάν ο αιτών είναι φυσικό πρόσωπο που διαμένει σε άλλο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή πολίτης άλλου κράτους μέλους της ΕΕ ή νομικό πρόσωπο με έδρα σε άλλο κράτος μέλος της ΕΕ.
Κατόπιν αιτήματος της αρμόδιας για τις έρευνες αρχής, της Εισαγγελίας ή του δικαστηρίου, ο Δικηγορικός Σύλλογος της Εσθονίας διορίζει συνήγορο για την παροχή κρατικής νομικής συνδρομής. Ο πολίτης δεν έχει γενικώς το δικαίωμα να επιλέγει τον συνήγορο που θα του παράσχει την κρατική νομική συνδρομή. Έχει ωστόσο το δικαίωμα να υποβάλλει αίτηση για την παροχή κρατικής νομικής συνδρομής από συγκεκριμένο συνήγορο, εφόσον ο τελευταίος έχει συμφωνήσει να το πράξει. Σε αυτήν την περίπτωση, το όνομα του συνηγόρου που έχει συμφωνήσει να προσφέρει κρατική νομική συνδρομή πρέπει να αναφέρεται εξαρχής στη σχετική αίτηση.
Σε διαδικασίες στις οποίες απαιτείται εκ του νόμου η συμμετοχή νομικού συμβούλου, ο πολίτης δεν χρειάζεται να προβεί σε καμία ενέργεια για να λάβει κρατική νομική συνδρομή (εκτός εάν έχει προσλάβει ο ίδιος συνήγορο). Ο αρμόδιος για τις διαδικασίες υπάλληλος οφείλει να μεριμνήσει για τον διορισμό συνηγόρου χωρίς να απαιτείται από τον πολίτη η υποβολή αίτησης.
Την έκδοση αυτής της σελίδας στην εθνική γλώσσα διαχειρίζεται το εκάστοτε κράτος μέλος. Οι μεταφράσεις έχουν γίνει από την αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι τυχόν αλλαγές που επιφέρει η αρμόδια εθνική αρχή στο πρωτότυπο ενδέχεται να μην έχουν περιληφθεί ακόμα στις μεταφράσεις. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν αναλαμβάνει καμία ευθύνη όσον αφορά τις πληροφορίες ή τα στοιχεία που περιλαμβάνονται ή για τα οποία γίνεται λόγος στο παρόν έγγραφο. Βλ. την ανακοίνωση νομικού περιεχομένου για τους κανόνες πνευματικής ιδιοκτησίας που ισχύουν στο κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρούσα σελίδα.
Εθνικοί φορείς ανθρωπίνων δικαιωμάτων
Φορείς ειδικευμένοι στα ανθρώπινα δικαιώματα
Διεύθυνση:
Irish Human Rights Commission
4th Floor, Jervis House
Jervis Street
Dublin 1
Τηλ: + 353 (0) 1 8589601
Φαξ: + 353 (0) 1 8589609
Ηλ. ταχυδρομείο: info@ihrec.ie
Η Ιρλανδική Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και η Αρχή Ισότητας συγχωνεύτηκαν το 2013 με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί η Ιρλανδική Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Ισότητας (IHREC). Η IHREC έχει συσταθεί ως ανεξάρτητος φορέας. Σκοπός της είναι να προστατεύει και να προάγει τα ανθρώπινα δικαιώματα και την ισότητα, καθώς και να ενθαρρύνει την καλλιέργεια ενός πνεύματος σεβασμού για τα ανθρώπινα δικαιώματα, την ισότητα και τη διαπολιτισμική κατανόηση στην Ιρλανδία.
Τα καθήκοντα της IHREC είναι τα ακόλουθα:
Επίσης, η επιτροπή μπορεί να εξετάζει την καταλληλότητα και την αποτελεσματικότητα της νομοθεσίας και των πρακτικών του κράτους σε σχέση με την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και την ισότητα. Μπορεί να το πράττει με δική της πρωτοβουλία ή κατόπιν αιτήματος υπουργού για να εξετάσει οποιαδήποτε νομοθετική πρόταση και να διατυπώσει τις απόψεις της σχετικά με τυχόν συνέπειες για τα ανθρώπινα δικαιώματα ή την ισότητα. Επίσης, η επιτροπή, μπορεί, είτε με δική της πρωτοβουλία είτε κατόπιν αιτήματος της κυβέρνησης, να πραγματοποιεί συστάσεις, με τον τρόπο που αυτή κρίνει σκόπιμο, προς την κυβέρνηση σε σχέση με τα μέτρα που θεωρεί ότι θα πρέπει να ληφθούν για την ενίσχυση, την προστασία και τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της ισότητας στην Ιρλανδία.
Όσον αφορά τα νομικά ζητήματα, η αποστολή της επιτροπής είναι να καταβάλλει προσπάθειες με στόχο να εξαλειφθούν οι παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, οι διακρίσεις και οι απαγορευμένες συμπεριφορές. Η IHREC μπορεί επίσης να ζητήσει να παραστεί ενώπιον του High Court ή του Supreme Court (ανώτατα δικαστήρια), ανάλογα με την υπόθεση, ως amicus curiae σε δίκες που αφορούν ή συνδέονται με ανθρώπινα δικαιώματα ή δικαιώματα στην ισότητα οποιουδήποτε προσώπου, εφόσον της δοθεί η σχετική άδεια τα προαναφερθέντα δικαστήρια μπορούν να της χορηγήσουν την άδεια αυτή κατά την απόλυτη διακριτική ευχέρειά τους.
Επιπλέον, η IHREC παρέχει πρακτική βοήθεια, μεταξύ άλλων νομική συνδρομή, σε φυσικά πρόσωπα για τη διεκδίκηση των δικαιωμάτων τους με τον τρόπο που αυτή κρίνει κατάλληλο βάσει του άρθρου 40. Σύμφωνα με το άρθρο 41 ή το άρθρο 19 της Πράξης του 2003, η IHREC, εφόσον το κρίνει σκόπιμο, μπορεί να κινήσει νομική διαδικασία ανάλογα με τις ανάγκες της υπόθεσης. Η IHREC έχει την εξουσία να διενεργεί έρευνες δυνάμει του άρθρου 35 και σύμφωνα μ’ αυτό. Η επιτροπή μπορεί επίσης να καταρτίζει και να δημοσιεύει εκθέσεις, κατά τον τρόπο που το κρίνει σκόπιμο, μεταξύ άλλων σχετικά με οποιαδήποτε έρευνα πραγματοποίησε, χρηματοδότησε, ανέθεσε ή συνέδραμε.
Η IHREC καταβάλλει κάθε προσπάθεια για να καταστεί δυνατή η αλλαγή και μπορεί να χρηματοδοτήσει, να αναλάβει, να αναθέσει ή να παράσχει οικονομική ή άλλου είδους αρωγή για ερευνητικές και εκπαιδευτικές δραστηριότητες. Η IHREC μπορεί να διεξάγει προγράμματα εκπαίδευσης και κατάρτισης σχετικά με θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ισότητας ή να βοηθά κατά τη διεξαγωγή τους. Η IHREC, είτε κατόπιν δικής της πρωτοβουλίας είτε κατόπιν αιτήματος του υπουργού, μπορεί να αναλάβει, να χρηματοδοτήσει, να αναθέσει ή να παράσχει οικονομική ή άλλου είδους αρωγή για δραστηριότητες και προγράμματα που έχουν ως στόχο την προώθηση της ενσωμάτωσης των μεταναστών και άλλων μειονοτήτων, της ισότητας (συμπεριλαμβανομένης της ισότητας των φύλων) και του σεβασμού της διαφορετικότητας και των πολιτιστικών διαφορών. Η IHREC μπορεί να συντάσσει ανασκοπήσεις σε θέματα ισότητας και να καταρτίζει σχέδια δράσης ή να ζητά από άλλους φορείς να το πράξουν ανάλογα με την περίπτωση.
Διεύθυνση:
Ombudsman for Children’s Office
Millennium House
52-56 Great Strand Street
Dublin 1
Irelandhttp://www.oco.ie/
Ηλ. ταχ.: ococomplaint@oco.ie
Καθήκοντα: Το Γραφείο του Διαμεσολαβητή για τα παιδιά (Ombudsman for Children’s Office, OCO) είναι ανεξάρτητος φορέας, ο οποίος συστάθηκε με νόμο το 2004 για την προαγωγή και την προστασία των δικαιωμάτων και της ευημερίας των παιδιών και των εφήβων μέχρι 18 ετών στην Ιρλανδία. Πρόκειται για έναν εθνικό φορέα ανθρωπίνων δικαιωμάτων κατά την έννοια των Αρχών του Παρισιού των Ηνωμένων Εθνών για τους εθνικούς φορείς ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Το OCO καθοδηγείται στο έργο του από τις διεθνείς υποχρεώσεις της Ιρλανδίας σε θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων, και ιδίως εκείνες που καθορίζονται στη Σύμβαση του ΟΗΕ για τα δικαιώματα του παιδιού.
Ο Διαμεσολαβητής για τα παιδιά ασκεί τα καθήκοντά του ανεξάρτητα και λογοδοτεί απευθείας στο Oireachtas (Κοινοβούλιο).
Τα καθήκοντα του Γραφείου του Διαμεσολαβητή για τα παιδιά περιγράφονται στον Νόμο σχετικά με τον Διαμεσολαβητή για τα παιδιά του 2002. Τα κύρια καθήκοντα είναι τα ακόλουθα:
Όσον αφορά το καθήκον χειρισμού καταγγελιών του Γραφείου, ο νόμος του 2002 προβλέπει τυποποιημένους λόγους κακής διοίκησης για την εξέταση καταγγελιών και τη διεξαγωγή ερευνών. Προκαταρκτικές εξετάσεις ή έρευνες μπορούν να διενεργηθούν είτε βάσει καταγγελίας υποβληθείσας στο Γραφείο είτε με πρωτοβουλία του Διαμεσολαβητή για τα παιδιά.
Δεδομένου ότι οι συνέπειες μιας δράσης σε ένα παιδί πρέπει να αποτελούν το αντικείμενο κάθε έρευνας η οποία διεξάγεται από τον Διαμεσολαβητή για τα παιδιά και ότι τα ίδια τα παιδιά μπορούν να υποβάλλουν καταγγελίες στο Γραφείο, ο νόμος προβλέπει συγκεκριμένες νομοθετικές διατάξεις οι οποίες λαμβάνουν υπόψη τον ιδιαίτερα ευάλωτο χαρακτήρα των παιδιών:
Διαδικασίες: Η καταγγελία που υποβάλλεται στο Γραφείο του Διαμεσολαβητή για τα παιδιά εξετάζεται ώστε να αξιολογηθεί κατά πόσον είναι παραδεκτή και κατά πόσον η φύση της απαιτεί τον χειρισμό της στο πλαίσιο ταχείας διαδικασίας.
Το OCO επιδιώκει πάντοτε την επιτόπια επίλυση των καταγγελιών σε όσο το δυνατόν πιο πρώιμο στάδιο και υποχρεούται να παράσχει στον δημόσιο φορέα κατά του οποίου υποβάλλεται καταγγελία την ευκαιρία να απαντήσει στην καταγγελία σε πρώτο βαθμό.
Εάν η καταγγελία κριθεί παραδεκτή, διενεργείται προκαταρκτική εξέτασή της. Εάν, με την ολοκλήρωση της προκαταρκτικής εξέτασης, το OCO φρονεί ότι επιβάλλεται η διεξαγωγή έρευνας, μπορεί να προβεί σε πληρέστερη έρευνα της καταγγελίας.
Περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τη διαδικασία υποβολής καταγγελιών στο OCO είναι διαθέσιμες στην ακόλουθη διεύθυνση: http://www.oco.ie/complaints/faq.html
Έκβαση: Με την ολοκλήρωση της έρευνας, το Γραφείο του Διαμεσολαβητή για τα παιδιά μπορεί να διατυπώσει συστάσεις στον δημόσιο φορέα, στο σχολείο ή στο νοσοκομείο βάσει των πορισμάτων του. Οι συστάσεις μπορεί να αφορούν τη βελτίωση της κατάστασης συγκεκριμένου παιδιού (ή παιδιών) και/ή την πραγματοποίηση ευρύτερων συστημικών αλλαγών για το συμφέρον των παιδιών.
Οι συστάσεις δεν είναι νομικά δεσμευτικές. Ωστόσο, μία από τις εξουσίες που παρέχει ο νόμος στο OCO είναι η υποβολή ειδικής έκθεσης στο Oireachtas (Κοινοβούλιο) στην περίπτωση που ένας δημόσιος φορέας δεν αποδεχθεί τις συστάσεις του OCO.
Διεύθυνση:
Office of the Ombudsman
18 Lower Leeson Street,
Dublin 2https://www.ombudsman.gov.ie/
Ηλ. ταχυδ.: ombudsman@ombudsman.gov.ie
Τηλ: +353 (0) 1 639 5600
Τύποι εξεταζόμενων αιτημάτων
Ένα πρόσωπο μπορεί να υποβάλει καταγγελία στον Διαμεσολαβητή σχετικά με
Διαδικασία μετά την υποβολή αίτησης
Ο ενδιαφερόμενος δημόσιος φορέας μπορεί να κληθεί να υποβάλει έκθεση. Εάν χρειαστεί, μπορεί να εξεταστούν αρχεία και υπάλληλοι. Στη συνέχεια, το Γραφείο του Διαμεσολαβητή αποφασίζει κατά πόσον:
Στις περισσότερες περιπτώσεις ο χειρισμός των καταγγελιών έχει άτυπο χαρακτήρα. Το Γραφείο του Διαμεσολαβητή μπορεί να συζητήσει το πρόβλημα απευθείας με τον δημόσιο φορέα ή να εξετάσει τα συναφή αρχεία. Σε πιο πολύπλοκες υποθέσεις, μπορεί να απαιτείται η διεξαγωγή λεπτομερούς έρευνας. Επίσης, για τους καταγγέλλοντες οι οποίοι δεν είναι ικανοποιημένοι από την έκβαση της καταγγελίας τους προβλέπεται εσωτερική διαδικασία προσφυγής.
Πιθανές εκβάσεις της διαδικασίας
Εάν το Γραφείο του Διαμεσολαβητή κρίνει ότι ο καταγγέλλων υπέστη ζημία ως αποτέλεσμα άδικης ή ανάρμοστης ενέργειας του δημόσιου φορέα, και ο δημόσιος φορέας δεν λάβει μέτρα για την επανόρθωση της ενέργειας αυτής, το Γραφείο του Διαμεσολαβητή μπορεί να συστήσει στον δημόσιο φορέα να λάβει τέτοια μέτρα. Εφόσον κρίνει ότι κάτι τέτοιο ενδείκνυται, το Γραφείο του Διαμεσολαβητή μπορεί να ζητήσει από τον φορέα:
Εάν το Γραφείο του Διαμεσολαβητή κρίνει ότι η καταγγελία είναι αβάσιμη, θα εξηγήσει στον καταγγέλλοντα τους λόγους που το οδήγησαν στο συγκεκριμένο συμπέρασμα.
Βλ. εθνικοί φορείς ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Birchgrove House,
Roscrea,
Co. Tipperary
Ireland
Τηλ: +353 505 24126
Φαξ: +353 505 22388
Ηλ. ταχυδρομείο: info@equality.ie
Η Αρχή Ισότητας είναι ημικρατικός φορέας ο οποίος συστάθηκε για την εξάλειψη των παράνομων διακρίσεων, την προαγωγή των ίσων ευκαιριών και την παροχή πληροφοριών στο κοινό σχετικά με τη νομοθεσία για την ισότητα και ορισμένους άλλους νόμους.
Ο νόμος για την ισότητα στην απασχόληση του 1998 και ο νόμος για την ισότητα καθεστώτος του 2000 απαγορεύουν τις διακρίσεις στην απασχόληση, στην επαγγελματική κατάρτιση, στη διαφήμιση, στις συλλογικές συμβάσεις, στην παροχή αγαθών και υπηρεσιών και σ’ άλλες ευκαιρίες στις οποίες το κοινό έχει γενικά πρόσβαση για εννέα διαφορετικούς λόγους. Οι λόγοι αυτοί είναι οι εξής:
Η Αρχή Ισότητας διαθέτει εσωτερική νομική υπηρεσία η οποία μπορεί, κατά τη διακριτική της ευχέρεια, εάν η υπόθεση έχει στρατηγική σημασία, να παρέχει δωρεάν νομική συνδρομή σε όσους καταγγέλλουν περιπτώσεις διακρίσεων βάσει του νόμου για την ισότητα στην απασχόληση του 1998 και βάσει του νόμου για την ισότητα καθεστώτος του 2000. Παρέχει τέτοιου είδους συνδρομή σε μικρό μόνο ποσοστό περιπτώσεων, σύμφωνα με τα κριτήρια που έχει θεσπίσει το Συμβούλιο της Αρχής Ισότητας.
3 Clonmel Street
Dublin 2
Ireland
Τηλ: +353 1 4774100
Φαξ: +353 1 4774141
Ηλ. ταχυδρομείο: info@equalitytribunal.ie
Ιστότοπος: http://www.equalitytribunal.ie/
Το δικαστήριο για θέματα ισότητας συστάθηκε βάσει του νόμου για την ισότητα στην απασχόληση του 1998. Παρέχει ένα κανονιστικό πλαίσιο βάσει του οποίου το δικαστήριο για θέματα ισότητας διαμεσολαβεί σε και/ή ερευνά ισχυρισμούς για παράνομες διακρίσεις σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου. Μετά τη σύσταση του δικαστηρίου επήλθαν διάφορες νομοθετικές αλλαγές και η μοναδική ευθύνη που έχει πλέον το δικαστήριο είναι η διαμεσολάβηση και η διερεύνηση καταγγελιών για παράνομες διακρίσεις βάσει της ακόλουθης νομοθεσίας:
Η έρευνα είναι οιονεί δικαστική διαδικασία, η οποία διενεργείται από υπάλληλο του δικαστηρίου για την ισότητα, ο οποίος εξετάζει τα υπομνήματα αμφότερων των μερών προτού ορίσει μία ή περισσότερες κοινές ακροάσεις της υπόθεσης ώστε να μπορέσει να εκδώσει απόφαση σχετικά μ’ αυτήν. Οι έρευνες διεξάγονται από καταρτισμένους υπαλλήλους σε θέματα ισότητας, οι οποίοι διαθέτουν εκτενείς εξουσίες πρόσβασης σε εγκαταστάσεις και λήψης πληροφοριών προκειμένου να διεξάγουν την έρευνα. Οι αποφάσεις είναι δεσμευτικές και δημοσιεύονται.
Η διαμεσολάβηση διενεργείται από υπάλληλο του δικαστηρίου καταρτισμένο στη διαμεσολάβηση σε θέματα ισότητας, ο οποίος βοηθά τα μέρη να καταλήξουν σε μια αμοιβαίως αποδεκτή συμφωνία. Οι συμφωνίες που προκύπτουν από τη διαμεσολάβηση είναι δεσμευτικές και εμπιστευτικές.
Η δικαιοδοσία του δικαστηρίου για θέματα ισότητας είναι ευρεία και περιλαμβάνει καταγγελίες σχετικές με την απασχόληση, τις επαγγελματικές παροχές (π.χ. τις συντάξεις) και την ισότητα καθεστώτος, δηλαδή την πρόσβαση σε αγαθά και στην παροχή υπηρεσιών, με δύο εξαιρέσεις:
Canal House
Station Road
Portarlington
Co. Laois
Irelandhttps://www.dataprotection.ie/
Το Γραφείο του Επιτρόπου Προστασίας Δεδομένων είναι υπεύθυνο για τον σεβασμό των δικαιωμάτων των φυσικών προσώπων, τα οποία περιγράφονται στους Νόμους για την προστασία των δεδομένων του 1988 και του 2003, και για την επιβολή των υποχρεώσεων προστασίας των δεδομένων στους υπευθύνους της επεξεργασίας δεδομένων.
Τα φυσικά πρόσωπα τα οποία πιστεύουν ότι παραβιάζονται τα δικαιώματά τους μπορούν να υποβάλουν καταγγελία στον Επίτροπο, ο οποίος θα ερευνήσει το θέμα και θα λάβει κάθε αναγκαίο μέτρο για την επίλυσή του. Οι πολίτες μπορούν να απευθύνονται εγγράφως στον Επίτροπο Προστασίας Δεδομένων παρέχοντας λεπτομέρειες σχετικά με το συμβάν που οδήγησε στην καταγγελία. Πρέπει να προσδιορίζουν σαφώς τον φορέα ή το φυσικό πρόσωπο κατά του οποίου στρέφεται η καταγγελία. Πρέπει να περιγράφουν επίσης τα μέτρα που λήφθηκαν από τον φορέα για την αντιμετώπιση των ανησυχιών τους καθώς και τον τρόπο της απόκρισης του φορέα. Πρέπει να παρέχουν επίσης αντίγραφα της αλληλογραφίας με τον φορέα και αποδεικτικά στοιχεία. Ακολούθως, το Γραφείο του Επιτρόπου Προστασίας Δεδομένων απευθύνεται στον φορέα σχετικά με το θέμα.
Ανάλογα με τη φύση της καταγγελίας, ο Επίτροπος Προστασίας Δεδομένων μπορεί να επιχειρήσει πρώτα να βρει λύση αποδεκτή από όλους τους εμπλεκομένους. Στην περίπτωση που δεν μπορεί να βρεθεί φιλική λύση, ο Επίτροπος Προστασίας Δεδομένων προβαίνει σε διεξοδική έρευνα όλων των πραγματικών περιστατικών προτού λάβει επίσημη απόφαση. Μετά το πέρας της έρευνας, ο Επίτροπος απευθύνεται εγγράφως στους ενδιαφερομένους ενημερώνοντάς τους για την απόφασή του. Σε περίπτωση καταγγελιών που αφορούν παραβιάσεις των κανονισμών για τις ηλεκτρονικές επικοινωνίες (κανονισμός SI 535 του 2003, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό SI 526 του 2008), ο Επίτροπος μπορεί να αποφασίσει να ασκήσει δίωξη κατά του εμπλεκόμενου φορέα.
Department of Justice & Equality.
51 St. Stephen’s Green.
Dublin 2.
Τηλ: +353 1 6028202
Ηλ. ταχυδρομείο: AHTU@justice.ie
Refugee Appeals Tribunal,
6-7 Hanover Street East,
Dublin 2.
Καθήκοντα: Το δικαστήριο προσφυγών για τους πρόσφυγες είναι ανεξάρτητο όργανο το οποίο κρίνει τις προσφυγές αιτούντων άσυλο κατά αρνητικών εισηγήσεων του Γραφείου του Επιτρόπου Αιτήσεων Προσφύγων για τη χορήγηση καθεστώτος πρόσφυγα. Το δικαστήριο προσφυγών για τους πρόσφυγες κρίνει επίσης προσφυγές κατά αποφάσεων του Γραφείου του Επιτρόπου Αιτήσεων Προσφύγων βάσει του κανονισμού «Δουβλίνο II».
Διαδικασίες: Εάν θέλετε να ασκήσετε προσφυγή στην υπόθεσή σας, πρέπει να συμπληρώσετε το έντυπο κοινοποίησης άσκησης προσφυγής. Το εν λόγω έντυπο επισυνάπτεται στην επιστολή του Επιτρόπου Αιτήσεων Προσφύγων, η οποία σας ενημερώνει ότι η αίτησή σας περί χορήγησης καθεστώτος πρόσφυγα απορρίφθηκε. Το έντυπο είναι επίσης διαθέσιμο για μεταφόρτωση στον δικτυακό τόπο του δικαστηρίου, στη διεύθυνση
http://www.refappeal.ie/.
Από την ημερομηνία έκδοσης της αρνητικής εισήγησης του Επιτρόπου Αιτήσεων Προσφύγων, αρχίζει να τρέχει η προθεσμία για την άσκηση προσφυγής στην υπόθεσή σας. Ωστόσο, η προθεσμία διαφέρει ανάλογα με το πόρισμα του Επιτρόπου Αιτήσεων Προσφύγων στην υπόθεσή σας. Η προθεσμία άσκησης προσφυγής μπορεί να είναι 15, 10 ή 4 εργάσιμες ημέρες. Η προθεσμία για την άσκηση της προσφυγής αναφέρεται στην επιστολή του Επιτρόπου Αιτήσεων Προσφύγων με την οποία ενημερώνεστε για την αρνητική εισήγηση όσον αφορά τη χορήγηση καθεστώτος πρόσφυγα.
Το συμπληρωμένο έντυπο της κοινοποίησης άσκησης προσφυγής αποστέλλεται στην ακόλουθη διεύθυνση:
The Chairperson
Refugee Appeals Tribunal
6/7 Hanover Street East
Dublin 2
Φαξ: 00353 1 4748410
Φροντίστε να κρατήσετε την απόδειξη της αποστολής (με ταχυδρομείο ή φαξ) του εντύπου.
Έκβαση: Εάν η προσφυγή σας γίνει δεκτή, αυτό σημαίνει ότι το μέλος του δικαστηρίου εισηγήθηκε να σας χορηγηθεί καθεστώς πρόσφυγα. Θα ενημερωθείτε εγγράφως για την απόφαση αυτή. Ακολούθως, ο φάκελος θα διαβιβασθεί στη Μονάδα Υπουργικών Αποφάσεων του Υπουργείου Δικαιοσύνης και Ισότητας.
Εάν η προσφυγή σας απορριφθεί, αυτό σημαίνει ότι το μέλος του δικαστηρίου εισηγήθηκε να μην σας χορηγηθεί καθεστώς πρόσφυγα. Θα ενημερωθείτε εγγράφως για την απόφαση αυτή. Ακολούθως, ο φάκελος θα διαβιβασθεί στη Μονάδα Επαναπατρισμού του Υπουργείου Δικαιοσύνης και Ισότητας.
The Garda Síochána Ombudsman Commission
150 Abbey Street Upper,
Dublin 1,
Ireland.https://www.gardaombudsman.ie/
Σύντομη επεξήγηση του είδους των αιτημάτων που χειρίζεται ο φορέας:
Ο φορέας χειρίζεται καταγγελίες και παραπομπές οι οποίες αφορούν τη συμπεριφορά μελών της Garda Síochána. Οι συνηθέστεροι ισχυρισμοί στις καταγγελίες αφορούν κατάχρηση εξουσίας, αγενή συμπεριφορά, επίθεση, παραμέληση καθήκοντος.
Οι παραπομπές αφορούν θάνατο ή σοβαρή βλάβη.
Ο φορέας δέχεται καταγγελίες από τους πολίτες (εκτός υπηρετούντων μελών της Garda Síochána) μέσω δημόσιου γραφείου αυτοπροσώπως, ηλεκτρονικά, τηλεφωνικώς, ταχυδρομικώς, μέσω οποιουδήποτε τμήματος της Garda ή αυτοπροσώπως σε μέλος της επιτροπής. Ο φορέας δέχεται επίσης παραπομπές από τον επίτροπο της Garda Síochána για οποιοδήποτε θέμα το οποίο κατά την κρίση του επιτρόπου της Garda υποδεικνύει ότι η συμπεριφορά μέλους της Garda Síochána μπορεί να επέφερε τον θάνατο προσώπου ή σοβαρή βλάβη σε ένα πρόσωπο. Η επιτροπή μπορεί να κινήσει έρευνα αυτεπαγγέλτως, χωρίς να έχει υποβληθεί καταγγελία, εάν φρονεί ότι κάτι τέτοιο εξυπηρετεί το δημόσιο συμφέρον.
Σύντομη επεξήγηση της διαδικασίας μετά την κατάθεση αιτήματος:
Μόλις παραληφθεί, η καταγγελία χαρακτηρίζεται παραδεκτή ή απαράδεκτη σύμφωνα με τη νομοθεσία. Εάν χαρακτηρισθεί απαράδεκτη, δεν διενεργείται έρευνα.
Εάν χαρακτηρισθεί παραδεκτή, και εφόσον συντρέχει περίπτωση, μπορεί να επιχειρηθεί, με τη συγκατάθεση του καταγγέλλοντος και του μέλους της Garda Síochána κατά του οποίου στρέφεται η καταγγελία, η επίτευξη άτυπης λύσης. Διαφορετικά, η καταγγελία μπορεί να ερευνηθεί ως δυνητική παράβαση των (πειθαρχικών) κανονισμών της Garda Síochána του 2007 ή ως δυνητική παράβαση του ποινικού δικαίου. Οι ενδιαφερόμενοι δικαιούνται ενημέρωση σχετικά με την πρόοδο και τα αποτελέσματα της έρευνας.
Σύντομη επεξήγηση των πιθανών εκβάσεων της διαδικασίας:
Η καταγγελία μπορεί να χαρακτηρισθεί απαράδεκτη.
Η έρευνα μπορεί να περατωθεί οποτεδήποτε εάν, ως αποτέλεσμα των πληροφοριών που αποκτήθηκαν μετά τον χαρακτηρισμό της καταγγελίας ως παραδεκτής, η επιτροπή κρίνει ότι η καταγγελία στερείται σοβαρότητας ή είναι κακόβουλη, η επιτροπή θεωρεί ότι ο καταγγέλλων γνώριζε ότι η καταγγελία ήταν ψευδής ή παραπλανητική ή, λαμβάνοντας υπόψη όλες τις περιστάσεις, η επιτροπή φρονεί ότι δεν απαιτείται ή δεν είναι εύλογα εφικτή περαιτέρω έρευνα.
Αποτέλεσμα της έρευνας μπορεί να είναι η επιβολή κυρώσεων σε μέλος της Garda.
Αποτέλεσμα της έρευνας μπορεί να είναι η κίνηση πειθαρχικής διαδικασίας και η επιβολή κυρώσεων σε μέλος της Garda.
Ο φάκελος μπορεί να διαβιβασθεί στον Εισαγγελέα (Διευθυντή Δημόσιας Δίωξης) και μπορεί να εκδοθεί εντολή δίωξης. Στην περίπτωση αυτή, μπορεί να ακολουθήσει δίκη σε δικαστήριο.
Την έκδοση αυτής της σελίδας στην εθνική γλώσσα διαχειρίζεται το εκάστοτε κράτος μέλος. Οι μεταφράσεις έχουν γίνει από την αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι τυχόν αλλαγές που επιφέρει η αρμόδια εθνική αρχή στο πρωτότυπο ενδέχεται να μην έχουν περιληφθεί ακόμα στις μεταφράσεις. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν αναλαμβάνει καμία ευθύνη όσον αφορά τις πληροφορίες ή τα στοιχεία που περιλαμβάνονται ή για τα οποία γίνεται λόγος στο παρόν έγγραφο. Βλ. την ανακοίνωση νομικού περιεχομένου για τους κανόνες πνευματικής ιδιοκτησίας που ισχύουν στο κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρούσα σελίδα.
Εξειδικευμένοι φορείς ανθρωπίνων δικαιωμάτων
Στην Ελλάδα δεν υπάρχει ειδικό αρμόδιο δικαστήριο, στο οποίο να μπορεί κάποιος να απευθυνθεί σε περίπτωση παραβίασης θεμελιωδών δικαιωμάτων. Ανάλογα με τη φύση του αδικήματος ή της πράξης με την οποία προσβάλλεται το δικαίωμα, μπορεί κάποιος να απευθυνθεί στα αστικά, ποινικά ή διοικητικά δικαστήρια της χώρας.
H ύπαρξη ή μη προσβολής θεμελιώδους δικαιώματος ελέγχεται βάσει των εθνικών κανόνων ουσιαστικού δικαίου. Η διαδικασία που ακολουθείται ενώπιον του αρμόδιου δικαστηρίου (αστικού, ποινικού ή διοικητικού) προβλέπεται στους εθνικούς κανόνες δικονομικού (αστικού, ποινικού ή διοικητικού) δικαίου.
Αποτέλεσμα της σχετικής διαδικασίας είναι η έκδοση δικαστικής απόφασης, είτε απορριπτικής, είτε άμεσα εκτελεστής, εφόσον έχει τουλάχιστον τελεσίδικο χαρακτήρα.
Εθνική Επιτροπή για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου
Νεοφύτου Βάμβα 6 10674 ΑΘΗΝΑ, ΕΛΛΑΣΗ Εθνική Επιτροπή για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (Ε.Ε.Δ.Α.) αποτελεί ανεξάρτητο συμβουλευτικό όργανο της Πολιτείας σε θέματα προστασίας των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, που συνεστήθη σύμφωνα με τους κανόνες των Ηνωμένων Εθνών και τις "Αρχές του Παρισίων". Σε αυτή μετέχουν ως μέλη πρόσωπα οριζόμενα από τριάντα δύο φορείς (ανεξάρτητες αρχές, πανεπιστημιακές σχολές νομικών και επιστημονικών επιστημών, συνδικαλιστικές οργανώσεις, ΜΚΟ, πολιτικά κόμματα και υπουργεία).
Σκοπός της ΕΕΔΑ είναι η συνεχής επισήμανση σε όλα τα όργανα της Πολιτείας της ανάγκης αποτελεσματικής κατοχύρωσης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου όλων όσων διαβιούν στην ελληνική επικράτεια.
Σύμφωνα με τον ιδρυτικό της Νόμο (Ν. 2667/1998, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει) η ΕΕΔΑ έχει τις ακόλουθες καθ’ύλην αρμοδιότητες:
(α) Την εξέταση ζητημάτων που αφορούν στην προστασία των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου τα οποία εγείρει είτε η Κυβέρνηση είτε η Διάσκεψη των Προέδρων της Βουλής ή προτείνονται από τα μέλη της ή από Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις.
(β) Την υποβολή συστάσεων και προτάσεων, την εκπόνηση μελετών, την υποβολή εκθέσεων και γνωμοδοτήσεων για τη λήψη νομοθετικών, διοικητικών ή άλλων μέτρων που συμβάλλουν στη βελτίωση της προστασίας των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
(γ) Την ανάπτυξη πρωτοβουλιών για τη ευαισθητοποίηση της κοινής γνώμης, και των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης σε θέματα σεβασμού των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
(δ) Την ανάληψη πρωτοβουλιών για την καλλιέργεια του σεβασμού των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου στο πλαίσιο του εκπαιδευτικού συστήματος.
(ε) Τη διατήρηση μόνιμης επικοινωνίας και συνεργασίας με διεθνείς οργανισμούς, παρεμφερή όργανα άλλων χωρών, καθώς και εθνικές ή διεθνείς Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις.
(στ) Την γνωμοδότηση για εκθέσεις που πρόκειται να υποβάλει η χώρα σε διεθνείς οργανισμούς για θέματα προστασίας Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
(ζ) Τη δημόσια γνωστοποίηση των θέσεων της ΕΕΔΑ με κάθε πρόσφορο τρόπο.
(η) Την σύνταξη ετήσιας έκθεσης για την προστασία των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
(θ) Την οργάνωση Κέντρου Τεκμηρίωσης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου.
(ι) Την εξέταση της προσαρμογής της ελληνικής νομοθεσίας προς τις διατάξεις του διεθνούς δικαίου για την προστασία των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και τη σχετική γνωμοδότηση προς τα αρμόδια όργανα της Πολιτείας.
Ο Συνήγορος του Πολίτη είναι κατοχυρωμένη από το Σύνταγμα Ανεξάρτητη Αρχή. Ιδρύθηκε με τον Νόμο 2477/97 και ξεκίνησε τη λειτουργία του την 1η Οκτωβρίου 1998. Το νομοθετικό πλαίσιο της λειτουργίας του ρυθμίζεται από τις διατάξεις του Ν. 3094/03. Παρέχει τις υπηρεσίες του δωρεάν.
Ο Συνήγορος του Πολίτη ερευνά ατομικές διοικητικές πράξεις ή παραλείψεις ή υλικές ενέργειες οργάνων των δημόσιων υπηρεσιών που παραβιάζουν δικαιώματα ή προσβάλλουν νόμιμα συμφέροντα φυσικών ή νομικών προσώπων.
Κάθε πολίτης, προτού καταφύγει στην Αρχή, θα πρέπει να έχει έλθει σε επαφή με τη δημόσια υπηρεσία με την οποία σχετίζεται η υπόθεσή του. Μόνον εφόσον η επαφή αυτή με τη δημόσια υπηρεσία δεν έχει οδηγήσει σε επίλυση του προβλήματος μπορεί να καταθέσει αναφορά στον Συνήγορο του Πολίτη.
Αποστολή του Συνηγόρου του Πολίτη είναι η διαμεσολάβηση μεταξύ των πολιτών και των δημόσιων υπηρεσιών με σκοπό την προστασία των δικαιωμάτων του πολίτη, την καταπολέμηση της κακοδιοίκησης και την τήρηση της νομιμότητας.
Ως διαμεσολαβητής, ο Συνήγορος του Πολίτη παρέχει συμβουλές και προτάσεις στις αρχές δημόσιας διοίκησης. Ο Συνήγορος του Πολίτη δεν επιβάλει κυρώσεις και δεν ακυρώνει παράνομες πράξεις της δημόσιας διοίκησης.
Χατζηγιάννη Μέξη 5 115 28 ΑΘΗΝΑ, ΕΛΛΑΣΟ Συνήγορος του Πολίτη (βλ. ανωτέρω) ερευνά επίσης ενέργειες ή παραλείψεις της δημόσιας διοίκησης και ιδιωτών που παραβιάζουν τα δικαιώματα του παιδιού.
Για την προάσπιση των δικαιωμάτων του παιδιού ο Συνήγορος του Πολίτη είναι αρμόδιος και για θέματα που ανάγονται σε ιδιώτες, φυσικά ή νομικά πρόσωπα, που προσβάλλουν τα δικαιώματα του παιδιού.
Ι. Με τον νόμο 3304/2005 με τον οποίο ενσωματώθηκαν στην ελληνική έννομη τάξη οι οδηγίες 2000/43/ΕΚ του Συμβουλίου της 29ης Ιουνίου 2000 και 2000/78/ΕΚ του Συμβουλίου της 27ης Νοεμβρίου 2000 ορίσθηκαν ως φορείς προώθησης της αρχής της ίσης μεταχείρισης ο Συνήγορος του Πολίτη, η Επιτροπή Ίσης Μεταχείρισης και το Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας (Σ.ΕΠ.Ε.) και προσδιορίζονται οι αρμοδιότητες καθενός από αυτούς.
Ειδικότερα:
ΙΙ. Με τον νόμο 3896/2010 (ΦΕΚ Α΄ 207/08.12.2010) «Εφαρμογή της αρχής των ίσων ευκαιριών και της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών σε θέματα εργασίας και απασχόλησης - Εναρμόνιση της κείμενης νομοθεσίας με την Οδηγία 2006/54/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Ιουλίου 2006 και άλλες συναφείς διατάξεις», εισάγεται η απόλυτη απαγόρευση κάθε μορφής άμεσης ή έμμεσης διάκρισης λόγω φύλου.
Με τον νόμο αυτόν σκοπείται να εξασφαλισθεί η εφαρμογή της αρχής των ίσων ευκαιριών και της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών σε θέματα εργασίας και απασχόλησης, όσον αφορά: α) την πρόσβαση στην απασχόληση, συμπεριλαμβανομένης της επαγγελματικής εξέλιξης, και στην επαγγελματική κατάρτιση, συμπεριλαμβανομένης της εκπαίδευσης με σκοπό την απασχόληση ("vocational training"), β) τις συνθήκες και τους όρους εργασίας, συμπεριλαμβανομένης της αμοιβής και γ) τα επαγγελματικά συστήματα κοινωνικής ασφάλισης, όπως προβλέπεται από τις διατάξεις της Οδηγίας 2006/54/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου.
Φορέας παρακολούθησης και προώθησης της εφαρμογής της αρχής των ίσων ευκαιριών και της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών στο πεδίο εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος νόμου ορίζεται ο Συνήγορος του Πολίτη (άρθρο 25).
Η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (ΑΠΔΠΧ) είναι ανεξάρτητη Αρχή που ιδρύθηκε με το νόμο 2472/1997, ο οποίος ενσωματώνει στο ελληνικό δίκαιο την 95/46/ΕΚ.
Αποστολή της Αρχής αποτελεί η προστασία των δικαιωμάτων της προσωπικότητας και της ιδιωτικής ζωής του ατόμου στην Ελλάδα, σύμφωνα με τις διατάξεις των Ν. 2472/1997 και 3471/2006.
Πρωταρχικός σκοπός της Αρχής είναι η προστασία του πολίτη από την παράνομη επεξεργασία των προσωπικών του δεδομένων αλλά και η συνδρομή προς αυτόν σε κάθε περίπτωση που διαπιστώνεται παραβίαση των σχετικών δικαιωμάτων του σε κάθε επιχειρησιακό τομέα.
Επίσης, σκοπός της Αρχής είναι η υποστήριξη και καθοδήγηση των υπεύθυνων επεξεργασίας στην εκπλήρωση των υποχρεώσεων τους απέναντι στο νόμο, λαμβάνοντας υπόψη τις νέες ανάγκες υπηρεσιών της ελληνικής κοινωνίας, καθώς και την διείσδυση των σύγχρονων ψηφιακών επικοινωνιών και δικτύων.
Η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα ενεργεί αυτεπαγγέλτως ή κατόπιν καταγγελίας διοικητικούς ελέγχους σε αρχεία, τόσο του δημόσιου όσο και του ιδιωτικού τομέα. Οι έλεγχοι διενεργούνται από εντεταλμένους υπαλλήλους του Τμήματος των Ελεγκτών, οι οποίοι συνοδεύονται σε περιπτώσεις που κρίνονται σημαντικές από μέλη της Αρχής. Οι διενεργούντες τον έλεγχο, ως ειδικοί ανακριτικοί υπάλληλοι, έχουν δικαίωμα πρόσβασης σε κάθε αρχείο χωρίς να μπορεί να τους αντιταχθεί κανενός είδους απόρρητο.
Κατά τον έλεγχο εξετάζεται καταρχήν η εναρμόνισή του ελεγχόμενου με τις απαιτήσεις των Ν.2472/97, 3471/2006 (γνωστοποίηση, ενημέρωση, λοιπές υποχρεώσεις κατά περίπτωση, αποδεικτικά στοιχεία). Στη συνέχεια πραγματοποιείται έλεγχος του πληροφοριακού του συστήματος, όπου σύμφωνα με τα άρθρα 6 και 10 του ν. 2472/1997, εξετάζονται τα βασικά χαρακτηριστικά του συστήματος, η φύση των δεδομένων, καθώς και το επίπεδο ασφαλείας που εξασφαλίζουν τα οργανωτικά και τεχνικά μέτρα που έχει λάβει ο υπεύθυνος επεξεργασίας για την προστασία των δεδομένων. Η ολοκλήρωση του ελέγχου οδηγεί στην σύνταξη πορίσματος το οποίο υποβάλλεται στην ολομέλεια της Αρχής
Η Αρχή ασκεί επίσης ανεξάρτητο έλεγχο στο εθνικό τμήμα του Συστήματος Πληροφοριών Σένγκεν, σύμφωνα με το άρθρο 114 παράγραφος 1 της Σύμβασης Εφαρμογής της Συμφωνίας Σένγκεν (ν. 2514/1997 ΦΕΚ 140 Α'), ασκεί τις αρμοδιότητες της εθνικής εποπτικής αρχής που προβλέπεται στο άρθρο 23 της Σύμβασης ΕΥΡΩΠΟΛ (ν. 2605/1998 ΦΕΚ 88 Α'), και τις αρμοδιότητες της εθνικής εποπτικής αρχής που προβλέπεται στο άρθρο 17 της Σύμβασης για τη χρήση της πληροφορικής στον τελωνειακό τομέα (ν. 2706/1999 ΦΕΚ 77 Α'), καθώς και τις αρμοδιότητες εποπτείας που προκύπτουν από οποιαδήποτε άλλη διεθνή συμφωνία.
Η ΑΠΔΠΧ εξετάζει παράπονα και ερωτήματα σχετικά με την εφαρμογή του νόμου και την προστασία των δικαιωμάτων των αιτούντων όταν αυτά θίγονται από την επεξεργασία δεδομένων και εκδίδει σχετικές αποφάσεις. Επίσης, επιβάλλει στους υπεύθυνους επεξεργασίας ή στους τυχόν εκπροσώπους τους διοικητικές κυρώσεις, για παράβαση των υποχρεώσεών τους που απορρέουν από τον νόμο 2472/97 και από κάθε άλλη ρύθμιση που αφορά την προστασία του ατόμου από την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Τέλος, η Αρχή μπορεί να καταγγέλλει τις παραβάσεις των διατάξεων του νόμου στις αρμόδιες διοικητικές και δικαστικές αρχές.
Κηφισίας 1-3, 115 23, ΑΘΗΝΑ, ΕΛΛΑΣ Εθνική Επιτροπή για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου
Την έκδοση αυτής της σελίδας στην εθνική γλώσσα διαχειρίζεται το εκάστοτε κράτος μέλος. Οι μεταφράσεις έχουν γίνει από την αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι τυχόν αλλαγές που επιφέρει η αρμόδια εθνική αρχή στο πρωτότυπο ενδέχεται να μην έχουν περιληφθεί ακόμα στις μεταφράσεις. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν αναλαμβάνει καμία ευθύνη όσον αφορά τις πληροφορίες ή τα στοιχεία που περιλαμβάνονται ή για τα οποία γίνεται λόγος στο παρόν έγγραφο. Βλ. την ανακοίνωση νομικού περιεχομένου για τους κανόνες πνευματικής ιδιοκτησίας που ισχύουν στο κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρούσα σελίδα.
Εθνικοί φορείς για τα ανθρώπινα δικαιώματα
Εξειδικευμένοι φορείς για τα ανθρώπινα δικαιώματα
Η προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών εξασφαλίζεται κατά κύριο λόγο από τους δικαστές και τα δικαστήρια, παρά το γεγονός ότι το Σύνταγμα θεσπίζει ένα ειδικό και έσχατο σύστημα προστασίας αυτών των δικαιωμάτων, τη συνταγματική προσφυγή (amparo constitucional), η οποία υπάγεται στην αρμοδιότητα του Συνταγματικού Δικαστηρίου. Το Συνταγματικό Δικαστήριο είναι ο υπέρτατος ερμηνευτής του Συντάγματος. Ως εκ τούτου, αποτελεί το ανώτατο δικαστήριο στον τομέα των συνταγματικών εγγυήσεων και τον τελικό εγγυητή των θεμελιωδών ελευθεριών και δικαιωμάτων που αναγνωρίζονται στο Σύνταγμα.
Για κάθε σχετικό ερώτημα, υπάρχουν τέσσερις τρόποι επικοινωνίας με το Συνταγματικό Δικαστήριο:
Για περισσότερες πληροφορίες, συμβουλευθείτε τις ακόλουθες διευθύνσεις: http://www.tribunalconstitucional.es/ και
http://www.poderjudicial.es/
Βλ. το τμήμα σχετικά με τον Συνήγορο του πολίτη.
Ο Συνήγορος του πολίτη είναι το όργανο που είναι επιφορτισμένο με την προστασία και την προάσπιση των θεμελιωδών δικαιωμάτων και των πολιτικών ελευθεριών των πολιτών, γεγονός που σημαίνει ότι είναι εξουσιοδοτημένος να ελέγχει τη δραστηριότητα των αρχών και των οργανισμών που διαχειρίζονται τις δημόσιες υπηρεσίες, για το σύνολο της εθνικής επικράτειας, καθώς και των ισπανικών διοικητικών αντιπροσωπειών που επικουρούν τους Ισπανούς πολίτες στο εξωτερικό.
Τα καθήκοντα του Συνηγόρου του πολίτη ασκεί επί του παρόντος η κ. Francisco Fernandez Marugan.
Όταν ο Συνήγορος του πολίτη λαμβάνει καταγγελίες που αφορούν παρατυπίες στη λειτουργία της διοίκησης της δικαιοσύνης, τις διαβιβάζει στην Εισαγγελία (Ministerio Fiscal), προκειμένου αυτή να ερευνήσει τη βασιμότητα των καταγγελιών αυτών και να λάβει τα απαραίτητα μέτρα σύμφωνα με τη νομοθεσία, ή τις διαβιβάζει στο Γενικό Δικαστικό Συμβούλιο (Consejo General del Poder Judicial). Επιπλέον, μπορεί να υποβάλλει συστάσεις προς την κυβέρνηση, αν χρειάζονται νομοθετικές αλλαγές.
Ο Συνήγορος του πολίτη έχει την εξουσία να ασκεί προσφυγές λόγω αντισυνταγματικότητας και λόγω προσβολής δικαιωμάτων και ελευθεριών (amparo), καθώς και να κινεί τη διαδικασία habeas corpus (διασφάλιση και προστασία της ελευθερίας των πολιτών).
Ο Συνήγορος του πολίτη ΔΕΝ μπορεί να παρεμβαίνει στις ακόλουθες περιπτώσεις:
Οι πολίτες που επιθυμούν να απευθυνθούν στον Συνήγορο του πολίτη δεν υποχρεούνται να χρησιμοποιήσουν δικηγόρο ή νομικό εκπρόσωπο. Η προσφυγή στη διαδικασία αυτή είναι δωρεάν.
Η διαδικασία κινείται με την υποβολή καταγγελίας. Αυτή πρέπει να είναι υπογεγραμμένη και να περιλαμβάνει υποχρεωτικά το ονοματεπώνυμο και τη διεύθυνση επικοινωνίας του καταγγέλλοντος, καθώς και περιγραφή των γεγονότων τα οποία αφορά η καταγγελία, με προσδιορισμό της αρχής ή των αρχών που εμπλέκονται.
Είναι καλό η καταγγελία να συνοδεύεται από αντίγραφο των πλέον σημαντικών εγγράφων που αφορούν το καταγγελλόμενο πρόβλημα. Αφού εξεταστεί η καταγγελία, διαβιβάζεται στον ενδιαφερόμενο έγγραφο στο οποίο αναφέρεται ο αριθμός φακέλου που χορηγήθηκε στην καταγγελία, για την περίπτωση που θα επιθυμούσε να λάβει πληροφορίες σχετικά με την υπόθεση.
Καταγγελία μπορεί να υποβληθεί με οποιονδήποτε από τους ακόλουθους τρόπους:
Αν χρειάζεστε πληροφορίες για την υπηρεσία του Συνήγορου του πολίτη ή εάν επιθυμείτε να παρακολουθήσετε την πορεία της καταγγελίας σας, μπορείτε:
Για περισσότερες πληροφορίες, συμβουλευθείτε τη διεύθυνση: http://www.defensordelpueblo.es/.
Ο Συνήγορος του πολίτη εξασφαλίζει την υπεράσπιση των δικαιωμάτων όλων των πολιτών, ανεξάρτητα από την ηλικία τους. Επιπλέον, ορισμένες Αυτόνομες Κοινότητες της Ισπανίας έχουν δημιουργήσει θεσμούς για την υπεράσπιση των ανηλίκων.
Η ισπανική νομοθεσία αναγνωρίζει το δικαίωμα των ανηλίκων να υποβάλλουν καταγγελίες στον Συνήγορο του πολίτη ή σε αντίστοιχο φορέα Αυτόνομης Κοινότητας.
Συμβούλιο για την προώθηση της ίσης μεταχείρισης και την καταπολέμηση των διακρίσεων λόγω φυλετικής ή εθνοτικής καταγωγής (Consejo para la promoción de la igualdad de trato y no discriminación de las personas por el origen racial y étnico)
Αυτό το Συμβούλιο αποτελείται από εκπροσώπους διαφόρων δημόσιων υπηρεσιών, εθνικού, περιφερειακού και τοπικού χαρακτήρα, οργανισμών που εκπροσωπούν τις επιχειρήσεις και τα συνδικάτα, και μη κερδοσκοπικών οργανώσεων που δρουν στον τομέα της προώθησης της ίσης μεταχείρισης και της καταπολέμησης των διακρίσεων λόγω φυλετικής ή εθνοτικής καταγωγής.
Έχει ως στόχο να προωθήσει την αρχή της ίσης μεταχείρισης και την καταπολέμηση των διακρίσεων λόγω φυλετικής ή εθνοτικής καταγωγής σε τομείς όπως η εκπαίδευση, η υγεία, η πρόσβαση στις κοινωνικές παροχές, στις κοινωνικές υπηρεσίες, στη στέγαση, στην απασχόληση, στην κατάρτιση κλπ. και, γενικά, σε κάθε είδους αγαθό ή υπηρεσία.
Στο πλαίσιο αυτό, το Συμβούλιο έχει τέσσερα κύρια καθήκοντα:
Για περισσότερες πληροφορίες, συμβουλευθείτε τις ακόλουθες διευθύνσεις: http://www.igualdadynodiscriminacion.org/ και
http://www.igualdadynodiscriminacion.org/contactar/home.htm.
Ο Ισπανικός Οργανισμός Προστασίας των Δεδομένων είναι η ανεξάρτητη εποπτική αρχή που μεριμνά για την τήρηση της νομοθεσίας περί προστασίας των δεδομένων και που εγγυάται και προστατεύει το θεμελιώδες δικαίωμα στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.
Ο Οργανισμός εξετάζει τις αιτήσεις και καταγγελίες των πολιτών και χορηγεί πληροφορίες για τα δικαιώματα που αναγνωρίζονται στον οργανικό νόμο για την προστασία των δεδομένων (Ley Orgánica de Protección de Datos). Επίσης, επικουρεί και ενημερώνει τους φορείς που είναι αρμόδιοι για φακέλους που περιέχουν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα (επιχειρήσεις, όργανα και αρχές) ούτως ώστε να μπορούν να συμμορφώνονται με τις επιταγές του νόμου.
Σε σχέση με τους θιγέντες
Σε σχέση με τα πρόσωπα που επεξεργάζονται δεδομένα
Για οποιεσδήποτε ερωτήσεις, διευκρινίσεις, υποδείξεις ή καταγγελίες, οι τρόποι επικοινωνίας με τον Ισπανικό Οργανισμό Προστασίας των Δεδομένων είναι οι ακόλουθοι:
Για περισσότερες πληροφορίες, συμβουλευθείτε τη διεύθυνση: https://www.agpd.es/.
Η Ισπανική Επιτροπή Εκπροσώπων των Ατόμων με Αναπηρία, ευρύτερα γνωστή με το ακρωνύμιο CERMI, είναι η πλατφόρμα εκπροσώπησης, υπεράσπισης και δράσης των Ισπανών πολιτών που πάσχουν από αναπηρία. Έχοντας επίγνωση της κατάστασής τους ως μειονεκτούσα κοινωνική ομάδα, η οποία συγκεντρώνει πάνω από τριάμισι εκατομμύρια άτομα, συν τις οικογένειές τους, τα εν λόγω άτομα αποφάσισαν να συγκεντρωθούν, μέσω των οργανώσεων στις οποίες συμμετέχουν, για να προωθήσουν την αναγνώριση των δικαιωμάτων τους και να αναγνωριστούν πλήρως ως πολίτες με ίσα δικαιώματα και ευκαιρίες σε σχέση με τις άλλες κοινωνικές ομάδες.
Για κάθε πληροφορία, οι τρόποι επικοινωνίας με τη CERMI είναι οι ακόλουθοι:
Για περισσότερες πληροφορίες, συμβουλευθείτε τη διεύθυνση: http://www.cermi.es/.
Επίσης: Εθνικό παρατηρητήριο για τα άτομα με αναπηρία http://www.observatoriodeladiscapacidad.es/.
Η Υπηρεσία Ασύλου και Προσφύγων υπάγεται στο Υπουργείο Εσωτερικών και είναι επιφορτισμένη με την επεξεργασία προτάσεων για τη χορήγηση εγκρίσεων ή αδειών παραμονής στην Ισπανία σύμφωνα με τη νομοθεσία που διέπει το δικαίωμα ασύλου.
Εκτός των προαναφερομένων, η υπηρεσία αυτή ασκεί τα ακόλουθα καθήκοντα:
Περισσότερες πληροφορίες μπορούν να ζητηθούν με τους ακόλουθους τρόπους:
Για να λάβετε περισσότερες πληροφορίες, επικοινωνήστε με το αρμόδιο τμήμα του Υπουργείου Εσωτερικών.
Το σωφρονιστικό σύστημα αποτελεί θεμελιώδες στοιχείο της πολιτικής ασφάλειας και της κοινωνικής πολιτικής μιας χώρας. Ο σκοπός που αναγνωρίζεται συνταγματικά στον συγκεκριμένο θεσμό και ο κύριος στόχος του συνίστανται στην παρακολούθηση και στη διαχείριση όλων των δραστηριοτήτων που αφορούν την παροχή δημόσιας υπηρεσίας που έχει σχέση με την εκτέλεση των ποινικών αποφάσεων και μέτρων.
Περισσότερες πληροφορίες μπορούν να χορηγηθούν με τους ακόλουθους τρόπους:
Για περισσότερες πληροφορίες: http://www.institucionpenitenciaria.es/.
Το Γενικό Συμβούλιο των Ισπανών Δικηγόρων (CGAE) είναι το αντιπροσωπευτικό, συντονιστικό και εκτελεστικό όργανο των ισπανικών δικηγορικών συλλόγων και έχει, για κάθε σκοπό, το καθεστώς οργανισμού δημοσίου δικαίου με νομική προσωπικότητα και πλήρη ικανότητα για την επιδίωξη των στόχων του.
Το CGAE είναι το όργανο που ρυθμίζει την άσκηση του επαγγέλματος του δικηγόρου και προστατεύει τη φήμη του επαγγέλματος. Υπάρχουν 83 δικηγορικοί σύλλογοι στην Ισπανία, οι οποίοι συγκεντρώνουν επί του παρόντος 137 447 δικηγόρους εν ενεργεία (στοιχεία του Δεκεμβρίου του 2016), καθώς και 10 Αυτόνομα Συμβούλια των Δικηγορικών Συλλόγων (Consejos Autonómicos de Colegios de Abogados).
Το δικαίωμα σε δωρεάν νομική συνδρομή στην Ισπανία είναι πολύ ευρύ, με τους δικηγορικούς συλλόγους να διασφαλίζουν αποτελεσματική δικαστική προστασία όλων των πολιτών μέσω του συστήματος διορισμού συνηγόρου εκ του νόμου, της παρεχόμενης στους φυλακισμένους βοήθειας και υπηρεσιών νομικής συμβουλής, της παρεχόμενης στους μετανάστες νομικής βοήθειας και νομικής συμβουλής, των συμβουλευτικών υπηρεσιών που παρέχονται κατά τη διάρκεια της φυλάκισης, της νομικής βοήθειας και συμβουλευτικής υποστήριξης που παρέχονται στις γυναίκες, της βοήθειας για θύματα οικογενειακής βίας και της νομικής βοήθειας και συμβουλευτικής υποστήριξης που παρέχονται στους ηλικιωμένους.
Για κάθε πληροφορία, οι τρόποι επικοινωνίας με το CGAE είναι οι ακόλουθοι:
Για περισσότερες πληροφορίες, συμβουλευθείτε τις διευθύνσεις: http://www.cgae.es/ και
http://www.justiciagratuita.es/.
Την έκδοση αυτής της σελίδας στην εθνική γλώσσα διαχειρίζεται το εκάστοτε κράτος μέλος. Οι μεταφράσεις έχουν γίνει από την αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι τυχόν αλλαγές που επιφέρει η αρμόδια εθνική αρχή στο πρωτότυπο ενδέχεται να μην έχουν περιληφθεί ακόμα στις μεταφράσεις. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν αναλαμβάνει καμία ευθύνη όσον αφορά τις πληροφορίες ή τα στοιχεία που περιλαμβάνονται ή για τα οποία γίνεται λόγος στο παρόν έγγραφο. Βλ. την ανακοίνωση νομικού περιεχομένου για τους κανόνες πνευματικής ιδιοκτησίας που ισχύουν στο κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρούσα σελίδα.
Εθνικός φορέας ανθρωπίνων δικαιωμάτων
Θεσμικός διαμεσολαβητής: ο Συνήγορος του Πολίτη
Εξειδικευμένοι φορείς ανθρωπίνων δικαιωμάτων
Οι ελευθερίες και τα θεμελιώδη δικαιώματα των προσώπων είναι εγγυημένα καταρχήν από τους δικαστές των διοικητικών και πολιτικών δικαστηρίων, στα οποία μπορούν να προσφύγουν οι διάδικοι στο πλαίσιο μιας διαφοράς.
Επιπλέον, το Συνταγματικό Συμβούλιο (Conseil constitutionnel), το οποίο αποφαίνεται σχετικά με τη συνταγματικότητα των νόμων, ασκεί δύο τύπους ελέγχου:
Για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με την κατά προτεραιότητα εξέταση ερωτημάτων περί συνταγματικότητας:
Η οργάνωση των δικαστηρίων και οι αρμοδιότητές τους περιγράφονται λεπτομερώς στον ιστότοπο του Συμβουλίου της Επικρατείας, του Ανώτατου Ακυρωτικού Δικαστηρίου και του Συνταγματικού Συμβουλίου:
Η Εθνική Συμβουλευτική Επιτροπή για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα (Commission nationale consultative des droits de l’homme – CNCDH) είναι ο γαλλικός εθνικός φορέας ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ιδρύθηκε το 1947. Θεωρείται ανεξάρτητη διοικητική αρχή και αποτελεί κρατική δομή που ασκεί τα καθήκοντά της με πλήρη ανεξαρτησία (κατ’ εφαρμογή του νόμου 2007-292 της 5ης Μαρτίου 2007). Η CNCDH αποτελείται από 64 προσωπικότητες και εκπροσώπους οργανώσεων από την κοινωνία των πολιτών.
Αποστολή
Η CNCDH ενθαρρύνει τον διάλογο μεταξύ της κυβέρνησης, του κοινοβουλίου, των θεσμών και της κοινωνίας των πολιτών στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, του δικαίου και της ανθρωπιστικής δράσης καθώς και της καταπολέμησης του ρατσισμού.
Οι εργασίες που διεξάγονται στην CNCDH χωρίζονται σε πέντε υποεπιτροπές: κοινωνικών και ηθικών θεμάτων ζητημάτων ρατσισμού, αντισημιτισμού, ξενοφοβίας, διακρίσεων και ευάλωτων ομάδων θεσμών, δικαιοσύνης, αστυνομίας, μεταναστευτικών θεμάτων ευρωπαϊκών και διεθνών θεμάτων διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου και ανθρωπιστικής δράσης.
Διεύθυνση:
Commission nationale consultative des droits de l’homme
35 Rue Saint-Dominique, 75007
Paris
Περισσότερες πληροφορίες: http://www.cncdh.fr/
Ο Γάλλος Συνήγορος του Πολίτη (Défenseur des droits) είναι ένας ανεξάρτητος θεσμός που κατοχυρώθηκε από το Σύνταγμα στις 23 Ιουλίου 2008 και ιδρύθηκε με τον οργανικό νόμο αριθ. 2011-33 και τον κοινό νόμο αριθ. 2011-334 της 29ης Μαρτίου 2011.
Αποστολή
Αποστολή του Συνηγόρου του Πολίτη είναι:
Ο Συνήγορος του Πολίτη προήλθε από τη συγχώνευση τεσσάρων προηγούμενων θεσμών: του Γάλλου Διαμεσολαβητή (Médiateur de la République), του Συνηγόρου του Παιδιού (Défenseur des enfants), της Ανωτάτης αρχής καταπολέμησης των διακρίσεων και προάσπισης της ισότητας (HALDE) και της Εθνικής Επιτροπής Δεοντολογίας της Ασφάλειας (CNDS).
Αρμοδιότητες
Ο Γάλλος Συνήγορος του Πολίτη είναι αρμόδιος να δέχεται καταγγελίες από οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, συμπεριλαμβανομένου ανηλίκου, επιθυμεί να ζητήσει την προστασία των δικαιωμάτων του. Μπορεί επίσης να εξετάσει αυτεπαγγέλτως, σε κάθε περίσταση, μια υπόθεση που εμπίπτει στην αρμοδιότητά του.
Για την εκπλήρωση αυτών των καθηκόντων, ο Συνήγορος του Πολίτη διαθέτει, καταρχήν, αρμοδιότητες έρευνας για το χειρισμό μεμονωμένων καταγγελιών, οι οποίες του επιτρέπουν να ζητά να λάβει κάθε σχετικό έγγραφο, να παίρνει συνέντευξη από πρόσωπα ή να διεξάγει επιτόπιες επιθεωρήσεις. Ο Συνήγορος του Πολίτη μπορεί εξίσου να διατυπώνει προτάσεις νομοθετικών ή ρυθμιστικών τροποποιήσεων και συστάσεις τόσο στις δημόσιες όσο και στις ιδιωτικές αρχές.
Μπορεί επίσης να διατυπώσει συστάσεις για την επίλυση δυσκολιών ή για τη θεραπεία παραβιάσεων των δικαιωμάτων για τις οποίες του υποβλήθηκε καταγγελία. Τα εμπλεκόμενα πρόσωπα ή οι αρχές θα πρέπει να τον ενημερώνουν για τη συνέχεια που δόθηκε στις συστάσεις του. Σε αντίθετη περίπτωση, ή αν κρίνει ότι δεν δόθηκε η απαιτούμενη συνέχεια στις συστάσεις του, μπορεί να διατάξει το ενδιαφερόμενο πρόσωπο ή την αρχή να λάβει τα αναγκαία μέτρα εντός συγκεκριμένης προθεσμίας. Αν δεν σημειωθεί συμμόρφωση με την εν λόγω διαταγή, μπορεί να συντάξει ειδική έκθεση που να απευθύνεται στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο ή αρχή. Η εν λόγω έκθεση δημοσιεύεται.
Μπορεί επίσης να συμβάλει στη διαμεσολάβηση ή να διατυπώσει συμβιβαστική λύση, καθώς μπορεί επίσης να βοηθήσει τα θύματα να ετοιμάσουν τον φάκελό τους και να εντοπίσουν τις κατάλληλες διαδικασίες για την υπόθεσή τους.
Ο Συνήγορος του Πολίτη μπορεί να παραπέμψει στην αρχή που είναι αρμόδια να κινήσει πειθαρχική διαδικασία υποθέσεις που περιέρχονται σε γνώση του και οι οποίες, κατά την άποψή του, επισύρουν κυρώσεις. Μπορεί επίσης να παρέμβει στη δικαστική διαδικασία προς στήριξη του καταγγέλλοντος, μέσω της διατύπωσης γραπτών ή προφορικών παρατηρήσεων.
Οργάνωση
Σχεδόν 250 άνθρωποι εργάζονται στην έδρα του Συνηγόρου του Πολίτη, στο Παρίσι. Στη μητροπολιτική Γαλλία και στα υπερπόντια διαμερίσματά της, περίπου 400 εθελοντές εκπρόσωποι δέχονται τους πολίτες για να τους βοηθήσουν στην υπεράσπιση των δικαιωμάτων τους, να παραλάβουν τις καταγγελίες τους και να ανταποκριθούν στα αιτήματά τους. Είναι παρόντες σε διάφορες τοπικές δομές όπως: νομαρχίες, υπονομαρχίες, κέντρα δικαιοσύνης και δικαίου, σημεία πρόσβασης στη δικαιοσύνη, δημοτικοί χώροι. Οι εκπρόσωποι έχουν επίσης παρουσία στα σωφρονιστικά καταστήματα και συνεργάζονται με τα διαμερισματικά κέντρα εξυπηρέτησης ατόμων με αναπηρία (maisons départementales des personnes handicapées).
Ο Συνήγορος του Πολίτη προεδρεύει στους φορείς που τον βοηθούν στην άσκηση των αρμοδιοτήτων του για «την υπεράσπιση και προώθηση των δικαιωμάτων των παιδιών», «την καταπολέμηση των διακρίσεων και την προώθηση της ισότητας» καθώς και για «τη δεοντολογία στον τομέα της ασφάλειας».
Με πρόταση του Συνηγόρου του Πολίτη, ο Πρωθυπουργός ορίζει βοηθούς του Συνηγόρου, μεταξύ των οποίων:
Προσφυγή στον Συνήγορο του Πολίτη
Κάθε φυσικό πρόσωπο (ιδιώτης) ή νομικό πρόσωπο (εταιρεία, ένωση προσώπων...) μπορεί να προσφύγει στον Συνήγορο του Πολίτη απευθείας και δωρεάν, όταν:
Στον Συνήγορο του Πολίτη μπορεί να προσφύγει παιδί ή ανήλικος κάτω των 18 ετών, τα μέλη της οικογένειας του παιδιού ή οι νόμιμοι εκπρόσωποί του, οι ιατρικές ή κοινωνικές υπηρεσίες, ένωση για τα δικαιώματα του παιδιού, μέλος του γαλλικού κοινοβουλίου ή Γάλλος Ευρωβουλευτής, καθώς και φορέας της αλλοδαπής που έχει τις ίδιες αρμοδιότητες με τον Συνήγορο του Πολίτη. Μπορεί να παρέμβει για παιδιά γαλλικής και αλλοδαπής ιθαγένειας που ζουν στη Γαλλία καθώς και για παιδιά γαλλικής ιθαγένειας που ζουν στην αλλοδαπή, σε πολλούς τομείς για την προστασία των δικαιωμάτων του παιδιού, ιδίως όσον αφορά την προστασία του παιδιού, την υγεία και την αναπηρία, την ποινική δικαιοσύνη, την υιοθεσία, την εκπαίδευση για όλους και τους ανήλικους αλλοδαπούς.
Οι πολίτες μπορούν να υποβάλουν καταγγελία απευθείας στον Συνήγορο του Πολίτη:
Διεύθυνση:
Défenseur des droits
Libre réponse 71120
75342 Paris Cedex 07
Περισσότερες πληροφορίες: https://www.defenseurdesdroits.fr/
Υπάρχουν και άλλοι φορείς εξειδικευμένοι στον τομέα των δικαιωμάτων και των ελευθεριών:
Η Εθνική Επιτροπή Πληροφορικής και Ατομικών Ελευθεριών (CNIL)
Η CNIL είναι η γαλλική εποπτική αρχή για την προστασία των προσωπικών δεδομένων. Ασκεί τα καθήκοντά της σύμφωνα με τον νόμο 78-17 της 6ης Ιανουαρίου 1978, όπως έχει τροποποιηθεί.
Αποστολή
Η Εθνική Επιτροπή Πληροφορικής και Ατομικών Ελευθεριών (CNIL) αποτελεί ανεξάρτητη διοικητική αρχή. Ασκεί κυρίως τα ακόλουθα καθήκοντα:
Η CNIL υποβάλλει ετησίως στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και στον Πρωθυπουργό δημόσια έκθεση πεπραγμένων.
Προσφυγή στην CNIL
Κάθε πρόσωπο μπορεί να απευθυνθεί στην CNIL σε περίπτωση που αντιμετωπίσει δυσκολίες στην άσκηση των δικαιωμάτων του. Για να διασφαλίσει τα δικαιώματά του σχετικά με τα δεδομένα και τις ελευθερίες του, ο πολίτης πρέπει καταρχάς να απευθυνθεί απευθείας στις οργανώσεις στων οποίων την κατοχή βρίσκονται τα δεδομένα του. Σε περίπτωση δυσκολιών, ανεπαρκούς ανταπόκρισης ή έλλειψης ανταπόκρισης, μπορεί να υποβληθεί ηλεκτρονικά καταγγελία στην CNIL για διάφορα θέματα: διαδίκτυο, εμπόριο, εργασία, τηλέφωνο, τραπεζικές και πιστωτικές δραστηριότητες.
Σύνδεσμος: https://www.cnil.fr/fr/plaintes
Διεύθυνση:
Commission Nationale de l'Informatique et des Libertés
3 Place de Fontenoy - TSA 80715
75334 PARIS CEDEX 07
Περισσότερες πληροφορίες: https://www.cnil.fr/
Μετά την κύρωση του Προαιρετικού Πρωτοκόλλου στη Σύμβαση κατά των βασανιστηρίων και άλλων τρόπων σκληρής, απάνθρωπης ή ταπεινωτικής μεταχείρισης ή τιμωρίας που ψηφίστηκε από τη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών στις 18 Δεκεμβρίου 2002, ο Γάλλος νομοθέτης θέσπισε με τον
νόμο αριθ. 2007-1545 της 30ής Οκτωβρίου 2007 έναν Γενικό Ελεγκτή χώρων κράτησης. Πρόκειται για μια ανεξάρτητη διοικητική αρχή.
Αποστολή
Ο Γενικός Ελεγκτής μεριμνά ώστε οι κρατούμενοι να τυγχάνουν ανθρώπινης μεταχείρισης και σεβασμού της εγγενούς αξιοπρέπειας του ανθρώπου και διασφαλίζει τη δίκαιη ισορροπία μεταξύ του σεβασμού των θεμελιωδών δικαιωμάτων των κρατουμένων και των ζητημάτων δημόσιας τάξης και ασφάλειας. Είναι αρμόδιος για την πρόληψη κάθε παραβίασης των θεμελιωδών δικαιωμάτων των κρατουμένων.
Στο πλαίσιο της αποστολής του, ο Γενικός Ελεγκτής εστιάζει στις συνθήκες φυλάκισης, κράτησης ή νοσηλείας, αλλά και τις συνθήκες εργασίας του προσωπικού και των διαφόρων εμπλεκόμενων μερών, στο βαθμό που αυτές αναγκαστικά επηρεάζουν τη λειτουργία του καταστήματος κράτησης και τη φύση των σχέσεων με τους κρατουμένους. Ο Γενικός Ελεγκτής επιλέγει ελεύθερα τα καταστήματα που προτίθεται να επισκεφθεί και οι επισκέψεις του μπορούν είτε να προγραμματιστούν (σε αυτή την περίπτωση, ο διευθυντής του καταστήματος ενημερώνεται για την επίσκεψη λίγες ημέρες πριν) είτε να γίνουν χωρίς προειδοποίηση.
Αρμοδιότητες
Ο Γενικός Ελεγκτής μπορεί να επισκεφθεί, ανά πάσα στιγμή, σε όλη τη γαλλική επικράτεια, κάθε χώρο κράτησης: σωφρονιστικά καταστήματα, ιδρύματα υγειονομικής περίθαλψης, ιδρύματα που έχουν τεθεί υπό την κοινή αρμοδιότητα του Υπουργείου Υγείας και του Υπουργείου Δικαιοσύνης, χώρους κράτησης της αστυνομίας και της χωροφυλακής, χώρων κράτησης των τελωνείων, κέντρα και χώρους διοικητικής κράτησης αλλοδαπών, χώρους παραμονής αλλοδαπών σε λιμάνια και αεροδρόμια, κ.λπ. Ο Γενικός Ελεγκτής εποπτεύει την υλοποίηση των διαδικασιών απομάκρυνσης των αλλοδαπών μέχρι την παράδοσή τους στις αρχές του κράτους προορισμού.
Οι ενδιαφερόμενες αρχές δεν μπορούν να προβάλουν αντιρρήσεις σε επίσκεψη, παρά μόνο για σπουδαίους και σοβαρούς λόγους εθνικής άμυνας, δημόσιας ασφάλειας, φυσικών καταστροφών ή σοβαρών ταραχών στον τόπο της επίσκεψης.
Ο Γενικός Ελεγκτής απευθύνει στον αρμόδιο Υπουργό ή στους αρμόδιους Υπουργούς έκθεση σχετικά με την επίσκεψη και στη συνέχεια συστάσεις που μπορούν να δημοσιοποιηθούν. Επιπλέον, διαβιβάζει ετησίως στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και στο Κοινοβούλιο έκθεση πεπραγμένων, η οποία δημοσιεύεται.
Προσφυγή στον Γενικό Ελεγκτή χώρων κράτησης
Οι πολίτες μπορούν να προσφύγουν στον Γενικό Ελεγκτή χώρων κράτησης για να τον ενημερώσουν για κατάσταση η οποία κατά τη γνώμη τους αποτελεί παραβίαση των θεμελιωδών δικαιωμάτων κρατουμένου (ή που έχει υπάρξει πρόσφατα κρατούμενος) και η οποία συνδέεται με τις συνθήκες φυλάκισης, προσωρινής κράτησης, κράτησης ή νοσηλείας, ή με την οργάνωση ή με τη λειτουργία μιας υπηρεσίας. Καταγγελίες προς τον Γενικό Ελεγκτή χώρων κράτησης γίνονται μόνο ταχυδρομικώς στην ακόλουθη διεύθυνση:
Madame la Contrôleure générale des lieux de privation de liberté
BP 10301
75921 Paris cedex 19
Οι κρατούμενοι, οι συγγενείς τους, πρόσωπα από το κατάστημα κράτησης και το προσωπικό μπορούν επίσης να ζητήσουν απευθείας συνάντηση με τον Γενικό Ελεγκτή ή με έναν από τους ελεγκτές που απαρτίζουν την ομάδα του με την ευκαιρία των επισκέψεων που πραγματοποιούνται στα ιδρύματα.
Διεύθυνση:
Le Contrôleur général des lieux de privation de liberté16/18 quai de la Loire
BP 10301
75921 Paris Cedex 19
Περισσότερες πληροφορίες: http://www.cglpl.fr/
Για να διευκολυνθεί η πρόσβαση των ενδιαφερομένων σε πληροφορίες σχετικά με τα δικαιώματά τους και σχετικά με τις διαδικασίες και το δικαστικό σύστημα, και να τους παρασχεθεί υποστήριξη σε οποιαδήποτε προσπάθεια με σκοπό την άσκηση δικαιώματος, η Γαλλία έχει δημιουργήσει σημεία πρόσβασης στη δικαιοσύνη (points d’accès au droit), κέντρα δικαιοσύνης και δικαίου (maisons de justice et du droit), καθώς και παραρτήματα δικαιοσύνης (antennes de justice), τα οποία αποτελούν τοπικά ιδρύματα νομικών υπηρεσιών τα οποία ενημερώνουν τους πολίτες σχετικά με τα δικαιώματά τους και τους προτείνουν ιδίως φιλικούς τρόπους επίλυσης διαφορών.
Κατάλογος κέντρων δικαιοσύνης και δικαίου, σημείων πρόσβασης στη δικαιοσύνη και παραρτημάτων δικαιοσύνης:
http://www.annuaires.justice.gouv.fr/annuaires-12162
Για περισσότερες πληροφορίες:
Την έκδοση αυτής της σελίδας στην εθνική γλώσσα διαχειρίζεται το εκάστοτε κράτος μέλος. Οι μεταφράσεις έχουν γίνει από την αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι τυχόν αλλαγές που επιφέρει η αρμόδια εθνική αρχή στο πρωτότυπο ενδέχεται να μην έχουν περιληφθεί ακόμα στις μεταφράσεις. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν αναλαμβάνει καμία ευθύνη όσον αφορά τις πληροφορίες ή τα στοιχεία που περιλαμβάνονται ή για τα οποία γίνεται λόγος στο παρόν έγγραφο. Βλ. την ανακοίνωση νομικού περιεχομένου για τους κανόνες πνευματικής ιδιοκτησίας που ισχύουν στο κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρούσα σελίδα.
Εξειδικευμένοι φορείς ανθρωπίνων δικαιωμάτων
Προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα
Τα δικαστήρια διαδραματίζουν ειδικό ρόλο στην προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Αποτελούν θεσμικά όργανα με ανεξαρτησία εγγυημένη από το Σύνταγμα. H άσκηση των συνταγματικών δικαιωμάτων και ελευθεριών διασφαλίζεται μέσω ειδικού μηχανισμού: της συνταγματικής προσφυγής, που ασκείται από πολίτες που θεωρούν ότι τα ανθρώπινα δικαιώματα και οι θεμελιώδεις ελευθερίες τους, όπως αυτά κατοχυρώνονται από το Σύνταγμα, παραβιάστηκαν από εθνικές αρχές, όργανα της τοπικής και περιφερειακής αυτοδιοίκησης και νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου κατά την έκδοση απόφασης για τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των πολιτών ή στο πλαίσιο υπόνοιας ή απαγγελίας κατηγοριών για την τέλεση αξιόποινης πράξης. Συνταγματική προσφυγή μπορεί να υποβληθεί μόνον μετά την εξάντληση όλων των άλλων διαθέσιμων ένδικων βοηθημάτων.
Ustavni sud Republike Hrvatske (Συνταγματικό Δικαστήριο της Δημοκρατίας της Κροατίας)
Trg svetog Marka 4
10000 Zagreb
Τηλέφωνο: +385 1 6400 251
Φαξ: +385 1 4551 055
https://www.usud.hr/
Vrhovni sud Republike Hrvatske (Ανώτατο Δικαστήριο της Δημοκρατίας της Κροατίας)
Trg Nikole Šubića Zrinskog 3
10 000 Zagreb
Τηλέφωνο: +385 1 486 22 22, +385 1 481 00 36
Φαξ: +385 1 481 00 35
Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο: vsrh@vsrh.hr
http://www.vsrh.hr/
Επαρχιακά δικαστήρια: (209 Kb)
(κατάλογος επαρχιακών δικαστηρίων)
Δημοτικά δικαστήρια (296 Kb)
(κατάλογος δημοτικών δικαστηρίων)
Visoki trgovački sud Republike Hrvatske (Ανώτατο εμποροδικείο της Δημοκρατίας της Κροατίας)
Berislavićeva 11, 10 000 Zagreb
Τηλέφωνο: +385 1 489 68 88
Φαξ: +385 1 487 23 29
http://www.vtsrh.hr/ />
Εμπορικά δικαστήρια (192 Kb)
(κατάλογος εμπορικών δικαστηρίων)
Visoki upravni sud Republike Hrvatske (Ανώτατο διοικητικό δικαστήριο της Δημοκρατίας της Κροατίας)
Frankopanska 16, 10000 Zagreb
Τηλέφωνο: +385 1 480 78 00
Φαξ: +385 1 480 79 28
http://www.upravnisudrh.hr/
Κατάλογος διοικητικών δικαστηρίων (180 Kb)
Visoki prekršajni sud Republike Hrvatske (Ανώτερο πλημμελειοδικείο της Δημοκρατίας της Κροατίας)
Trg Nikole Šubića Zrinskog 30, 10 000 Zagreb
Τηλέφωνο: +385 1 480 75 10
Φαξ: +385 1 461 12 91
Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο: predsjednik@vpsrh.pravosudje.hr
http://sudovi.pravosudje.hr/VPSRH/
Πλημμελειοδικεία (274 Kb)
(κατάλογος πλημμελειοδικείων)
Trg hrvatskih velikana 6
10 000 Zagreb
Δημοκρατία της Κροατίας
Τηλέφωνο: +385 1 4851 855, +385 1 4851 853
Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο: info@ombudsman.hr
Φαξ: +385 1 6431 628
Σύμφωνα με το άρθρο 93 του κροατικού Συντάγματος, ο συνήγορος του πολίτη εκπροσωπεί το κροατικό Κοινοβούλιο στην προαγωγή και την προστασία των ανθρώπινων δικαιωμάτων και ελευθεριών, όπως ορίζονται στο Σύνταγμα, στη νομοθεσία και στις διεθνείς πράξεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις ελευθερίες, που έχουν υπογραφεί από τη Δημοκρατία της Κροατίας.
Ο συνήγορος του πολίτη και οι αναπληρωτές του εκλέγονται από το κροατικό Κοινοβούλιο για περίοδο οκτώ ετών με στόχο την προστασία των πολιτών από την παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων τους που οφείλονται σε πράξεις των κρατικών οργάνων ή των νομικών προσώπων που ασκούν δημόσια εξουσία. Είναι το κύριο όργανο που είναι αρμόδιο για την αντιμετώπιση των διακρίσεων και την άσκηση των καθηκόντων του εθνικού μηχανισμού πρόληψης των βασανιστηρίων και άλλων μορφών σκληρής, απάνθρωπης ή ταπεινωτικής μεταχείρισης ή τιμωρίας. Κατά την άσκηση των εν λόγω καθηκόντων, ο συνήγορος του πολίτη είναι ανεξάρτητος και αυτόνομος.
Αρμοδιότητες:
Οι πολίτες έχουν το δικαίωμα να υποβάλλουν καταγγελία στον συνήγορο του πολίτη όταν θεωρούν ότι τα δικαιώματά τους έχουν παραβιαστεί από δημόσιες αρχές. Ο συνήγορος του πολίτη διεξάγει έρευνα στο πλαίσιο της καταγγελίας, βάσει των εγγράφων που έχει λάβει. Όλα τα κρατικά όργανα, τα όργανα που ασκούν δημόσια εξουσία και τα όργανα της τοπικής και περιφερειακής αυτοδιοίκησης –δηλαδή όλα τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου– υποχρεούνται να παρέχουν όλες τις πληροφορίες που τους ζητούνται. Βασιζόμενος στα θεμελιωμένα πραγματικά περιστατικά, ο συνήγορος του πολίτη μπορεί να εκδίδει γνώμες, συστάσεις και γνωστοποιήσεις στις οικείες αρχές ή στα ανώτατα όργανα, και, εφόσον απαιτείται, να ενημερώνει το κροατικό Κοινοβούλιο.
Επιπλέον, ο συνήγορος του πολίτη ελέγχει τη συμμόρφωση των κανονισμών με το κροατικό Σύνταγμα και τις διεθνείς συμβάσεις για την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και μπορεί να ζητά από την κροατική Κυβέρνηση την τροποποίηση ή θέσπιση κανονισμών που άπτονται των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Μπορεί επίσης να απευθύνεται στο κροατικό Κοινοβούλιο για την εναρμόνιση των κανονισμών με το Σύνταγμα και τη νομοθεσία. Έχει το δικαίωμα να κινεί διαδικασία ενώπιον του κροατικού Συνταγματικού Δικαστηρίου για τη διακρίβωση της συμμόρφωσης των νόμων και λοιπών κανονισμών με το κροατικό Σύνταγμα.
Η προαγωγή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων περιλαμβάνει την έρευνα και την ανάλυση, την ανάπτυξη και τη διατήρηση βάσεων δεδομένων και εγγράφων τεκμηρίωσης, την ενημέρωση του κοινού και των ενδιαφερόμενων μερών εγκαίρως και σε τακτική βάση, την ενεργό συνεργασία με την κοινωνία των πολιτών, τους διεθνείς οργανισμούς και τα ακαδημαϊκά ερευνητικά ιδρύματα, καθώς επίσης τη λήψη πρωτοβουλιών για την ευθυγράμμιση της νομοθεσίας με τα διεθνή και ευρωπαϊκά πρότυπα και την εφαρμογή της νομοθεσίας.
Ο συνήγορος του πολίτη λαμβάνει καταγγελίες από φυσικά και νομικά πρόσωπα, χορηγεί τις απαιτούμενες πληροφορίες για τα δικαιώματα, τις υποχρεώσεις και τις δυνατότητες δικαστικής και άλλης προστασίας, διερευνά τις μεμονωμένες αιτήσεις και αναλαμβάνει δράση στο πλαίσιο της αρμοδιότητάς του για την εξάλειψη των διακρίσεων και την προστασία των δικαιωμάτων των προσώπων που έχουν υποστεί διακριτική μεταχείριση (με εξαίρεση τις εκκρεμείς δίκες), διεξάγει διαδικασίες διαμεσολάβησης, με δυνατότητα κατάρτισης εξωδικαστικού συμβιβασμού με τη συναίνεση αμφότερων των μερών, και υποβάλλει μηνυτήριες αναφορές στην αρμόδια γενική εισαγγελία με αντικείμενο τη διακριτική μεταχείριση.
Ο συνήγορος του πολίτη εκτελεί καθήκοντα που υπάγονται στη λειτουργία του εθνικού μηχανισμού πρόληψης των βασανιστηρίων και άλλων μορφών σκληρής, απάνθρωπης ή ταπεινωτικής μεταχείρισης ή τιμωρίας, σε περιπτώσεις που ορισμένο πρόσωπο έχει στερηθεί την ελευθερία του ή τελεί υπό κράτηση ή φυλάκιση ή διαμένει σε εγκαταστάσεις που τελούν υπό δημόσια επιτήρηση από τις οποίες δεν είναι δυνατή η αποχώρηση κατά βούληση.
Στο πλαίσιο αυτό, οι εκπρόσωποι του γραφείου του συνηγόρου του πολίτη, ενεργώντας υπό την ιδιότητά τους αυτή, μεταβαίνουν σε φυλακές, σωφρονιστικά καταστήματα, κέντρα κράτησης και διάφορα ιδρύματα στα οποία φιλοξενούνται πρόσωπα με διανοητικές διαταραχές, ως προληπτικό μέτρο για την προστασία προσώπων που έχουν στερηθεί ή υφίστανται περιορισμούς στην ελευθερία τους.
Από το 2009, ο συνήγορος του πολίτη είναι ο μόνος εθνικός φορέας για την προστασία και προαγωγή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων (ΕΦΑΔ) στη Δημοκρατία της Κροατίας με καθεστώς «Α» σύμφωνα με τις αρχές των Παρισίων του ΟΗΕ που καθορίζουν τις παραμέτρους ανεξαρτησίας των εθνικών φορέων για τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Πρόκειται για τον υψηλότερο βαθμό θεσμικής ανεξαρτησίας, η οποία αποδόθηκε εκ νέου στο γραφείο του συνηγόρου του πολίτη τον Ιούλιο του 2013, έπειτα από την επιτήρηση από τον ΟΗΕ της εφαρμογής των συστάσεών του ως προς τη διαφύλαξη και την προαγωγή του καθεστώτος ανεξαρτησίας.
Συνήγορος του παιδιού
Teslina 10
10 000 Zagreb
Κροατία
Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο: info@dijete.hr
Τηλέφωνο: 01/4929 669
Φαξ: 01/4921 277
http://www.dijete.hr/
Το γραφείο του συνηγόρου του παιδιού ελέγχει τη συμμόρφωση της νομοθεσίας και των λοιπών κανονισμών της Κροατίας που αφορούν την προστασία των δικαιωμάτων και των συμφερόντων των παιδιών με το Σύνταγμα της Κροατίας, τη Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Παιδιού και λοιπά διεθνή έγγραφα που αφορούν την προστασία των δικαιωμάτων και των συμφερόντων των παιδιών. Παρακολουθεί τις παραβιάσεις δικαιωμάτων των παιδιών και μελετά τη συχνότητα των περιστατικών και τα είδη παραβιάσεων των δικαιωμάτων και των συμφερόντων των παιδιών. Προασπίζεται την προστασία και προαγωγή των δικαιωμάτων και των συμφερόντων των παιδιών με ειδικές ανάγκες προτείνει μέτρα για την οικοδόμηση ενός συνολικού συστήματος για την προστασία και την προαγωγή των δικαιωμάτων των παιδιών και την αποτροπή ζημιογόνων πράξεων που διακυβεύουν τα συμφέροντά τους. Παρέχει πληροφόρηση και συμβουλές στα παιδιά για τον τρόπο άσκησης και προστασίας των δικαιωμάτων και συμφερόντων τους, συνεργάζεται με παιδιά, τα ενθαρρύνει να εκφράζουν την άποψή τους και τα σέβεται εγκαινιάζει και συμμετέχει σε δημόσιες δραστηριότητες που αποσκοπούν στη βελτίωση της κατάστασης των παιδιών και προτείνει μέτρα για την αύξηση της επίδρασής τους στην κοινωνία. Έχει πρόσβαση και γνωρίζει τυχόν στοιχεία, πληροφορίες και πράξεις που αφορούν τα δικαιώματα και την προστασία των παιδιών ανεξάρτητα από τον βαθμό εμπιστευτικότητας αυτών. Είναι εξουσιοδοτημένος να εισέρχεται και να επιθεωρεί κάθε φορέα, κρατικό όργανο, νομικό και φυσικό πρόσωπο που έχει εκ του νόμου εντολή να μεριμνά για τα παιδιά, και θρησκευτικές κοινότητες στις οποίες διαμένουν παιδιά ή στις οποίες στεγάζονται προσωρινά ή μόνιμα.
Αν το γραφείο του συνηγόρου του παιδιού διαπιστώσει ότι ένα παιδί εκτίθεται σε σωματική ή ψυχική βία, σεξουαλική παρενόχληση, κακοποίηση ή εκμετάλλευση, αμέλεια ή αμελή μεταχείριση, πρέπει να αποστείλει αμελλητί έκθεση στην αρμόδια γενική εισαγγελία και να ενημερώσει το αρμόδιο κέντρο κοινωνικής πρόνοιας, προτείνοντας μέτρα για την προστασία των δικαιωμάτων και των συμφερόντων του παιδιού. Μπορεί να ζητά επαγγελματική βοήθεια από εμπειρογνώμονες και επαγγελματικούς φορείς που ασχολούνται με την έρευνα, τη μέριμνα, την ανάπτυξη και τα δικαιώματα των παιδιών, και λαμβάνει την εν λόγω συνδρομή σε εύθετο χρόνο.
Συνήγορος για την ισότητα των φύλων
Preobraženska 4/1
10 000 Zagreb
Τηλέφωνο: +385 1 48 48 100
Φαξ: +385 1 48 44 600
Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο: ravnopravnost@prs.hr
http://www.prs.hr/
Το γραφείο του συνηγόρου για την ισότητα των φύλων χειρίζεται καταγγελίες για διακριτική μεταχείριση λόγω φύλου, γαμικής ή οικογενειακής κατάστασης και γενετήσιου προσανατολισμού διερευνά τις παραβιάσεις της αρχής της ισότητας των φύλων, τις υποθέσεις διακριτικής μεταχείρισης σε βάρος προσώπων ή ομάδων προσώπων από εθνικές αρχές, μονάδες της τοπικής και περιφερειακής αυτοδιοίκησης και λοιπά όργανα με δημόσια εξουσία, υπαλλήλους των εν λόγω οργάνων και λοιπά νομικά και φυσικά πρόσωπα.
Το έργο του συνηγόρου περιλαμβάνει την παροχή γνωστοποιήσεων, εισηγήσεων και συστάσεων.
Αν ο συνήγορος διαπιστώσει παραβίαση της αρχής της ισότητας των φύλων, έχει το δικαίωμα να υποβάλει αίτημα συνταγματικής αναθεώρησης της νομοθεσίας ή αναθεώρησης της συνταγματικότητας και νομιμότητας λοιπών κανονισμών.
Συνήγορος των ατόμων με αναπηρία
Savska cesta 41/3
10 000 Zagreb
Τηλ.: +385 1 6102 170
Φαξ: +385 1 6177 901
Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο: ured@posi.hr
Το γραφείο του συνηγόρου των ατόμων με αναπηρία είναι αυτόνομος εθνικός θεσμικός φορέας, με κύριο ρόλο την επιτήρηση και προαγωγή των δικαιωμάτων των ατόμων με αναπηρία βάσει του Συντάγματος της Δημοκρατίας της Κροατίας, τις διεθνείς συνθήκες και τη νομοθεσία. Σε περίπτωση παραβίασης των δικαιωμάτων των ατόμων με αναπηρία, ο συνήγορος έχει το δικαίωμα να εφιστά την προσοχή, να προτείνει μέτρα, να παρέχει συστάσεις, να ενημερώνει και να ζητά την υποβολή εκθέσεων για τις ενέργειες που έχουν πραγματοποιηθεί.
Εάν ο συνήγορος διαπιστώσει ότι η εκάστοτε νομική λύση είναι βλαπτική για άτομα με αναπηρία ή παιδιά με αναπτυξιακές δυσκολίες, ή με κάποιον τρόπο τα αποκλείει ή τα θέτει σε λιγότερο ευνοϊκή θέση σε σχέση με τα πρόσωπα χωρίς αναπηρία, εισηγείται την τροποποίηση της νομικής αυτής λύσης.
Το γραφείο του συνηγόρου λαμβάνει μεμονωμένες καταγγελίες από άτομα με αναπηρία και πρόσωπα που ενεργούν για λογαριασμό τους, διερευνά καταγγελίες για την παραβίαση των δικαιωμάτων των ατόμων με αναπηρία, και βρίσκεται σε επαφή με τους φορείς που είναι επιφορτισμένοι με την επίλυση των εν λόγω ζητημάτων ώστε να βρει την ευνοϊκότερη δυνατή λύση.
Ο συνήγορος των ατόμων με αναπηρία παρέχει συμβουλευτική συνδρομή σε άτομα με αναπηρία για τον τρόπο άσκησης και προστασίας των δικαιωμάτων και των συμφερόντων τους.
Υπηρεσία προστασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα
Martićeva 14
10 000 Zagreb
Τηλ.: +385 460 90 00
Φαξ: +385 4609-099
Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο: azop@azop.hr
http://www.azop.hr/
Η Υπηρεσία προστασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, είναι δημόσια αρχή που διεξάγει τις δραστηριότητές της κατά τρόπο ανεξάρτητο και αυτόνομο στο πλαίσιο των καθηκόντων και των αρμοδιοτήτων της. Η υπηρεσία είναι υπεύθυνη για την εκτέλεση διοικητικών και επαγγελματικών καθηκόντων που άπτονται της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Η Υπηρεσία, στο πλαίσιο της δημόσιας εξουσίας της, επιτηρεί την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, επισημαίνει καταχρήσεις που πέφτουν στην αντίληψή της ως προς τη συλλογή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, συντάσσει κατάλογο των χωρών και των διεθνών οργανισμών που έχουν ρυθμίσει κατάλληλα την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, χειρίζεται τις αιτήσεις για τη διερεύνηση παραβιάσεων των δικαιωμάτων που τελούν υπό την εγγύηση του νόμου περί προστασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, και τηρεί το κεντρικό μητρώο δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.
Με την έγκριση του νόμου περί δωρεάν νομικής συνδρομής, το Υπουργείο Δικαιοσύνης ανέλαβε το γενικό και απαιτητικό έργο της καθιέρωσης συστήματος δωρεάν νομικής συνδρομής.
Το σύστημα της δωρεάν νομικής συνδρομής επιτρέπει σε πολίτες με περιορισμένους οικονομικούς πόρους να εκπροσωπούνται από πληρεξούσιους δικηγόρους και να λαμβάνουν νομική συνδρομή για συγκεκριμένες νομικές πράξεις και ίση πρόσβαση στις δικαστικές και διοικητικές διαδικασίες.
Το θεσμικό πλαίσιο του συστήματος δωρεάν νομικής συνδρομής αποτελείται από κρατικά διοικητικά γραφεία που επεξεργάζονται τα αιτήματα των πολιτών σε πρώτο βαθμό, ενώ το τμήμα παροχής δωρεάν νομικής συνδρομής του Υπουργείου Δικαιοσύνης αποφασίζει επί των ένδικων μέσων σε δεύτερο βαθμό και σε πρώτο βαθμό σχετικά με την καταχώριση των ενώσεων που έχουν εξουσιοδοτηθεί για την παροχή νομικής συνδρομής στο μητρώο ενώσεων και ασκεί διοικητική και επαγγελματική εποπτεία στον πάροχο πρωτοβάθμιας νομικής συνδρομής.
Οι παρακάτω πάροχοι νομικής συνδρομής καλύπτονται από τον νόμο περί δωρεάν νομικής συνδρομής:
Παροχή πρωτοβάθμιας νομικής συνδρομής από γραφεία, εξουσιοδοτημένες ενώσεις και νομικές κλινικές.
Κατά την παροχή πρωτοβάθμιας νομικής συνδρομής, τα γραφεία εξουσιοδοτούνται να παρέχουν γενική νομική πληροφόρηση, νομική συμβουλευτική και να συντάσσουν αιτήσεις.
Η δευτεροβάθμια νομική συνδρομή παρέχεται από δικηγόρους.
Σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου περί δωρεάν νομικής συνδρομής, όσοι επιθυμούν να ασκήσουν το δικαίωμά τους σε δωρεάν νομική συνδρομή πρέπει να υποβάλουν συμπληρωμένο τυποποιημένο έντυπο αίτησης για νομική συνδρομή στο γραφείο κρατικής διοίκησης της περιφέρειας του τόπου κατοικίας τους. Το αίτημα πρέπει να συνοδεύεται από τη ρητή γραπτή συναίνεση όλων των αιτούντων και των ενήλικων μελών της οικογένειας για τη γνωστοποίηση όλων των πληροφοριών που αφορούν περιουσιακά στοιχεία και την αποδοχή κάθε υλικής και νομικής ευθύνης ως προς την ακρίβεια των δηλώσεων στην αίτηση.
Το έντυπο της αίτησης διατίθεται προς μεταφόρτωση από την ιστοσελίδα του Υπουργείου Δικαιοσύνης ή λαμβάνεται από τα γραφεία κρατικής διοίκησης των περιφερειών, τα δημοτικά δικαστήρια ή τα κέντρα κοινωνικής πρόνοιας σε εργάσιμες ώρες.
Οι αιτήσεις δεν βαρύνονται με διοικητικά τέλη και υποβάλλονται αυτοπροσώπως ή με συστημένη επιστολή.
Η παροχή νομικής συνδρομής συνεπάγεται την πλήρη ή μερική κάλυψη των εξόδων νομικής συνδρομής ανάλογα με την οικονομική κατάσταση του αιτούντος. Προβλέπεται ο επιμερισμός των εξόδων της διαδικασίας σε ορισμένο ποσοστό ανάλογα με την οικονομική κατάσταση του δικαιούχου.
Όταν παρέχεται μερική νομική συνδρομή, η διαφορά μεταξύ του πλήρους ποσού της αμοιβής και της αποζημίωσης δαπανών του δικηγόρου καταβάλλεται από τον δικαιούχο στο εναπομένον ποσοστό, σύμφωνα με την αξία της υπηρεσίας που παρασχέθηκε, όπως αυτή ορίζεται στον τον πίνακα αμοιβών δικηγόρων και αποζημίωσης δαπανών.
Σύμφωνα με τον νόμο περί δωρεάν νομικής συνδρομής, στους δικαιούχους νομικής συνδρομής περιλαμβάνονται:
Οι δικαιούχοι μπορούν να αναζητούν πληροφορίες για τη δωρεάν νομική συνδρομή στην ιστοσελίδα του Υπουργείου Δικαιοσύνης της Δημοκρατίας της Κροατίας ή στη διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου:
besplatna.pravna.pomoc@pravosudje.hr και να αναμένουν απάντηση το συντομότερο δυνατό.
Οι δικαιούχοι μπορούν επίσης να απευθύνουν τα ερωτήματά τους απευθείας στα γραφεία κρατικής διοίκησης της περιφέρειάς τους.
Μια διαφορά νοείται ως διασυνοριακή όταν ο διάδικος που αιτείται νομική συνδρομή έχει την κατοικία ή τη συνήθη διαμονή του σε άλλο κράτος μέλος της ΕΕ από εκείνο στο οποίο εδρεύει το δικαστήριο ή εκείνο όπου θα εκτελεστεί η απόφαση.
Νομική συνδρομή σε διασυνοριακές διαφορές παρέχεται σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, διαδικασίες συνδιαλλαγής, εξωδικαστικούς συμβιβασμούς, εκτέλεση δημόσιων εγγράφων και για στην παροχή νομικών συμβουλών στο πλαίσιο των εν λόγω διαδικασιών, ενώ οι διατάξεις για τις διασυνοριακές διαφορές δεν ισχύουν σε φορολογικές, δασμολογικές και λοιπές διοικητικές διαδικασίες.
Αιτών ο οποίος έχει την κατοικία ή τη συνήθη διαμονή του στη Δημοκρατία της Κροατίας και επιζητεί νομική συνδρομή σε διασυνοριακή διαφορά ενώπιον του δικαστηρίου άλλου κράτους μέλους υποβάλλει αίτηση στο γραφείο του τόπου κατοικίας ή διαμονής του. Το αρμόδιο γραφείο διαβιβάζει την αίτηση στο Υπουργείο Δικαιοσύνης μέσα σε οκτώ ημέρες από την παραλαβή της αίτησης. Το Υπουργείο Δικαιοσύνης μεταφράζει την αίτηση και τα δικαιολογητικά στην επίσημη γλώσσα ή σε μια από τις επίσημες γλώσσες του κράτους μέλους και της αρμόδιας παραλήπτριας αρχής, και τα διαβιβάζει μέσα σε 15 ημέρες από την παραλαβή στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους στο οποίο εδρεύει το δικαστήριο ή όπου θα εκτελεστεί η απόφαση (η παραλήπτρια αρχή). Σε περίπτωση που δεν παρέχεται νομική συνδρομή, ο αιτών οφείλει να καλύπτει τις δαπάνες της μετάφρασης.
Ο αιτών μπορεί επίσης να υποβάλει την αίτηση απευθείας στην παραλήπτρια αρχή του κράτους μέλους στο οποίο εδρεύει το δικαστήριο ή στον τόπο όπου θα εκτελεστεί η απόφαση. Αιτών που έχει την κατοικία ή συνήθη διαμονή του σε άλλο κράτος μέλος και αιτείται νομική συνδρομή σε διασυνοριακή διαφορά που εισάγεται ενώπιον των δικαστηρίων της Δημοκρατίας της Κροατίας δικαιούται να λάβει νομική συνδρομή σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου περί δωρεάν νομικής συνδρομής. Ο αιτών ή η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους στην οποία έχει την κατοικία του ή τη συνήθη διαμονή του ο αιτών (η διαβιβάζουσα αρχή) διαβιβάζει την αίτηση νομικής συνδρομής στην Κροατία στο Υπουργείο Δικαιοσύνης (η παραλήπτρια αρχή). Τα έντυπα και τα έγγραφα τεκμηρίωσης πρέπει να είναι μεταφρασμένα στην κροατική γλώσσα, άλλως η αίτηση απορρίπτεται.
Οι αιτήσεις υποβάλλονται με συμπλήρωση του τυποποιημένου εντύπου που προβλέπει η απόφαση αριθ. 2004/844/ΕΚ της Επιτροπής, της 9ης Νοεμβρίου 2004, για θέσπιση εντύπου για τη διαβίβαση των αιτήσεων ευεργετήματος πενίας κατ’ εφαρμογή της οδηγίας 2003/8/ΕΚ του Συμβουλίου για βελτίωση της πρόσβασης στη δικαιοσύνη επί διασυνοριακών διαφορών μέσω της θέσπισης στοιχειωδών κοινών κανόνων σχετικά με το ευεργέτημα πενίας στις διαφορές αυτές.
Την έκδοση αυτής της σελίδας στην εθνική γλώσσα διαχειρίζεται το εκάστοτε κράτος μέλος. Οι μεταφράσεις έχουν γίνει από την αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι τυχόν αλλαγές που επιφέρει η αρμόδια εθνική αρχή στο πρωτότυπο ενδέχεται να μην έχουν περιληφθεί ακόμα στις μεταφράσεις. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν αναλαμβάνει καμία ευθύνη όσον αφορά τις πληροφορίες ή τα στοιχεία που περιλαμβάνονται ή για τα οποία γίνεται λόγος στο παρόν έγγραφο. Βλ. την ανακοίνωση νομικού περιεχομένου για τους κανόνες πνευματικής ιδιοκτησίας που ισχύουν στο κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρούσα σελίδα.
Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας
Οδός Χαράλαμπος Μούσκου
1405-Λευκωσία
Κύπρος
Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού
Λεωφόρος Λόρδου Βύρωνος αρ.8
3726-Λεμεσός
Τ.Θ.54619
Κύπρος
Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας
Λεωφόρος Αρτέμιδως
6301-Λάρνακα
Τ.Θ.40107
Κύπρος
Επαρχιακό Δικαστήριο Πάφου
Οδός Γωνίας Νεοφύτου και Νικολαίδη
8100-Πάφος
Τ.Θ.60007
Κύπρος
Επαρχιακό Δικαστήριο Αμμοχώστου
Οδός Σωτήρας, αρ.2
5286-Παραλίμνι
Κύπρος
Επαρχιακό Δικαστήριο Κερύνειας
Οδός Χαράλαμπος Μούσκου
1405-Λευκωσία
Κύπρος
Ο Επίτροπος Διοικήσεως και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (Όμπουτσμαν – Ombudsman) είναι ανεξάρτητος αξιωματούχος του κράτους, που ξεκίνησε, επίσημα, τη λειτουργία του το 1991. Αποτελεί τον κατ’ εξοχήν θεσμό εξωδικαστικού ελέγχου της διοίκησης και προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Οι κύριοι άξονες της αποστολής του Επιτρόπου Διοικήσεως είναι η διασφάλιση της νομιμότητας, η προώθηση της χρηστής διοίκησης, η προστασία των δικαιωμάτων του διοικούμενου, η καταπολέμηση της κακοδιοίκησης και η προάσπιση των δικαιωμάτων του πολίτη και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, γενικότερα.
Ο Επίτροπος προβαίνει στη διερεύνηση ενός θέματος, κατά κανόνα, μετά την υποβολή παραπόνου από πολίτη, ο οποίος επηρεάζεται άμεσα και προσωπικά από την ενέργεια, εναντίον της οποίας στρέφεται το παράπονο. Είναι, όμως, δυνατή η διενέργεια έρευνας μετά από εντολή του Υπουργικού Συμβουλίου ή με αυτεπάγγελτη παρέμβαση του Επιτρόπου σε υποθέσεις γενικότερου ενδιαφέροντος.
Οι εισηγήσεις ή συστάσεις του Επιτρόπου δεν είναι δεσμευτικές. Τίθεται, παρόλα αυτά, θέμα αρχής αν οι υπηρεσίες δεν συμμορφωθούν με αυτές. Η θέση αυτή ενισχύθηκε και με πρόσφατη τροποποίηση του σχετικού Νόμου, στη βάση του οποίου δίνεται η δυνατότητα στον Επίτροπο να προβεί σε διαδικασία διαβουλεύσεων με την εμπλεκόμενη υπηρεσία, με στόχο την εξεύρεση τρόπου υιοθέτησης των θέσεων του και συμμόρφωσης με αυτές σε πρακτικό επίπεδο.
Ο Επίτροπος Διοικήσεως είναι ιδιαίτερα διευρυμένες, αφού –πέρα από τα πιο πάνω- λειτουργεί, επιπλέον, και με τις πιο κάτω ιδιότητες:
Αρχή κατά των Διακρίσεων: Υπό την ιδιότητά του αυτή ο Επίτροπος Διοικήσεως ελέγχει, κατόπιν υποβολής ατομικών καταγγελιών ή αυτεπάγγελτα, κατά πόσο παραβιάζεται η αρχής της ίσης μεταχείρισης των προσώπων εξαιτίας της φυλετικής/ εθνικής/ εθνοτικής καταγωγής, της κοινότητας στην οποία ανήκουν, της γλώσσας, του χρώματος, της ηλικίας, της αναπηρίας, του σεξουαλικού προσανατολισμού, της θρησκείας, των πολιτικών ή άλλων πεποιθήσεων, στους τομείς της κοινωνικής προστασίας, της κοινωνικής ασφάλισης, των κοινωνικών παροχών, της υγειονομικής περίθαλψης, της εκπαίδευσης, της συμμετοχής σε σωματεία και επαγγελματικές οργανώσεις και της πρόσβασης σε αγαθά και υπηρεσίες, περιλαμβανομένης της στέγασης. Η δράση της καλύπτει τόσο τον δημόσιο όσο και τον ιδιωτικό τομέα.
Αρχή Ισότητας: Υπό την ιδιότητά του αυτή, ελέγχει, κατόπιν υποβολής ατομικών καταγγελιών ή αυτεπάγγελτα, κατά πόσο παραβιάζεται η αρχής της ίσης μεταχείρισης των προσώπων εξαιτίας του φύλου/ της ταυτότητας φύλου, της φυλετικής/ εθνικής/ εθνοτικής καταγωγής, της κοινότητας στην οποία ανήκουν, της γλώσσας, του χρώματος, της ηλικίας, της αναπηρίας, του σεξουαλικού προσανατολισμού, της θρησκείας, των πολιτικών ή άλλων πεποιθήσεων στους τομείς της απασχόλησης, της εργασίας και της επαγγελματικής εκπαίδευσης, περιλαμβανομένων των συμβάσεων εργασίας ή εγγράφων που ρυθμίζουν την εργασιακή σχέση, των προσλήψεων, των απολύσεων, των αγγελιών κενών θέσεων σε εφημερίδες κτλ. Επίσης, ελέγχει, ειδικότερα, κατά πόσο ασκείται διάκριση λόγω φύλου στην πρόσβαση των προσώπων σε αγαθά και υπηρεσίες (π.χ. υπηρεσίες που αφορούν στην παιδεία, στην υγεία, τράπεζες, ασφαλιστικές εταιρείες). Η δράση της καλύπτει τόσο τον δημόσιο όσο και τον ιδιωτικό τομέα.
Ανεξάρτητος Μηχανισμός Πρόληψης των Βασανιστηρίων: Υπό την ιδιότητά του αυτή ο Επίτροπος επισκέπτεται ελεύθερα τους χώρους όπου άτομα στερούνται πλήρως ή μερικώς την ελευθερία τους (όπως φυλακές, κρατητήρια, ψυχιατρεία, στέγες ηλικιωμένων), με σκοπό την παρατήρηση και καταγραφή των συνθηκών διαβίωσης. Στόχος του Μηχανισμού είναι η διασφάλιση της αξιοπρέπειας και των δικαιωμάτων των προσώπων που βρίσκονται υπό αυτές τις συνθήκες. Κατόπιν των επισκέψεων, ο Επίτροπος υποβάλλει συστάσεις, τόσο για τη βελτίωση των συνθηκών που διαπιστώνονται όσο και για τη βελτίωση του σχετικού νομοθετικού και θεσμικού πλαισίου. Επιπρόσθετα, στα πλαίσια ελέγχου και ανοικτής επικοινωνίας με τις αρμόδιες αρχές, ο Επίτροπος μπορεί να λειτουργήσει και προληπτικά στο ζήτημα των βασανιστηρίων και της απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης, μέσα από τις σχετικές συστάσεις και εισηγήσεις του. Η δράση του καλύπτει τόσο τον δημόσιο όσο και τον ιδιωτικό τομέα.
Εθνική Ανεξάρτητη Αρχή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων: Ο Επίτροπος, με αυτή του την ιδιότητα, τοποθετείται με απόψεις, εισηγήσεις και προτάσεις όταν κρίνει ότι οποιαδήποτε κρατική αρχή παραβιάζει ή περιορίζει την απόλαυση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Επίσης, προβαίνει σε ευρύτερες δράσεις προαγωγής του σεβασμού στα ανθρώπινα δικαιώματα και έρχεται, για το σκοπό αυτό, σε επαφή με μη κυβερνητικές οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων και με άλλα οργανωμένα σύνολα.
Ανεξάρτητη Αρχή Προώθησης Δικαιωμάτων Ατόμων με Αναπηρία: Ο Επίτροπος έχει αρμοδιότητα να προωθεί, να προστατεύει και να παρακολουθεί την εφαρμογή της Σύμβασης του ΟΗΕ για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρίες στην Κύπρο.
Στα πλαίσια αυτά, ο Επίτροπος, εξετάζει, είτε με δική του πρωτοβουλία, είτε μετά από σχετικές καταγγελίες, κατά πόσο οι κρατικές αρχές εφαρμόζουν τις πρόνοιες της Σύμβασης, και υποβάλλει Εκθέσεις με συστάσεις για βελτίωση. Επίσης, συνεργάζεται με άλλους φορείς και σώματα που ασχολούνται με το αντικείμενο, και διαφωτίζει, ευαισθητοποιεί και προωθεί την προστασία και πραγμάτωση των δικαιωμάτων των ατόμων με αναπηρίες.
Στην Αστυνομία Κύπρου έχουν συσταθεί και λειτουργούν Γραφεία, τα οποία προωθούν, προστατεύουν και προάγουν τα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα. Πιο κάτω παρατίθενται περιεκτικά τα καθήκοντα και οι υποχρεώσεις των εν λόγω Γραφείων, μέσα από τα οποία διαφαίνεται η προσπάθεια που γίνεται για προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων από πλευράς Αστυνομίας:
Το Γραφείο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων υπάγεται στην Διεύθυνση Ευρωπαϊκής Ένωσης και Διεθνούς Αστυνομικής Συνεργασίας, του Αρχηγείου Αστυνομίας και:
Το Γραφείο Καταπολέμησης των Διακρίσεων υπάγεται στο Τμήμα Καταπολέμησης Εγκλήματος, του Αρχηγείου Αστυνομίας και αποστολή του είναι η προώθηση της προληπτικής και κατασταλτικής καταπολέμησης των διακρίσεων, του ρατσισμού και της ξενοφοβίας.
Βασικά καθήκοντα του Γραφείου είναι:
Το Γραφείο Χειρισμού Θεμάτων Πρόληψης / Καταπολέμησης της Βίας στην Οικογένεια και Κακοποίησης Ανηλίκων υπάγεται στο Τμήμα Καταπολέμησης Εγκλήματος, Αρχηγείο Αστυνομίας και ο ρόλος του είναι κυρίως συντονιστικός, επιτελικός και στηρικτικός.
Βασικές αρμοδιότητες του είναι η παρακολούθηση υποθέσεων / περιστατικών, η μελέτη ποινικών φακέλων και η υποβολή ανάλογων εισηγήσεων για την παραπέρα πορεία τους. Το Γραφείο ΒΣΟΚΑ, έχοντας την ευθύνη για την εφαρμογή της νομοθεσίας, συνεργάζεται με τους εξεταστές των υποθέσεων, με Οικογενειακούς Συμβούλους ή Λειτουργούς των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας, με άλλους συναρμόδιους κρατικούς και μη λειτουργούς, καθώς επίσης και με θύματα με τα οποία έχει τηλεφωνικές ή / και προσωπικές συναντήσεις. Επιπρόσθετα, μέσα στα πλαίσια της αποστολής του, το Γραφείο, σε συνεργασία και με την Αστυνομική Ακαδημία Κύπρου, οργανώνει εκπαιδευτικά σεμινάρια για μέλη της Αστυνομίας.
Το Γραφείο Καταπολέμησης Εμπορίας Προσώπων υπάγεται στο Τμήμα Καταπολέμησης Εγκλήματος, του Αρχηγείου Αστυνομίας και η αποστολή του είναι η καταπολέμηση του φαινομένου της εμπορίας προσώπων, σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί της Πρόληψης και της Καταπολέμησης της Εμπορίας και Εκμετάλλευσης Προσώπων και της Προστασίας των Θυμάτων Νόμου ή οποιουδήποτε άλλου σχετικού Νόμου, καθώς και άλλων συναφών νομοθεσιών ή υποχρεώσεων της Αστυνομίας, τόσο σε Ευρωπαϊκό όσο και σε διεθνές επίπεδο.
Οι βασικές ευθύνες και αρμοδιότητες του Γραφείου, καθορίζονται ως ακολούθως:
Τέλος, για την διασφάλιση και προστασία των δικαιωμάτων των αναγνωρισμένων θυμάτων εμπορίας προσώπων, το Γραφείο συνεργάζεται πέραν των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας και με Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις όπως οι Cyprus Stop Trafficking, ΚΙΣΑ, Caritas, Well Spring, κ.α.
Ο Θεσμός, εγκαθιδρύθηκε με τον Περί Επιτρόπου Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού Νόμο του 2007 [74(Ι)/2007], που τέθηκε σε ισχύ στις 22 Ιουνίου 2007. Ο Νόμος προβλέπει για το διορισμό Επιτρόπου, την ίδρυση και λειτουργία του Γραφείου του, καθώς και για άλλα συναφή θέματα. Τροποποιήθηκε το 2014 με τον Περί Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού Νόμο του 2014 [44(Ι)/2014], ώστε να ρυθμιστούν πρόσθετα θέματα.
Σημαντικές πρόνοιες του Νόμου, κατοχυρώνουν τη δυνατότητά του να λειτουργήσει ως Ανεξάρτητος Εθνικός Οργανισμός Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων με αποστολή την προάσπιση και την προαγωγή των δικαιωμάτων του παιδιού. Ο Νόμος καθορίζει στον Επίτροπο ένα ευρύτατο πλαίσιο αρμοδιοτήτων/υποχρεώσεων οι οποίες, για λόγους αναφοράς, είναι δυνατόν να συνοψιστούν σε τέσσερις πυλώνες:
Πρώτη Επίτροπος Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού διορίστηκε η Λήδα Κουρσουμπά η οποία σήμερα υπηρετεί τη δεύτερη της θητεία στο αξίωμα.
Στοιχεία επικοινωνίας:
Γωνία Απελλή και Παύλου Νιρβάνα, 5ος Όροφος, 1496
Τηλ. : +357 22873200
Φαξ : +357 22872365
Ηλεκτρονική διεύθυνση : childcom@ccr.gov.cy
Ιστοσελίδα: http://www.childcom.org.cy/
Ο Επίτροπος Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα είναι ανεξάρτητη εποπτική Αρχή που συστάθηκε με βάση τον περί Επεξεργασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (Προστασία του Ατόμου) Νόμο 112 του 2001 (Νόμος 112(Ι)/2001), ο οποίος μεταφέρει τις διατάξεις της Οδηγίας 95/46/ΕK στην εθνική έννομη τάξη.
Ο Επίτροπος εποπτεύει την εφαρμογή του πιο πάνω Νόμο. Οι αρμοδιότητες του Επιτρόπου περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, τη διενέργεια ελέγχων, την έκδοση των αδειών που προβλέπονται από το Νόμο και την επιβολή διοικητικών κυρώσεων για παραβάσεις του Νόμου. Ο Επίτροπος συνεργάζεται με αντίστοιχες Αρχές άλλων Κρατών Μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Συμβουλίου της Ευρώπης, σε ζητήματα σχετικά με την άσκηση των αρμοδιοτήτων του και την προώθηση του σεβασμού των δικαιωμάτων της ιδιωτικής ζωής και της προστασίας των προσωπικών δεδομένων των Ευρωπαίων πολιτών.
Ο Επίτροπος είναι η Εθνική Εποπτική Αρχή των EUROPOL, EUROJUST, EURODAC, SIS II (Second Generation Schengen Information System), VIS (Visa Information System) CIS (Custom Information System) και του IMI (Internal Market Information System).
Στόχος του Γραφείου του Επιτρόπου είναι η καλύτερη ενημέρωση του κοινού σχετικά με τα δικαιώματα του που προβλέπονται από το Νόμο και η καλλιέργεια κουλτούρας φιλικής προς την ιδιωτική ζωή, τόσο στον δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα.
Η Σύμβαση του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρίες, αποτελεί ορόσημο στην ιστορία της αναπηρίας και καθορίζει τις υποχρεώσεις των κρατών να λάβουν όλα τα κατάλληλα νομοθετικά, διοικητικά και άλλα μέτρα για την εφαρμογή των δικαιωμάτων των ατόμων με αναπηρίες σε όλους τους τομείς της ζωής. Η Κυπριακή Δημοκρατία κύρωσε τη Σύμβαση το 2011 και διαμόρφωσε και υιοθέτησε το πρώτο Εθνικό Σχέδιο Δράσης για την Αναπηρία το 2013.
Το Τμήμα Κοινωνικής Ενσωμάτωσης Ατόμων με Αναπηρίες ανέλαβε, ως το Κεντρικό Σημείο, το συντονισμό της αποτελεσματικής εφαρμογής της Σύμβασης του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρίες, καθώς και των Εθνικών Σχεδίων Δράσης για την Αναπηρία 2013-2015 και 2017-2020.
Πέραν τούτου, το Τμήμα Κοινωνικής Ενσωμάτωσης Ατόμων με Αναπηρίες έχει ως αποστολή την προώθηση της κοινωνικής προστασίας, κοινωνικής ενσωμάτωσης και απασχόλησης των ατόμων με αναπηρίες, με κυριότερες δραστηριότητες:
Όραμα του Τμήματος είναι η βελτίωση της ποιότητας ζωής των ατόμων με αναπηρίες και η δημιουργία νέων προοπτικών για την κοινωνική ενσωμάτωσή τους, μέσω του σχεδιασμού, συντονισμού και υλοποίησης μεταρρυθμιστικών δράσεων.
Η Κοινοβουλευτική Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Ίσων Ευκαιριών μεταξύ Ανδρών και Γυναικών έχει ως κύρια αρμοδιότητα να μελετά και να διερευνά, στα πλαίσια της άσκησης του κοινοβουλευτικού ελέγχου, κατά πόσον τηρούνται στη Δημοκρατία οι διατάξεις του συντάγματος, των διεθνών συμβάσεων και της σχετικής νομοθεσίας που αναφέρονται στην προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Στα πλαίσια αυτά η επιτροπή επιλαμβάνεται υποθέσεων που σχετίζονται με παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε βάρος πολιτών και άλλων προσώπων που διαμένουν στη Δημοκρατία και υποβάλλει σχετικές εκθέσεις προς τη Βουλή.
Εθνικός Μηχανισμός για τα Δικαιώματα της Γυναίκας
Συμβούλιο για τα Δικαιώματα της Γυναίκας
Προεδρείο | τηλ | φαξ |
Πρόεδρος: Ιωσηφίνα Αντωνίου, Επίτροπος Ισότητας των Φύλων | 22805929 | 22805986 |
Διοικητική Λειτουργός: Ευαγγελία Κατσουνάρη | 22805915 | 22518356 |
α/α | Οργάνωση | Μέλη | τηλ | φαξ |
| Γ.Ο. ΠΡΩΤΟΠΟΡΙΑ Θεμιστοκλή Δέρβη 41 5 ος όροφος. Γρ. 508, Λευκωσία | 1. Λία Γεωργιάδη (Πρόεδρος) 2. ΓεωργίαΧαραλαμπίδου 3. Χριστίνα Πετρούδη 4. Γιόλα Δημητρίου | 22000111 99617800 | 2200234 |
| Γ.Κ. ΠΟΓΟ Λεωφ. Κέννετυ 56, ΑΒΙΤΑΡΕ 2, Διαμ. 21, Λευκωσία 1076 | 1. Σκεύη Κουκουμά (Γενική Γραμματέας) 2. Σκεύη Πασιά (Κ.Ο.Γ.) | 22494906 99648825 99697168 | 22427051 |
| ΓΟΔΗΚ Λεωφ. Γεωργίου Γρίβα Διγενή 50, 1096 Λευκωσία | 1. Αντιγόνη Παπαδοπούλου (Πρόεδρος) Κύλωνα 1, 2058 Στρόβολος
2. Ιωάννα Κυπριανού (Μέλος) | 99651799 22669421 (ΓΟΔΗΚ) 22421818 | 22492004 (ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ) 22661003 (ΓΟΔΗΚ) |
| ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΗ ΓΥΝΑΙΚΕΙΑ ΚΙΝΗΣΗ Λεωφ. Βύρωνος 40,1096 Λευκωσία, Τ.Θ. 29107, 1621 Λευκωσία | 1. Ρούλα Μαυρονικόλα (Πρόεδρος) 2. Σύλια Κυρμίτση (Γενική Γραμματέας) | 22476000 99430688 99432529 | 22670205 |
| ΠΑΓΚΥΠΡΙΑ ΚΙΝΗΣΗ ΙΣΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ – ΙΣΕΣ ΕΥΘΥΝΕΣ Τ.Κ. 25337, Τ.Τ. 1308, Λευκωσία | 1. Κούλα Κουμίδου (Πρόεδρος) 2. Έλλη Χριστοδούλου (Γενική Γραμματέας) | 99620300 99180037 | 22488728 |
| ΤΜΗΜΑ ΓΥΝΑΙΚΩΝ ΕΡΓΑΤΟΫΠΑΛΛΗΛΩΝ ΠΕΟ Αρχείρμου 29, Τ.Τ. 1045,Λευκωσία | 1. Μαρίνα Σταυρινού Κούκου (Γραμματέας Τμ. Γυναικών) 2. Πολίνα Σταύρου (Μέλος Γραμματείας) | 22866417 99486147 22866400 | 22346828 |
7. | ΤΜΗΜΑ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΓΥΝΑΙΚΩΝ ΣΕΚ Λεωφ. Στροβόλου 11, Τ.Κ. 25018, 1307 Λευκωσία | 1. Δέσποινα Ησαΐα (Γενική Γραμματέας Τμήματος) 2. Νατάσα Ιωάννου (Επαρχιακή Γραμματέας Τμήματος) | 22849618 22871491 | 22849850 22849858 |
| ΤΜΗΜΑ ΙΣΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΙΣΗΣ ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΗΣ (ΤΙΣΙΜ) - ΔΕΟΚ Λεωφ. Βύρωνος 40,1096 Λευκωσία, Τ.Θ. 21625, Λευκωσία | 1. Φλώρα Γιάγκου | 22872177 99312280 | 22670494 |
| ΟΕΒ Medcon Construction Ltd, Δοσιθέου 1, Λυκαβητός, 1071 Λ/σία, Τ.Κ. 21054 1501 Λευκωσία, Λεωφ. Γρίβα Διγενή 30, Τ.Θ. 21657 1511 Λευκωσία | 1. Δήμητρα Καραντώκη 2. Λένα Παναγιώτου | 22265000 22665102 | 22762549 22669459 |
10. | ΠΑΣΥΔΥ Λεωφ. Δημοσθένη Σεβέρη 3,Λευκωσία | 1. Τασούλα Χατζηπροδρόμου 2. Νάνα Αχιλλέως 3. Νάσω Κασουλίδου | 99541212 99415869 22844457 | 22800900 22668639 |
11. | ΓΟΔΗΣΥ Κίλκις 7, 6015 Λάρνακα Τ.Κ. 40138, 6301 Λάρνακα | 1. Ξένια Κωνσταντίνου (Γ.Γ.) 2. Ουρανία Σχίζα (Επαρχιακή (Γραμματέας Λευκωσίας) | 99344634 22883000 | 22883100 22811489 |
12. | ΓΟΕΔ Μελπομένης 52, 2102 Αγλαντζιά | 1. Κάτια Γεωργίου | 99467606 99606320 99516691 | |
13. | ΚΟΓΕΕ (Κυπριακή Ομοσπονδία Γυναικών Επαγγελματιών Επιχειρηματιών) Τ.Κ. 23407 1683, Λευκωσία | 1. Μαίρη Παπαδοπούλου (Πρόεδρος) 2. Δημήτρια Κουκούνη (Πρόεδρος Επιτρ. Ισότητας) | 99629474 22325694 | 22328435 |
14. | Women’s Research Centre | 1. Sevgul Uludag | 99966518 | |
15. | New Cyprus Party | 1. Gulay Kaser | 00905428543740 | |
16. | ΓΟΕΚ – Γυναικεία Οργάνωση Ευρωπαϊκού Κόμματος Στασάνδρου 27, 1060 Λευκωσία | 1. Ελπίδα Παυλίδου (Πρόεδρος) | 99624474/ 99977668 | 22761144 22674009 22376179 |
17. | Σύνδεσμος για την Πρόληψη και Αντιμετώπιση της Βίας στην Οικογένεια (ΣΠΑΒΟ) Λεωφόρος Κυρήνειας 176, 2112 Λευκωσία | 1. Κική Πογιατζή (Πρόεδρος) 2. Μυρούλλα Χριστοδούλου | 22560099 22339001 99428843 1440 99302414 | |
18. | Ένωση Κυπρίων Αγροτών (ΕΚΑ) Ανδροκλέους 4, Διαμ. 3, 1060 Λευκωσία Τ.Θ. 21409, 1508 Λευκωσία | 1. Αλεξία Ποταμού 2. Δέσπω Χατζηγιωργαλλή (Μέλος Συμβουλίου Τμήματος Αγροτισσών ΕΚΑ) | 23743000 22754651 22755678 99537330 99775738 | 22768176 |
19. | Γυναικεία Κίνηση Οικολόγων (ΓΥΚΟ) Περικλέους 63, Γραφείο 102, 2024 Στρόβολος, Τ.Θ. 29682, 1722 Λσία | 1. Γιαννούλα Μαρκίδου (Γενική Γραμματέας) 2. ΄Εφη Ξάνθου (Βοηθός Γενική Γραμματέας) | 22518787 99541724 99879266 | 22377161 22512710 |
20. | Συμμαχία Γυναικών | 1. Μαρίνα Δημητρίου (Πρόεδρος) 2. Χαρά Θωμά (Γραφείο Επικοινωνίας) | 99892302 99938539 | 22282000 |
Την έκδοση αυτής της σελίδας στην εθνική γλώσσα διαχειρίζεται το εκάστοτε κράτος μέλος. Οι μεταφράσεις έχουν γίνει από την αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι τυχόν αλλαγές που επιφέρει η αρμόδια εθνική αρχή στο πρωτότυπο ενδέχεται να μην έχουν περιληφθεί ακόμα στις μεταφράσεις. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν αναλαμβάνει καμία ευθύνη όσον αφορά τις πληροφορίες ή τα στοιχεία που περιλαμβάνονται ή για τα οποία γίνεται λόγος στο παρόν έγγραφο. Βλ. την ανακοίνωση νομικού περιεχομένου για τους κανόνες πνευματικής ιδιοκτησίας που ισχύουν στο κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρούσα σελίδα.
Οι αστικές, οι ποινικές και οι διοικητικές υποθέσεις στη Λετονία εκδικάζονται από δικαστήρια τριών επιπέδων — επαρχιακά ή δημοτικά δικαστήρια [rajonu (pilsētu) tiesas], περιφερειακά δικαστήρια (apgabaltiesas) και το Ανώτατο Δικαστήριο (Augstākā tiesa). Για κατάλογο των δικαστηρίων, κάντε κλικ εδώ.
Επιπλέον, υπάρχει το Συνταγματικό Δικαστήριο (Satversmes tiesa), το οποίο, σύμφωνα με το Σύνταγμα και τον νόμο για το Συνταγματικό Δικαστήριο (Satversmes tiesas likums), εκδικάζει υποθέσεις που σχετίζονται με τη συνταγματικότητα νόμων και κανονισμών, καθώς και άλλες υποθέσεις που ο νόμος υπάγει στην αρμοδιότητα του Συνταγματικού Δικαστηρίου.
Σύμφωνα με τον νόμο για τη δικαστική εξουσία (Likums „Par tiesu varu”), οι αρχές και οι διαδικασίες της εκδίκασης υποθέσεων καθορίζονται από τον
νόμο για το Συνταγματικό Δικαστήριο, τον
νόμο για την πολιτική δικονομία (Civilprocesa likums), τον
νόμο για την ποινική δικονομία (Kriminālprocesa likums) και τον
νόμο για τη διοικητική δικονομία (Administratīvā procesa likums), οι οποίοι ρυθμίζουν τον τρόπο εξέλιξης των υποθέσεων, τις αποφάσεις που λαμβάνονται κατά τη διάρκεια και κατά την περάτωση των δικών, και τις διαδικασίες για την εκτέλεση των αποφάσεων.
Το Γραφείο του Διαμεσολαβητή (Tiesībsarga birojs) λειτουργεί βάσει του
νόμου για τον Διαμεσολαβητή (Tiesībsarga likums).
Κάθε πρόσωπο που θεωρεί ότι ενδέχεται να έχουν παραβιαστεί ανθρώπινα δικαιώματα, είτε του ιδίου είτε άλλου προσώπου, ή οι αρχές της χρηστής διοίκησης, δικαιούται να υποβάλει έγγραφη καταγγελία ή αναφορά στο Γραφείο του Διαμεσολαβητή. Η διαδικασία για την παραλαβή και την εξέταση των καταγγελιών διέπεται από τον νόμο για τον Διαμεσολαβητή και τους κανονισμούς για τον χειρισμό των καταγγελιών (sūdzību izskatīšanas reglaments). Σύμφωνα με τις διατάξεις αυτές, αφότου παραλάβει έγγραφη καταγγελία, ο Διαμεσολαβητής πρέπει να αποφασίσει αν θα αποδεχθεί ή θα απορρίψει την υπόθεση (η καταγγελία απορρίπτεται αν δεν περιέχει επαρκή στοιχεία σχετικά με την παραβίαση ή δεν εμπίπτει στο πεδίο των αρμοδιοτήτων του Διαμεσολαβητή) και να ενημερώσει σχετικά τον καταγγέλλοντα. Η υπόθεση πρέπει να εξεταστεί εντός τριών μηνών. Η υπόθεση περατώνεται είτε με συμφωνία μεταξύ των μερών είτε με σύσταση του Διαμεσολαβητή. Η σύσταση του Διαμεσολαβητή δεν είναι νομικά δεσμευτική.
Το άρθρο 13 παράγραφος 6 του νόμου για τον Διαμεσολαβητή ορίζει ότι ο Διαμεσολαβητής μπορεί επίσης να κινεί υποθέσεις αυτεπαγγέλτως.
Διαμεσολαβητής της Δημοκρατίας της Λετονίας — στοιχεία επικοινωνίας:
Baznīcas ielā 25
Riga
LV-1010
Τηλ.: +371 67686768
Φαξ: 67244074
Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο: tiesibsargs@tiesibsargs.lv
Ανοικτά για το κοινό καθημερινά από τις 9.00 μέχρι τις 16.00.
Οι συναντήσεις πραγματοποιούνται με ραντεβού. Ο Διαμεσολαβητής παρέχει τις υπηρεσίες του δωρεάν.
Διαμεσολαβητής για τα δικαιώματα του παιδιού
Η λειτουργία του Διαμεσολαβητή διέπεται από τον
νόμο για τον Διαμεσολαβητή. Πέραν αυτού, σύμφωνα με το 652 παράγραφος 2 του
νόμου για την προστασία των δικαιωμάτων του παιδιού (Bērnu tiesību aizsardzības likums), το Γραφείο του Διαμεσολαβητή χειρίζεται επίσης καταγγελίες για παραβιάσεις των δικαιωμάτων του παιδιού, αποδίδοντας ιδιαίτερη έμφαση στις παραβιάσεις που διαπράττονται από αρχές της κεντρικής δημόσιας διοίκησης και της τοπικής αυτοδιοίκησης ή υπαλλήλους τους.
Διαμεσολαβητής της Δημοκρατίας της Λετονίας — στοιχεία επικοινωνίας:
Baznīcas ielā 25
Riga
LV-1010
Τηλ.: +371 67686768
Φαξ: 67244074
Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο: tiesibsargs@tiesibsargs.lv
Ανοικτά για το κοινό καθημερινά από τις 9.00 μέχρι τις 16.00.
Οι συναντήσεις πραγματοποιούνται με ραντεβού. Ο Διαμεσολαβητής παρέχει τις υπηρεσίες του δωρεάν.
Η Κρατική Επιθεώρηση Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού (Valsts bērnu tiesību aizsardzības inspekcija) παρακολουθεί και ελέγχει την εφαρμογή των νόμων και των κανονισμών στον τομέα της προστασίας των δικαιωμάτων του παιδιού, σύμφωνα με το άρθρο 651 του
νόμου για την προστασία των δικαιωμάτων του παιδιού.
Οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να επικοινωνήσουν με τους επιθεωρητές που είναι επιφορτισμένοι με την προστασία των δικαιωμάτων του παιδιού στα εξής στοιχεία επικοινωνίας:
53 Ventspils iela
Riga
LV–1002
Τηλ.: +371 67359128, +371 67359133
Ανοικτά για το κοινό κάθε Δευτέρα από τις 13.00 μέχρι τις 18.00 και κάθε Πέμπτη από τις 8.30 μέχρι τις 14:00.
Για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τις αιτήσεις και τις καταγγελίες για ζητήματα που αφορούν τα δικαιώματα του παιδιού, κάντε κλικ εδώ.
Η λειτουργία του Διαμεσολαβητή διέπεται από τον
νόμο για τον Διαμεσολαβητή.
Διαμεσολαβητής της Δημοκρατίας της Λετονίας — στοιχεία επικοινωνίας:
25 Baznīcas ielā
Riga
LV-1010
Τηλ.: +371 67686768
Φαξ: 67244074
Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο: tiesibsargs@tiesibsargs.lv
Ανοικτά για το κοινό καθημερινά από τις 9.00 μέχρι τις 16.00.
Οι συναντήσεις πραγματοποιούνται με ραντεβού. Ο Διαμεσολαβητής παρέχει τις υπηρεσίες του δωρεάν.
Η Κρατική Επιθεώρηση Δεδομένων (Datu valsts inspekcija — «DVI») εποπτεύει την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Ελέγχει και παρακολουθεί τη συμμόρφωση των πράξεων επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στη χώρα προς τις απαιτήσεις του νόμου για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα (Fizisko personu datu aizsardzības likums).
Σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 3 του νόμου για τις επίσημες αιτήσεις (Iesniegumu likums, τέθηκε σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 2008) και το άρθρο 64 του νόμου για τη διοικητική δικονομία (τέθηκε σε ισχύ την 1η Φεβρουαρίου 2004), η Επιθεώρηση πρέπει να εξετάσει αίτηση ή καταγγελία που της έχει υποβληθεί και να απαντήσει σ’ αυτήν εντός ενός μήνα από την παραλαβή της. Η προθεσμία αυτή μπορεί να παραταθεί αν για την εξέταση της αίτησης ή της καταγγελίας απαιτούνται περαιτέρω πληροφορίες.
Η Επιθεώρηση έχει την εξουσία να επιβάλλει κυρώσεις για παραβάσεις των διατάξεων για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Οι αποφάσεις της μπορούν να προσβληθούν ενώπιον των δικαστηρίων.
Κρατική Επιθεώρηση Δεδομένων — στοιχεία επικοινωνίας:
Blaumaņa iela 11/13-15.
Riga
LV-1011
Τηλ.: +371 67223131
Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο: info@dvi.gov.lv
Είσοδος με ραντεβού.
Παρέχεται η δυνατότητα τηλεφωνικής επικοινωνίας με στελέχη της Επιθεώρησης καθημερινά από τις 14.00 μέχρι τις 16.00.
Το Λετονικό Κέντρο για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα (Latvijas cilvēktiesību centrs — «LCC») αποτελεί ανεξάρτητη, μη κυβερνητική οργάνωση, η οποία δραστηριοποιείται στους τομείς της εκπαίδευσης για τα ανθρώπινα δικαιώματα, της έρευνας για τα ανθρώπινα δικαιώματα και των ζητημάτων των εθνικών σχέσεων. Στις δραστηριότητές της περιλαμβάνονται δράσεις για την κοινωνική ένταξη, την ανεκτικότητα και την καταπολέμηση των διακρίσεων, τα κλειστά ιδρύματα, την παροχή νομικών συμβουλών, την προστασία των συμφερόντων των ψυχικά ασθενών και την καταπολέμηση των διακρίσεων σε βάρος τους, τα εγκλήματα μίσους και τους αιτούντες άσυλο.
Λετονικό Κέντρο για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα — στοιχεία επικοινωνίας:
13 Alberta iela
7.stāvs
Riga
LV-1010
Λετονία
Τηλ.: +371 67039290
Φαξ: +371 67039291
Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο: office@humanrights.org.lv
Η Υπηρεσία Νομικής Συνδρομής (Juridiskās palīdzības administrācija — «JPA») δραστηριοποιείται βάσει του
νόμου για την κρατική νομική συνδρομή (Valsts nodrošinātās juridiskās palīdzības likums), του
νόμου για την κρατική αποζημίωση των θυμάτων (Likums par valsts kompensāciju cietušajiem) και του κανονισμού του Υπουργικού Συμβουλίου αριθ. 869, της 15ης Νοεμβρίου 2005, για τη θέσπιση του
Χάρτη της Υπηρεσίας Νομικής Συνδρομής (Juridiskās palīdzības administrācijas nolikums). Εξετάζει αιτήσεις παροχής κρατικής νομικής συνδρομής και αποφασίζει την έγκριση ή την απόρριψή τους εξετάζει αιτήσεις χορήγησης κρατικής αποζημίωσης και αποφασίζει την έγκριση ή την απόρριψη της καταβολής εξετάζει υποψηφιότητες που υποβάλλουν ιδιώτες για να γίνουν δεκτοί ως πάροχοι υπηρεσιών κρατικής νομικής συνδρομής και συνάπτει συμβάσεις με παρόχους υπηρεσιών κρατικής νομικής συνδρομής και εκτελεί περαιτέρω καθήκοντα σύμφωνα με τους προαναφερόμενους νόμους και κανονισμούς.
Το έντυπο αίτησης για την απόκτηση της ιδιότητας του παρόχου υπηρεσιών κρατικής νομικής συνδρομής διατίθεται στον δικτυακό τόπο της Υπηρεσίας, στη διεύθυνση http://www.jpa.gov.lv/, στο τμήμα «Juridiskās palīdzības sniedzējiem» (παρόχοι υπηρεσιών νομικής συνδρομής).
Υπηρεσία Νομικής Συνδρομής — στοιχεία επικοινωνίας:
Brīvības gatve 214
Riga
LV-1039
Τηλέφωνο χωρίς χρέωση: + 371 680001801, τηλ.: +371 67514208
Φαξ: +37167514209
Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο: jpa@jpa.gov.lv
Σύλλογος «Καταφύγιο “Ασφαλής Κατοικία”»
Ο σύλλογος «Καταφύγιο “Ασφαλής Κατοικία”» (NVO "Patvērums „Drošā māja”") ιδρύθηκε με σκοπό την ανάπτυξη υπηρεσιών υποστήριξης για τα θύματα εμπορίας ανθρώπων και σωματεμπορίας και τους νόμιμους μετανάστες, συμπεριλαμβανομένων των αιτούντων άσυλο, των προσφύγων και των προσώπων στα οποία έχει χορηγηθεί άλλο καθεστώς, ώστε να διασφαλιστεί το δικαίωμα του ατόμου σε επαρκή βοήθεια και προστασία να προωθηθεί η αποκατάσταση και η επανένταξη των θυμάτων εμπορίας ανθρώπων και σωματεμπορίας και να παρασχεθούν υπηρεσίες υποστήριξης για τους νόμιμους μετανάστες, με την ανάπτυξη διαδραστικών μορφών κατάρτισης, καθώς και με τη συνεργασία με οργανισμούς της κεντρικής διοίκησης και της τοπικής αυτοδιοίκησης, κοινωνικούς φορείς και χριστιανικές οργανώσεις στη Λετονία και σε άλλα μέρη του κόσμου. Τον Σεπτέμβριο του 2010 ο σύλλογος αναγνωρίστηκε ως κοινωφελής οργάνωση. Από το 2007 δικαιούται να παρέχει χρηματοδοτούμενες από το κράτος υπηρεσίες κοινωνικής επανένταξης σε θύματα εμπορίας ανθρώπων και σωματεμπορίας.
Στοιχεία επικοινωνίας:
Lāčplēša iela 75 - 9/10
Riga
LV-1011
Τηλ.: +371 67898343, +371 28612120
Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο: drosa.maja@gmail.com
Την έκδοση αυτής της σελίδας στην εθνική γλώσσα διαχειρίζεται το εκάστοτε κράτος μέλος. Οι μεταφράσεις έχουν γίνει από την αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι τυχόν αλλαγές που επιφέρει η αρμόδια εθνική αρχή στο πρωτότυπο ενδέχεται να μην έχουν περιληφθεί ακόμα στις μεταφράσεις. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν αναλαμβάνει καμία ευθύνη όσον αφορά τις πληροφορίες ή τα στοιχεία που περιλαμβάνονται ή για τα οποία γίνεται λόγος στο παρόν έγγραφο. Βλ. την ανακοίνωση νομικού περιεχομένου για τους κανόνες πνευματικής ιδιοκτησίας που ισχύουν στο κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρούσα σελίδα.
Τα θεμελιώδη δικαιώματα κατοχυρώνονται με διεθνείς πράξεις όπως η Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, καθώς και με τις Συμβάσεις των Ηνωμένων Εθνών αλλά και με το σύνταγμα του Λουξεμβούργου και τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όσον αφορά το ευρωπαϊκό δίκαιο.
Μπορεί να γίνει επίκληση των θεμελιωδών δικαιώματα που κατοχυρώνονται με τα εν λόγω νομικά κείμενα ενώπιον κάθε εθνικού δικαστηρίου, ποινικού, πολιτικού, εμπορικού ή διοικητικού.
Πρέπει να σημειωθεί ότι κάθε προσβολή θεμελιώδους δικαιώματος τιμωρείται με απόφαση του αρμόδιου ποινικού, πολιτικού, εμπορικού ή διοικητικού εθνικού δικαστηρίου.
https://justice.public.lu/fr.html
http://www.justice.public.lu/fr/annuaire/index.html
Ο διαμεσολαβητής υπάγεται στο Κοινοβούλιο και, κατά την άσκηση των καθηκόντων του, δεν δέχεται εντολές από καμία άλλη αρχή.
Η αποστολή του διαμεσολαβητή είναι να εξετάζει τις καταγγελίες φυσικών ή νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου για υποθέσεις τους που σχετίζονται με τη λειτουργία των διοικήσεων του κράτους των κοινοτήτων, καθώς και των δημόσιων οργανισμών που υπάγονται στο κράτος και στις κοινότητες, με εξαίρεση τις βιομηχανικές, χρηματοπιστωτικές και εμπορικές τους δραστηριότητες. Στο πλαίσιο αυτό, ο διαμεσολαβητής εξετάζει καταγγελίες που αφορούν άμεσα ή έμμεσα τα δικαιώματα του ανθρώπου.
Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου που εκτιμά ότι, για μια υπόθεση που το αφορά, μια διοικητική αρχή απ’ αυτές που αναφέρονται στην προηγούμενη ενότητα δεν λειτούργησε σύμφωνα με την αποστολή που της έχει ανατεθεί ή παραβαίνει τις εν ισχύ διεθνείς συμβάσεις, τους νόμους και τους κανονισμούς, μπορεί, με γραπτή ατομική του δήλωση ή με προφορική δήλωση που διατυπώνει στη γραμματεία του διαμεσολαβητή, να ζητήσει την εξέταση της υπόθεσής του από τον διαμεσολαβητή.
Πριν να υποβάλουν καταγγελία, τα εν λόγω πρόσωπα πρέπει να έχουν ολοκληρώσει τα δέοντα διοικητικά διαβήματα στους φορείς οι οποίοι αποτελούν αντικείμενο της καταγγελίας, με σκοπό την ικανοποίηση των αξιώσεών τους.
Η καταγγελία που υποβάλλεται στον διαμεσολαβητή δεν διακόπτει την προθεσμία προσφυγής ενώπιον των αρμόδιων δικαστηρίων.
Ο διαμεσολαβητής δεν μπορεί να παρέμβει σε διαδικασία που εκκρεμεί ενώπιον δικαστικής αρχής, ούτε να αμφισβητήσει το βάσιμο μιας δικαστικής απόφασης. Ωστόσο, στην περίπτωση μη εκτέλεσης μιας τελεσίδικης δικαστικής απόφασης, μπορεί να διατάξει τον οικείο οργανισμό να συμμορφωθεί με την απόφαση εντός προθεσμίας που θα του καθορίσει ο ίδιος.
Η καταγγελία πρέπει να αφορά συγκεκριμένη υπόθεση αυτού που την υποβάλλει. Δεν μπορεί να αφορά τη γενικότερη λειτουργία των διοικητικών οργάνων.
Όταν κρίνει ότι μια καταγγελία είναι δικαιολογημένη, ο διαμεσολαβητής συμβουλεύει τον καταγγέλλοντα και την οικεία διοικητική υπηρεσία με συστάσεις που να επιτρέπουν τον φιλικό διακανονισμό της καταγγελίας. Οι συστάσεις αυτές μπορούν ιδίως να περιλαμβάνουν προτάσεις για βελτίωση της λειτουργίας της οικείας διοικητικής υπηρεσίας.
Όταν, στο πλαίσιο μιας καταγγελίας, ο διαμεσολαβητής θεωρεί ότι η εφαρμογή μιας απόφασης έχει ως αποτέλεσμα μια αδικία, μπορεί να προτείνει —τηρώντας τις εθνικές νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις— στην υπηρεσία κατά της οποίας υποβάλλεται η καταγγελία κάθε λύση που θα μπορούσε να επιλύσει την υπόθεση του καταγγέλλοντα με τρόπο δίκαιο, προτείνοντας τις τροποποιήσεις που κρίνει κατάλληλες όσον αφορά τα νομοθετικά ή κανονιστικά κείμενα που στηρίζουν την εν λόγω απόφαση.
Η απόφαση του διαμεσολαβητή να μην δώσει συνέχεια σε καταγγελία δεν επιδέχεται προσφυγή ενώπιον των δικαστηρίων.
Ombudsman
36, rue du Marché-aux-Herbes
L-1728 Luxembourg
Τηλέφωνο : (+352) 26 27 01 01
Φαξ: (+352) 26 27 01 02
Ιστότοπος: http://www.ombudsman.lu/
Ηλ. ταχυδρομείο: info@ombudsman.lu
Η Συμβουλευτική επιτροπή ανθρωπίνων δικαιωμάτων (Commission consultative des droits de l’Homme – CCDH) είναι συμβουλευτικό όργανο της κυβέρνησης, με αποστολή την προώθηση και την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο Λουξεμβούργο. Για τον σκοπό αυτόν, η Συμβουλευτική επιτροπή απευθύνει στην κυβέρνηση γνωμοδοτήσεις, μελέτες, τοποθετήσεις και συστάσεις, τις οποίες εκπονεί με πλήρη ανεξαρτησία, σχετικά με όλα τα ζητήματα γενικού χαρακτήρα που συνδέονται με τα ανθρώπινα δικαιώματα στο Λουξεμβούργο. Στις γνωμοδοτήσεις της, επισημαίνει στην κυβέρνηση τα μέτρα που κρίνει κατάλληλα ώστε να διευκολυνθεί η προστασία και η προώθηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ο Πρωθυπουργός διαβιβάζει τις γνωμοδοτήσεις, τις μελέτες, τις τοποθετήσεις και τις συστάσεις της Συμβουλευτικής επιτροπής στο λουξεμβουργιανό Κοινοβούλιο.
Η CCDH αποτελεί όργανο καθαρά συμβουλευτικό, που δεν διαθέτει εξουσία λήψης αποφάσεων.
Η CCDH δεν είναι αρμόδια για την εξέταση ατομικών υποθέσεων.
Στο πλαίσιο της λειτουργίας της, η CCDH:
Commission consultative des droits de l'Homme
71-73, rue Adolphe Fischer
L-1520 Luxembourg
Τηλ.: (+352) 26 20 28 52
Φαξ : (+352) 26 20 28 55
Ιστότοπος: https://ccdh.public.lu/
Ηλ. ταχυδρομείο: info@ccdh.public.lu
Τα μέλη της ORK ασκούν τα καθήκοντά τους με πλήρη ουδετερότητα και ανεξαρτησία.
Στο πλαίσιο της αποστολής της, η ORK μπορεί μεταξύ άλλων:
Στο πλαίσιο του έργου της ORK, οι πληροφορίες που αφορούν καταστάσεις ή συγκεκριμένες υποθέσεις υπόκεινται στο επαγγελματικό απόρρητο. Αυτό το επαγγελματικό απόρρητο δεν εμποδίζει τα μέλη της ORK να γνωστοποιούν στις αρμόδιες δικαστικές αρχές κάθε πληροφορία σχετικά με τυχόν απειλή για το βέλτιστο συμφέρον του παιδιού.
Τα μέλη της ORK ασκούν τα καθήκοντά τους χωρίς να παρεμβαίνουν σε υπό εξέλιξη δικαστικές διαδικασίες.
Κατά την άσκηση των καθηκόντων τους και εντός των νομοθετικών και κανονιστικών ορίων, τα μέλη της ORK έχουν ελεύθερη πρόσβαση σε όλα τα κτήρια δημόσιων ή ιδιωτικών οργανισμών που ασχολούνται με την υποδοχή —με ή χωρίς στέγαση— παιδιών ή την παροχή συμβουλών, καθοδήγησης και βοήθειας σε παιδιά, καθώς και την εκπαίδευση ή την ψυχαγωγία παιδιών.
Τα μέλη της ORK έχουν το δικαίωμα να ζητούν κάθε πληροφορία, δικαιολογητικό ή έγγραφο, με εξαίρεση αυτά που καλύπτονται από το ιατρικό απόρρητο ή από άλλο επαγγελματικό απόρρητο.
Ombuds-Comité fir d'Rechter vum Kand – ORK
2, rue Fort Wallis
L-2714 Luxembourg
Τηλ.: (+352) 26 27 01 26.123.124
Φαξ: (+352) 26 27 01 26.123.125
Ιστότοπος: http://ork.lu/index.php/en/
Σκοπός του Κέντρου ίσης μεταχείρισης, το οποίο επιτελεί το έργο του με πλήρη ανεξαρτησία, είναι να προωθεί, να αναλύει και να εποπτεύει την ίση μεταχείριση όλων των προσώπων χωρίς διακρίσεις λόγω φυλής, εθνοτικής καταγωγής, φύλου, θρησκευτικών ή άλλων πεποιθήσεων, αναπηρίας ή ηλικίας.
Στο πλαίσιο της αποστολής του, το Κέντρο μπορεί:
Οι πληροφορίες που αφορούν καταστάσεις ή ατομικές υποθέσεις, όταν γνωστοποιούνται στα μέλη του Κέντρου στο πλαίσιο των καθηκόντων τους, υπόκεινται στο επαγγελματικό απόρρητο. Αυτό το επαγγελματικό απόρρητο δεν εμποδίζει την κοινοποίηση στις αρμόδιες δικαστικές αρχές κάθε πληροφορίας που ενδέχεται να συνιστά διάκριση για το θύμα, σύμφωνα με το άρθρο 1 του νόμου περί ίσης μεταχείρισης, της 28ης Νοεμβρίου 2006.
Τα μέλη του Κέντρου ασκούν τα καθήκοντά τους χωρίς να παρεμβαίνουν σε υπό εξέλιξη δικαστικές διαδικασίες.
Τα μέλη του Κέντρου έχουν το δικαίωμα να ζητούν κάθε πληροφορία, αντικείμενο ή έγγραφο, με εξαίρεση αυτά που καλύπτονται από το ιατρικό απόρρητο ή από άλλο επαγγελματικό απόρρητο, που είναι απαραίτητα στην εκπλήρωση της αποστολής τους.
Centre pour l'égalité de traitement
B.P. 2026
L-1020 Luxembourg
Τηλ.: (+352) 26 48 30 33
Φαξ: (+352) 26 48 38 73
Ιστότοπος: http://cet.lu/fr/
Ηλ. ταχυδρομείο: info@cet.lu
Η Εθνική επιτροπή προστασίας των προσωπικών δεδομένων είναι δημόσια αρχή που έχει το καθεστώς δημόσιου ιδρύματος. Επιτελεί το έργο της με πλήρη ανεξαρτησία.
Υποβάλλει ετήσια έκθεση στο συμβούλιο υπουργών της κυβέρνησης σχετικά με την εκτέλεση των καθηκόντων της.
Η Εθνική επιτροπή προστασίας των προσωπικών δεδομένων έχει ως αποστολή:
Η Εθνική επιτροπή προστασίας των προσωπικών δεδομένων έχει επίσης αναλάβει να διασφαλίζει την εφαρμογή των διατάξεων του τροποποιητικού νόμου της 30 Μαΐου 2005 σχετικά με την προστασία του ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών, και την εφαρμογή των εκτελεστικών κανονισμών του εν λόγω νόμου.
Οποιοδήποτε πρόσωπο μπορεί να απευθύνει αίτημα στην Εθνική επιτροπή, είτε αυτοπροσώπως είτε μέσω του δικηγόρου του ή οποιουδήποτε φυσικού ή νομικού προσώπου νομίμως εξουσιοδοτημένου, σχετικά με τον σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών του στο πλαίσιο επεξεργασίας. Το πρόσωπο αυτό (υποκείμενο των δεδομένων) ενημερώνονται σχετικά με τη συνέχεια που δίνεται στο αίτημά του.
Ειδικότερα, η Εθνική επιτροπή μπορεί να αναλάβει, ύστερα από σχετικό αίτημα ενδιαφερόμενου προσώπου, να επαληθεύσει τη νομιμότητα μιας επεξεργασίας προσωπικών δεδομένων, σε περίπτωση που το υποκείμενο των δεδομένων αντιμετωπίζει άρνηση ή περιορισμό της άσκησης του δικαιώματός του για πρόσβαση στα προσωπικά του δεδομένα.
Η επιτροπή γνωστοποιεί στις δικαστικές αρχές τις παραβιάσεις του νόμου που υπέπεσαν στην αντίληψή της.
Commission nationale pour la protection des données
1, avenue du Rock’n’Roll
L-4361 Esch-sur-Alzette
Τηλ.: (+352) 26 10 60 -1
Φαξ (+352) 26 10 60 29
Ιστότοπος: https://cnpd.public.lu/fr/index.html
Η αποστολή της OLAI είναι να διοργανώνει την υποδοχή των αλλοδαπών που έχουν φθάσει πρόσφατα στο Λουξεμβούργο, να διευκολύνει τη διαδικασία ένταξής τους μέσα από την εφαρμογή και τον συντονισμό της σχετικής πολιτικής —ουσιώδες στοιχείο της οποίας είναι η καταπολέμηση των διακρίσεων— παράλληλα με τους δήμους, τις κοινότητες και τους φορείς της κοινωνίας των πολιτών, καθώς και να οργανώνει την παροχή κοινωνικής βοήθειας στους αλλοδαπούς που δεν δικαιούνται τις ισχύουσες παροχές και τα επιδόματα και στα άτομα που ζητούν διεθνή προστασία.
Στο πλαίσιο της αποστολής της, η OLAI συνεργάζεται με τα ενωσιακά και τα διεθνή όργανα, καθώς και με τους φορείς των χωρών προέλευσης των αλλοδαπών.
Η OLAI είναι επιφορτισμένη με την κατάρτιση, σε συνεργασία με τη διυπουργική επιτροπή για την ένταξη, ενός πολυετούς εθνικού σχεδίου δράσης για την ένταξη των νεοαφιχθέντων και την καταπολέμηση των διακρίσεων, στο οποίο θα καθορίζονται οι κύριοι στρατηγικοί άξονες δράσης και τα πολιτικά μέτρα που εφαρμόζονται ήδη και που πρέπει να εφαρμοστούν.
Ο υπουργός θα υποβάλει την πρόταση του σχεδίου αυτού στην κυβέρνηση προς έγκριση.
Η κυβέρνηση θα υιοθετήσει μια γενικότερη στρατηγική και θα καθορίσει τα ειδικότερα μέτρα για την ένταξη και την καταπολέμηση των διακρίσεων.
Office luxembourgeois de l'accueil et de l'intégration (OLAI)
7,-9, avenue Victor Hugo
L-1750 Luxembourg
Τηλ.: (+352) 26 247 -85700 01
Ιστότοπος: http://www.olai.public.lu/fr/index.html
Ηλ. ταχυδρομείο: info@olai.public.lu
Αυτή η υπηρεσία λειτουργεί στους κόλπους των δικαστηρίων και υπάγεται στην αρμοδιότητα του γενικού εισαγγελέα. Αποστολή της είναι να υποδέχεται τους ιδιώτες και να τους παρέχει γενικές πληροφορίες σχετικά με τα δικαιώματά τους και με τους τρόπους και τα μέσα με τα οποία μπορούν να τα διαφυλάξουν.
Η υπηρεσία υποδοχής και νομικών πληροφοριών εκτελεί τα εξής καθήκοντα:
Η υπηρεσία υποδοχής και νομικών πληροφοριών παρέχει αποκλειστικά προφορικές πληροφορίες και όχι γραπτές γνωμοδοτήσεις/συμβουλές.
Service d'accueil et d'information juridique - Luxembourg
Cité judiciaire
Bâtiment BC
L-2080 - Luxembourg
Τηλ.: (+352) 26 22 18 46
Service d'accueil et d'information juridique - Diekirch
Justice de paix
Place Joseph Bech
L-9211 - Diekirch
Τηλ.: (+352) 80 23 15
Service d’accueil et d'information juridique - Esch sur Alzette
Justice de paix
Place Norbert Metz
L-4239 - Esch-sur-Alzette
Τηλ.: (+352) 26 54 15 52
Η νομική συνδρομή μπορεί να χορηγηθεί για εξώδικες και δικαστικές πράξεις, για υποθέσεις της εκουσίας ή της αμφισβητούμενης δικαιοδοσίας, στο πρόσωπο που κινεί τη διαδικασία ή το πρόσωπο εναντίον του οποίου αυτή κινείται. Η παροχή νομικής συνδρομής εξαρτάται από τους πόρους του προσώπου που τη ζητά, οι οποίοι πρέπει να είναι ανεπαρκείς, δηλ. να αντιστοιχούν στο ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα (revenu minimum garanti – RMG). Η ανεπάρκεια των πόρων υπολογίζεται με βάση το εισόδημα και την περιουσία του αιτούντος την αρωγή και των προσώπων που συμβιώνουν μ’ αυτόν κάτω από την ίδια στέγη.
Δεν δικαιούται νομική συνδρομή το πρόσωπο που καταθέτει αγωγή η οποία φαίνεται προδήλως απαράδεκτη, αβάσιμη, καταχρηστική ή το αντικείμενο της οποίας κρίνεται δυσανάλογο σε σύγκριση με τις σχετικές δαπάνες.
Η αίτηση νομικής συνδρομής απορρίπτεται αν ο αιτών δικαιούται να λάβει από τρίτο, για οποιαδήποτε αιτία, τις δαπάνες που καλύπτει η νομική συνδρομή.
Ο δικαιούχος νομικής συνδρομής δικαιούται συνδρομή δικηγόρου και κάθε δημόσιας αρχής η συνδρομή της οποίας απαιτείται για την υπόθεση, τη δίκη ή την εκτέλεση.
Ο πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου ή το ειδικά εξουσιοδοτημένο προς τούτο μέλος του Συμβουλίου του Δικηγορικού Συλλόγου, αρμόδιο για την περιφέρεια του τόπου κατοικίας του αιτούντα, αποφασίζει τη χορήγηση της νομικής συνδρομής. Αν δεν υπάρχει κατοικία στο Λουξεμβούργο, αρμόδιος είναι ο πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου του Λουξεμβούργου ή το μέλος του Συμβουλίου του Δικηγορικού Συλλόγου το οποίο εξουσιοδοτεί προς το σκοπό αυτό.
Τα πρόσωπα που δεν διαθέτουν επαρκή οικονομικά μέσα απευθύνονται στον πρόεδρο του Δικηγορικού Συλλόγου, είτε κατά τις ώρες υποδοχής του κοινού είτε εγγράφως.
Αν πρόσωπο που κρατείται από την αστυνομία ισχυρίζεται ότι δικαιούται νομικής συνδρομής και υποβάλλει σχετικό αίτημα, ο δικηγόρος που τον συνδράμει κατά την κράτησή του διαβιβάζει την αίτηση στον πρόεδρο του Δικηγορικού Συλλόγου.
Ιστότοπος :http://barreau.lu/votre-avocat/assistance-judiciaire/presentation
Για τη δικαστική περιφέρεια της πόλης του Λουξεμβούργου
Bâtonnier de l’Ordre des Avocats de Luxembourg (πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου της πόλης του Λουξεμβούργου)
B.P. 361
L-2013 Luxembourg
45, Allée Scheffer, L-2520 Luxembourg
Για τη δικαστική περιφέρεια της πόλης Diekirch
Bâtonnier de l’Ordre des Avocats de Diekirch (πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου του Diekirch)
B.P. 68
L-9201 Diekirch
Την έκδοση αυτής της σελίδας στην εθνική γλώσσα διαχειρίζεται το εκάστοτε κράτος μέλος. Οι μεταφράσεις έχουν γίνει από την αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι τυχόν αλλαγές που επιφέρει η αρμόδια εθνική αρχή στο πρωτότυπο ενδέχεται να μην έχουν περιληφθεί ακόμα στις μεταφράσεις. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν αναλαμβάνει καμία ευθύνη όσον αφορά τις πληροφορίες ή τα στοιχεία που περιλαμβάνονται ή για τα οποία γίνεται λόγος στο παρόν έγγραφο. Βλ. την ανακοίνωση νομικού περιεχομένου για τους κανόνες πνευματικής ιδιοκτησίας που ισχύουν στο κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρούσα σελίδα.
I.2.Το Συνταγματικό Δικαστήριο
II. Εθνικοί Φορείς Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, Διαμεσολαβητής
II.1. Ο Επίτροπος Θεμελιωδών Δικαιωμάτων
II.2. Εξειδικευμένοι φορείς ανθρωπίνων δικαιωμάτων
II.2.1. Η Εθνική Αρχή Προστασίας των Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα και της Ελευθερίας της Πληροφόρησης της Ουγγαρίας
II.2.2. Η Αρχή για την Ίση Μεταχείριση
II.2.3. Το Ανεξάρτητο Συμβούλιο Καταγγελιών κατά της Αστυνομίας
III.1. Η εισαγγελία της Ουγγαρίας
III.3. Νομική συνδρομή (ευεργέτημα πενίας)
Σύμφωνα με τον Θεμελιώδη Νόμο της Ουγγαρίας (το σύνταγμα της Ουγγαρίας), έργο των δικαστηρίων είναι η απονομή δικαιοσύνης, η οποία έχει την έννοια της εκδίκασης ποινικών υποθέσεων και της επίλυσης ιδιωτικών νομικών διαφορών, του δικαστικού ελέγχου της νομιμότητας των διοικητικών αποφάσεων και των διαταγμάτων της τοπικής αυτοδιοίκησης, και της στοιχειοθέτησης της τυχόν μη εκπλήρωσης των νόμιμων υποχρεώσεων νομοθέτησης των τοπικών αρχών. Στη δικαιοδοσία των δικαστηρίων μπορούν να υπαχθούν και περαιτέρω υποθέσεις διά νόμου.
Οι αρχές που εγγυώνται τη δικαστική ανεξαρτησία ορίζονται στον Θεμελιώδη Νόμο: οι δικαστές υπόκεινται αποκλειστικά στον νόμο, δεν επιτρέπεται να δέχονται υποδείξεις για τις δικαιοδοτικές ενέργειές τους, ενώ η παύση τους επιτρέπεται μόνο για τους λόγους και με τις διαδικασίες που ορίζει ο νόμος. Δεν επιτρέπεται να είναι μέλη πολιτικής παράταξης ή να μετέχουν σε πολιτικές δραστηριότητες.
Στην Ουγγαρία το έργο της απονομής της δικαιοσύνης εκτελείται από το Ανώτατο Δικαστήριο (Kúria) της Ουγγαρίας, τα περιφερειακά εφετεία, τα περιφερειακά δικαστήρια, τα επαρχιακά δικαστήρια και τα διοικητικά και εργατικά δικαστήρια.
Δεν υφίσταται ιεραρχική σχέση μεταξύ των δικαστικών βαθμίδων. Τα δικαστήρια ανώτερου βαθμού δικαιοδοσίας δεν διαθέτουν εξουσία απεύθυνσης εντολών στα δικαστήρια κατώτερου βαθμού δικαιοδοσίας. Οι δικαστές εκδίδουν τις αποφάσεις τους σύμφωνα με τον νόμο και τις ηθικές τους πεποιθήσεις.
Επαρχιακά δικαστήρια (járásbíróságok)
Στον πρώτο βαθμό, η πλειονότητα των υποθέσεων εκδικάζεται από τα επαρχιακά δικαστήρια. Επί του παρόντος στην Ουγγαρία οι υποθέσεις εκδικάζονται σε 111 επαρχιακά δικαστήρια. Ο ουγγρικός όρος για τα επαρχιακά δικαστήρια της Βουδαπέστης είναι «kerületi bíróság». Συνολικά έξι ενοποιημένα επαρχιακά δικαστήρια (egyesített kerületi bíróság) λειτουργούν στις 23 επαρχίες της Βουδαπέστης. Τα επαρχιακά δικαστήρια είναι πρωτοβάθμια δικαστήρια που τελούν υπό την προεδρία ενός προέδρου.
Διοικητικά και εργατικά δικαστήρια
Η Ουγγαρία διαθέτει 20 διοικητικά και εργατικά δικαστήρια τα οποία, όπως υποδεικνύεται από το όνομά τους, χειρίζονται αποκλειστικά διοικητικές και εργατικές υποθέσεις. Πρωταρχικό τους καθήκον είναι ο δικαστικός έλεγχος διοικητικών αποφάσεων και η εκδίκαση υποθέσεων που ανακύπτουν στο πλαίσιο σχέσεων απασχόλησης και οιονεί απασχόλησης.
Περιφερειακά δικαστήρια (törvényszékek)
Τα περιφερειακά δικαστήρια ενεργούν ως δικαστήρια πρώτου ή δεύτερου βαθμού. Η παραπομπή υποθέσεων στα περιφερειακά δικαστήρια μπορεί να γίνει με έναν από τους δύο προβλεπόμενους τρόπους. Ο ένας τρόπος είναι με άσκηση έφεσης κατά της πρωτόδικης απόφασης (δηλαδή, κατά απόφασης επαρχιακού ή διοικητικού και εργατικού δικαστηρίου) από διάδικο με έννομο συμφέρον. Ωστόσο, ορισμένες υποθέσεις εισάγονται απευθείας σε περιφερειακό δικαστήριο, οπότε το εν λόγω δικαστήριο ενεργεί ως πρωτοβάθμιο δικαστήριο. Το δικονομικό δίκαιο (ο Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας και o Κώδικας Ποινικής Δικονομίας) προσδιορίζει τις εν λόγω υποθέσεις, για παράδειγμα βάσει της χρηματικής αξίας της διαφοράς, του εάν συντρέχουν κάποιες ειδικές περιστάσεις ή του εάν η υπόθεση αφορά ιδιαίτερα σοβαρή αξιόποινη πράξη. Τα περιφερειακά δικαστήρια διαθέτουν ειδικευμένες συνθέσεις, ομάδες και ποινικά, πολιτικά, οικονομικά, και διοικητικά και εργατικά τμήματα που λειτουργούν υπό τη διεύθυνση του προέδρου.
Περιφερειακά εφετεία (ítélőtáblák)
Τα πέντε περιφερειακά εφετεία συνιστούν μια βαθμίδα μεταξύ των περιφερειακών δικαστηρίων και του Ανώτατου Δικαστηρίου και έχουν συσταθεί για να ελαφρύνουν τον φόρτο εργασίας του πρώην Ανώτατου Δικαστηρίου. Τα ένδικα μέσα κατά των αποφάσεων περιφερειακών δικαστηρίων εκδικάζονται από τα περιφερειακά εφετεία. Τα περιφερειακά εφετεία είναι τριτοβάθμια δικαστήρια στις ποινικές υποθέσεις στις οποίες το περιφερειακό δικαστήριο δίκασε σε δεύτερο βαθμό. Τα περιφερειακά εφετεία διαθέτουν ειδικές συνθέσεις και ποινικά και αστικά τμήματα που λειτουργούν υπό τη διεύθυνση προέδρου.
Ανώτατο Δικαστήριο της Ουγγαρίας
Το Ανώτατο Δικαστήριο βρίσκεται στην κορυφή της δικαστικής ιεραρχίας και διευθύνεται από τον πρόεδρό του. Το σπουδαιότερο καθήκον του είναι η επίτευξη ενιαίας και συνεκτικής δικαστικής πρακτικής. Το Ανώτατο Δικαστήριο εκτελεί τον καθήκον του αυτό εκδίδοντας αποφάσεις που είναι γνωστές ως αποφάσεις δικαστικής εναρμόνισης. Οι εν λόγω αποφάσεις παρέχουν καθοδήγηση σε επίπεδο αρχών και είναι δεσμευτικές για τα δικαστήρια.
Το Ανώτατο Δικαστήριο
Το Ανώτατο Δικαστήριο διαθέτει ειδικές συνθέσεις για την επίλυση διαφορών, τις αποφάσεις δικαστικής εναρμόνισης, τις τοπικές αρχές και την έκδοση αποφάσεων επί κατευθυντήριων αρχών επίσης, διαθέτει ποινικό, αστικό και διοικητικό και εργατικό τμήμα, καθώς και ομάδες που αναλύουν τη νομολογία.
Εθνικό Γραφείο Δικαστικού Σώματος (Országos Bírósági Hivatal) και Εθνικό Δικαστικό Συμβούλιο (Országos Bírói Tanács)
Ο πρόεδρος του Εθνικού Γραφείου Δικαστικού Σώματος (ΕΓΔΣ) εκτελεί κεντρικά καθήκοντα που αφορούν τη διοίκηση των δικαστηρίων, ασκεί διοικητικές εξουσίες βάσει του κεφαλαίου περί δικαστηρίων του νόμου περί προϋπολογισμού και επιτηρεί τις διοικητικές δραστηριότητες των προέδρων των περιφερειακών εφετείων και των περιφερειακών δικαστηρίων. Το Εθνικό Δικαστικό Συμβούλιο (ΕΔΣ) αποτελεί ανεξάρτητο όργανο που εκλέγεται από δικαστές, συντίθεται αποκλειστικά από δικαστές και συνιστά το εποπτικό όργανο της κεντρικής διοίκησης των δικαστηρίων. Επιπρόσθετα με τα εποπτικά του καθήκοντα, το ΕΔΣ μετέχει επίσης στη διοίκηση των δικαστηρίων.
Országos Bírósági Hivatal
Διεύθυνση: 1055 Budapest, Szalay u. 16.
Ταχυδρομική διεύθυνση: 1363 Budapest Pf.: 24.
Τηλ.: +36 (1 ) 354 41 00
Φαξ: +36 (1 ) 312-4453
Ηλ. ταχυδρομείο: obh@obh.birosag.hu
Ο δικτυακός τόπος των δικαστηρίων
Το Συνταγματικό Δικαστήριο (Alkotmánybíróság) είναι το κύριο όργανο προάσπισης του Θεμελιώδους Νόμου. Στα καθήκοντά του εμπίπτουν η προάσπιση του δημοκρατικού κράτους δικαίου, της συνταγματικής τάξης και των δικαιωμάτων που κατοχυρώνει ο Θεμελιώδης Νόμος, η διαφύλαξη της εσωτερικής συνοχής του νομικού συστήματος και η επιβολή της αρχής της διάκρισης των εξουσιών.
Το Συνταγματικό Δικαστήριο συστάθηκε από την εθνοσυνέλευση το 1989. Ο Θεμελιώδης Νόμος προσδιορίζει τους θεμελιώδεις κανόνες που διέπουν τα καθήκοντα και τον λόγο ύπαρξης του Συνταγματικού Δικαστηρίου, ενώ το βασικό περίγραμμα των οργανωτικών και διαδικαστικών κανόνων περιλαμβάνεται στον νόμο για το Συνταγματικό Δικαστήριο. Αναλυτικοί δικονομικοί κανόνες του Συνταγματικού Δικαστηρίου περιλαμβάνονται στον εσωτερικό κανονισμό του.
Το Συνταγματικό Δικαστήριο συντίθεται από δεκαπέντε μέλη. Τα μέλη του εκλέγονται από την εθνοσυνέλευση με πλειοψηφία δύο τρίτων για δωδεκαετή θητεία. Για να γίνει κανείς δικαστής του Συνταγματικού Δικαστηρίου πρέπει να είναι διακεκριμένος ακαδημαϊκός νομικός ή να διαθέτει τουλάχιστον εικοσαετή επαγγελματική πείρα ως νομικός. Ο πρόεδρος του Συνταγματικού Δικαστηρίου εκλέγεται από την εθνοσυνέλευση μεταξύ των δικαστών του Συνταγματικού Δικαστηρίου για τη διάρκεια της θητείας του ως δικαστής του Συνταγματικού Δικαστηρίου.
Το Συνταγματικό Δικαστήριο συνεδριάζει σε ολομέλεια, σε πενταμελείς συνθέσεις ή σε μονομελή σύνθεση. Οι αποφάσεις για τη συνταγματικότητα νόμων και για άλλες μείζονες υποθέσεις λαμβάνονται από την ολομέλεια.
H γραμματεία του Δικαστηρίου εκτελεί οργανωτικά, λειτουργικά και διαχειριστικά καθήκοντα, καθώς και καθήκοντα που αφορούν τη λήψη αποφάσεων. Επικεφαλής της γραμματείας είναι ο γενικός γραμματέας, που εκλέγεται από την ολομέλεια κατόπιν πρότασης του προέδρου.
Προκαταρκτική διερεύνηση της συμμόρφωσης με τον Θεμελιώδη Νόμο
Ο εισηγητής ενός νόμου, δηλαδή η κυβέρνηση ή ο πρόεδρος της εθνοσυνέλευσης, μπορεί να ζητήσει από την εθνοσυνέλευση την παραπομπή θεσπισμένου νόμου στο Συνταγματικό Δικαστήριο, προκειμένου να ελεγχθεί συνταγματικά και να διερευνηθεί η συμμόρφωσή του με τον Θεμελιώδη Νόμο.
Επιπρόσθετα, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας υποχρεούται να παραπέμψει στο Συνταγματικό Δικαστήριο, και να μην υπογράψει, νόμο που έχει θεσπιστεί από το κοινοβούλιο, εάν κρίνει ότι οποιαδήποτε διάταξή του αντίκειται στον Θεμελιώδη Νόμο, προκειμένου το Συνταγματικό Δικαστήριο να ελέγξει τη συμμόρφωσή του με τον Θεμελιώδη Νόμο. Εάν το Συνταγματικό Δικαστήριο αποφανθεί ότι ο υπό έλεγχο νόμος αντίκειται στον Θεμελιώδη Νόμο, ο εν λόγω νόμος δεν μπορεί να τεθεί σε ισχύ.
Εκ των υστέρων έλεγχος της συμμόρφωσης με τον Θεμελιώδη Νόμο (διαδικασία εκ των υστέρων ελέγχου)
Η εν λόγω διαδικασία, που θεσπίστηκε το 2012, μπορεί να κινηθεί με πρωτοβουλία της κυβέρνησης, του ενός τετάρτου των μελών του κοινοβουλίου, του Επιτρόπου Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, του προέδρου του Ανώτατου Δικαστηρίου ή του Γενικού Εισαγγελέα.
Στο πλαίσιο της εν λόγω διαδικασίας, το Συνταγματικό Δικαστήριο ακυρώνει κάθε αμφισβητούμενη διάταξη την οποία κρίνει αντίθετη στον Θεμελιώδη Νόμο.
Κίνηση ατομικής διαδικασίας ελέγχου από δικαστή
Δικαστής που κατά την εκδίκαση υπόθεσης κρίνει ότι ο νόμος που καλείται να εφαρμόσει αντίκειται στον Θεμελιώδη Νόμο οφείλει να ζητήσει από το Συνταγματικό Δικαστήριο τον έλεγχό του και την αναστολή της δίκης. Σε υπόθεση που έχει κινηθεί από δικαστή, το Συνταγματικό Δικαστήριο μπορεί να αποφανθεί ότι ο υπό κρίση νόμος ή διάταξη νόμου αντίκειται στον Θεμελιώδη Νόμο και να τον κηρύξει ανεφάρμοστο στην εν λόγω υπόθεση ή και εν γένει.
Συνταγματικές προσφυγές
Η συνταγματική προσφυγή συνιστά ένα από τα σπουδαιότερα μέσα προστασίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων. Πρωτίστως μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε περίπτωση παραβίασης των θεμελιωδών δικαιωμάτων του προσφεύγοντος, όπως αυτά κατοχυρώνονται από τον Θεμελιώδη Νόμο, κατά τη διαδικασία έκδοσης δικαστικής απόφασης. Τέτοια παραβίαση μπορεί να προκύψει στο πλαίσιο εκδίκασης υπόθεσης στην οποία εφαρμόστηκε νόμος που αντίκειται στον Θεμελιώδη Νόμο, ή σε περίπτωση που εκδόθηκε απόφαση επί της ουσίας της υπόθεσης ή οποιαδήποτε άλλη απόφαση που περατώνει τη δίκη και η απόφαση αυτή αντίκειται στον Θεμελιώδη Νόμο. Κατ’ εξαίρεση, συνταγματική προσφυγή μπορεί να ασκηθεί σε περίπτωση που τα θεμελιώδη δικαιώματα του προσφεύγοντος έχουν παραβιαστεί ευθέως σε υπόθεση στην οποία δεν έχει εκδοθεί δικαστική απόφαση. Στη συνέχεια, το Συνταγματικό Δικαστήριο θα ακυρώσει κάθε νόμο ή απόφαση που κρίνει ότι αντίκειται στον Θεμελιώδη Νόμο.
Έλεγχος συγκρούσεων με διεθνείς συμφωνίες
Σύμφωνα με τον νόμο για το Συνταγματικό Δικαστήριο, επιτρέπεται ο έλεγχος της συμμόρφωσης των ουγγρικών νόμων με διεθνείς συμφωνίες. Η διαδικασία μπορεί να κινηθεί με πρωτοβουλία του ενός τετάρτου των μελών του κοινοβουλίου, της κυβέρνησης, του Επιτρόπου Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, του προέδρου του Ανώτατου Δικαστηρίου, του Γενικού Εισαγγελέα ή δικαστή σε σχέση με νόμο που καλείται να εφαρμόσει σε συγκεκριμένη υπόθεση.
Το Συνταγματικό Δικαστήριο μπορεί να ακυρώσει εν μέρει ή συνολικά οποιονδήποτε νόμο κρίνει ότι αντίκειται σε διεθνή συμφωνία και να ζητήσει από το νομοθετικό σώμα τη λήψη των αναγκαίων μέτρων για την άρση της σύγκρουσης μέσα σε καθορισμένη προθεσμία.
Πρόσθετες εξουσίες
Το Συνταγματικό Δικαστήριο ερμηνεύει τις διατάξεις του Θεμελιώδους Νόμου που αφορούν οποιοδήποτε συνταγματικό ζήτημα κατόπιν πρότασης της εθνοσυνέλευσης ή της μόνιμης επιτροπής της, του Προέδρου της Δημοκρατίας ή της κυβέρνησης, εφόσον η εν λόγω ερμηνεία μπορεί να συναχθεί ευθέως από τον Θεμελιώδη Νόμο.
Οποιοσδήποτε μπορεί να καταθέσει πρόταση για τον έλεγχο από το Συνταγματικό Δικαστήριο τυχόν απόφασης της εθνοσυνέλευσης για κήρυξη δημοψηφίσματος ή για απόρριψη της κήρυξης υποχρεωτικού δημοψηφίσματος.
Η εθνοσυνέλευση μπορεί να διαλύσει το σώμα των αντιπροσώπων αρχής τοπικής αυτοδιοίκησης ή μειονοτικής αυτοδιοικητικής αρχής εφόσον ενεργεί με τρόπο που αντίκειται στον Θεμελιώδη Νόμο. Προηγουμένως, το Συνταγματικό Δικαστήριο διατυπώνει τη γνώμη του επί της υπόθεσης κατόπιν πρωτοβουλίας της κυβέρνησης.
Το Συνταγματικό Δικαστήριο διεξάγει τη διαδικασία για την απομάκρυνση του Προέδρου της Δημοκρατίας από το αξίωμά του κατόπιν πρότασης της εθνοσυνέλευσης.
Το Συνταγματικό Δικαστήριο μπορεί να αποφασίζει για ζητήματα σύγκρουσης αρμοδιοτήτων μεταξύ κρατικών οργάνων και μεταξύ κρατικών οργάνων και οργάνων της τοπικής αυτοδιοίκησης.
Το Συνταγματικό Δικαστήριο μπορεί να κρίνει αυτεπαγγέλτως ότι ορισμένο μέτρο αντίκειται στον Θεμελιώδη Νόμο λόγω παράλειψης νομοθέτησης, οπότε καλεί το όργανο που ευθύνεται για την παράλειψη να το διορθώσει.
Διεύθυνση: 1015 Budapest, Donáti u. 35 -45.
Ταχυδρομική διεύθυνση: 1535 Budapest, Pf. 773.
Τηλ.: +36 (1 ) 488 31 00
Ο δικτυακός τόπος του Συνταγματικού Δικαστηρίου
Σελίδα στο Facebook
Σύμφωνα με τον Θεμελιώδη Νόμο της Ουγγαρίας, η εθνοσυνέλευση θέσπισε επίσης τον νόμο για τον Επίτροπο Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, δημιουργώντας ένα νέο, ενιαίο σύστημα διαμεσολάβησης.
Ο Επίτροπος Θεμελιωδών Δικαιωμάτων λογοδοτεί αποκλειστικά στο κοινοβούλιο. Ο Διαμεσολαβητής ενεργεί ανεξάρτητα στο πλαίσιο των διαδικασιών του, βασιζόμενος αποκλειστικά στον Θεμελιώδη Νόμο και στη λοιπή νομοθεσία. Ο Διαμεσολαβητής εκλέγεται με πλειοψηφία δύο τρίτων των ψήφων των αντιπροσώπων στην εθνοσυνέλευση κατόπιν πρότασης του Προέδρου της Δημοκρατίας, για θητεία έξι ετών, και υποβάλλει ετήσιες εκθέσεις στην εθνοσυνέλευση για το έργο του.
Ο Επίτροπος Θεμελιωδών Δικαιωμάτων έχει δικαίωμα επανεκλογής μία φορά. Σύμφωνα με τον νόμο για τον Επίτροπο Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, ο Επίτροπος Θεμελιωδών Δικαιωμάτων επικουρείται από δύο αναπληρωτές: τoν Αναπληρωτή Επίτροπο που είναι αρμόδιος για την προστασία των συμφερόντων των μελλοντικών γενεών και τον Αναπληρωτή Επίτροπο που είναι αρμόδιος για την προστασία των συμφερόντων των εθνοτικών μειονοτήτων που διαμένουν στην Ουγγαρία. Ο Επίτροπος που εκλέγεται από την εθνοσυνέλευση προτείνει τους αναπληρωτές του, που επίσης εκλέγονται από την εθνοσυνέλευση.
Πρωταρχικό καθήκον του Διαμεσολαβητή είναι η διερεύνηση καταχρήσεων ως προς τα θεμελιώδη δικαιώματα και η δρομολόγηση ειδικών ή γενικών μέτρων για την αποκατάστασή τους.
Εντός των ορίων του νόμου που διέπει τις εξουσίες του, ο Διαμεσολαβητής επιλέγει τη δράση που κρίνει ενδεδειγμένη, η οποία μπορεί να συνίσταται σε:
Όποιος θεωρεί ότι τα θεμελιώδη δικαιώματά του έχουν παραβιαστεί ή ότι απειλούνται άμεσα από πράξεις ή παραλείψεις αρχής μπορεί να προσφύγει στον Επίτροπο Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, υπό τον όρο ότι έχει εξαντλήσει κάθε διαθέσιμη δυνατότητα για την άσκηση διοικητικής προσφυγής —εξαιρουμένων των δικαστικών προσφυγών κατά διοικητικών αποφάσεων— ή ότι δεν έχει ένδικο βοήθημα στη διάθεσή του.
Ο Επίτροπος Θεμελιωδών Δικαιωμάτων και οι Αναπληρωτές Επίτροποι επιτηρούν την ενάσκηση των δικαιωμάτων των εθνοτικών μειονοτήτων που διαμένουν στην Ουγγαρία και τα συμφέροντα των μελλοντικών γενεών.
Ο Επίτροπος Θεμελιωδών Δικαιωμάτων δεν μπορεί να θέτει υπό διερεύνηση τις δραστηριότητες της Εθνοσυνέλευσης, του Προέδρου της Δημοκρατίας, του Συνταγματικού Δικαστηρίου, του Ελεγκτικού Συνεδρίου της Ουγγαρίας ή της εισαγγελίας, με εξαίρεση τις δραστηριότητες της ανακριτικής υπηρεσίας της εισαγγελίας.
Ο Επίτροπος δεν μπορεί να αναλάβει δράση σε περίπτωση που
Κανείς δεν επιτρέπεται να υποστεί διακριτική μεταχείριση για τον λόγο ότι προσέφυγε στον Επίτροπο Θεμελιωδών Δικαιωμάτων.
Μέσα υποβολής καταγγελίας:
Η υποβολή της καταγγελίας και η διαδικασία που διεξάγει ο Επίτροπος είναι δωρεάν. Στην καταγγελία θα πρέπει να επισυνάπτεται αντίγραφο των εγγράφων που έχουν ήδη καταρτιστεί στην υπόθεση και των εγγράφων που απαιτούνται για την αξιολόγησή της.
Σύμφωνα με τον νόμο για τις καταγγελίες και τις γνωστοποιήσεις δημοσίου συμφέροντος, από την 1η Ιανουαρίου 2014 και εφεξής, οι γνωστοποιήσεις δημοσίου συμφέροντος μπορούν επίσης να πραγματοποιούνται μέσω προστατευμένου ηλεκτρονικού συστήματος που διαχειρίζεται ο Επίτροπος Θεμελιωδών Δικαιωμάτων. Οι γνωστοποιήσεις δημοσίου συμφέροντος αφορούν περιστάσεις των οποίων η αποκατάσταση ή άρση εξυπηρετεί τα συμφέροντα της κοινότητας ή της κοινωνίας συνολικά. Μια γνωστοποίηση δημοσίου συμφέροντος μπορεί επίσης να περιλαμβάνει σύσταση.
Μέθοδοι υποβολής γνωστοποιήσεων δημοσίου συμφέροντος:
Από την 1η Ιανουαρίου 2015, ο Επίτροπος Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, προσωπικά ή διά του προσωπικού του, ενεργεί ως ο ουγγρικός εθνικός μηχανισμός πρόληψης βάσει του Προαιρετικού Πρωτοκόλλου στη Σύμβαση κατά των Βασανιστηρίων (OPCAT) των Ηνωμένων Εθνών, για την πρόληψη των βασανιστηρίων και άλλων μορφών σκληρής, απάνθρωπης ή ταπεινωτικής μεταχείρισης ή τιμωρίας. Τα καθήκοντα του εθνικού μηχανισμού πρόληψης περιλαμβάνουν:
Διεύθυνση: 1051 Budapest, Nádor utca 22.
Ταχυδρομική διεύθυνση: 1387 Budapest Pf. 40.
Τηλ.: (+36-1) 475-7100
Φαξ: (+36-1) 269-1615
Ηλ. ταχυδρομείο: panasz@ajbh.hu
Δικτυακός τόπος: http://www.ajbh.hu/hu
Το δικαίωμα στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και το δικαίωμα γνωστοποίησης πληροφοριών δημοσίου συμφέροντος συνιστούν θεμελιώδη συνταγματικά δικαιώματα: To άρθρο VI του Θεμελιώδους Νόμου της Ουγγαρίας ορίζει ότι:
1) Καθένας έχει δικαίωμα στον σεβασμό της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής, της κατοικίας, των επικοινωνιών και της φήμης του.
2) Καθένας έχει δικαίωμα στην προστασία των προσωπικών του δεδομένων, καθώς και στην πρόσβαση και διασπορά πληροφοριών δημοσίου συμφέροντος.
3) Η άσκηση του δικαιώματος προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και του δικαιώματος πρόσβασης σε δεδομένα δημοσίου συμφέροντος εποπτεύεται από ανεξάρτητη αρχή, που συστήνεται με οργανικό νόμο.
Η ουγγρική Εθνική Αρχή Προστασίας των Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα και της Ελευθερίας της Πληροφόρησης (Nemzeti Adatvédelmi és Információszabadság Hatóság - NAIH) αντικατέστησε τον συνήγορο προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, που λειτούργησε από το 1995 έως το 2011. Από την 1η Ιανουαρίου 2012 η NAIH δρα για τη διασφάλιση των δικαιωμάτων στην πληροφόρηση μέσω πρόσθετων ρυθμιστικών μέσων (όπως με την επιβολή προστίμων για παραβιάσεις του απορρήτου των δεδομένων).
Το περιεχόμενο των εν λόγω δικαιωμάτων, οι υποχρεώσεις των υπευθύνων επεξεργασίας δεδομένων, η οργανωτική διάρθρωση και οι διαδικασίες της ΝΑΙΗ ορίζονται στον νόμο για την πληροφόρηση (νόμος CXII του 2011 για το δικαίωμα αυτοκαθορισμού στην πληροφόρηση και την ελευθερία της πληροφόρησης), ωστόσο, οι αναλυτικές προδιαγραφές των συγκεκριμένων διαδικασιών επεξεργασίας δεδομένων εμπεριέχονται σε άλλα σχετικά νομοθετήματα (όπως ο νόμος περί αστυνομίας και ο νόμος για τη δημόσια εκπαίδευση). Με το άρθρο 1 του νόμου για την πληροφόρηση, ο νόμος αποσκοπεί στην προστασία της ιδιωτικής σφαίρας των φυσικών προσώπων και στη διασφάλιση της διαφάνειας των δημοσίων υποθέσεων.
Η ΝΑΙΗ αποτελεί ανεξάρτητο και αυτόνομο κυβερνητικό όργανο, του οποίου ο πρόεδρος ορίζεται για εννέα έτη από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας μετά από πρόταση του Πρωθυπουργού και το οποίο διαρθρώνεται οργανωτικά σε τμήματα.
Κύριο καθήκον της ΝΑΙΗ είναι η διερεύνηση ζητημάτων που αφορούν την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και της ελευθερίας της πληροφόρησης, κατόπιν αναφορών και καταγγελιών (που υποβάλλονται ηλεκτρονικά, εγγράφως ή αυτοπροσώπως), και η διεξαγωγή διοικητικών διαδικασιών αυτεπαγγέλτως για την προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα (σε περίπτωση που η παραβίαση για την οποία υπάρχουν υπόνοιες αφορά πολλά πρόσωπα ή μπορεί να προκαλέσει σημαντική ζημία σε συμφέροντα ή σημαντική βλάβη).
Επιπρόσθετα, η Αρχή μπορεί να διεξάγει αυτεπάγγελτα διοικητικές διαδικασίες για τον έλεγχο ταξινομημένων δεδομένων, να παραπέμπει περιπτώσεις παραβίασης που αφορούν πληροφορίες δημοσίου συμφέροντος ή πληροφορίες που είναι δημόσιες για λόγους δημοσίου συμφέροντος σε δικαστήριο και να παρεμβαίνει σε διαδικασίες ενώπιον δικαστηρίων. Τηρεί επίσης μητρώο προστασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.
Οι εξουσίες της Αρχής περιλαμβάνουν επίσης την έκδοση γνωμοδοτήσεων επί της σχετικής νομοθεσίας, την εκπροσώπηση της Ουγγαρίας σε κοινά συμβούλια προστασίας δεδομένων της ΕΕ και τη διεξαγωγή ελέγχων προστασίας δεδομένων —έναντι τέλους— κατόπιν αιτήματος υπευθύνου επεξεργασίας.
Διεύθυνση: 1125 Budapest Szilágyi Erzsébet fasor 22/C.
Ταχυδρομική διεύθυνση: 1530 Budapest, Pf.: 5.
Τηλ.: (+36-1) 391-1400
Ηλ. ταχυδρομείο: Ugyfelszolgalat@naih.hu
Δικτυακός τόπος: http://www.naih.hu/
Σύμφωνα με τον νόμο για την ίση μεταχείριση και την προαγωγή των ίσων ευκαιριών, η επιβολή της υποχρέωσης ίσης μεταχείρισης στην Ουγγαρία επιτηρείται από την Αρχή για την Ίση Μεταχείριση (Egyenlő Bánásmód Hatóság), η οποία έχει αρμοδιότητα σε όλη την επικράτεια της χώρας. Η Αρχή αποτελεί αυτόνομο και ανεξάρτητο κυβερνητικό όργανο, που υπόκειται αποκλειστικά στον νόμο. Δεν δεσμεύεται από υποδείξεις, και διεξάγει τα καθήκοντά της ανεξάρτητα από άλλα όργανα και χωρίς να δέχεται επιρροή. Ανάθεση καθηκόντων στην Αρχή επιτρέπεται αποκλειστικά διά νόμου. Επικεφαλής της Αρχής είναι ο πρόεδρός της, που διορίζεται για εννέα έτη από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας μετά από πρόταση του Πρωθυπουργού.
Πρωταρχικό καθήκον και κύρια δραστηριότητα της Αρχής είναι η διερεύνηση των καταγγελιών και αναφορών που λαμβάνει για περιπτώσεις διακριτικής μεταχείρισης. Στο έργο της η Αρχή επικουρείται από ένα δίκτυο διοικητικών υπαλλήλων με αρμοδιότητα στον τομέα της ίσης μεταχείρισης, το οποίο παρέχει εθνική κάλυψη.
Σύμφωνα με τον νόμο, ως παραβίαση της υποχρέωσης ίσης μεταχείρισης (διάκριση) νοείται διάκριση σε βάρος προσώπου λόγω υπαρκτού ή εκληφθέντος ως υπαρκτού προστατευόμενου χαρακτηριστικού.
Τα προστατευόμενα χαρακτηριστικά κατά τον νόμο είναι τα ακόλουθα:
α. φύλο
β. φυλή
γ. χρώμα δέρματος
δ. ιθαγένεια
ε. εθνικός δεσμός
στ. μητρική γλώσσα
ζ. αναπηρία
η. κατάσταση υγείας
θ. θρησκευτικές ή φιλοσοφικές πεποιθήσεις
ι. πολιτικές ή άλλες απόψεις
ια. οικογενειακή κατάσταση
ιβ. μητρότητα (κύηση) ή πατρότητα
ιγ. σεξουαλικός προσανατολισμός
ιδ. γενετήσια ταυτότητα
ιε. ηλικία
ιστ. κοινωνικές καταβολές
ιζ. ιδιοκτησία
ιη. χαρακτήρας της σχέσης ή της οιονεί σχέσης εργασίας του οικείου προσώπου ως σχέσης μερικής απασχόλησης ή ορισμένης διάρκειας
ιθ. συμμετοχή σε ένωση εκπροσώπησης συμφερόντων
κ. άλλη κατάσταση, στοιχείο ή χαρακτηριστικό
Στην κατηγορία «άλλη κατάσταση» μπορούν να υπαχθούν ως προστατευόμενα χαρακτηριστικά, βάσει της ερμηνείας του νόμου από την Αρχή, στοιχεία και χαρακτηριστικά που δεν παρατίθενται ρητά στον νόμο αλλά είναι παρεμφερή με τα παρατιθέμενα.
Η Αρχή διερευνά παραβιάσεις που θίγουν πρόσωπα και ομάδες των οποίων τα προστατευόμενα χαρακτηριστικά ορίζονται με ιδιαίτερα ευρύ τρόπο από τον νόμο. Κατά κανόνα, ενεργεί κατόπιν αιτήματος του προσώπου ή των προσώπων που έχουν υποστεί τη διακριτική μεταχείριση, αλλά διαδικασία ενώπιον της Αρχής μπορούν να κινήσουν και οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών ή ενώσεις εκπροσώπησης συμφερόντων, σε περίπτωση που έχει επέλθει ή που απειλείται παραβίαση που θίγει ομάδα με προστατευόμενα χαρακτηριστικά. Η Αρχή μπορεί να κινηθεί αυτεπαγγέλτως κατά του ουγγρικού κράτους, των τοπικών αυτοδιοικητικών αρχών και των μειονοτικών αυτοδιοικητικών αρχών, των οργάνων τους, των οργανισμών που ενεργούν με την ιδιότητα δημόσιας αρχής, των ενόπλων δυνάμεων της Ουγγαρίας και των φορέων επιβολής του νόμου. Οι συνηθέστεροι τομείς στους οποίες διεξάγει έρευνες η Αρχή είναι αυτοί της απασχόλησης, της κοινωνικής ασφάλισης, της υγειονομικής περίθαλψης, της στέγασης, της εκπαίδευσης και της παροχής αγαθών και υπηρεσιών.
Η Αρχή διεξάγει τις έρευνές της στο πλαίσιο διοικητικών διαδικασιών. Στις διαδικασίες αυτές εφαρμόζονται ειδικοί κανόνες απόδειξης. Το μέρος που έχει υποστεί ζημία (ο αιτών) πρέπει να αποδείξει ότι υπέστη βλάβη και ότι κατά τον χρόνο της παραβίασης διέθετε πράγματι —ή ο δράστης θεώρησε ότι διέθετε— προστατευόμενο χαρακτηριστικό προβλεπόμενο από τον νόμο. Εάν ο αιτών έχει εκπληρώσει την υποχρέωσή του να αποδείξει τα ανωτέρω, το έτερο μέρος (το μέρος κατά του οποίου στρέφεται η διαδικασία) πρέπει να αποδείξει ότι τα πραγματικά περιστατικά που τεκμηριώνονται από τα αποδεικτικά στοιχεία που προσκόμισε το ζημιωθέν μέρος δεν συνέβησαν ή ότι συμμορφώθηκε με την υποχρέωση ίσης μεταχείρισης ή ότι δεν βαρυνόταν με την υποχρέωση αυτή στη δεδομένη έννομη σχέση.
Η Αρχή προσπαθεί σε κάθε περίπτωση να επιτύχει συμβιβασμό μεταξύ των μερών πριν εκδώσει την απόφασή της και, σε περίπτωση επιτυχίας, εγκρίνει τον συμβιβασμό. Εάν τα μέρη δεν καταλήξουν σε συμβιβασμό, η Αρχή εκδίδει απόφαση επί της ουσίας της υπόθεσης βάσει της έρευνας που έχει διεξαγάγει. Εάν η Αρχή κρίνει ότι έχει παραβιαστεί η αρχή της ίσης μεταχείρισης, ως κύρωση μπορεί να διατάξει την άρση της παράνομης προσβολής, να απαγορεύσει την παράνομη συμπεριφορά στο μέλλον, να διατάξει τη δημοσιοποίηση της οριστικής της απόφασης που στοιχειοθετεί την παραβίαση, να επιβάλει πρόστιμο από 50 000 HUF έως 6 εκατομμύρια HUF και να επιβάλει τις περαιτέρω έννομες συνέπειες που ορίζονται στην ειδική νομοθεσία. Η απόφαση της Αρχής δεν προσβάλλεται διά της διοικητικής οδού, αλλά μπορεί να αναθεωρηθεί από το Διοικητικό και Εργατικό Δικαστήριο στο πλαίσιο διοικητικής δίκης.
Η Αρχή έχει επίσης μια σειρά άλλων καθηκόντων που ορίζονται από τη νομοθεσία, πέραν της διερεύνησης συγκεκριμένων υποθέσεων διακριτικής μεταχείρισης. Για παράδειγμα, τα εν λόγω καθήκοντα περιλαμβάνουν την παροχή πληροφόρησης και συνδρομής στα ενδιαφερόμενα μέρη για την ανάληψη δράσης κατά παραβιάσεων της αρχής της ίσης μεταχείρισης, την παροχή γνωμοδοτήσεων επί σχεδίων νομοθετημάτων που αφορούν την ίση μεταχείριση, την υποβολή προτάσεων νομοθετημάτων σχετικά με την ίση μεταχείριση, την πληροφόρηση του κοινού και της Εθνοσυνέλευσης για την κατάσταση ως προς την εφαρμογή της αρχής της ίσης μεταχείρισης, τη συνεργασία με οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών και διεθνείς οργανισμούς κ.ο.κ.
Η Αρχή είναι μέλος του Ευρωπαϊκού Δικτύου Εθνικών Φορέων για την Ισότητα (Equinet), στο οποίο συνενώνονται περισσότεροι από 40 οργανισμοί-μέλη από 33 ευρωπαϊκές χώρες, οι οποίοι ενεργούν ως εθνικοί φορείς για την ίση μεταχείριση στη χώρα τους. Το προσωπικό της Αρχής συμμετέχει στο έργο των θεματικών ομάδων εργασίας του Equinet, καθώς και σε εκπαιδευτικές συνεδρίες και σεμινάρια που οργανώνονται αρκετές φορές κατά τη διάρκεια του έτους, προκειμένου να παραμένει ενήμερο όσον αφορά τα πιο πρόσφατα επιτεύγματα στον τομέα της διεθνούς ανάπτυξης της νομοθεσίας για την ίση μεταχείριση και να ανταλλάσσει εμπειρίες με τους αντιπροσώπους των ευρωπαϊκών οργανισμών που εκτελούν παρεμφερή καθήκοντα με αυτά της Αρχής.
Η Αρχή, στο πλαίσιο των διεθνών της σχέσεων, συμμετέχει σε τακτική βάση σε εκδηλώσεις και θεματικά έργα του Οργανισμού Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (FRA) και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κατά του Ρατσισμού και της Μισαλλοδοξίας (ECRI) του Συμβουλίου της Ευρώπης.
Αναλυτικές πληροφορίες για την Αρχή διατίθενται στον δικτυακό της τόπο.
Έδρα: 1013 Budapest, Krisztina krt. 39/B
Αριθμός τηλ.: (+36-1) 795-2975
Φαξ: (+36-1) 795-0760
Δικτυακός τόπος: http://www.egyenlobanasmod.hu/
Το 2008 η Εθνοσυνέλευση αποφάσισε να θεσπίσει το Ανεξάρτητο Συμβούλιο Καταγγελιών κατά της Αστυνομίας (Független Rendészeti Panasztestület) με σκοπό τη δημιουργία ειδικού φορέα για τις καταγγελίες κατά των αστυνομικών διαδικασιών. Ο εν λόγω φορέας αποτελείται από μέλη που εκλέγονται από την Εθνοσυνέλευση για θητεία έξι ετών. Τα μέλη έχουν πτυχίο νομικής και δεν δεσμεύονται από υποδείξεις οποιουδήποτε, ενώ η βάση του εσωτερικού κανονισμού του Συμβουλίου ορίζεται στη νομοθεσία.
Το νομικό πλαίσιο του έργου του Συμβουλίου διέπεται κατά κύριο λόγο από τον νόμο περί αστυνομίας. Σκοπός του Συμβουλίου είναι η διερεύνηση των διαδικασιών καταγγελιών που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα της αστυνομίας, ανεξάρτητα όμως από ιεραρχικές σχέσεις και από την οπτική της προστασίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων. Ως εκ τούτου, οι λειτουργίες της αστυνομίας επανεξετάζονται από το Συμβούλιο βάσει συγκεκριμένων καταγγελιών για μεμονωμένες υποθέσεις και όχι γενικά και αφηρημένα.
Ποιος μπορεί να υποβάλει καταγγελία, πότε και πώς;
Καταγγελία μπορεί να υποβληθεί από κάθε πρόσωπο ανεξαρτήτως εθνικότητας:
Η καταγγελία μπορεί να υποβληθεί αυτοπροσώπως, διά πληρεξουσίου ή διά νομίμου αντιπροσώπου (σε περίπτωση ανηλίκου ή ανίκανου σε δικαιοπραξία προσώπου, διά του νομίμου αντιπροσώπου του). Τούτο πρέπει να γίνει μέσα σε 20 ημέρες από το αστυνομικό μέτρο, την παράλειψη δράσης ή το καταναγκαστικό μέτρο, ή σε περίπτωση που περιήλθε μεταγενέστερα στη γνώση του καταγγέλλοντος, μέσα σε 20 ημέρες από την ημερομηνία που περιήλθε σε γνώση του. Η καταγγελία μπορεί να υποβληθεί ταχυδρομικά (οπότε ο καταγγέλλων οφείλει να υπογράψει προσωπικά την καταγγελία), με φαξ ή ηλεκτρονικό ταχυδρομείο μέσω του δικτυακού τόπου του Συμβουλίου, ή αυτοπροσώπως κατά τις εργάσιμες ώρες του Συμβουλίου (αφότου οριστεί ραντεβού τηλεφωνικά).
Εάν ο καταγγέλλων παρεμποδίστηκε στην εμπρόθεσμη κατάθεση της καταγγελίας από αντικειμενικούς λόγους, η καθυστέρηση μπορεί να δικαιολογηθεί σε περίπτωση που ο καταγγέλλων παρέχει δικαιολογητικά στοιχεία για την εκπρόθεσμη υποβολή (για παράδειγμα, μακρά νοσηλεία του σε νοσοκομείο).
Σε περίπτωση που έχει παρέλθει η προθεσμία των 20 ημερών αλλά δεν έχουν παρέλθει 30 ημέρες από το συμβάν (ή από τη γνώση αυτού), μπορεί να υποβληθεί αίτηση στον επικεφαλής του αστυνομικού οργάνου (αρχηγό της αστυνομίας ή αστυνομικό διευθυντή) του οποίου στελέχη έλαβαν τα μέτρα τα οποία αφορά η καταγγελία. Στις εν λόγω περιπτώσεις ο επικεφαλής του αστυνομικού τμήματος θα διεξαγάγει τη διαδικασία της καταγγελίας.
Τι διερευνά το Συμβούλιο;
Πότε δεν επιτρέπεται στο Συμβούλιο να κινεί διαδικασία ή να διεξάγει έρευνα για την ουσία μιας υπόθεσης;
Καθώς δεν διαθέτει σχετική εξουσιοδότηση από τον νόμο, το Συμβούλιο δεν έχει την εξουσία και ως εκ τούτου δεν νομιμοποιείται:
Περαιτέρω, σε περίπτωση που η επίμαχη ενέργεια της αστυνομίας έλαβε χώρα κατά τη διάρκεια άλλων διαδικασιών που ήταν σε εξέλιξη, για παράδειγμα ποινικών ή διοικητικών διαδικασιών, ο καταγγέλλων οφείλει να κάνει χρήση των διαθέσιμων ένδικων βοηθημάτων και να προβάλει τις αντιρρήσεις του στις εν λόγω διαδικασίες που βρίσκονται σε εξέλιξη, εκτός αν ο τρόπος με τον οποίο τελέστηκε η διαδικαστική πράξη (για παράδειγμα, ο τόνος της φωνής που χρησιμοποιήθηκε κατά την εξέταση μάρτυρα, ο τρόπος με τον οποίο διεξήχθη έρευνα σε οικία) αποτέλεσε αντικείμενο ένστασης από τον καταγγέλλοντα, οπότε το Συμβούλιο επίσης δικαιούται να διεξαγάγει την έρευνα.
Τι πρέπει να γνωρίζετε για τη διαδικασία
Προκειμένου να διερευνηθεί η υπόθεσή του, ο καταγγέλλων έχει το δικαίωμα να υποβάλει το αίτημά του είτε στον επικεφαλής της αστυνομικής αρχής που εφάρμοσε το μέτρο το οποίο αφορά η καταγγελία είτε στο Συμβούλιο. Επομένως, ο καταγγέλλων μπορεί να επιλέξει αν η καταγγελία θα διερευνηθεί από φορέα που εντάσσεται στην οργανωτική δομή της αστυνομίας (ο επικεφαλής του φορέα που εφάρμοσε το μέτρο) ή από ανεξάρτητο όργανο εκτός αστυνομίας (το Συμβούλιο). Ταυτόχρονα, η εν λόγω διάταξη αποσκοπεί στον διαχωρισμό των δύο διαδικασιών και επιτρέπει τη διεξαγωγή μόνον μίας εκ των δύο κάθε φορά — ειδικότερα, αυτής που επιλέγει ο καταγγέλλων.
Περαιτέρω, το Συμβούλιο δικαιούται να πραγματοποιεί έρευνες για κάθε καταγγελία που υποβάλλεται ενώπιον της αστυνομίας, ενώ, σε περίπτωση που περιέλθει σε γνώση του υπόθεση στην οποία πληρούνται οι όροι της από μέρους του παρέμβασης, ενημερώνει σχετικά τον καταγγέλλοντα και την αστυνομική αρχή που χειρίζεται την υπόθεση αντίστοιχα. Μέσα σε οκτώ ημέρες από την παραλαβή της γνωστοποίησης, ο καταγγέλλων μπορεί να ζητήσει από την αστυνομική αρχή την αξιολόγηση της καταγγελίας σε συνέχεια της έρευνας που διεξήγαγε το Συμβούλιο. Η αστυνομική αρχή που χειρίζεται την υπόθεση πρέπει να αναστείλει τη διαδικασία ενώπιόν της μόλις λάβει τη γνωστοποίηση του Συμβουλίου. Η εν λόγω παραπομπή μπορεί να πραγματοποιηθεί με πρωτοβουλία του ίδιου του καταγγέλλοντος στο πλαίσιο της αστυνομικής διαδικασίας καταγγελίας και έως την έκδοση της τελικής διοικητικής απόφασης, εφόσον δε πληρούνται οι όροι της παραπομπής, η υπόθεση της καταγγελίας θα συνεχιστεί στο πλαίσιο της διαδικασίας του Συμβουλίου.
Όταν διερευνά την ουσία καταγγελίας, το Συμβούλιο εξετάζει αν τα αστυνομικά μέτρα που περιγράφονται στην καταγγελία εκτελέστηκαν σύμφωνα με τους κανόνες, αν ήταν αναγκαία, δικαιολογημένα και αναλογικά, και αν παραβίασαν θεμελιώδες δικαίωμα του καταγγέλλοντος.
Αν κατά τη διάρκεια της έρευνας διαπιστωθεί παραβίαση των θεμελιωδών δικαιωμάτων του καταγγέλλοντος, το Συμβούλιο πρέπει επίσης να αξιολογήσει πόσο σοβαρή είναι η εν λόγω παραβίαση εν όψει όλων των περιστάσεων της υπόθεσης. Εάν το Συμβούλιο καταλήξει ότι:
το Συμβούλιο προωθεί την αξιολόγησή του στον επικεφαλής της αρμόδιας αστυνομικής αρχής, ο οποίος αποφασίζει σύμφωνα με τη διαδικασία καταγγελιών, βάσει των επίσημων κανόνων που διέπουν τη λειτουργία της αστυνομίας και λαμβανομένης υπόψη της νομικής θέσης που αναπτύσσεται στην αξιολόγηση του Συμβουλίου. Ο καταγγέλλων μπορεί να προσβάλει την εν λόγω απόφαση, περιλαμβανομένης της δυνατότητας άσκησης δικαστικής προσφυγής, σύμφωνα με τον νόμο για τους γενικούς κανόνες των διοικητικών διαδικασιών και υπηρεσιών. Ο καταγγέλλων μπορεί να προβάλει εκ των προτέρων αντιρρήσεις στην παραπομπή της διαδικασίας καταγγελίας από το Συμβούλιο στην αρμόδια αστυνομική αρχή, για παράδειγμα, σε περίπτωση που πιθανολογεί μεροληπτική σε βάρος του μεταχείριση ή επειδή φοβάται τις πιθανές συνέπειες. Ωστόσο, στην περίπτωση αυτή, το Συμβούλιο πρέπει να περατώσει τη διαδικασία διότι είναι αδύνατη η παραπομπή της εξαιτίας της αντίρρησης του καταγγέλλοντος.
Αν το Συμβούλιο διαπιστώσει σοβαρή παραβίαση θεμελιωδών δικαιωμάτων, θα διαβιβάσει την αξιολόγησή του —ανάλογα με τον υπόψη φορέα— στον Γενικό Διοικητή της Εθνικής Αστυνομίας της Ουγγαρίας, τον γενικό διευθυντή του αρμόδιου οργάνου για την πρόληψη και τη διερεύνηση των εσωτερικών εγκληματικών ενεργειών ή στον γενικό διευθυντή της αντιτρομοκρατικής υπηρεσίας, ο οποίος στη συνέχεια θα αποφασίσει επί της καταγγελίας βάσει των εφαρμοστέων κανόνων και λαμβανομένης υπόψη της νομικής θέσης που αναπτύσσεται στην αξιολόγηση του Συμβουλίου. Αν η απόφαση του οργάνου που χειρίζεται την υπόθεση διαφέρει από την αξιολόγηση του Συμβουλίου, πρέπει να προσδιορίζονται οι σχετικοί δικαιολογητικοί λόγοι. Εξάλλου, είναι επίσης δυνατή η άσκηση δικαστικής προσφυγής κατά αστυνομικής απόφασης που εκδόθηκε με αυτόν τον τρόπο. Στη σχετική δίκη είναι δυνατή η χρήση της αξιολόγησης του Συμβουλίου.
Περαιτέρω αναλυτικοί κανόνες για τις εργασίες του Συμβουλίου περιλαμβάνονται στον εσωτερικό κανονισμό του, ο οποίος δημοσιεύεται στον δικτυακό του τόπο.
Ταχυδρομική διεύθυνση: H-1358 Budapest, Széchenyi rakpart 19.
Τηλ.: +36-1/441-6501
Φαξ: +36-1/441-6502
Ηλ. ταχυδρομείο: info@repate.hu
Δικτυακός τόπος: https://www.repate.hu/index.php?lang=hu
Η εισαγγελία της Ουγγαρίας είναι ανεξάρτητος συνταγματικός οργανισμός που υπόκειται αποκλειστικά στον νόμο.
Η εισαγγελία διευθύνεται και διοικείται από τον Γενικό Εισαγγελέα, ο οποίος επιλέγεται από την Εθνοσυνέλευση μεταξύ των δημόσιων εισαγγελέων για θητεία εννέα ετών και ως εκ τούτου λογοδοτεί στο κοινοβούλιο βάσει του δημοσίου δικαίου. Ο Γενικός Εισαγγελέας οφείλει να υποβάλλει κάθε χρόνο έκθεση για το έργο της εισαγγελίας.
Τα όργανα της εισαγγελίας στην Ουγγαρία είναι:
α. το γραφείο του Γενικού Εισαγγελέα
β. τα δευτεροβάθμια κεντρικά εισαγγελικά γραφεία
γ. τα κεντρικά εισαγγελικά γραφεία
δ. τα επαρχιακά εισαγγελικά γραφεία
Επιτρέπεται η σύσταση ανεξάρτητου κεντρικού εισαγγελικού γραφείου ή εισαγγελικού γραφείου επαρχιακού επιπέδου για τη διεξαγωγή εισαγγελικών ερευνών και την εκτέλεση άλλων καθηκόντων της εισαγγελίας, όπου κρίνεται δικαιολογημένο.
Υπάρχουν πέντε δευτεροβάθμια κεντρικά εισαγγελικά γραφεία και είκοσι ένα (ένα μητροπολιτικό, δεκαεννέα κομητειακά και ένα κεντρικό ανακριτικό) κεντρικά εισαγγελικά γραφεία, τα οποία υπάγονται στο γραφείο του Γενικού Εισαγγελέα. Η οργανωτική διάρθρωση των κεντρικών εισαγγελικών γραφείων —εξαιρουμένου του κεντρικού ανακριτικού εισαγγελικού γραφείου— διαιρείται επί της ουσίας σε δραστηριότητες που εμπίπτουν στο ποινικό και το δημόσιο δίκαιο.
Τα επαρχιακά και τα επαρχιακού επιπέδου εισαγγελικά γραφεία, τα οποία υπάγονται στο μητροπολιτικό και τα κομητειακά κεντρικά εισαγγελικά γραφεία, χειρίζονται υποθέσεις που δεν ανατίθενται σε άλλο εισαγγελικό όργανο βάσει νομοθεσίας ή εντολής του Γενικού Εισαγγελέα και εκτελούν καθήκοντα που αφορούν τις έρευνες της εισαγγελίας.
Ο επιστημονικός και ερευνητικός φορέας της εισαγγελίας, το Εθνικό Ίδρυμα Εγκληματολογίας (Országos Kriminológiai Intézet), αποτελεί μέρος της οργανωτικής δομής της εισαγγελίας, αλλά δεν αποτελεί εισαγγελικό όργανο. Έχει ως έργο την ανάπτυξη θεωριών και πρακτικών στην εγκληματολογική έρευνα, την εγκληματολογία και τις επιστήμες του ποινικού δικαίου.
Ο Γενικός Εισαγγελέας και η εισαγγελία είναι ανεξάρτητα όργανα και, υπό την ιδιότητα του δημόσιου κατήγορου που παρεμβαίνει στην απονομή της δικαιοσύνης, αποτελούν τον μοναδικό φορέα επιβολής του δικαιώματος της πολιτείας να τιμωρεί. Η εισαγγελία διώκει ποινικά αδικήματα, αναλαμβάνει δράση έναντι κάθε άλλης παράνομης ενέργειας και παράλειψης και προάγει την πρόληψη του εγκλήματος.
Ο Γενικός Εισαγγελέας και η εισαγγελία
α. ασκούν δικαιώματα που συνδέονται με το ανακριτικό έργο, όπως αυτά ορίζονται από τη νομοθεσία
β. ενεργούν ως δημόσιος κατήγορος σε δίκες
γ. εποπτεύουν τη νόμιμη λειτουργία των σωφρονιστικών ιδρυμάτων
δ. ασκούν τις περαιτέρω εξουσίες και αρμοδιότητες που τους απονέμει η νομοθεσία υπό την ιδιότητά τους των προασπιστών του δημόσιου συμφέροντος.
Η εισαγγελία
α. διερευνά υποθέσεις που προσδιορίζονται στον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας (έρευνες εισαγγελίας)
β. εποπτεύει τη νόμιμη διεξαγωγή των ανεξάρτητων ερευνών από ανακριτική αρχή (εποπτεία ερευνών)
γ. ασκεί άλλα δικαιώματα που προσδιορίζονται από τη νομοθεσία ως προς τις έρευνες
δ. ασκεί, ως δημόσιος κατήγορος, την εξουσία που ανατίθεται στις δημόσιες αρχές για απαγγελία κατηγοριών εκπροσωπεί την εισαγγελική αρχή σε δίκες και ασκεί τα δικαιώματα άσκησης ένδικων μέσων που παρέχονται από τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας
ε. ασκεί νομική εποπτεία της συμμόρφωσης με ποινές, παρεπόμενες κυρώσεις, μέτρα, μέτρα καταναγκασμού για την αποστέρηση ή τον περιορισμό της ελευθερίας και παρακολουθητικά μέτρα, καθώς και της συμμόρφωσης με τη νομοθεσία σχετικά με την τήρηση ποινικών αρχείων, διοικητικών αρχείων και αρχείων με τα πλέον καταζητούμενα πρόσωπα και τις αποφάσεις κεντρικού αποκλεισμού της πρόσβασης σε ηλεκτρονικά δεδομένα επίσης, συμμετέχει σε διαδικασίες που διεξάγονται από τους δικαστές που επιβάλλουν ποινές
στ. συμβάλλει στην ορθή εφαρμογή του νόμου σε διαδικασίες ενώπιον δικαστηρίων (συμμετοχή εισαγγελέα σε δίκες και σε διαδικασίες εκουσίας δικαιοδοσίας ενώπιον πολιτικών, εργατικών, διοικητικών και οικονομικών δικαστηρίων)
ζ. προάγει τη συμμόρφωση με τη νομοθεσία των οργάνων που ενεργούν ως δημόσιες αρχές ή που διευθετούν εξωδικαστικές διαφορές
η. ενεργεί με ιδιαίτερη προσοχή όταν ασκεί ποινική δίωξη για πράξεις που τελέστηκαν από παιδιά ή σε βάρος παιδιών και αποδίδει ιδιαίτερη σημασία στην τήρηση των ειδικών κανόνων για τις διοικητικές και ποινικές διαδικασίες που στρέφονται κατά ανηλίκων συνεργάζεται για την επιβολή των δικαιωμάτων των παιδιών στις περιπτώσεις που ορίζει ο νόμος και κινεί διαδικασίες για τη λήψη των αναγκαίων μέτρων για την προστασία παιδιών
θ. εκτελεί τα καθήκοντα που απορρέουν από διεθνείς συμφωνίες, και ιδίως όσα αφορούν την παροχή και τις αιτήσεις νομικής συνδρομής
ι. επιτελεί τα καθήκοντα της Ουγγαρίας που άπτονται της συμμετοχής της στην Ευρωπαϊκή Μονάδα Δικαστικής Συνεργασίας (Eurojust)
ια. παρέχει εκπροσώπηση σε αγωγές που κατατίθενται για αποζημίωση λόγω παραβιάσεων και ζημιών που προκλήθηκαν στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων της.
Για την προάσπιση του δημόσιου συμφέροντος, η εισαγγελία μεριμνά για την εξασφάλιση της τήρησης του νόμου από όλους. Σε περίπτωση παραβίασης του νόμου, η εισαγγελία αναλαμβάνει δράση για τη διασφάλιση της νομιμότητας, στις περιπτώσεις και με τον τρόπο που ορίζεται στον νόμο. Εκτός αν άλλως προβλέπεται από τον νόμο, η εισαγγελία οφείλει να λαμβάνει μέτρα σε περίπτωση που όργανο το οποίο υποχρεούται να θέσει τέλος σε παραβίαση του νόμου δεν προβαίνει στις αναγκαίες συναφώς ενέργειες, παρότι υποχρεούται να το πράξει κατά τον Θεμελιώδη Νόμο, άλλο νόμο ή νομοθετική πράξη ή νομική πράξη της κρατικής διοίκησης, ή σε περίπτωση που απαιτείται η άμεση λήψη μέτρων από τον εισαγγελέα για τον τερματισμό προσβολής δικαιώματος που απορρέει από παραβίαση του νόμου.
Οι μη ποινικές εξουσίες και αρμοδιότητες δημοσίου συμφέροντος που ανατίθενται στην εισαγγελία ως φορέα που συμμετέχει στην απονομή της δικαιοσύνης ορίζονται σε ειδική νομοθεσία. Οι εισαγγελείς ασκούν τις εν λόγω εξουσίες πρωτίστως με την κίνηση δικαστικών διαδικασιών και διαδικασιών εκουσίας δικαιοδοσίας, καθώς και με την κίνηση διαδικασιών διοικητικών αρχών και με την άσκηση ένδικων μέσων.
Γενικός Εισαγγελέας Dr. Péter Polt
Έδρα: 1055 Budapest, Markó u. 16.
Ταχυδρομική διεύθυνση: 1372 Budapest, Pf. 438.
Αριθμός τηλ.: +36-1354-5500
Ηλ. ταχυδρομείο: Info@mku.hu
Δικτυακός τόπος: http://mklu.hu/
H Υπηρεσία Αρωγής Θυμάτων (Áldozatsegítő Szolgálat) παρέχει συνδρομή πρωτίστως σε θύματα που έχουν υποστεί βλάβη, ιδίως σωματική ή ψυχική (ψυχολογικό τραύμα, σοκ), ή έχουν υποστεί ζημία που απορρέει ευθέως από εγκληματική ενέργεια ή αδίκημα που στρέφεται κατά της περιουσίας. Το κράτος αξιολογεί τις ανάγκες των θυμάτων και τους παρέχει κατάλληλα προσαρμοσμένες υπηρεσίες.
Οι υπηρεσίες αρωγής θυμάτων παρέχονται από εξειδικευμένες οργανωτικές μονάδες μητροπολιτικών (κομητειακών) κρατικών οργανισμών. Τα θύματα μπορούν να ζητήσουν τη συνδρομή οποιασδήποτε υπηρεσίας αρωγής θυμάτων κατά τη διεκδίκηση των αξιώσεών τους και μπορούν να υποβάλουν την αίτησή τους για άμεση οικονομική συνδρομή, πιστοποίηση του καθεστώτος τους ως θυμάτων και αποζημίωση σε οποιαδήποτε υπηρεσία αρωγής θυμάτων (PDF).
Οι αιτήσεις για άμεση οικονομική συνδρομή, πιστοποίηση του καθεστώτος θύματος ή αποζημίωση πρέπει να υποβάλλονται με χρήση των σχετικών εντύπων (έντυπο αίτησης,
Αίτηση πιστοποίησης του καθεστώτος θύματος). Η υπηρεσία αρωγής θυμάτων παρέχει συνδρομή στη συμπλήρωση των εντύπων.
Οι διαδικασίες αρωγής θυμάτων παρέχονται δωρεάν.
Οι αιτήσεις για άμεση οικονομική συνδρομή μπορούν να υποβληθούν μέσα σε πέντε ημέρες από το έγκλημα ή το αδίκημα κατά της περιουσίας. Οι αιτήσεις αποζημίωσης μπορούν να υποβληθούν μέσα σε τρεις μήνες από την τέλεση της αξιόποινης πράξης, με τις εξαιρέσεις του νόμου περί αρωγής των θυμάτων εγκλημάτων και κρατικής αποζημίωσης.
Οι προσφυγές κατά των αποφάσεων των υπηρεσιών αρωγής θυμάτων πρέπει να υποβληθούν μέσα σε 15 ημέρες στην υπηρεσία αρωγής θυμάτων, αλλά να απευθύνονται στο Γραφείο Δικαιοσύνης.
Σύμφωνα με τον νόμο, οι παρεχόμενες υπηρεσίες είναι:
24/7 Γραμμή Αρωγής Θυμάτων προσβάσιμη δωρεάν από δίκτυα της Ουγγαρίας:
+36 (1) 80 225 225
Περαιτέρω αναλυτικές πληροφορίες για την αρωγή θυμάτων.
Σύμφωνα με τον νόμο για τη νομική συνδρομή (ευεργέτημα πενίας), πρωταρχικός στόχος της Υπηρεσίας Νομικής Συνδρομής (Jogi Segítségnyújtó Szolgálat) είναι η παροχή επαγγελματικής νομικής συνδρομής σε πρόσωπα με κοινωνικές ανάγκες για την άσκηση των δικαιωμάτων τους και την επίλυση των νομικών διαφορών τους — μέσα σε συγκεκριμένα όρια και με συγκεκριμένη μορφή.
Αίτηση για παροχή νομικής συνδρομής μπορεί να υποβληθεί ιδιοχείρως ή ταχυδρομικά (Νομική συνδρομή – στοιχεία επικοινωνίας) στην οργανωτική μονάδα («περιφερειακό γραφείο») που είναι αρμόδια για την παροχή νομικής συνδρομής στο αρμόδιο κομητειακό (μητροπολιτικό) κρατικό γραφείο του τόπου κατοικίας ή συνήθους διαμονής του αιτούντος, ή, ελλείψει τέτοιου, του τόπου της διεύθυνσης αλληλογραφίας ή του τόπου εργασίας του, με τη συμπλήρωση και υπογραφή σχετικού εντύπου (
http://igazsagugyihivatal.gov.hu/dokumentumok-jogi-segitsegnyujtas) και την επισύναψη των αναγκαίων συναφώς εγγράφων. Η αίτηση υποβάλλεται δωρεάν.
Μετά την έκδοση της (τελικής) απόφασης έγκρισης από το περιφερειακό γραφείο, ο αιτών μπορεί να έχει πρόσβαση στις υπηρεσίες κάθε συμμετέχοντος δικηγόρου (δικηγόροι, δικηγορικές εταιρίες, οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών) από τον κατάλογο των συμμετεχόντων δικηγόρων που τηρείται από το Γραφείο Δικαιοσύνης (http://www.kimisz.gov.hu/alaptev/nepugyvedje/nevjegyzek).
Οι προσφυγές κατά των αποφάσεων της Υπηρεσίας Νομικής Συνδρομής πρέπει να υποβληθούν μέσα σε 15 ημέρες ενώπιον του περιφερειακού γραφείου, αλλά να απευθύνονται στο Γραφείο Δικαιοσύνης.
Α) Αρωγή σε εξωδικαστικές διαδικασίες
Β) Αρωγή σε δικαστικές διαδικασίες
Γ) Σε απλές περιπτώσεις, η Υπηρεσία παρέχει συνοπτικές, προφορικές συμβουλές χωρίς έλεγχο των πόρων του διαδίκου.
Α) Στις διαδικασίες ενώπιον πολιτικών δικαστηρίων και στη διαδικασία της εκουσίας δικαιοδοσίας:
B) Στις ποινικές διαδικασίες:
Γ) Κοινοί κανόνες
Οι αιτούντες νομική συνδρομή πρέπει να υποβάλουν αποδεικτικά στοιχεία του εισοδήματός τους και του εισοδήματος των συνοίκων τους υπό τη μορφή των εγγράφων που προσδιορίζονται στον νόμο για τη νομική συνδρομή (ευεργέτημα πενίας).
Ο εν λόγω νόμος ορίζει τις περιπτώσεις στις οποίες δεν μπορεί να παρασχεθεί αρωγή, όπως στη σύνταξη συμβολαίων, εκτός αν τα μέρη που συνάπτουν το συμβόλαιο αιτούνται την αρωγή από κοινού και πληρούνται όλες οι συναφείς προϋποθέσεις, ή για τελωνειακές υποθέσεις κ.ο.κ.
Περαιτέρω αναλυτικές πληροφορίες για τη νομική συνδρομή (ευεργέτημα πενίας).
Την έκδοση αυτής της σελίδας στην εθνική γλώσσα διαχειρίζεται το εκάστοτε κράτος μέλος. Οι μεταφράσεις έχουν γίνει από την αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι τυχόν αλλαγές που επιφέρει η αρμόδια εθνική αρχή στο πρωτότυπο ενδέχεται να μην έχουν περιληφθεί ακόμα στις μεταφράσεις. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν αναλαμβάνει καμία ευθύνη όσον αφορά τις πληροφορίες ή τα στοιχεία που περιλαμβάνονται ή για τα οποία γίνεται λόγος στο παρόν έγγραφο. Βλ. την ανακοίνωση νομικού περιεχομένου για τους κανόνες πνευματικής ιδιοκτησίας που ισχύουν στο κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρούσα σελίδα.
Εξειδικευμένοι φορείς ανθρωπίνων δικαιωμάτων
Διεύθυνση
First Hall Civil Court (Constitutional Jurisdiction) Constitutional Court Courts of Justice Republic Street, Valletta MaltaΣύντομη επεξήγηση του είδους των αιτημάτων που χειρίζεται ο φορέας
Κάθε φυσικό πρόσωπο το οποίο ισχυρίζεται ότι παραβιάσθηκε, παραβιάζεται ή ενδέχεται να παραβιασθεί σε σχέση με το ίδιο οποιαδήποτε διάταξη των άρθρων 33 έως 45 (θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα) του Συντάγματος, ή κάθε άλλο πρόσωπο το οποίο μπορεί να διορίσει το Civil Court, First Hall της Μάλτας κατόπιν αιτήματος οποιουδήποτε προσώπου που ισχυρίζεται κάτι τέτοιο, μπορεί, με την επιφύλαξη κάθε άλλης αγωγής η οποία προβλέπεται από τον νόμο για το ίδιο θέμα, να προσφύγει για αποκατάσταση στο Civil Court, First Hall.
Θεμελιώδης προϋπόθεση είναι ότι μόνον το άμεσα θιγόμενο πρόσωπο, από νομική άποψη, μπορεί να ασκήσει αγωγή για προσβολή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων του.
Είναι σημαντικό να επισημανθεί ότι το φυσικό πρόσωπο πρέπει να εξαντλήσει προηγουμένως όλα τα διαθέσιμα μέσα προσφυγής, δηλαδή άλλα κατάλληλα μέσα αποκατάστασης, προτού ασκήσει αγωγή επανόρθωσης ενώπιον του Civil Court, First Hall, στη συνταγματική δικαιοδοσία του.
Επομένως, εάν ένα φυσικό πρόσωπο πιστεύει ότι παραβιάσθηκαν τα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματά του, πρέπει να εξαντλήσει πρώτα τα διαθέσιμα μέσα προσφυγής. Εάν η δυνατότητα αυτή δεν αποδώσει, το φυσικό πρόσωπο μπορεί να ασκήσει αγωγή ενώπιον του Civil Court, First Hall (συνταγματική δικαιοδοσία). Όταν το Civil Court, First Hall, εκδώσει την απόφασή του, οποιοσδήποτε εκ των διαδίκων μπορεί να ασκήσει έφεση ενώπιον του Συνταγματικού Δικαστηρίου (Constitutional Court). Επομένως, το Συνταγματικό Δικαστήριο είναι δευτεροβάθμιο δικαστήριο. Το φυσικό πρόσωπο μπορεί να προσφύγει στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στο Στρασβούργο μόνον εάν ηττηθεί ενώπιον του Συνταγματικού Δικαστηρίου ή εάν εξακολουθεί να διαφωνεί με, ή να μην είναι ικανοποιημένο από, την απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου.
Σύντομη επεξήγηση της διαδικασίας μετά την κατάθεση αιτήματος
Όταν εγείρεται ένα συνταγματικό ζήτημα ενώπιον ενός Magistrate’s Court, το Magistrate’s Court εξετάζει κατά πόσον η προσφυγή στερείται σοβαρότητας ή είναι κακόβουλη. Εάν το δικαστήριο κρίνει ότι η προσφυγή στερείται σοβαρότητας ή ότι είναι κακόβουλη, δεν υπάρχει δικαίωμα προσφυγής κατά της απόφασης αυτής. Εάν, αντιθέτως, δεν θεωρήσει ότι η προσφυγή στερείται σοβαρότητας ή είναι κακόβουλη, ο δικαστής θα παραπέμψει την υπόθεση στο Civil Court, First Hall (συνταγματική δικαιοδοσία). Εάν το πρόσωπο πιστεύει ότι θίγεται από την απόφαση του Civil Court, First Hall (συνταγματική δικαιοδοσία), δικαιούται να ασκήσει έφεση ενώπιον του Συνταγματικού Δικαστηρίου και, στη συνέχεια, μετά την έκδοση της απόφασης του Συνταγματικού Δικαστηρίου, η υπόθεση αναπέμπεται στο Magistrate’s Court.
Οι αιτήσεις που υποβάλλονται στο Civil Court, First Hall αναφέρουν συνοπτικά και με σαφήνεια τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης καθώς και τη διάταξη ή τις διατάξεις του Συντάγματος που εικάζεται ότι παραβιάσθηκαν, παραβιάζονται ή ενδέχεται να παραβιασθούν.
Η αίτηση προσδιορίζει επίσης την επιδιωκόμενη από τον αιτούντα επανόρθωση, υπό τον όρο ότι το δικαστήριο δικαιούται, εάν η αίτηση γίνει δεκτή, να παράσχει οποιαδήποτε άλλη επανόρθωση εντός της δικαιοδοσίας του την οποία θεωρεί πιο ενδεδειγμένη.
Διαδικασία έφεσης
Στις υποθέσεις που παραπέμπονται στο Civil Court, First Hall η αίτηση επιδίδεται πάραυτα στον εναγόμενο ή στον καθ’ ου και το δικαστήριο ορίζει δικάσιμο εντός οκτώ εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης ή από την κατάθεση απάντησης από τον καθ’ ου εντός της σχετικής προθεσμίας ή, εάν δεν κατατεθεί απάντηση, από τη λήξη της εν λόγω προθεσμίας.
Η αίτηση άσκησης έφεσης υποβάλλεται εντός οκτώ εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία της απόφασης κατά της οποίας ασκείται η έφεση και ο καθ’ ου μπορεί να υποβάλει έγγραφη απάντηση εντός έξι εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία επίδοσης της έφεσης.
Το δικαστήριο που εκδίδει την απόφαση, η οποία υπόκειται σε έφεση στο Συνταγματικό Δικαστήριο, μπορεί σε επείγουσες περιπτώσεις κατόπιν αιτήματος -ακόμη και προφορικού - από οποιονδήποτε εκ των διαδίκων, το οποίο υποβάλλεται αμέσως μετά την έκδοση της απόφασης, να συντομεύσει την προθεσμία άσκησης της έφεσης ή κατάθεσης απάντησης. Εάν δεν υποβληθεί τέτοιο αίτημα από οποιονδήποτε εκ των διαδίκων αμέσως μετά την έκδοση της απόφασης, οποιοσδήποτε εκ των διαδίκων μπορεί να διατυπώσει ένα τέτοιο αίτημα μέσω αίτησης. Στην περίπτωση αυτή, το δικαστήριο που εξέδωσε την απόφαση εκδίδει τη σχετική διαταγή, αφού ακούσει τους διαδίκους στο πλαίσιο συνοπτικής ακρόασης, εφόσον το θεωρεί απαραίτητο.
Αφού οριστεί η δικάσιμος, το δικαστήριο διασφαλίζει ότι, σύμφωνα με την προσήκουσα και δέουσα απονομή της δικαιοσύνης, η εξέταση και η εκδίκαση της υπόθεσης θα είναι ταχείες, η δε εξέταση της υπόθεσης θα διενεργηθεί σε διαδοχικές ημέρες και, εάν αυτό δεν είναι εφικτό, σε ημερομηνίες που δεν απέχουν πολύ μεταξύ τους.
Η δικάσιμος αγωγών που ασκούνται στο πλαίσιο του Συντάγματος και του νόμου για την Ευρωπαϊκή Σύμβαση, καθώς και εκείνων που πρόκειται να εξετασθούν με τη διαδικασία του κατεπείγοντος, ορίζεται σε απογευματινές ώρες όταν αυτό είναι αναγκαίο προκειμένου να μην διαταραχθεί το πρόγραμμα εργασίας του δικαστηρίου, η δε εξέτασή τους συνεχίζεται κατ’ αυτόν τον τρόπο σε διαδοχικές ημέρες έως την περάτωση της εξέτασης της υπόθεσης και τη διακοπή της συνεδρίασης για την έκδοση της απόφασης.
Σύντομη επεξήγηση των πιθανών εκβάσεων της διαδικασίας
Από το 1987, οποιοδήποτε πρόσωπο στη Μάλτα το οποίο, μετά τη διαδικασία ενώπιον του Civil Court, First Hall και του Συνταγματικού Δικαστηρίου της Μάλτας εξακολουθεί να διαφωνεί με ή να μην είναι ικανοποιημένο από την απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου μπορεί να προσφύγει στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στο Στρασβούργο.
Ενώ στο Συνταγματικό Δικαστήριο μπορούν να ασκήσουν έφεση τόσο το φυσικό πρόσωπο όσο και η κυβέρνηση, σε περίπτωση παραπομπής της υπόθεσης στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, μόνον το φυσικό πρόσωπο δικαιούται να προσφύγει με την υπόθεσή του (δικαίωμα ατομικής προσφυγής) στο συγκεκριμένο Δικαστήριο. Επομένως, η κυβέρνηση δεν μπορεί να παραπέμψει την υπόθεση στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
Διεύθυνση
Office of the Ombudsman 11, St Paul’s Street, Valletta VLT 1210 MaltaΣύντομη επεξήγηση του είδους των αιτημάτων που χειρίζεται ο φορέας
Ο θεσμός του κοινοβουλευτικού διαμεσολαβητή βασίζεται στην ιδέα της προστασίας των δικαιωμάτων του φυσικού προσώπου και της αναγκαιότητας νομικής εποπτείας εκείνων στους οποίους έχει ανατεθεί δημόσια εξουσία. Αποδείχθηκε σημαντικό εργαλείο για την ανάπτυξη κανόνων όσον αφορά τη λειτουργία της διοίκησης καθώς και την ανάπτυξη ομοιόμορφης και ορθής εφαρμογής του δικαίου. Καθώς ο διαμεσολαβητής είναι κοινοβουλευτικός υπάλληλος, συμπληρώνει το κοινοβουλευτικό έργο εποπτεύοντας το έργο της διοίκησης. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, ο θεσμός του διαμεσολαβητή ενισχύει επίσης τον κοινοβουλευτικό θεσμό και τη δημοκρατική διαδικασία βάσει της οποίας το Κοινοβούλιο ελέγχει τη διοίκηση.
Ο διαμεσολαβητής διερευνά τις καταγγελίες πολιτών οι οποίοι θεωρούν ότι παραβιάσθηκαν τα οικονομικά, κοινωνικά και πολιτιστικά δικαιώματά τους λόγω κακής διοίκησης οφειλόμενης σε ακούσιο ή σκόπιμο κακό χειρισμό εκτελεστικής εξουσίας ή λόγω ανάρμοστης, καταχρηστικής ή ακατάλληλης συμπεριφοράς των εμπλεκόμενων δημόσιων αρχών.
Τα αιτήματα αφορούν:
Σύντομη επεξήγηση της διαδικασίας μετά την κατάθεση αιτήματος
Μόλις ο διαμεσολαβητής λάβει μια καταγγελία, εξετάζει κατά πόσον αυτή είναι παραδεκτή. Εάν δεν είναι παραδεκτή, ο καταγγέλλων ενημερώνεται ότι ο διαμεσολαβητής δεν θα εξετάσει την υπόθεση. Αντιθέτως, εάν η καταγγελία είναι παραδεκτή, διενεργούνται έρευνες σχετικά με την υπόθεση ώστε να διαπιστωθεί κατά πόσον συντρέχει περίπτωση κακής διοίκησης.
Η βεβαίωση παραλαβής της καταγγελίας από το Γραφείο του διαμεσολαβητή πραγματοποιείται εντός 48 ωρών και ο καταγγέλλων ενημερώνεται για τον υπεύθυνο της έρευνας ο οποίος θα συνδράμει τον διαμεσολαβητή στον χειρισμό της υπόθεσής του και ο οποίος θα συναντηθεί μαζί του για διαβούλευση. Η βεβαίωση παραλαβής παρέχει επίσης πληροφορίες για τα μέτρα που θα ληφθούν ως προς την εξέταση της καταγγελίας.
Η μέση διάρκεια διερεύνησης μιας καταγγελίας είναι 50 έως 60 εργάσιμες ημέρες.
Εάν η υπόθεση χαρακτηρισθεί παραδεκτή, ο διαμεσολαβητής εξετάζει πρώτα τις περιστάσεις που οδήγησαν στην καταγγελία προκειμένου να εξακριβώσει τα πραγματικά περιστατικά.
Ο διαμεσολαβητής ενημερώνει τον προϊστάμενο της εμπλεκόμενης υπηρεσίας ή, ανάλογα με την περίπτωση, τον γενικό διευθυντή του εμπλεκόμενου οργανισμού ή τον δήμαρχο του εμπλεκόμενου τοπικού συμβουλίου για την πρόθεσή του να διενεργήσει έρευνα.
Ο διαμεσολαβητής μπορεί να ακούσει ή να λάβει πληροφορίες από τα πρόσωπα τα οποία θεωρεί ενδεδειγμένα και μπορεί να προβεί στις έρευνες τις οποίες θεωρεί προσήκουσες. Ο διαμεσολαβητής έχει την εξουσία να κλητεύει μάρτυρες και να επάγει όρκο σε οποιονδήποτε μάρτυρα ή οποιονδήποτε ενδιαφερόμενο στην έρευνα και να απαιτεί από τα πρόσωπα αυτά να παράσχουν αποδείξεις.
Εάν ένα πρόσωπο το οποίο καλείται να παράσχει αποδείξεις αρνηθεί χωρίς σπουδαίο λόγο να απαντήσει, στον βαθμό που μπορεί, στις ερωτήσεις που του υποβάλλει ο διαμεσολαβητής ή αρνηθεί να προσκομίσει έγγραφα τα οποία του ζητούνται, διαπράττει αδίκημα. Ωστόσο, κανένα πρόσωπο το οποίο καταθέτει ενώπιον του διαμεσολαβητή δεν υποχρεούται να απαντήσει σε ερωτήσεις οι οποίες μπορεί να το εκθέτουν στο ενδεχόμενο ποινικής δίωξης. Κάθε μάρτυρας δικαιούται τα ίδια προνόμια τα οποία ισχύουν για τους μάρτυρες που καταθέτουν ενώπιον δικαστηρίου.
Σε περίπτωση έρευνας η οποία αφορά υπηρεσία, οργανισμό ή τοπικό συμβούλιο, ο διαμεσολαβητής μπορεί οποτεδήποτε κατά τη διάρκεια της έρευνας, ή ύστερα από αυτήν, να διαβουλευθεί με υπουργό, προϊστάμενο υπηρεσίας, γενικό διευθυντή, δήμαρχο ή άλλο πρόσωπο που θα το ζητήσει ή προς το οποίο διατυπώθηκε σύσταση η οποία αποτελεί αντικείμενο της έρευνας.
Εάν κατά τη διάρκεια της έρευνας, ή ύστερα από αυτήν, ο διαμεσολαβητής φρονεί ότι υπάρχουν σημαντικές αποδείξεις για οποιαδήποτε σημαντική παράβαση καθήκοντος ή οποιοδήποτε παράπτωμα από οποιονδήποτε υπάλληλο οποιασδήποτε υπηρεσίας, οργανισμού ή τοπικού συμβουλίου, παραπέμπει την υπόθεση στην αρμόδια αρχή, συμπεριλαμβανομένης της αστυνομίας.
Σύντομη επεξήγηση των πιθανών εκβάσεων της διαδικασίας
Βάσει της έρευνας, ο διαμεσολαβητής διαμορφώνει την ανεξάρτητη γνώμη του σχετικά με το κατά πόσον η ενέργεια ή η απόφαση που εξετάσθηκε:
Εάν ο διαμεσολαβητής κρίνει ότι:
ο διαμεσολαβητής υποβάλλει στην αρμόδια υπηρεσία, στον οργανισμό ή στο τοπικό συμβούλιο έκθεση με τη γνώμη του και τους λόγους που οδήγησαν σε αυτήν, μπορεί δε να διατυπώσει τις συστάσεις τις οποίες θεωρεί ενδεδειγμένες. Σε αυτές τις περιπτώσεις, μπορεί να ζητήσει από την υπηρεσία, τον οργανισμό ή το τοπικό συμβούλιο να τον ενημερώσει εντός ορισμένης προθεσμίας για τα μέτρα τα οποία προτίθεται να λάβει προκειμένου να υλοποιήσει τις συστάσεις του. Σε περίπτωση έρευνας, ο διαμεσολαβητής αποστέλλει επίσης αντίγραφο της έκθεσης ή της σύστασής του στον οικείο υπουργό και, εάν η υπόθεση αφορά τοπικό συμβούλιο, στον δήμαρχο.
Εάν δεν ληφθούν μέτρα εντός εύλογης προθεσμίας από την υποβολή της έκθεσης, ο διαμεσολαβητής μπορεί, κατά τη διακριτική του ευχέρεια, αφού λάβει υπόψη τις παρατηρήσεις που ενδεχομένως διατύπωσε η υπηρεσία, ο οργανισμός ή το τοπικό συμβούλιο, να αποστείλει αντίγραφο της έκθεσης και των συστάσεών του στον πρωθυπουργό και, στη συνέχεια, μπορεί να υποβάλει στη Βουλή των Αντιπροσώπων έκθεση επί του θέματος, κατά την κρίση του.
Καμία διαδικασία και καμία σύσταση του διαμεσολαβητή δεν είναι δυνατόν να προσβληθεί ενώπιον οποιουδήποτε δικαστηρίου, παρά μόνον για λόγους έλλειψης δικαιοδοσίας.
Κανονικά, ο διαμεσολαβητής διαθέτει την εξουσία να κινεί έρευνες και να διατυπώνει γνώμες με δική του πρωτοβουλία, δηλαδή δεν απαιτείται η υποβολή καταγγελίας για να εξετάσει ένα ζήτημα ή μια υπόθεση. Ο διαμεσολαβητής έχει επίσης την εξουσία να διατυπώνει διοικητικές ή νομοθετικές συστάσεις. Μπορεί επίσης να αποφασίζει τη διατύπωση συστάσεων προς τη διοίκηση για την αλλαγή του τρόπου χειρισμού συγκεκριμένων περιπτώσεων, όπως και να εισηγείται την τροποποίηση της νομοθεσίας. Ωστόσο, η απόφαση του διαμεσολαβητή δεν είναι δεσμευτική. Η απόφαση του διαμεσολαβητή έχει μεγάλη ηθική και πολιτική βαρύτητα, υπό την έννοια ότι ένα ανεξάρτητο και αξιοσέβαστο θεσμικό όργανο προτείνει την εγκατάλειψη μιας συγκεκριμένης πρακτικής ή την τροποποίηση ενός συγκεκριμένου νόμου. Επομένως, δεν μπορεί κάποιος να προσφύγει στα δικαστήρια ούτε να ζητήσει την έκδοση δικαστικής διαταγής για την εκτέλεση απόφασης του διαμεσολαβητή.
Διεύθυνση
Commissioner for Children Centru Hidma Socjali 469, St Joseph High Rd, Santa Venera SVR 1012 MaltaΕφόσον συντρέχει περίπτωση, μονάδα/όργανο παραλαβής αιτημάτων στον φορέα
Πρόκειται για έναν φορέα ο οποίος παρέχει ποιοτικές υπηρεσίες προστασίας ευάλωτων παιδιών και εφήβων ηλικίας κάτω των 18 ετών, τα οποία υπήρξαν θύματα κακομεταχείρισης ή/και παραμέλησης ή τα οποία διατρέχουν κίνδυνο κακομεταχείρισης ή/και παραμέλησης.
Οι υπηρεσίες προστασίας των παιδιών διερευνούν τις υποθέσεις που παραπέμπουν σε αυτές το ευρύτερο κοινό και επαγγελματίες που εργάζονται με παιδιά και τις οικογένειές τους, κάθε φορά που διατυπώνονται εικασίες ότι ένα παιδί υφίσταται ή διατρέχει κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη λόγω σωματικής, σεξουαλικής, συναισθηματικής κακομεταχείρισης ή/και παραμέλησης.
Σύντομη επεξήγηση του είδους των αιτημάτων που χειρίζεται ο φορέας
Καταγγελίες που αφορούν οικογενειακά ζητήματα χωρισμού των συζύγων και επιμέλειας των τέκνων. Στο πλαίσιο των διαδικασιών αυτών, η φωνή των παιδιών ακούγεται σπάνια. Δεδομένου ότι η δικαστική απόφαση θα έχει θεμελιώδη αντίκτυπο στη ζωή του παιδιού, είναι καθοριστικής σημασίας να ληφθούν δεόντως υπόψη οι απόψεις του παιδιού.
Καταγγελίες σχετικές με την εκπαίδευση, οι οποίες αφορούν επικίνδυνο κατασκευαστικό εξοπλισμό κοντά σε σχολεία και την κατάσταση ορισμένων μικρών λεωφορείων που χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά μαθητών.
Καταγγελίες που αφορούν δικαστικές αποφάσεις, μεταξύ των οποίων και καταγγελίες σχετικές με διατροφή και επιμέλεια τέκνων. Οι γονείς συχνά αντιτίθενται στις δικαστικές αποφάσεις ισχυριζόμενοι ότι μεροληπτούν ή προκαλούν βλάβη στο παιδί.
Καταγγελίες όσον αφορά την εγγραφή παιδιών σε συλλόγους, σύμφωνα με τις οποίες οι σύλλογοι εκμεταλλεύονται τα παιδιά και δεν τους παρέχουν την ευκαιρία να ωφεληθούν από τον αθλητισμό και να συμμετάσχουν σε αυτόν. Καταγγελίες σχετικές με την υποβάθμιση χώρων παιχνιδιού, η οποία δημιουργεί ανησυχία για την ασφάλεια των παιδιών που χρησιμοποιούν τις σχετικές εγκαταστάσεις.
Καταγγελίες για κακομεταχείριση.
Σύντομη επεξήγηση της διαδικασίας μετά την κατάθεση αιτήματος
Ο επίτροπος μπορεί να διενεργήσει έρευνα για κάθε σκοπό ο οποίος συνδέεται με την άσκηση των καθηκόντων του, είτε βάσει έγγραφης καταγγελίας η οποία υποβάλλεται στον επίτροπο από οποιονδήποτε είτε με δική του πρωτοβουλία. Ωστόσο, ο επίτροπος δεν διενεργεί έρευνες οι οποίες αφορούν συγκεκριμένες, ατομικές συγκρούσεις μεταξύ ενός παιδιού και των γονέων ή των κηδεμόνων του, συμπεριλαμβανομένων θεμάτων που αφορούν την άσκηση της γονικής μέριμνας ή οποιουδήποτε άλλου θέματος το οποίο εμπίπτει στη δικαιοδοσία οποιουδήποτε δικαστηρίου ή δικαιοδοτικού οργάνου. Σε αυτές τις περιπτώσεις, ο επίτροπος αναφέρει στον καταγγέλλοντα τον λόγο άρνησης εξέτασης του αιτήματος.
Μόλις λάβει την απόφαση να ερευνήσει μια καταγγελία, ο επίτροπος γνωστοποιεί στον καταγγέλλοντα την απόφαση να διεξαγάγει έρευνα και ενημερώνει κάθε εμπλεκόμενο τμήμα, υπηρεσία ή οντότητα για την πρόθεσή του να διεξαγάγει έρευνα.
Ο επίτροπος μπορεί να συμβουλεύσει τον καταγγέλλοντα να ασκήσει κάθε διοικητική ή δικαστική προσφυγή.
Για τους σκοπούς της έρευνας, ο επίτροπος μπορεί να ζητήσει από οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο κατέχει έγγραφα ή πληροφορίες σχετικά με την έρευνα να παράσχει τα εν λόγω έγγραφα ή τις πληροφορίες εγγράφως ή/και να εμφανισθεί σε συγκεκριμένο τόπο και χρόνο και να παράσχει πληροφορίες ενόρκως.
Ο επίτροπος μπορεί να κλητεύσει μάρτυρες και μπορεί να επάγει όρκο σε οποιοδήποτε εμπλεκόμενο πρόσωπο στην έρευνα ζητώντας του να παράσχει τις σχετικές πληροφορίες. Ανεξάρτητα από αυτό, κανένα πρόσωπο δεν υποχρεούται να παράσχει πληροφορίες ή έγγραφα τα οποία δεν θα μπορούσε να υποχρεωθεί να παράσχει σε αστική ή ποινική διαδικασία ενώπιον δικαστηρίου.
Σύντομη επεξήγηση των πιθανών εκβάσεων της διαδικασίας
Εάν, κατά τη διάρκεια έρευνας, ο επίτροπος διαπιστώσει ότι η πράξη ενός προσώπου συνιστά ή μπορεί να συνιστά παράβαση οποιουδήποτε ποινικού νόμου, ο επίτροπος αναφέρει αμέσως το γεγονός αυτό στον Γενικό Εισαγγελέα.
Ο επίτροπος εκπονεί και δημοσιεύει έκθεση των πορισμάτων κάθε επίσημης έρευνας και περιλαμβάνει σε αυτήν τις συστάσεις τις οποίες κρίνει αναγκαίες ή σκόπιμες.
Ο επίτροπος μπορεί να διατυπώνει συστάσεις για τη λήψη μέτρων από άλλα πρόσωπα ή φορείς, όπως μπορεί να είναι αναγκαίο ή σκόπιμο, μπορεί δε να δημοσιεύει τις εν λόγω συστάσεις, σε περίπτωση που φρονεί ότι κάτι τέτοιο είναι σκόπιμο, χωρίς να αποκαλύπτει την ταυτότητα του προσώπου στο οποίο αναφέρεται η έκθεση.
Στις υποθέσεις στις οποίες αποφασίζει να διατυπώσει συστάσεις, ο επίτροπος εκπονεί έκθεση στην οποία εξηγεί τους λόγους για τις συστάσεις, και αντίγραφο της εν λόγω έκθεσης αποστέλλεται σε κάθε πρόσωπο ή φορέα στον οποίο απευθύνονται οι συστάσεις.
Εάν κρίνει ότι ένα συγκεκριμένο πρόσωπο ή φορέας δεν συμμορφώνεται προς τις διατάξεις της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα του παιδιού, η οποία κυρώθηκε από τη Μάλτα, ο επίτροπος μπορεί να διατυπώσει συστάσεις με τη μορφή ειδοποίησης για συμμόρφωση στην οποία αναφέρεται η γνώμη του επιτρόπου όσον αφορά τη μη τήρηση των διατάξεων της Σύμβασης και τα μέτρα τα οποία πρέπει να ληφθούν για τη συμμόρφωση προς τις εν λόγω διατάξεις.
Εάν κρίνει ότι είναι σκόπιμο, ο επίτροπος μπορεί να διενεργήσει αξιολόγηση των επιπτώσεων στα παιδιά οποιασδήποτε απόφασης ή πρότασης πολιτικής η οποία επηρεάζει τα παιδιά. Ο επίτροπος μπορεί επίσης να δημοσιεύσει την αξιολόγηση των επιπτώσεων στα παιδιά.
Διεύθυνση
Flat 4, Gattard House, National Road, Blata l-Bajda MaltaΣύντομη επεξήγηση του είδους των αιτημάτων που χειρίζεται ο φορέας
Κάθε πρόσωπο το οποίο πιστεύει ότι υπήρξε θύμα διάκρισης λόγω φύλου/φυλής ή εθνοτικής καταγωγής μπορεί να υποβάλει καταγγελία στην εθνική επιτροπή για την προαγωγή της ισότητας (NCPE).
Η επιτροπή εξετάζει αιτήματα τα οποία αφορούν διακρίσεις λόγω φύλου ή λόγω οικογενειακών υποχρεώσεων, ήτοι:-
Η επιτροπή εξετάζει επίσης αιτήματα που αφορούν διακρίσεις στην απασχόληση, δηλαδή άμεσες ή έμμεσες διακρίσεις κατά ενός προσώπου που καθορίζουν σε ποιον πρέπει να προσφερθεί απασχόληση ή που καθορίζουν τους όρους και τις προϋποθέσεις βάσει των οποίων προσφέρεται απασχόληση ή το πρόσωπο που πρέπει να απολυθεί.
Άλλα αιτήματα αφορούν διακρίσεις κατά προσώπων στη χορήγηση οποιασδήποτε διευκόλυνσης από τράπεζες, χρηματοπιστωτικά ιδρύματα ή ασφαλιστικές εταιρείες.
Διακρίσεις κατά συζύγων αυτοαπασχολούμενων εργαζόμενων οι οποίοι δεν είναι υπάλληλοι ή εταίροι και συμμετέχουν στις δραστηριότητες των αυτοαπασχολούμενων εργαζόμενων και εκτελούν τα ίδια ή βοηθητικά καθήκοντα με εκείνα των συζύγων τους.
Διακρίσεις κατά προσώπων στην πρόσβαση σε οποιονδήποτε κύκλο σπουδών, σε επαγγελματική κατάρτιση ή καθοδήγηση, στην παροχή επαγγελματικής στήριξης σε σπουδαστές ή εκπαιδευομένους, στην επιλογή και στην εφαρμογή του προγράμματος σπουδών και στην αξιολόγηση των δεξιοτήτων και των γνώσεων των σπουδαστών ή εκπαιδευομένων.
Αιτήματα που αφορούν σεξουαλική παρενόχληση, δηλαδή εξαναγκασμό ενός προσώπου σε πράξη σωματικής οικειότητας ή αιτήματα για σεξουαλικές χάρες από άλλο πρόσωπο ή εξαναγκασμό άλλου προσώπου σε οποιαδήποτε πράξη ή συμπεριφορά με σεξουαλικό χαρακτήρα, συμπεριλαμβανομένων προφορικών λέξεων, χειρονομιών ή προβολής, παρουσίασης ή κυκλοφορίας γραπτών λέξεων, εικόνων ή άλλου υλικού, εάν η πράξη, οι λέξεις ή η συμπεριφορά είναι ανεπιθύμητες από το πρόσωπο στο οποίο απευθύνονται και μπορούν εύλογα να θεωρηθούν προσβλητικά, εξευτελιστικά ή εκφοβιστικά για το πρόσωπο στο οποίο απευθύνονται.
Διακρίσεις στη δημοσίευση ή στην τοποθέτηση οποιασδήποτε διαφήμισης ή στην προκήρυξη κενών θέσεων απασχόλησης εισάγοντας διακρίσεις μεταξύ των αιτούντων εργασία ή αιτήματα παροχής πληροφοριών από αιτούντες εργασία σχετικά με την ιδιωτική ζωή ή τα οικογενειακά σχέδιά τους.
Σύντομη επεξήγηση της διαδικασίας μετά την κατάθεση αιτήματος
Ο επίτροπος μπορεί να κινήσει έρευνα για οποιοδήποτε θέμα αφορά πράξη ή παράλειψη η οποία θεωρείται παράνομη είτε αυτεπαγγέλτως είτε με την παραλαβή έγγραφης καταγγελίας από πρόσωπα που ισχυρίζονται ότι υπήρξαν θύματα διάκρισης.
Κάθε περίπτωση που υποβάλλεται για έρευνα στην Επιτροπή αντιμετωπίζεται ως εμπιστευτική.
Η παραλαβή κάθε καταγγελίας επιβεβαιώνεται εγγράφως.
Η υποεπιτροπή καταγγελιών της NCPE συνεδριάζει για να συζητήσει τις ληφθείσες καταγγελίες και ενημερώνει εγγράφως τα πρόσωπα κατά των οποίων στρέφεται η καταγγελία για τους διατυπωθέντες ισχυρισμούς ζητώντας την εκδοχή τους για τα πραγματικά περιστατικά.
Για τη διευκόλυνση των ερευνών, μπορούν να πραγματοποιηθούν επίσης προσωπικές συνεντεύξεις.
Η επιτροπή μπορεί επίσης να καλέσει αμφότερα τα μέρη και να διαμεσολαβήσει για την εξεύρεση λύσης αποδεκτής από όλους τους εμπλεκομένους, με την επιφύλαξη της συγκατάθεσης αμφοτέρων των μερών.
Η NCPE προσπαθεί να διασφαλίζει ότι κάθε καταγγελία εξετάζεται εντός της συντομότερης δυνατής προθεσμίας.
Σύντομη επεξήγηση των πιθανών εκβάσεων της διαδικασίας
Μετά τη διεξαγωγή της έρευνας, ο επίτροπος μπορεί να απορρίψει την καταγγελία.
Εάν ο επίτροπος κρίνει ότι η καταγγελία αποδεικνύεται και εφόσον η πράξη για την οποία υποβλήθηκε η καταγγελία συνιστά αδίκημα, ο επίτροπος εκπονεί έκθεση προς τον Επιθεωρητή της Αστυνομίας για την περαιτέρω ανάληψη δράσης.
Εάν η πράξη για την οποία υποβλήθηκε η καταγγελία δεν συνιστά αδίκημα, ο επίτροπος ζητεί από το πρόσωπο κατά του οποίου στρέφεται η καταγγελία να επανορθώσει την κατάσταση και μεσολαβεί μεταξύ του καταγγέλλοντος και του εν λόγω προσώπου για τον διακανονισμό της υπόθεσης.
Σε περίπτωση εικαζόμενης διάκρισης από ένα πρόσωπο εναντίον άλλου προσώπου, η επιτροπή μπορεί να παραπέμψει η ίδια την υπόθεση στο αρμόδιο αστικό δικαστήριο ή στο δικαστήριο εργασιακών σχέσεων για επανόρθωση.
Διεύθυνση
Office of the Information and Data Protection Commissioner Airways House, Second Floor High Street, Sliema SLM 1549 MaltaΣύντομη επεξήγηση του είδους των αιτημάτων που χειρίζεται ο φορέας
Η προστασία των δεδομένων έχει αποκτήσει ιδιαίτερη σημασία, καθώς οι διοικητικές αρχές συλλέγουν στο πλαίσιο της εργασίας τους τεράστιες ποσότητες πληροφοριών προσωπικού χαρακτήρα που αφορούν φυσικά πρόσωπα. Γίνεται δεκτό ότι οι δημόσιες αρχές έχουν ορισμένες υποχρεώσεις όσον αφορά τις πληροφορίες τις οποίες συλλέγουν. Οι υποχρεώσεις αυτές αποσκοπούν στην επίτευξη ισορροπίας μεταξύ αφενός της ελευθερίας κάθε προσώπου να λαμβάνει, να παρέχει και να διαδίδει πληροφορίες, η οποία εμπίπτει στο θεμελιώδες ανθρώπινο δικαίωμα της ελευθερίας της έκφρασης, και, αφετέρου, του δικαιώματος σεβασμού της ιδιωτικής και της οικογενειακής ζωής κάθε προσώπου.
Ο επίτροπος ερευνά καταγγελίες οι οποίες αφορούν:
Σύντομη επεξήγηση της διαδικασίας μετά την κατάθεση αιτήματος
Για τη διεξαγωγή της έρευνας, ο επίτροπος δικαιούται πρόσβαση σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα τα οποία υποβλήθηκαν σε επεξεργασία καθώς και σε πληροφορίες και τεκμηρίωση σχετικά με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.
Ο επίτροπος διαβουλεύεται με τους ενδιαφερομένους που ενδέχεται να επηρεάζονται άμεσα από την έρευνα.
Ο επίτροπος μπορεί να καλέσει οποιοδήποτε πρόσωπο να εμφανισθεί ενώπιόν του προκειμένου να παράσχει αποδείξεις και να προσκομίσει έγγραφα.
Ο επίτροπος διαθέτει τις ίδιες εξουσίες πρόσβασης και έρευνας σε οποιονδήποτε χώρο με εκείνες που διαθέτει η εκτελεστική αστυνομία βάσει της εκάστοτε ισχύουσας νομοθεσίας. Επομένως, εάν είναι αναγκαίο, ο επίτροπος μπορεί να διεξαγάγει έρευνα στους χώρους που αποτελούν αντικείμενο της καταγγελίας.
Σύντομη επεξήγηση των πιθανών εκβάσεων της διαδικασίας
Σε περίπτωση παραβίασης ή επικείμενης παραβίασης των διατάξεων του νόμου για την προστασία των δεδομένων, ο επίτροπος μπορεί να ασκήσει αστική αγωγή .
Ο επίτροπος παραπέμπει στην αρμόδια δημόσια αρχή κάθε ποινικό αδίκημα το οποίο διαπιστώνει στο πλαίσιο των ερευνών του.
Ο επίτροπος μπορεί να διατάξει το κλείδωμα, τη διαγραφή ή την καταστροφή δεδομένων, να επιβάλει προσωρινή ή οριστική απαγόρευση στην επεξεργασία τους ή να προειδοποιήσει ή να επιπλήξει τον υπεύθυνο επεξεργασίας.
Εάν ο επίτροπος δεν μπορεί να εξασφαλίσει επαρκείς πληροφορίες προκειμένου να διαπιστώσει ότι η επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα είναι σύννομη, ο επίτροπος μπορεί να απαγορεύσει στον υπεύθυνο της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα με οποιονδήποτε άλλο τρόπο εκτός της αποθήκευσής τους.
Εάν ο επίτροπος διαπιστώσει ότι τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα υποβλήθηκαν ή ενδέχεται να υποβληθούν σε επεξεργασία με παράνομο τρόπο, ο επίτροπος μπορεί να διατάξει τη διόρθωση και, εάν η διόρθωση δεν πραγματοποιηθεί ή εάν το ζήτημα είναι επείγον, ο επίτροπος μπορεί να απαγορεύσει στον υπεύθυνο της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα να συνεχίσει την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα με οποιονδήποτε άλλο τρόπο εκτός της αποθήκευσης των συγκεκριμένων δεδομένων.
Εάν ο υπεύθυνος επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα δεν εφαρμόζει μέτρα ασφάλειας, ο επίτροπος μπορεί να επιβάλει διοικητικό πρόστιμο και, εάν ο υπεύθυνος επεξεργασίας δεν συμμορφωθεί, ο επίτροπος κινεί διαδικασία κατά του υπευθύνου επεξεργασίας.
Το ως άνω διοικητικό πρόστιμο οφείλεται στον επίτροπο ως αστική οφειλή. Η απόφαση επιβολής του προστίμου συνιστά εκτελεστό τίτλο, ωσάν η πληρωμή του ποσού να διατάχθηκε με απόφαση δικαστηρίου αστικής δικαιοδοσίας.
Εάν ο επίτροπος κρίνει ότι τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα υποβλήθηκαν σε παράνομη επεξεργασία, ο επίτροπος ειδοποιεί και διατάσσει τον υπεύθυνο επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα να διαγράψει τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα.
Από την άλλη πλευρά, εάν πιστεύει ότι θίγεται από την απόφαση του επιτρόπου, ο υπεύθυνος επεξεργασίας των δεδομένων μπορεί, εντός 15 ημερών από την παραλαβή της ειδοποίησης, να ζητήσει από το εφετείο να ανακαλέσει τη διαταγή του επιτρόπου.
Κάθε πρόσωπο το οποίο θίγεται από την απόφαση του επιτρόπου έχει το δικαίωμα να προσφύγει εγγράφως στο εφετείο για την προστασία των δεδομένων εντός 30 ημερών από την κοινοποίηση σε αυτό της εν λόγω απόφασης.
Διεύθυνση
National Commission Persons with Disability Bugeja Institute, Braille Street, Santa Venera SVR 1619Εφόσον συντρέχει περίπτωση, μονάδα/όργανο παραλαβής αιτημάτων στον φορέα
Μονάδα συμμόρφωσης όσον αφορά την ισότητα ευκαιριών
Η Εθνική Επιτροπή για τα άτομα με αναπηρία σύστησε στους κόλπους της Γραμματείας της τη μονάδα συμμόρφωσης όσον αφορά την ισότητα ευκαιριών. Η μονάδα συμμόρφωσης είναι επιφορτισμένη με την προαγωγή των ίσων ευκαιριών και την εφαρμογή των διατάξεων του νόμου για την ισότητα ευκαιριών (άτομα με αναπηρία) και, επομένως, διερευνά πράξεις διακρίσεων λόγω αναπηρίας.
Σύντομη επεξήγηση του είδους των αιτημάτων που χειρίζεται ο φορέας
Τα άτομα με αναπηρία και οι οικογένειές τους συνειδητοποιούν σταδιακά ολοένα και περισσότερο τα δικαιώματά τους. Η επιτροπή καταβάλλει κάθε προσπάθεια για τον εντοπισμό, τη διερεύνηση και την παροχή λύσης σε καταγγελίες που αφορούν άτομα με αναπηρία.
Τα είδη των αιτημάτων που εξετάζει η επιτροπή περιλαμβάνουν:
Σύντομη επεξήγηση της διαδικασίας μετά την κατάθεση αιτήματος
Η επιτροπή μπορεί να κινήσει αυτεπαγγέλτως έρευνα για κάθε θέμα το οποίο αφορά πράξη που θεωρείται παράνομη βάσει οποιασδήποτε εκ των διατάξεων του νόμου για την ισότητα ευκαιριών (άτομα με αναπηρία).
Η επιτροπή μπορεί επίσης να κινήσει έρευνα με την παραλαβή έγγραφης καταγγελίας σύμφωνα με την οποία εικάζεται ότι ένα πρόσωπο τέλεσε πράξη η οποία είναι παράνομη βάσει οποιασδήποτε εκ των διατάξεων του νόμου για την ισότητα ευκαιριών (άτομα με αναπηρία).
Η εν λόγω καταγγελία μπορεί να υποβληθεί στην επιτροπή από οποιοδήποτε πρόσωπο θίγεται από την πράξη ή από οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο είναι γονέας, νόμιμος συμπαραστάτης ή μέλος της οικογένειας προσώπου με νοητική αναπηρία.
Εάν το πρόσωπο που επιθυμεί να υποβάλει καταγγελία χρειάζεται βοήθεια για να τη διατυπώσει προφορικά ή εγγράφως, η επιτροπή παρέχει στο συγκεκριμένο πρόσωπο κατάλληλη συνδρομή.
Με την παραλαβή έγγραφης καταγγελίας, αποστέλλεται σχετική βεβαίωση. Η μονάδα εξετάζει την καταγγελία και, εάν η καταγγελία δεν είναι δικαιολογημένη, ο αιτών ενημερώνεται εγγράφως και του υποδεικνύονται ενδεχόμενες εναλλακτικές δυνατότητες προσφυγής.
Εάν η καταγγελία είναι δικαιολογημένη και εκ πρώτης όψεως φαίνεται να συντρέχει περίπτωση διάκρισης, η μονάδα εξετάζει την καταγγελία.
Αποστέλλεται ειδοποίηση για την υποβολή καταγγελίας στον καθ’ ου με την οποία ζητούνται οι παρατηρήσεις του. Με τον τρόπο αυτό, η μονάδα μπορεί να διαμορφώσει προσωρινή άποψη.
Ο καθ’ ου καλείται να υποβάλει πρόταση, με σχετικό χρονοδιάγραμμα, στην οποία θα αναφέρει με ποιον τρόπο και πότε θα θεσπισθούν οι αλλαγές που απαιτούνται για την εξάλειψη της διάκρισης.
Η μονάδα εφαρμόζει διαδικασίες διαμεσολάβησης για τη διαπραγμάτευση ταχείας και δίκαιης λύσης.
Εάν όλες οι ανωτέρω προσπάθειες αποτύχουν, η επιτροπή υποχρεούται να ασκήσει αγωγή είτε μέσω του κέντρου διαιτησίας είτε μέσω των δικαστηρίων.
Σύντομη επεξήγηση των πιθανών εκβάσεων της διαδικασίας
Μετά τις έρευνες, η επιτροπή μπορεί να ασκήσει κατάλληλη αγωγή.
Σε περίπτωση εικαζόμενης διάκρισης από ένα φυσικό πρόσωπο εναντίον άλλου φυσικού προσώπου, η επιτροπή μπορεί να παραπέμψει την υπόθεση στο Civil Court, First Hall. Ωστόσο, η εν λόγω παραπομπή δεν εμποδίζει ένα φυσικό πρόσωπο που έχει έννομο συμφέρον να ασκήσει ενώπιον του δικαστηρίου αγωγή λόγω διάκρισης, ακόμη και με αίτημα αποζημίωσης.
Η επιτροπή επιδιώκει την επίλυση των υποθέσεων με φιλικό τρόπο.
Διεύθυνση
Malta Emigrants’ Commission Dar l-Emigrant, Castille Place, Valletta MaltaΗ Επιτροπή Μεταναστών είναι μη κρατική, μη κερδοσκοπική, εθελοντική οργάνωση, η οποία συστάθηκε για την παροχή βοήθειας και προστασίας σε άτομα που τις χρειάζονται προσφέροντας σε αυτά δωρεάν υπηρεσίες, συμβουλές και προστασία.
Οι υπηρεσίες της καλύπτουν όλα τα διακινούμενα πρόσωπα, συμπεριλαμβανομένων μεταναστών, προσφύγων και τουριστών.
Σύντομη επεξήγηση του είδους των αιτημάτων που χειρίζεται ο φορέας
Κύρια αρμοδιότητα του Γραφείου του Επιτρόπου Προσφύγων είναι να παραλαμβάνει, να διεκπεραιώνει και να κρίνει τις αιτήσεις ασύλου, όπως προβλέπεται στον νόμο για τους πρόσφυγες. Κύριος στόχος του Γραφείου είναι να διασφαλίζει μια πλήρως ανεξάρτητη, αντικειμενική, αποτελεσματική και ταχεία διαδικασία καθορισμού της επιλεξιμότητας, εξασφαλίζοντας ταυτόχρονα τη βέλτιστη δυνατή ποιότητα όσον αφορά την ακρόαση, την εξέταση και τη λήψη απόφασης επί των αιτήσεων.
Οι αιτούντες άσυλο οι οποίοι βρίσκονται σε κέντρα διαμονής μπορούν να εγγραφούν ως αιτούντες άσυλο στο Γραφείο του Επιτρόπου Προσφύγων συμπληρώνοντας ένα έντυπο, το οποίο ονομάζεται προκαταρκτικό ερωτηματολόγιο. Το εν λόγω έντυπο διατίθεται στους μετανάστες στα κλειστά κέντρα μαζί με τις σχετικές πληροφορίες περί του δικαιώματός τους να υποβάλουν αίτηση διεθνούς προστασίας.
Το προκαταρκτικό ερωτηματολόγιο είναι διαθέσιμο σε διάφορες γλώσσες, για τη διευκόλυνση της συμπλήρωσής του από τους μετανάστες.
Υπάλληλοι του Γραφείου του Επιτρόπου Προσφύγων παρέχουν πληροφορίες σε υπηκόους τρίτων χωρών σχετικά με τη διαδικασία ασύλου και τους ενημερώνουν σχετικά με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους καθ’ όλη τη διαδικασία. Τους αιτούντες άσυλο βοηθούν επίσης διερμηνείς που παρέχει το Γραφείο, ώστε να συμπληρώσουν δεόντως το προκαταρκτικό ερωτηματολόγιο.
Σύντομη επεξήγηση της διαδικασίας μετά την κατάθεση αιτήματος
Μόλις παραλάβει το επίσημο έντυπο αίτησης για την αναγνώριση καθεστώτος πρόσφυγα, το Γραφείο πραγματοποιεί συνεντεύξεις με τους αιτούντες. Οι συνεντεύξεις διενεργούνται από υπαλλήλους του Γραφείου του Επιτρόπου Προσφύγων με τη βοήθεια διερμηνέων, όπου απαιτείται.
Υπενθυμίζονται στον αιτούντα άσυλο τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις του σύμφωνα με τη νομοθεσία, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος να συμβουλευθεί τον Ύπατο Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών για τους πρόσφυγες.
Στους αιτούντες παρέχονται οι απαραίτητες διευκολύνσεις και η ευκαιρία να παρουσιάσουν πλήρως την περίπτωσή τους, να την υποστηρίξουν με διαθέσιμες μαρτυρίες και τεκμηρίωση και να παράσχουν κατάλληλες εξηγήσεις για όλους τους λόγους που αναφέρουν στην αίτησή τους.
Ο Επίτροπος Προσφύγων εξετάζει πρώτα κατά πόσον ο αιτών πληροί τα κριτήρια ώστε να αναγνωρισθεί ως πρόσφυγας, σύμφωνα με τη νομοθεσία. Στην περίπτωση εκείνων που δεν κρίνονται επιλέξιμοι για προστασία ως πρόσφυγες, το Γραφείο εξετάζει περαιτέρω κατά πόσον ο αιτών πληροί τα κριτήρια της επικουρικής προστασίας, σύμφωνα με τη νομοθεσία.
Σύντομη επεξήγηση των πιθανών εκβάσεων της διαδικασίας
Η σύσταση του Επιτρόπου Προσφύγων σε κάθε υπόθεση διαβιβάζεται στο υπουργείο Εσωτερικών Υποθέσεων. Στους αιτούντες παρέχεται αντίγραφο της σύστασης μαζί με εμπιστευτικό σημείωμα το οποίο περιγράφει την αιτιολογία για τη σύσταση. Σε περίπτωση αρνητικής σύστασης, οι αιτούντες ενημερώνονται επίσης για το δικαίωμά τους να προσφύγουν κατά της σύστασης στο Συμβούλιο Προσφυγών Προσφύγων και για τη σχετική διαδικασία που πρέπει να ακολουθήσουν.
Το Γραφείο του Επιτρόπου Προσφύγων μπορεί να εισηγηθεί δύο τύπους προστασίας: το καθεστώς πρόσφυγα και την επικουρική προστασία.
Εάν ο Επίτροπος Προσφύγων κρίνει ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για τον χαρακτηρισμό ενός αιτούντος άσυλο ως πρόσφυγα, μπορεί να συστήσει στον υπουργό να χορηγήσει στον αιτούντα επικουρική προστασία. Αυτό ισχύει για τους αιτούντες άσυλο των οποίων η αίτηση δεν έγινε δεκτή αλλά οι οποίοι, εάν επιστραφούν στη χώρα καταγωγής τους, διατρέχουν πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης.
Ο επίτροπος διατυπώνει τη συγκεκριμένη σύσταση ακόμη και σε περιπτώσεις στις οποίες ο πραγματικός κίνδυνος σοβαρής βλάβης ανακύπτει μετά τη λήψη της απόφασης μη χορήγησης επικουρικής προστασίας.
Το Γραφείο του Επιτρόπου Προσφύγων μπορεί να συστήσει επίσης στο υπουργείο Εσωτερικών Υποθέσεων ένα άλλο καθεστώς προστασίας: την προσωρινή προστασία για ανθρωπιστικούς λόγους. Πρόκειται για διοικητική διαδικασία η οποία εφαρμόζεται σε ειδικές και εξαιρετικές περιπτώσεις στις οποίες οι αιτούντες δεν κρίνονται επιλέξιμοι για αναγνώριση του καθεστώτος πρόσφυγα ή για χορήγηση επικουρικής προστασίας, αλλά θεωρούνται παρ’ όλα αυτά ότι χρήζουν προστασίας για ειδικούς ανθρωπιστικούς λόγους.
Οργάνωση στήριξης των θυμάτων στη Μάλτα
Διεύθυνση
Victim Support Malta Dun Guzepp Gonzi Street, Tarxien TXN 1633 MaltaΣύντομη επεξήγηση του είδους των αιτημάτων που χειρίζεται ο φορέας
Η οργάνωση για τη στήριξη των θυμάτων ιδρύθηκε τον Ιούνιο του 2004 και έγινε επίσημο ίδρυμα τον Ιούλιο του 2006. Η οργάνωση ασχολείται με κάθε είδους θύματα εγκληματικών πράξεων, από οικογενειακή βία έως σεξουαλική παρενόχληση και πενθούντες.
Στόχοι της οργάνωσης είναι:
Σύντομη επεξήγηση της διαδικασίας μετά την κατάθεση αιτήματος
Τα θύματα οποιασδήποτε εγκληματικής πράξης τα οποία απευθύνονται στην οργάνωση αυτή έρχονται αμέσως σε επικοινωνία με τον συντονιστή. Μόλις ο συντονιστής έλθει σε επικοινωνία με ένα θύμα εγκληματικής πράξης, προβαίνει σε σύντομη αρχική αξιολόγηση προκειμένου να εκτιμήσει τη σοβαρότητα της περίπτωσης. Συνήθως ζητούνται το όνομα και τα τηλέφωνα επικοινωνίας του θύματος για τα περαιτέρω.
Μετά τη σύντομη αυτή συνομιλία, ο συντονιστικής διαβιβάζει την υπόθεση σε έναν από τους επαγγελματικά καταρτισμένους εθελοντές. Πρόκειται για πολίτες οι οποίοι έχουν λάβει ειδική κατάρτιση διάρκειας τεσσάρων έως έξι εβδομάδων σε θέματα παροχής πληροφοριών και στήριξης σε θύματα εγκληματικών πράξεων.
Ο εθελοντής στον οποίο ανατίθεται μια περίπτωση επικοινωνεί με το θύμα της εγκληματικής πράξης το συντομότερο δυνατόν και κανονίζει μια αρχική συνάντηση. Στη συνάντηση, ο εθελοντής συγκεντρώνει αρκετές πληροφορίες από το θύμα ώστε να καταρτίσει σχέδιο δράσης. Το θύμα καλείται να υπογράψει ένα έντυπο συγκατάθεσης προκειμένου να δοθεί συνέχεια στην υπόθεση.
Σύντομη επεξήγηση των πιθανών εκβάσεων της διαδικασίας
Ακολούθως ο εθελοντής και ο συντονιστής εξετάζουν το προκαταρκτικό σχέδιο δράσης και προσδιορίζουν τη συνέχεια που πρέπει να δοθεί στην υπόθεση. Το θύμα ενημερώνεται συναφώς. Από αυτό το χρονικό σημείο, ο εθελοντής παραμένει σε διαρκή και τακτική επαφή με το θύμα καθ’ όλη τη διαδικασία αποκατάστασης του θύματος όσον αφορά τις συνέπειες της εγκληματικής πράξης που τελέστηκε εις βάρος του.
Όλες οι ενέργειες της οργάνωσης αυτής τελούν υπό την εποπτεία του Διευθυντή, ο οποίος παρακολουθεί τις εργασίες και τα αποτελέσματά της.Την έκδοση αυτής της σελίδας στην εθνική γλώσσα διαχειρίζεται το εκάστοτε κράτος μέλος. Οι μεταφράσεις έχουν γίνει από την αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι τυχόν αλλαγές που επιφέρει η αρμόδια εθνική αρχή στο πρωτότυπο ενδέχεται να μην έχουν περιληφθεί ακόμα στις μεταφράσεις. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν αναλαμβάνει καμία ευθύνη όσον αφορά τις πληροφορίες ή τα στοιχεία που περιλαμβάνονται ή για τα οποία γίνεται λόγος στο παρόν έγγραφο. Βλ. την ανακοίνωση νομικού περιεχομένου για τους κανόνες πνευματικής ιδιοκτησίας που ισχύουν στο κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρούσα σελίδα.
Στο κεφάλαιο 1 του Συντάγματος ορίζονται τα θεμελιώδη δικαιώματα. Πρόκειται για τα δικαιώματα που παρέχουν στους πολίτες την ελευθερία να ζουν χωρίς την παρέμβαση του κράτους. Το Σύνταγμα προβλέπει επίσης το δικαίωμα συμμετοχής του πολίτη στην κοινωνία και την πολιτική. Παραδείγματα θεμελιωδών δικαιωμάτων είναι: η ελευθερία της έκφρασης, το δικαίωμα προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, το δικαίωμα του εκλέγειν και το δικαίωμα στην ίση μεταχείριση.
Υπάρχουν 2 τύποι θεμελιωδών δικαιωμάτων:
Τα κοινωνικά θεμελιώδη δικαιώματα είναι μη εκτελεστά από τα δικαστήρια, σε αντίθεση με τα κλασικά θεμελιώδη δικαιώματα. Επομένως, ένας πολίτης μπορεί να προσφύγει στο δικαστήριο σε περίπτωση που ένας δήμος επιδιώξει να απαγορεύσει, χωρίς σοβαρό λόγο, μια εκδήλωση.
Την έκδοση αυτής της σελίδας στην εθνική γλώσσα διαχειρίζεται το εκάστοτε κράτος μέλος. Οι μεταφράσεις έχουν γίνει από την αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι τυχόν αλλαγές που επιφέρει η αρμόδια εθνική αρχή στο πρωτότυπο ενδέχεται να μην έχουν περιληφθεί ακόμα στις μεταφράσεις. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν αναλαμβάνει καμία ευθύνη όσον αφορά τις πληροφορίες ή τα στοιχεία που περιλαμβάνονται ή για τα οποία γίνεται λόγος στο παρόν έγγραφο. Βλ. την ανακοίνωση νομικού περιεχομένου για τους κανόνες πνευματικής ιδιοκτησίας που ισχύουν στο κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρούσα σελίδα.
Σύμφωνα με το πολωνικό Σύνταγμα («Konstytucja Rzeczypospolitej Polskiej»), όλοι έχουν δικαίωμα σε δίκαιη και δημόσια δίκη, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, ενώπιον αρμόδιου, αμερόληπτου και ανεξάρτητου δικαστηρίου. Αυτό σημαίνει ότι τυχόν διαφορές που αφορούν την άσκηση των δικαιωμάτων και ελευθεριών που διασφαλίζονται από την εθνική νομοθεσία μπορούν να παραπεμφθούν στα εθνικά δικαστήρια. Οι υποθέσεις αστικού και οικογενειακού δικαίου, δικαίου ανηλίκων, εργατικού δικαίου και δικαίου κοινωνικής ασφάλισης, εμπορικού και πτωχευτικού δικαίου, καθώς και οι υποθέσεις ποινικού και σωφρονιστικού δικαίου εξετάζονται από τα τακτικά δικαστήρια. Τα διοικητικά δικαστήρια ελέγχουν τη νομιμότητα των ενεργειών των αρχών. Τα στρατοδικεία απονέμουν δικαιοσύνη στις πολωνικές ένοπλες δυνάμεις, εντός του πλαισίου που προβλέπεται στους νόμους του κοινοβουλίου, καθώς και στις υποθέσεις που προβλέπονται δυνάμει των νόμων του κοινοβουλίου όσον αφορά πρόσωπα που δεν είναι μέλη των πολωνικών ενόπλων δυνάμεων.
Τα τακτικά και τα διοικητικά δικαστήρια και τα στρατοδικεία λειτουργούν σύμφωνα με την αρχή των δύο βαθμών δικαιοδοσίας, που προβλέπει ότι αν ένα μέρος δεν μείνει ικανοποιημένο με τον τρόπο με τον οποίο επιλύθηκε η υπόθεση από το δικαστήριο, μπορεί να προσφύγει κατά της απόφασης σε ανώτερο δικαστήριο.
Επιπλέον, το πολωνικό Σύνταγμα δίνει σε κάθε πρόσωπο του οποίου τα συνταγματικά δικαιώματα και ελευθερίες έχουν παραβιαστεί το δικαίωμα συνταγματικής προσφυγής ενώπιον του συνταγματικού δικαστηρίου (Trybunał Konstytucyjny). Η εν λόγω προσφυγή πρέπει να καταρτιστεί από δικηγόρο («adwokat») ή νομικό σύμβουλο («radca prawny») [εξαιρουμένων των δικαστών («sędziowie»), των εισαγγελέων («prokuratorzy»), των δικηγόρων («adwokaci»), των νομικών συμβούλων («radcowie prawni»), των συμβολαιογράφων («notariusze»), ή των καθηγητών ή διδακτόρων νομικής που εκπροσωπούν τον εαυτό τους], ενώ η διαδικασία διεξάγεται ατελώς. Η προσφυγή μπορεί να αφορά κανονιστική πράξη σύμφωνα με την οποία δικαστήριο ή δημόσια αρχή έχει εκδώσει τελική απόφαση σε σχέση με τα δικαιώματα, τις ελευθερίες ή τις υποχρεώσεις που προβλέπει το Σύνταγμα.
Διεύθυνση: Aleja Solidarności 77, 00-090 Βαρσοβία
Καθήκον του Συνήγορου του Πολίτη είναι η προστασία των ατομικών και πολιτικών δικαιωμάτων και ελευθεριών που προβλέπονται στο Σύνταγμα και σε άλλες κανονιστικές πράξεις.
Κάθε πρόσωπο έχει το δικαίωμα να καταθέσει αναφορά στον Συνήγορο του Πολίτη για υποθέσεις που αφορούν την προστασία δικαιωμάτων ή ελευθεριών του που έχουν παραβιαστεί από τις αρχές.
Οι αιτήσεις στον Συνήγορο του Πολίτη είναι δωρεάν.
Μετά την εξέταση της αναφοράς, ο Συνήγορος του Πολίτη μπορεί:
Όταν ο Συνήγορος του Πολίτη αναλαμβάνει υπόθεση, μπορεί:
Κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του, ο Συνήγορος του Πολίτη έχει το δικαίωμα:
Μετά την εξέταση μιας υπόθεσης, ο Συνήγορος του Πολίτη μπορεί:
Αν ο Συνήγορος του Πολίτη κρίνει απαραίτητη την τροποποίηση ή θέσπιση κανονιστικής πράξης σχετικά με δικαιώματα και ελευθερίες, μπορεί να υποβάλει αίτημα για τον σκοπό αυτό στις αρμόδιες αρχές.
Διεύθυνση: ul. Przemysłowa 30/32, 00-450 Βαρσοβία
Ο Διαμεσολαβητής για τα παιδιά εργάζεται για την προστασία των δικαιωμάτων των ανηλίκων, συμπεριλαμβανομένων:
Κάθε πρόσωπο έχει δικαίωμα να καταθέσει αναφορά στον Διαμεσολαβητή για τα παιδιά σε υποθέσεις που αφορούν την προστασία των δικαιωμάτων ή των συμφερόντων ανηλίκου.
Οι αναφορές στον Διαμεσολαβητή για τα παιδιά είναι δωρεάν.
Κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του, ο Διαμεσολαβητής για τα παιδιά μπορεί:
Μετά την εξέταση μιας υπόθεσης, ο Διαμεσολαβητής για τα παιδιά μπορεί:
Αν ο Διαμεσολαβητής για τα παιδιά κρίνει απαραίτητη την τροποποίηση ή θέσπιση κανονιστικής πράξης σχετικά με τα δικαιώματα των παιδιών, μπορεί να υποβάλει αίτημα για τον σκοπό αυτό στις αρμόδιες αρχές.
Διεύθυνση: ul. Młynarska 46, 01-171 Βαρσοβία
Ο Διαμεσολαβητής για τους ασθενείς είναι το αρμόδιο όργανο για την προστασία των δικαιωμάτων των ασθενών.
Κάθε πρόσωπο έχει το δικαίωμα να καταθέσει αναφορά στον Διαμεσολαβητή για τους ασθενείς σε υποθέσεις που αφορούν παραβιάσεις δικαιωμάτων ασθενών.
Οι αναφορές στον Διαμεσολαβητή για τους ασθενείς είναι δωρεάν.
Μετά την εξέταση της αναφοράς, ο Διαμεσολαβητής για τους ασθενείς μπορεί:
Όταν ο Διαμεσολαβητής για τους ασθενείς αναλαμβάνει υπόθεση, μπορεί:
Κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του, ο Διαμεσολαβητής για τους ασθενείς έχει το δικαίωμα:
Μετά την εξέταση μιας υπόθεσης, ο Διαμεσολαβητής για τους ασθενείς μπορεί:
Αν ο Διαμεσολαβητής για τους ασθενείς κρίνει απαραίτητη την τροποποίηση ή θέσπιση κανονιστικής πράξης σχετικά με τα δικαιώματα των ασθενών, μπορεί να υποβάλει αίτημα για τον σκοπό αυτό στις αρμόδιες αρχές.
Διεύθυνση: ul. Stawki 2, 00-193 Βαρσοβία
Ο Γενικός Επιθεωρητής είναι το αρμόδιο όργανο για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.
Σε περιπτώσεις παραβίασης του νόμου περί προστασίας των προσωπικών δεδομένων («ustawa o ochronie danych osobowych»), το υποκείμενο των δεδομένων μπορεί να υποβάλει καταγγελία στον Γενικό Επιθεωρητή.
Η διοικητική διαδικασία που διεξάγει ο Γενικός Επιθεωρητής περιλαμβάνει την εξέταση της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα του αιτούντα.
Κατά τη διεξαγωγή διαδικασίας, ο Γενικός Επιθεωρητής, ο Αναπληρωτής Γενικός Επιθεωρητής και το εξουσιοδοτημένο προσωπικό μπορούν:
Μετά τη διεξαγωγή της διαδικασίας, ο Γενικός Επιθεωρητής –στις περιπτώσεις που διαπιστώνεται η παραβίαση κανονισμών– εκδίδει απόφαση που διατάσσει αποκατάσταση της συμμόρφωσης, συμπεριλαμβανομένης:
Ανεξαρτήτως των παραπάνω, βάσει των πληροφοριών που συλλέγει κατά τη διάρκεια της εξέτασης της υπόθεσης, ο Γενικός Επιθεωρητής αποφασίζει αυτεπαγγέλτως κατά πόσο θα ασκήσει τις παρακάτω εξουσίες:
Αν ο Γενικός Επιθεωρητής κρίνει απαραίτητη την τροποποίηση ή θέσπιση κανονιστικής πράξης σχετικά με την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, μπορεί να υποβάλει αίτημα για τον σκοπό αυτό στις αρμόδιες αρχές.
Διεύθυνση: Al. Ujazdowskie 1/3, 00-583 Βαρσοβία
Ο Κυβερνητικός Πληρεξούσιος είναι το αρμόδιο όργανο για την εφαρμογή των κυβερνητικών πολιτικών σχετικά με την ίση μεταχείριση και την καταπολέμηση των διακρίσεων.
Κάθε πρόσωπο έχει το δικαίωμα να υποβάλει καταγγελία, αίτηση ή προσφυγή στον Κυβερνητικό Πληρεξούσιο.
Στην υποβολή καταγγελίας, αίτησης ή προσφυγής δεν επιβάλλεται τέλος.
Αν η απάντηση στα ανωτέρω απαιτεί προηγούμενη εξέταση και διευκρίνιση των πραγματικών περιστατικών της υπόθεσης, ο Κυβερνητικός Πληρεξούσιος συλλέγει τα απαραίτητα αποδεικτικά στοιχεία. Προς τον σκοπό αυτό, μπορεί να ζητήσει τα απαραίτητα αποδεικτικά στοιχεία και διευκρινίσεις από άλλες αρχές.
Η καταγγελία, αίτηση ή προσφυγή θα πρέπει να εξετάζεται χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση:
Ο Κυβερνητικός Πληρεξούσιος ενημερώνει τον αιτούντα σχετικά με τον τρόπο χειρισμού της υπόθεσης.
Αν διαπιστωθεί παραβίαση της αρχής της ίσης μεταχείρισης, ο Κυβερνητικός Πληρεξούσιος λαμβάνει μέτρα για την εξάλειψη ή τον μετριασμό των επιπτώσεων της εν λόγω παραβίασης.
Αν ο Κυβερνητικός Πληρεξούσιος κρίνει απαραίτητη την τροποποίηση ή θέσπιση κανονιστικής πράξης σχετικά με την ίση μεταχείριση και την καταπολέμηση των διακρίσεων, μπορεί να υποβάλει αίτημα για τον σκοπό αυτό στις αρμόδιες αρχές.
Ο Κυβερνητικός Πληρεξούσιος ασκεί ουσιαστική εποπτεία επί της άσκησης των καθηκόντων που προβλέπονται στον νόμο περί επαγγελματικής και κοινωνικής αποκατάστασης και απασχόλησης των ατόμων με αναπηρία (ustawa o rehabilitacji zawodowej i społecznej oraz zatrudnianiu osób niepełnosprawnych).
Ο Κυβερνητικός Πληρεξούσιος εποπτεύει την έκδοση πιστοποιητικών αναπηρίας και τον προσδιορισμό του βαθμού αναπηρίας.
Κάθε πρόσωπο έχει το δικαίωμα να υποβάλει καταγγελία, αίτηση ή προσφυγή στον Κυβερνητικό Πληρεξούσιο.
Αν η απάντηση στα ανωτέρω απαιτεί προηγούμενη εξέταση και διευκρίνιση των πραγματικών περιστατικών της υπόθεσης, ο Κυβερνητικός Πληρεξούσιος συλλέγει τα απαραίτητα αποδεικτικά στοιχεία. Προς τον σκοπό αυτό, μπορεί να ζητήσει τα απαραίτητα αποδεικτικά στοιχεία και διευκρινίσεις από άλλες αρχές.
Η καταγγελία, αίτηση ή προσφυγή θα πρέπει να εξετάζεται χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση:
Ο Κυβερνητικός Πληρεξούσιος ενημερώνει τον αιτούντα σχετικά με τον τρόπο χειρισμού της υπόθεσης.
Αν στο πλαίσιο της εποπτείας του, ο Κυβερνητικός Πληρεξούσιος διαπιστώσει ότι υπάρχουν εύλογες αμφιβολίες σχετικά με το κατά πόσο ορισμένη απόφαση αποτυπώνει τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης ή ότι απόφαση ενδέχεται να εκδόθηκε κατά παράβαση του νόμου, μπορεί να ζητήσει από την αρμόδια αρχή:
Διεύθυνση: Skwer kard. S. Wyszyńskiego 9, 01-015 Βαρσοβία
Το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης διασφαλίζει την ελευθερία λόγου στο ραδιόφωνο και την τηλεόραση, προστατεύει την αυτονομία των παρόχων υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων και το δημόσιο συμφέρον, και διασφαλίζει τον ανοιχτό και πλουραλιστικό χαρακτήρα του ραδιοφώνου και της τηλεόρασης.
Κάθε πρόσωπο έχει το δικαίωμα να υποβάλει καταγγελία, αίτηση ή προσφυγή στο Συμβούλιο.
Στην υποβολή καταγγελίας, αίτησης ή προσφυγής δεν επιβάλλεται τέλος.
Όταν καταγγελία αφορά συγκεκριμένη εκπομπή, ο καταγγέλλων πρέπει να διευκρινίσει τον χρόνο και την ημερομηνία της εκπομπής, το όνομα του καναλιού και τον τίτλο της εκπομπής (ή να παράσχει άλλες πληροφορίες που καθιστούν δυνατό τον προσδιορισμό της εκπομπής που αφορά η καταγγελία).
Ο πρόεδρος του Συμβουλίου μπορεί να ζητήσει από τον πάροχο υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων τα απαραίτητα αποδεικτικά στοιχεία, έγγραφα και διευκρινίσεις για τον προσδιορισμό του κατά πόσο ο πάροχος ενήργησε σύμφωνα με τον νόμο.
Η καταγγελία, η αίτηση ή η προσφυγή θα πρέπει να εξετάζονται χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση: εντός ενός μηνός σε περίπτωση καταγγελίας ή αίτησης και εντός τριών μηνών σε περίπτωση προσφυγής.
Το Συμβούλιο ενημερώνει τον αιτούντα σχετικά με τον τρόπο χειρισμού της υπόθεσης.
Ο πρόεδρος του Συμβουλίου μπορεί να ζητήσει από τον πάροχο υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων την παύση της παροχής των εν λόγω υπηρεσιών εφόσον αυτές παραβιάζουν τον νόμο.
Σε ορισμένες περιπτώσεις ο πρόεδρος του Συμβουλίου μπορεί να επιβάλει οικονομικές κυρώσεις στον πάροχο υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων.
Την έκδοση αυτής της σελίδας στην εθνική γλώσσα διαχειρίζεται το εκάστοτε κράτος μέλος. Οι μεταφράσεις έχουν γίνει από την αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι τυχόν αλλαγές που επιφέρει η αρμόδια εθνική αρχή στο πρωτότυπο ενδέχεται να μην έχουν περιληφθεί ακόμα στις μεταφράσεις. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν αναλαμβάνει καμία ευθύνη όσον αφορά τις πληροφορίες ή τα στοιχεία που περιλαμβάνονται ή για τα οποία γίνεται λόγος στο παρόν έγγραφο. Βλ. την ανακοίνωση νομικού περιεχομένου για τους κανόνες πνευματικής ιδιοκτησίας που ισχύουν στο κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρούσα σελίδα.
Σε περίπτωση παραβίασης των θεμελιωδών δικαιωμάτων τους, οι πολίτες μπορούν να προσφύγουν ενώπιον των δικαστηρίων. Τα πορτογαλικά δικαστήρια (πολιτικά και διοικητικά) είναι αρμόδια για την απονομή δικαιοσύνης, τη διασφάλιση των δικαιωμάτων και των συμφερόντων των πολιτών τα οποία προστατεύονται από τον νόμο, την πρόληψη των παραβιάσεων του δημοκρατικού κράτους δικαίου και την επίλυση των δημόσιων ή ιδιωτικών διαφορών (άρθρο 202 του Συντάγματος της Πορτογαλικής Δημοκρατίας).
Το Συνταγματικό Δικαστήριο φέρει το ιδιαίτερο καθήκον της απονομής δικαιοσύνης σε νομικές και συνταγματικές υποθέσεις. Αν έχουν εξαντληθεί τα τακτικά ένδικα μέσα (άρθρο 70/2 και 72 του κανονισμού του Συνταγματικού Δικαστηρίου), ο διάδικος ο οποίος κατά τη διάρκεια της δίκης επικαλέστηκε την αντισυνταγματικότητα ενός νόμου που εφαρμόστηκε δικαιούται να προσφύγει ενώπιον του Συνταγματικού Δικαστηρίου.
Για περισσότερες πληροφορίες, παρακαλείστε να δείτε τη σελίδα για τα Συστήματα απονομής δικαιοσύνης των κρατών μελών - Πορτογαλία
Από το 1999 ο Πορτογάλος Διαμεσολαβητής έχει, εκτός από τις αρμοδιότητες που περιγράφονται στη συνέχεια, τον ρόλο του εθνικού φορέα ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ως διαπιστευμένος «Α’ τάξης» φορέας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών που συμμορφώνεται πλήρως με τις Αρχές των Παρισίων.
Συνεπώς, το έργο του Διαμεσολαβητή περιλαμβάνει την προαγωγή και διαφύλαξη των θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, με ιδιαίτερη έμφαση στα δικαιώματα των πιο ευάλωτων ατόμων βάσει ηλικίας ή ψυχοκινητικής διαταραχής: των παιδιών, των ηλικιωμένων και των ατόμων με αναπηρίες.
Η υποβολή και διεκπεραίωση των καταγγελιών γίνεται σύμφωνα με τη διαδικασία που περιγράφεται στην ενότητα για τον Διαμεσολαβητή.
Ο Διαμεσολαβητής είναι το θεσμικό όργανο που είναι επιφορτισμένο «να προασπίζεται και να προάγει τα δικαιώματα, τις ελευθερίες, τις εγγυήσεις και τα νόμιμα συμφέροντα των πολιτών» (άρθρο 1 παρ. 1 του Νόμου αριθ. 9/91 της 9ης Απριλίου 1991, όπως τροποποιείται) όταν αυτά παραβιάζονται κατά τις συναλλαγές των πολιτών με τις δημόσιες αρχές. Οι πολίτες, όταν δεν έχουν στη διάθεσή τους άλλη εναλλακτική οδό, είτε επειδή όλα τα ένδικα μέσα (διοικητικά και/ή δικαστικά) έχουν εξαντληθεί είτε επειδή έχει παρέλθει η προθεσμία άσκησής τους, μπορούν να απευθύνονται στον Διαμεσολαβητή και να υποβάλλουν ατελώς την καταγγελία τους, εκθέτοντας τους λόγους αυτής.
Όπως προαναφέρεται, στην Πορτογαλία ο Διαμεσολαβητής είναι επίσης ο εθνικός φορέας ανθρωπίνων δικαιωμάτων που είναι επιφορτισμένος με τον ρόλο του εθνικού μηχανισμού πρόληψης.
Τον Μάιο του 2013, βάσει του Προαιρετικού Πρωτοκόλλου της Σύμβασης κατά των βασανιστηρίων και άλλων μορφών σκληρής, απάνθρωπης ή ταπεινωτικής μεταχείρισης ή τιμωρίας, το Συμβούλιο των Υπουργών αποφάσισε να αναθέσει στον Διαμεσολαβητή τον ρόλο του εθνικού μηχανισμού πρόληψης. Κατά συνέπεια, ο Διαμεσολαβητής είναι αρμόδιος για τη διεξαγωγή επιθεωρήσεων σε χώρους στέρησης της ελευθερίας —φυλακές, κλινικές, ψυχιατρικά νοσοκομεία, αναμορφωτήρια κ.λπ.— με σκοπό την παρακολούθηση της ποιότητας της στέγασης και της σίτισης των προσώπων που έχουν στερηθεί την ελευθερία τους, τον έλεγχο της τήρησης των θεμελιωδών δικαιωμάτων των κρατουμένων (περιλαμβανομένου, όπου είναι εφικτό, του δικαιώματος στην ιδιωτική ζωή και στη νόμιμη επικοινωνία με συγγενικά πρόσωπα και νόμιμους εκπροσώπους) και τη διαπίστωση της ύπαρξης (ή μη) εξατομικευμένων θεραπευτικών προγραμμάτων.
Διεκπεραίωση καταγγελιών:
Καταγγελίες ενώπιον του Διαμεσολαβητή μπορούν να υποβάλλονται μέσω επιστολής, φαξ ή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου. Στον δικτυακό τόπο διατίθεται ηλεκτρονικό έντυπο για τους πολίτες. Καταγγελίες μπορούν επίσης να υποβάλλονται τηλεφωνικά ή αυτοπροσώπως στο Γραφείο του Διαμεσολαβητή ή σε οποιαδήποτε εισαγγελική αρχή.
Πέραν των καταγγελιών, ο Διαμεσολαβητής συχνά λαμβάνει και άλλα διαβήματα, όπως ανώνυμες εξηγήσεις, απλές αιτήσεις παροχής πληροφοριών και νομικών συμβουλών, ή γενικές δηλώσεις επί συγκεκριμένων ζητημάτων. Σε όλα τα παραπάνω δεν μπορεί να δοθεί συνέχεια από τον Διαμεσολαβητή.
Για κάθε καταγγελία που υποβάλλεται κινείται διαδικασία (όχι κατ’ ανάγκη νέα, δεδομένου ότι οι καταγγελίες που αφορούν παρεμφερή ζητήματα μπορεί να συνεξετάζονται στο πλαίσιο ενιαίας διαδικασίας για λόγους ταχύτητας και οικονομίας της διαδικασίας) και η καταγγελία διερευνάται κατά τα προβλεπόμενα. Με άλλα λόγια, διεξάγονται όλες οι αναγκαίες έρευνες για να εξακριβωθούν τα πραγματικά περιστατικά, π.χ. με ακρόαση της οντότητας κατά της οποίας στρέφεται η καταγγελία και ακόμη και του ίδιου του καταγγέλλοντος, που μπορεί επίσης να ζητήσει ακρόαση από τον Διαμεσολαβητή.
Στο τέλος της εν λόγω διαδικασίας, η καταγγελία μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα τη διατύπωση συστάσεων, υποδείξεων, παρατηρήσεων ή τη διατύπωση άλλης πρότασης για τον συμβιβασμό των αντικρουόμενων συμφερόντων. Μπορεί επίσης να οδηγήσει στην την υποβολή αιτήματος ελέγχου της συνταγματικότητας ή νομιμότητας.
Ο Διαμεσολαβητής, πέρα από την εξέταση των καταγγελιών που υποβάλλουν πολίτες, μπορεί επίσης να κινεί με δική του πρωτοβουλία διαδικασίες για τη διερεύνηση καταστάσεων που υποπίπτουν με οποιονδήποτε τρόπο στην αντίληψή του και εμπίπτουν στη δικαιοδοσία του.
Εθνική Επιτροπή Προαγωγής των Δικαιωμάτων και Προστασίας των Παιδιών και Νέων (Comissão Nacional de Promoção dos Direitos e Proteção das Crianças e Jovens - CNPDPCJ).
Η CNPDPCJ συντονίζει τη δράση όλων των νομικών προσώπων του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, των δομών και προγραμμάτων παρέμβασης που έχουν ως αντικείμενο την προαγωγή των δικαιωμάτων και την προστασία των παιδιών και των νέων. Διατυπώνει συστάσεις και επιτηρεί, υποστηρίζει και εποπτεύει το έργο των Επιτροπών Προστασίας Παιδιών και Νέων (Comissões de Proteção de Crianças e Jovens - CPCJ) σε ολόκληρη τη χώρα.
Οι επιτροπές αυτές είναι θεσμοθετημένοι εξωδικαστικοί φορείς με λειτουργική αυτονομία, που αποσκοπούν στην προαγωγή των δικαιωμάτων των παιδιών και των νέων και στην πρόληψη ή αντιμετώπιση καταστάσεων που ενδέχεται να επηρεάζουν την ασφάλεια, την υγεία, την κατάρτιση, την εκπαίδευση ή την εν γένει ανάπτυξή τους. H Εισαγγελία (Ministério Público - MP) επιτηρεί το έργο των επιτροπών και αξιολογεί τη νομιμότητα και το βάσιμο των αποφάσεών τους, ασκώντας δικαστικό έλεγχο, όπου αυτό όπου κρίνεται αναγκαίο.
Οι επιτροπές συνεδριάζουν σε διευρυμένη ή περιορισμένη σύνθεση. Η επιτροπή διευρυμένης σύνθεσης είναι αρμόδια για την υλοποίηση δράσεων για την προαγωγή των δικαιωμάτων και την αποτροπή επικίνδυνων καταστάσεων για παιδιά και νέους.
Η επιτροπή περιορισμένης σύνθεσης παρεμβαίνει σε καταστάσεις στις οποίες ένα παιδί ή ένας νέος βρίσκεται σε κίνδυνο, ιδίως με τους εξής τρόπους: δίνει βήμα και παρέχει συμβουλές σε πρόσωπα που απευθύνονται στην επιτροπή προστασίας, προβαίνει σε προκαταρκτική αξιολόγηση καταστάσεων που περιέρχονται σε γνώση της επιτροπής, καθώς και σε διερεύνηση υποθέσεων, και αποφαίνεται επί της εφαρμογής μέτρων προαγωγής και προστασίας, τα οποία και επιτηρεί και επανεξετάζει (με την εξαίρεση του μέτρου που αφορά την έγκριση ενός προσώπου που έχει επιλεγεί ως θετός γονέας, ή ενός φορέα υιοθεσιών).
Διεκπεραίωση καταγγελιών:
Καθένας μπορεί να παρέχει πληροφορίες για μια επικίνδυνη κατάσταση απευθείας στις κατά τόπους επιτροπές μέσω επιστολής, φαξ ή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, ή αυτοπροσώπως στα γραφεία των επιτροπών. Κάθε επιτροπή προστασίας είναι αρμόδια για τη δημοτική περιφέρεια στην οποία εδρεύει. Κάντε κλικ εδώ για να δείτε τον κατάλογο με τα στοιχεία επικοινωνίας των Επιτροπών Προστασίας βάσει του τόπου διαμονής του παιδιού. http://www.cnpcjr.pt/search.asp
Η παρέμβαση της επιτροπής, προϋπόθεση για την οποία είναι η συναίνεση και συμφωνία των γονέων, μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα τη λήψη των ακόλουθων μέτρων:
Ανάλογα με τον χαρακτήρα τους, τα μέτρα προαγωγής και προστασίας υλοποιούνται στο σύνηθες περιβάλλον διαβίωσης ή σε καθεστώς τοποθέτησης εκτός αυτού.
Η CIG είναι το αρμόδιο εθνικό όργανο για την προαγωγή και την τήρηση της αρχής της ισότητας ανδρών και γυναικών. Το έργο της εκτείνεται στους ακόλουθους τομείς: εκπαίδευση για τα δικαιώματα του πολίτη, ισότητα ανδρών και γυναικών, προστασία της μητρότητας και της πατρότητας, προαγωγή μέσων διευκόλυνσης της ισότιμης συμμετοχής γυναικών και ανδρών σε διαφορετικούς τομείς του βίου, εξισορρόπηση της εργασιακής, ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής γυναικών και ανδρών, καταπολέμηση της ενδοοικογενειακής βίας και της βίας λόγω φύλου, της εμπορίας ανθρώπων και στήριξη των θυμάτων.
Η CIG αποτελεί κεντρική υπηρεσία, άμεσα υπαγόμενη στην κρατική διοίκηση, και έχει διοικητική αυτονομία. Ανήκει στην Προεδρία του υπουργικού συμβουλίου και υπάγεται στην αρμοδιότητα του Γενικού Γραμματέα Δικαιωμάτων του Πολίτη και Ισότητας των Φύλων.
Ειδικότερα, είναι αρμόδια να δέχεται καταγγελίες που αφορούν υποθέσεις διακριτικής μεταχείρισης ή βίας λόγω φύλου και να τις παραπέμπει αρμοδίως, απευθύνοντας, όταν κρίνεται σκόπιμο, γνώμες και συστάσεις προς τις αρμόδιες αρχές ή τις ενδιαφερόμενες οντότητες.
Διεκπεραίωση καταγγελιών:
Η CIG δέχεται καταγγελίες για υποθέσεις διακριτικής μεταχείρισης ή βίας λόγω φύλου μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, μέσω της σελίδας της στο Facebook και εγγράφως.
Οι καταγγελίες που παραλαμβάνονται, αναλύονται και ταξινομούνται από τις εσωτερικές υπηρεσίες, οι οποίες απαντούν απευθείας στον καταγγέλλοντα μέσω του ίδιου διαύλου επικοινωνίας. Η CIG μπορεί να απευθύνει γνώμες και/ή συστάσεις στις ενδιαφερόμενες οντότητες και/ή να παραπέμπει υποθέσεις στις αρμόδιες αρχές [επί παραδείγματι, στην Εισαγγελία, την ASAE (Autoridade de Segurança Alimentar e Económica - Αρχή Ασφάλειας Τροφίμων και Οικονομικής Ασφάλειας), την ERC (Entidade Reguladora para a Comunicação Social - Ρυθμιστική Αρχή ΜΜΕ)] με κοινοποίηση στις ενδιαφερόμενες οντότητες.
[Επιτροπή Ισότητας και Καταπολέμησης Φυλετικών Διακρίσεων (Comissão para a Igualdade e Contra a Discriminação Racial - CICDR)]
Η Ύπατη Επιτροπή Μετανάστευσης (ACM) είναι δημόσιος φορέας που εφαρμόζει δημόσιες πολιτικές για τη μετανάστευση. Ρόλος της είναι η καταπολέμηση όλων των μορφών διακριτικής μεταχείρισης λόγω χρώματος, εθνικότητας, εθνοτικής καταγωγής ή θρησκείας. Είναι αρμόδια για τη λήψη πληροφοριών που αφορούν πρακτικές διακριτικής μεταχείρισης και τον συντονισμό της λειτουργίας της Επιτροπής Ισότητας και Καταπολέμησης Φυλετικών Διακρίσεων (CICDR).
Η CICDR αποτελεί ανεξάρτητο συμβουλευτικό όργανο της ACM, που ειδικεύεται στην καταπολέμηση των φυλετικών διακρίσεων. Αποσκοπεί στην αποτροπή και απαγόρευση των φυλετικών διακρίσεων σε όλες τις εκφάνσεις τους και στην τιμωρία των πράξεων που παραβιάζουν θεμελιώδη δικαιώματα ή περιορίζουν ή αποτρέπουν την άσκηση οικονομικών, κοινωνικών ή πολιτισμικών δικαιωμάτων από δημόσια αρχή, υπηρεσία ή φυσικό πρόσωπο λόγω φυλής, χρώματος, εθνικότητας ή εθνοτικής καταγωγής.
Διεκπεραίωση καταγγελιών:
Καταγγελίες μπορούν να υποβάλλονται στην ACM ή απευθείας στη CICDR μέσω επιστολής, φαξ, ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ή τηλεφωνικά. Στον δικτυακό τόπο της CICDR διατίθεται επίσης ηλεκτρονικό έντυπο καταγγελίας.
Ο Ύπατος Επίτροπος διαβιβάζει την καταγγελία στη Γενική Επιθεώρηση του αρμόδιου Υπουργείου, η οποία, αφού επιχειρήσει να διακριβώσει την αλήθεια σχετικά με όσα καταγγέλλονται, οφείλει να υποβάλει σχετική αναφορά. Η αναφορά υποβάλλεται στη Μόνιμη Επιτροπή της Επιτροπής Ισότητας και Καταπολέμησης Φυλετικών Διακρίσεων, που διατυπώνει συμβουλευτική γνώμη. Στη βάση αυτής εκδίδεται απόφαση από τον Ύπατο Επίτροπο Μετανάστευσης. Η απόφαση μπορεί να περιλαμβάνει την επιβολή προστίμου που ανέρχεται έως το ποσό 5 τουλάχιστον βασικών μισθών για φυσικά πρόσωπα και 10 τουλάχιστον βασικών μισθών για δημόσιους φορείς/εταιρίες.
Η Επιτροπή τηρεί αρχείο με τις τελεσθείσες πράξεις διακριτικής μεταχείρισης και τις αντίστοιχες επιβληθείσες κυρώσεις. Δημοσιοποιεί τις παραβιάσεις της νομοθεσίας με σκοπό την αποτροπή ενεργειών αυτού του είδους και την ευαισθητοποίηση του κοινού σε θέματα ισότητας και καταπολέμησης των διακρίσεων.
Η CNPD αποτελεί ανεξάρτητο διοικητικό όργανο που τελεί υπό την εποπτεία της πορτογαλικής Εθνοσυνέλευσης. Ρόλος της είναι η επιτήρηση και εποπτεία της πλήρους ευθυγράμμισης της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα με τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις ελευθερίες και τις εγγυήσεις που κατοχυρώνονται στο Σύνταγμα και στον νόμο. Η CNPD αποτελεί την εθνική εποπτική αρχή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Συνεργάζεται με τις εποπτικές αρχές προστασίας δεδομένων των άλλων κρατών για την προστασία και την τήρηση των δικαιωμάτων των προσώπων που διαμένουν στο εξωτερικό.
Διεκπεραίωση καταγγελιών:
Καταγγελίες και αιτήσεις φυσικών προσώπων που αφορούν παραβιάσεις δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα πρέπει να απευθύνονται εγγράφως στη CNPD. Καταγγελίες μπορούν επίσης να υποβάλλονται ηλεκτρονικά με χρήση του εντύπου στον δικτυακό τόπο της CNPD. Στις καταγγελίες πρέπει να αναγράφεται το ονοματεπώνυμο, η διεύθυνση και η υπογραφή του συντάκτη.
Μετά την πρωτοκόλλησή της, η καταγγελία εξετάζεται και διαβιβάζεται για προκαταρκτική αξιολόγηση σε μέλος της CNPD. Εάν το ζήτημα που εγείρεται δεν εμπίπτει στη δικαιοδοσία της CNPD ή δεν είναι δυνατή η έκδοση απόφασης λόγω της φύσης των όσων καταγγέλλει το φυσικό πρόσωπο, μπορεί να αξιολογηθεί ή να διαβιβαστεί αρμοδίως από το μέλος στο οποίο ανατίθεται.
Οι αποφάσεις της CNPD εγκρίνονται κατά πλειοψηφία, έχουν δεσμευτική ισχύ και υπόκεινται σε προσφυγή και έφεση.
Ο Εθνικός Φορέας Επανένταξης αποτελεί έναν ολοκληρωμένο δημόσιο φορέα που επί του παρόντος υπάγεται στην αρμοδιότητα του Υπουργείου Εργασίας, Αλληλεγγύης και Κοινωνικής Ασφάλισης, με διοικητική αυτονομία και ίδια περιουσιακά στοιχεία. Έργο του Φορέα είναι η διασφάλιση ίσων ευκαιριών, η καταπολέμηση των διακρίσεων και η χειραφέτηση των ατόμων με αναπηρίες μέσω της προαγωγής των θεμελιωδών δικαιωμάτων τους.
Ο Φορέας δέχεται καταγγελίες για διακρίσεις λόγω αναπηρίας, κατά τα διαλαμβανόμενα στον νόμο κατά των διακρίσεων. Διάκριση θεωρείται ότι εισάγει κάθε πράξη που παραβιάζει θεμελιώδη δικαιώματα ή αποκλείει ή παρεμποδίζει την άσκηση δικαιωμάτων από οποιοδήποτε πρόσωπο, λόγω οποιασδήποτε αναπηρίας.
Διεκπεραίωση καταγγελιών:
Για την κίνηση της διαδικασίας καταγγελιών θα πρέπει να παρέχεται στον Φορέα πλήρης περιγραφή της κατάστασης που θεωρείται ότι εισάγει διακρίσεις. Στον δικτυακό τόπο διατίθεται έντυπο καταγγελίας το οποίο μπορεί να αποστέλλεται μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου.
Στην καταγγελία πρέπει να αναγράφονται τα πλήρη στοιχεία της ταυτότητας του καταγγέλλοντος (πλήρες ονοματεπώνυμο, ΑΔΤ ή αριθμός κάρτας πολίτη, αριθμός φορολογικού μητρώου, πλήρης διεύθυνση, τηλέφωνο ή λοιπά στοιχεία επικοινωνίας) και να παρατίθενται με σαφήνεια όλα τα πραγματικά περιστατικά. Πρέπει να δηλώνονται μάρτυρες με παράθεση των ονομάτων, των διευθύνσεων και των στοιχείων επικοινωνίας τους και να τεκμηριώνεται η καταγγελία, στο μέτρο του δυνατού, με στοιχεία, αποδεικτικά μέσα ή έγγραφα που στοιχειοθετούν την τέλεση της πράξης που εισήγαγε διακρίσεις.
Μετά την υποβολή καταγγελίας, η υπόθεση διαβιβάζεται στην αρμόδια διοικητική αρχή (γενικές επιθεωρήσεις υπηρεσιών, ρυθμιστικές αρχές ή λοιπά αρμόδια όργανα) η οποία διαθέτει εξουσίες επιθεώρησης και/ή επιβολής κυρώσεων στην προδικαστική φάση της συλλογής των αποδεικτικών στοιχείων, το πέρας της οποίας θα σημάνει είτε το κλείσιμο της υπόθεσης είτε την επιβολή προστίμου (σωρευτικά με τυχόν άλλες πρόσθετες κυρώσεις). Αντίγραφο της απόφασης αποστέλλεται στον Εθνικό Φορέα Επανένταξης.
H τέλεση πράξης που εισάγει διακρίσεις επισύρει την επιβολή προστίμου το ύψος του οποίου μπορεί να κυμαίνεται από 5 έως 30 φορές την αξία του ελάχιστου εγγυημένου μηνιαίου μισθού, αναλόγως εάν η παραβίαση τελείται από φυσικό ή νομικό πρόσωπο.
Ανάλογα με τη σοβαρότητα του αδικήματος και την υπαιτιότητα του παραβάτη, είναι δυνατή η επιβολή πρόσθετων κυρώσεων, όπως η κατάσχεση περιουσιακών στοιχείων, η απαγόρευση άσκησης επαγγελματικής ή άλλης δραστηριότητας, η στέρηση δικαιώματος σε επιχορηγήσεις ή παροχές από δημόσιες αρχές, η σφράγιση εγκαταστάσεων και η δημοσιοποίηση καταδικαστικών αποφάσεων.
Η CITE είναι τριμερές και ισότιμης συμμετοχής συλλογικό όργανο που διαθέτει διοικητική αυτονομία και νομική προσωπικότητα. Προάγει την ισότητα και την καταπολέμηση των διακρίσεων μεταξύ ανδρών και γυναικών στην εργασία, την απασχόληση και την επαγγελματική κατάρτιση και επικουρεί την εφαρμογή της νομοθεσίας και την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που συνεπάγονται οι συμφωνίες στον εν λόγω τομέα, καθώς και όσων αφορούν την προστασία της μητρότητας και της πατρότητας και την εξισορρόπηση της επαγγελματικής ζωής με την οικογενειακή και την ιδιωτική ζωή στον ιδιωτικό και τον δημόσιο τομέα και στην κοινωνική οικονομία.
Στα κύρια καθήκοντά της συγκαταλέγεται η αξιολόγηση των καταγγελιών που δέχεται ή των καταστάσεων που περιέρχονται στην αντίληψή της και οι οποίες αφορούν την παραβίαση των νομικών διατάξεων για την ισότητα και την καταπολέμηση των διακρίσεων μεταξύ ανδρών και γυναικών στην εργασία, την απασχόληση και την επαγγελματική κατάρτιση. Αντικείμενό της αποτελεί επίσης η διασφάλιση της προστασίας της μητρότητας και της πατρότητας και της εξισορρόπησης της επαγγελματικής ζωής με την οικογενειακή και την ιδιωτική ζωή, και η παροχή σχετικής ενημέρωσης και νομικής συνδρομής.
Διεκπεραίωση καταγγελιών:
Οποιοσδήποτε μπορεί να υποβάλει καταγγελία για αγγελίες εργασίας και άλλες μεθόδους πρόσληψης εργαζόμενων που δεν εγγυώνται την ισότητα μεταξύ ανδρών και γυναικών στην πρόσβαση στην εργασία.
Κάθε εργαζόμενος μπορεί να υποβάλει καταγγελία σε περίπτωση διακριτικής μεταχείρισης ανδρών και γυναικών στην πρόσβαση στην απασχόληση, στην εργασία και στην επαγγελματική κατάρτιση.
Καταγγελίες μπορούν να υποβάλλονται μέσω επιστολής, φαξ ή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου. Μπορούν επίσης να υποβάλλονται τηλεφωνικά στον αριθμό ατελούς κλήσης 800 204 684 ή στην έδρα της CITE μετά από συνεννόηση-τηλ. 21 780 37 09
Η CITE οφείλει να υποβάλει τη γνώμη της με την οποία επιβεβαιώνει ή διατυπώνει υπόνοιες για πρακτικές εργασίας που εισάγουν διακρίσεις λόγω φύλου στην αρμόδια υπηρεσία επιθεώρησης εργασίας (ACT), που έχει τη δυνατότητα να κινεί διοικητικές διαδικασίες για την παράβαση, όπως περιγράφεται στη συνέχεια.
Η ACT είναι κρατική υπηρεσία που αποσκοπεί στην προαγωγή της βελτίωσης των συνθηκών εργασίας στην ηπειρωτική Πορτογαλία μέσω της επιτήρησης της συμμόρφωσης με τους κανονισμούς εργασίας στο πλαίσιο των σχέσεων εργασίας και της προαγωγής της ασφάλειας και της υγείας στην εργασία στον ιδιωτικό τομέα.
Επιτηρεί επίσης τη συμμόρφωση με τη νομοθεσία για την ασφάλεια και την υγεία στην εργασία σε όλους τους τομείς και τα τμήματα και όργανα της κεντρικής δημόσιας διοίκησης (άμεση, έμμεση, τοπική), περιλαμβανομένων των δημόσιων φορέων και των διαδικασιών για την παροχή προσωποποιημένων υπηρεσιών ή δημόσιας χρηματοδότησης.
Μπορούν να υποβάλλονται καταγγελίες για ελλείψεις σε εγκαταστάσεις ή μη συμμόρφωση με τις διατάξεις που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα της ACT, και στις οποίες περιλαμβάνονται: οι συνθήκες ασφάλειας και υγείας στην εργασία, οι συμβάσεις απασχόλησης ορισμένου χρόνου, η ανισότητα και οι διακρίσεις στην εργασία, η απόσπαση εργαζομένων, η διάρκεια και η οργάνωση του χρόνου εργασίας, η συλλογική εκπροσώπηση εργαζόμενων, η αδήλωτη ή παράνομη εργασία, η προσωρινή εργασία, η εργασία μεταναστών.
Διεκπεραίωση καταγγελιών:
Κάθε εργαζόμενος, εκπρόσωπος εργαζόμενων ή άλλος ενδιαφερόμενος μπορεί να υποβάλει καταγγελία συμπληρώνοντας το ηλεκτρονικό έντυπο που διατίθεται στον δικτυακό τόπο της ACT.
Εάν κατά την άσκηση των καθηκόντων του ο επιθεωρητής εργασίας αυτοπροσώπως και απευθείας (ακόμη και μετά το συμβάν) διακριβώσει ή αποδείξει παραβίαση των κανόνων που τιμωρείται με πρόστιμο, συντάσσει επίσημη αναφορά. Για παραβιάσεις που δεν αποδεικνύει προσωπικά, ο επιθεωρητής εργασίας συντάσσει έκθεση συμβάντων στην οποία καταγράφει τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία και κατονομάζει τουλάχιστον δύο μάρτυρες.
Αφότου συνταχθεί η έκθεση, ενημερώνεται το πρόσωπο που κατηγορείται και του χορηγείται περίοδος 15 ημερών προκειμένου να καταβάλει εθελούσια το πρόστιμο, να υποβάλει γραπτή απάντηση μαζί με τυχόν σχετικά έγγραφα τεκμηρίωσης και κατάλογο μαρτύρων ή να παραστεί αυτοπροσώπως σε ακρόαση.
Η προθεσμία για την ολοκλήρωση της έρευνας είναι 60 ημέρες, και μπορεί να παρατείνεται για ισόχρονα διαστήματα σε δεόντως αιτιολογηµένες περιπτώσεις.
Σε περίπτωση ιδιαίτερα σοβαρών διοικητικών παραβάσεων ή υποτροπής στην τέλεση σοβαρών διοικητικών παραβάσεων με δόλο ή βαριά αμέλεια, μπορεί να επιβάλλεται η πρόσθετη κύρωση της δημοσιοποίησής τους. Σε περίπτωση εκ νέου τέλεσης των ανωτέρω διοικητικών παραβάσεων, ενδέχεται να επιβληθούν επιπλέον πρόσθετες κυρώσεις, όπως προσωρινή απαγόρευση άσκησης δραστηριοτήτων, στέρηση του δικαιώματος συμμετοχής σε πλειστηριασμούς ή δημοπρασίες, ή δημοσιοποίηση ποινής, αφού ληφθούν υπόψη οι βλαπτικές συνέπειες για τον εργαζόμενο ή το οικονομικό όφελος που προσπορίστηκε ο εργοδότης.
Σε περίπτωση που η παράβαση αφορά παράλειψη καθήκοντος, η καταβολή του προστίμου δεν αίρει την υποχρέωση του παραβάτη για συμμόρφωση με το καθήκον του, εφόσον υπάρχει ακόμη η σχετική δυνατότητα. Εάν η παράβαση απορρέει από τη μη καταβολή δεδουλευμένων, η ACT μπορεί, πέρα από την επιβολή προστίμου, να διατάξει την καταβολή των δεδουλευμένων των εργαζομένων εντός της προθεσμίας καταβολής του προστίμου.
Αποστολή της APA είναι να εισηγείται, να εκπονεί και να επιτηρεί την ολοκληρωμένη και συμμετοχική διαχείριση των πολιτικών για την προστασία του περιβάλλοντος και τη βιώσιμη ανάπτυξη σε συντονισμό με άλλες τομεακές πολιτικές και σε συνεργασία με δημόσιους ή ιδιωτικούς φορείς που εργάζονται για την επίτευξη του ίδιου σκοπού. Επιδίωξή της είναι η εξασφάλιση υψηλής προστασίας και βελτίωσης του περιβάλλοντος και η παροχή υπηρεσιών υψηλού επιπέδου στους πολίτες. Αποτελεί επίσης την αρμόδια εθνική αρχή για την εφαρμογή του συστήματος περιβαλλοντικής ευθύνης.
Οι περιβαλλοντικές ζημίες περιλαμβάνουν: (I) ζημία προστατευόμενων ειδών και φυσικών οικοτόπων (ii) ζημία υδάτων (iii) ζημία εδάφους.
Παρατηρήσεις σχετικά με περιπτώσεις περιβαλλοντικής ζημίας ή επαπειλούμενης περιβαλλοντικής ζημίας μπορούν να υποβάλλονται στην Υπηρεσία και να ζητείται η ανάληψη δράσης. Το πρόσωπο που υποβάλλει την παρατήρηση θα πρέπει επίσης να υποβάλει κάθε άλλο συναφές στοιχείο ή παρέμβαση που έχει στη διάθεσή του.
Διεκπεραίωση καταγγελιών:
Κάθε φυσικό πρόσωπο/ενδιαφερόμενος μπορεί να αποστέλλει αίτημα ταχυδρομικά ή μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου. Στον δικτυακό τόπο της Υπηρεσίας διατίθεται επίσης ηλεκτρονικό έντυπο επικοινωνίας.
Η αρμόδια αρχή διερευνά το αίτημα για ανάληψη δράσης και γνωστοποιεί στους ενδιαφερόμενους την αποδοχή ή απόρριψή του. Εάν η αρμόδια αρχή επιβεβαιώσει την ύπαρξη περιβαλλοντικής ζημίας και εγκρίνει το αίτημα του αιτούντος, ο οικείος παράγοντας ενημερώνεται για το αίτημα δράσης με σκοπό τη λήψη απόφασης για τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν.
Η IGAMAOT αποτελεί κεντρική υπηρεσία που υπάγεται στην άμεση κρατική διοίκηση και είναι αρμόδια για τον έλεγχο και την εποπτεία των τμημάτων και των οργάνων που εμπίπτουν στις αρμοδιότητες της IGAMAOT με βάση τη διοικητική και διαχειριστική τους οργάνωση και την αποστολή τους. Στους τομείς της ρύθμισης και της ασφάλειας τροφίμων, επιτηρεί τη χρηματοδοτική στήριξη από εθνικά κονδύλια και κονδύλια της ΕΕ. Στους τομείς του περιβάλλοντος, του χωροταξικού σχεδιασμού και της διατήρησης της φύσης διασφαλίζει τη διαρκή επιτήρηση και αξιολόγηση της νομιμότητας.
Το έργο της εκτείνεται σε δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς και σε φυσικά πρόσωπα για ζητήματα που άπτονται της περιβαλλοντικής νομοθεσίας, του χωροταξικού σχεδιασμού ή της διατήρησης της φύσης και στους δικαιούχους εθνικής ή ευρωπαϊκής στήριξης στη γεωργία και την αλιεία.
Η IGAMAOT δέχεται καταγγελίες για πράξεις που εμπίπτουν στη δικαιοδοσία της. Παρεμβαίνει σε ζητήματα ύψιστου δυνητικού κινδύνου σε συνεργασία με άλλες αρμόδιες αρχές, ανάλογα με το καταγγελλόμενο περιστατικό.
Διεκπεραίωση καταγγελιών:
Η IGAMAOT διαθέτει ηλεκτρονική γραμματεία στον δικτυακό της τόπο μέσω της οποίας μπορούν να υποβάλλονται καταγγελίες με συμπλήρωση ηλεκτρονικού εντύπου και με λεπτομερή περιγραφή της κατάστασης που παρατηρήθηκε, περιλαμβανομένου του ονοματεπώνυμου του καταγγέλλοντος και των στοιχείων επικοινωνίας του. O καταγγέλλων μπορεί να ζητήσει να τηρηθούν εμπιστευτικές οι πληροφορίες που παρέχει, σημειώνοντας το σχετικό πεδίο στο έντυπο.
Η υποβολή στην IGAMAOT καταγγελιών, δηλώσεων, αναφορών συμβάντων και λοιπών αιτημάτων που περιέχουν υλικό το οποίο μπορεί να εξεταστεί στο πλαίσιο επιθεώρησης έχει ως αποτέλεσμα την κίνηση συγκεκριμένης διοικητικής διαδικασίας που διεξάγεται σύμφωνα με τον Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας.
Ανώνυμα αιτήματα δεν εξετάζονται περαιτέρω, εκτός αν στοιχειοθετούνται ή τεκμηριώνονται επαρκώς.
Στο πλαίσιο της διοικητικής διαδικασίας η IGAMAOT τάσσει προθεσμίες στα οικεία όργανα για να απαντήσουν στα αιτήματα στις αιτήσεις παροχής πληροφοριών τα οποία τους απευθύνει ή για να παράσχουν πληροφορίες.
Η έρευνα μπορεί να περιλαμβάνει ενέργειες με αποδέκτες τους ενδιαφερόμενους φορείς και στόχο τη συλλογή πληροφοριών και αποδεικτικών στοιχείων που θα επιτρέψουν τη λήψη απόφασης ως προς τη διενέργεια επιθεώρησης.
Μετά τη διερεύνηση της υπόθεσης, και με την επιφύλαξη υποχρεωτικής αναφοράς σε περίπτωση εγκληματικής δραστηριότητας, καταρτίζεται αιτιολογημένη πρόταση προς υποβολή στον Γενικό Επιθεωρητή, ο οποίος μπορεί να αποφασίσει είτε να κλείσει την υπόθεση, είτε να παρακολουθεί την εξέλιξή της, να λάβει έκτακτα μέτρα ή να παραπέμψει το ζήτημα στο μέλος της κυβέρνησης που είναι αρμόδιο για την IGAMAOT, προκειμένου να αποφασίσει σχετικά με τις περαιτέρω ενέργειες.
H IGSJ αποτελεί κεντρική υπηρεσία που υπάγεται στην άμεση κρατική διοίκηση, με διοικητική αυτονομία και αποστολή της τον έλεγχο, την επιθεώρηση και εποπτεία όλων των οντοτήτων, τμημάτων και οργάνων που υπάγονται στη δικαιοδοσία του Υπουργείου Δικαιοσύνης ή υπόκεινται στον εποπτικό ή ρυθμιστικό του έλεγχο, μεταξύ των οποίων οι σωφρονιστικές υπηρεσίες, με στόχο την αποκατάσταση παρατυπιών ή παρανομιών και τη βελτιστοποίηση της παροχής των υπηρεσιών.
Μπορούν να υποβάλλονται καταγγελίες για πράξεις και παραλείψεις που θεωρούνται παράνομες, και ιδίως για σημαντικές καθυστερήσεις στην παροχή δημόσιων υπηρεσιών, κακή εξυπηρέτηση, ανάρμοστη συμπεριφορά υπαλλήλων ή αντιπροσώπων, κακή κατάσταση εγκαταστάσεων και, εν γένει, για κάθε παρατυπία και έλλειψη στην παροχή των υπηρεσιών.
Διεκπεραίωση καταγγελιών:
Καταγγελίες μπορούν να υποβάλλονται χωρίς την τήρηση ιδιαίτερου τύπου με έναν από τους ακόλουθους τρόπους: αυτοπροσώπως, με απλό ταχυδρομείο, ή μέσω τηλεφώνου, φαξ ή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου. Γι’ αυτόν τον σκοπό διατίθεται στον δικτυακό τόπο της IGSJ σχετικό ηλεκτρονικό έντυπο.
Καταγγελίες, εκθέσεις συμβάντων και δηλώσεις που υποβάλλονται αυτοπροσώπως στην GSJ παραλαμβάνονται από τον αρμόδιο επιθεωρητή.
Οι καταγγελίες που υποβάλλονται λαμβάνουν πάντοτε αριθμό υπόθεσης. Ο καταγγέλλων ενημερώνεται για τον αριθμό υπόθεσης και πρέπει να τον αναφέρει σε κάθε επικοινωνία του με την IGSJ. Όπου κρίνεται πρόσφορο, η καταγγελία μπορεί να συνδυαστεί με εν εξελίξει ή εκκρεμή επιθεώρηση ή έλεγχο.
Οι καταγγέλλοντες μπορούν να ζητούν πληροφορίες από την IGSJ για την πορεία της υπόθεσής τους με κάθε μέσο και με παράθεση του αριθμού της υπόθεσης. Εάν η καταγγελία είχε υποβληθεί μέσω του δικτυακού τόπου της IGSJ, η πορεία της μπορεί να παρακολουθείται με χρήση του κωδικού πρόσβασης που δημιουργήθηκε κατά την ηλεκτρονική υποβολή.
Ανώνυμες καταγγελίες εξετάζονται μόνον εφόσον οι ισχυρισμοί που προβάλλονται κριθούν συνεκτικοί και λεπτομερείς. Στις περιπτώσεις αυτές δεν παρέχεται καμία πληροφορία στον καταγγέλλοντα σχετικά με το αποτέλεσμα των ερευνών που έχουν διεξαχθεί, και δεν είναι δυνατή η πρόσβαση σε πληροφορίες για την πορεία της υπόθεσης που διατίθενται στον δικτυακό τόπο της ICJS, διότι προϋπόθεση για την πρόσβαση στις πληροφορίες αυτές είναι η εγγραφή του χρήστη.
Η IGAJ αποτελεί ανεξάρτητη υπηρεσία που ασχολείται με τον εξωτερικό έλεγχο της αστυνομικής δράσης. Υπάγεται στην αρμοδιότητα του Υπουργείου Εσωτερικών (Ministério da Administração Interna - MAI) και στη δικαιοδοσία της εμπίπτουν όλες οι υπηρεσίες και οι δυνάμεις ασφαλείας [GNR (Guarda Nacional Republicana - Εθνική Δημοκρατική Φρουρά), PSP (Polícia de Segurança Pública - Αστυνομία Δημόσιας Ασφάλειας) και SEF (Serviço de Estrangeiros e Fronteiras - Υπηρεσία Αλλοδαπών και Συνόρων)] που υπάγονται στο εν λόγω Υπουργείο. Διεξάγει υψηλού επιπέδου ελέγχους και επιθεωρήσεις, ασκεί την εποπτεία των εν λόγω οργάνων και προασπίζεται τα δικαιώματα των πολιτών, με ιδιαίτερη έμφαση στην προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και την τήρηση της δημόσιας τάξης.
Κάθε φυσικό πρόσωπο (Πορτογάλος ή αλλοδαπός), ομάδα ή ένωση προσώπων, εταιρία ή άλλο νομικό πρόσωπο μπορεί να υποβάλει καταγγελία για πράξεις και παραλείψεις που θεωρούνται παράνομες, ιδίως καταγγελίες για παραβιάσεις των θεμελιωδών δικαιωμάτων των πολιτών από επαγγελματίες των οργάνων που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα του Υπουργείου Εσωτερικών. Στις εν λόγω παραβιάσεις συγκαταλέγονται: καθυστερήσεις στην παροχή δημόσιων υπηρεσιών, ελλιπείς υπηρεσίες, ανάρμοστη συμπεριφορά δημοσίων υπαλλήλων ή λοιπών εργαζόμενων που υπάγονται στο Υπουργείο Εσωτερικών, κακή κατάσταση των εγκαταστάσεων και, εν γένει, κάθε τυχόν παρατυπία ή ανεπάρκεια στην παροχή των υπηρεσιών.
Διεκπεραίωση καταγγελιών:
Καταγγελίες μπορούν να υποβάλλονται χωρίς την τήρηση ιδιαίτερου τύπου με απλό ταχυδρομείο, αυτοπροσώπως ή μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου.
Στην καταγγελία πρέπει να παρέχεται αναλυτική περιγραφή της κατάστασης που παρατηρήθηκε, να κατονομάζεται το αρμόδιο πρόσωπο, να παρατίθεται η ακριβής ημερομηνία και ο τόπος (αριθμός οδού και θύρας, πόλη, συνοικία και περιφέρεια) και, εάν είναι εφικτό, η καταγγελία πρέπει να συνοδεύεται από χάρτη της περιοχής την οποία αφορά η καταγγελλόμενη κατάσταση.
Εάν δεν είναι εφικτή η υποβολή αποδεικτικών στοιχείων κατά τον χρόνο της έκθεσης συμβάντων, αυτά θα πρέπει να υποβληθούν το συντομότερο δυνατό.
Η IGAI διασφαλίζει τη δέουσα εξέταση όλων των καταγγελιών που υπάγονται στην αρμοδιότητά της και ότι όλοι οι ταυτοποιημένοι καταγγέλλοντες λαμβάνουν απάντηση στις δηλώσεις τους. Πληροφορίες από την IGΑΙ για την κατάσταση των υποθέσεων μπορούν να ζητούνται με παράθεση του αριθμού της υπόθεσης.
Ανώνυμες καταγγελίες εξετάζονται μόνον εφόσον οι ισχυρισμοί που προβάλλονται κριθούν συνεκτικοί και λεπτομερείς.
Η IGEC επιτηρεί τη νομιμότητα και την κανονικότητα των πράξεων που διεξάγονται από όργανα, τμήματα και υπηρεσίες του Υπουργείου Παιδείας ή που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα του εκάστοτε μέλους της κυβέρνησης. Επίσης επιτηρεί, ελέγχει και εποπτεύει τη λειτουργία του εκπαιδευτικού συστήματος στην προσχολική και σχολική εκπαίδευση (πρωτοβάθμια, δευτεροβάθμια ή ανώτερη). Η δικαιοδοσία της εκτείνεται στις ειδικές μορφές εκπαίδευσης, την εξωσχολική εκπαίδευση, τις επιστήμες και την τεχνολογία και στα όργανα, τμήματα και τις υπηρεσίες του Υπουργείου.
Ο διαμεσολαβητής της IGEC διαφυλάττει, προασπίζεται και προάγει τα νόμιμα δικαιώματα και συμφέροντα των πολιτών και την ορθότητα και δικαιοσύνη του εκπαιδευτικού συστήματος. Το έργο του/της περιλαμβάνει την ανάλυση και διαχείριση καταγγελιών από χρήστες και φορείς του εκπαιδευτικού συστήματος και μπορεί να συνεπάγεται τη διενέργεια έρευνας ή πειθαρχικής διαδικασίας.
Διεκπεραίωση καταγγελιών:
Καταγγελίες μπορούν να υποβάλλονται μέσω επιστολής, φαξ ή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου. Πριν από την υποβολή καταγγελιών ενώπιον της IGEC, οι χρήστες και οι φορείς του εκπαιδευτικού συστήματος θα πρέπει, όποτε είναι εφικτό, να εξηγούν την κατάσταση στα αρμόδια όργανα του σχολικού συγκροτήματος/σχολικής μονάδας, του ιδρύματος ανώτερης εκπαίδευσης ή του οργάνου/υπηρεσίας.
Το έργο του διαμεσολαβητή διεξάγεται από τις κατά τόπον υπηρεσίες επιθεώρησης της IGEC, που είναι αρμόδιες για την αξιολόγηση των καταγγελιών που υποβάλλουν χρήστες και φορείς του Εκπαιδευτικού Συστήματος και την επιλογή της πλέον πρόσφορης διαδικασίας για τον χειρισμό τους. Μπορούν επίσης να διεξάγουν προκαταρκτική έρευνα, η οποία ουσιαστικά αποσκοπεί στον προσδιορισμό του αντικειμένου της καταγγελίας και στον καθορισμό των δικαιολογητικών λόγων αυτής με ταχύτητα και αποτελεσματικότητα. Όποτε οι εν λόγω καταγγελίες αφορούν ζητήματα που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα του διευθυντή του σχολικού συγκροτήματος/σχολικής μονάδας, του πρύτανη/προέδρου/διευθυντή του φορέα/ιδρύματος ανώτερης εκπαίδευσης ή του γενικού διευθυντή σχολείων, μέσω των περιφερειακών εκπαιδευτικών αντιπροσώπων, οι καταγγελίες παραπέμπονται απευθείας σ' αυτούς. Καταγγελίες που αφορούν τα εκπαιδευτικά/επιστημονικά όργανα/υπηρεσίες αναλύονται απευθείας από την IGEC μετά την ακρόαση των εμπλεκόμενων μερών.
Καταγγελίες που παραλαμβάνονται από τα Κεντρικά Γραφεία της IGEC αποστέλλονται στις κατά τόπον περιοχές ευθύνης επιθεώρησης για τον καθορισμό της προσφορότερης διαδικασίας.
Οι διευθυντές σχολικών συγκροτημάτων/σχολικών μονάδων και ο πρύτανης/πρόεδρος/διευθυντής του φορέα/ιδρύματος ανώτερης εκπαίδευσης έχουν πειθαρχική εξουσία επί του διδακτικού προσωπικού, του μη διδακτικού προσωπικού και των σπουδαστών. Με τη σειρά του, ο γενικός διευθυντής των σχολείων, μέσω των περιφερειακών εκπαιδευτικών αντιπροσώπων έχει πειθαρχική εξουσία επί του διοικητικού και διαχειριστικού οργάνου των σχολικών συγκροτημάτων/σχολικών μονάδων.
Ωστόσο, όπου προκύπτει κατόπιν επιθεώρησης ότι έχουν λάβει χώρα πειθαρχικές παραβάσεις, ο Γενικός Επιθεωρητής έχει την εξουσία να κινεί την αντίστοιχη πειθαρχική διαδικασία.
Καταγγελίες που παραλαμβάνονται από τα Κεντρικά Γραφεία ή τις κατά τόπον υπηρεσίες επιθεώρησης και αφορούν τη λειτουργία άλλων τομέων της διοίκησης και/ή τη δράση ιδιωτικών οντοτήτων που δεν εμπίπτουν στην αρμοδιότητα του Υπουργείου Παιδείας και Επιστημών, παραπέμπονται στην αρμόδια υπηρεσία της κεντρικής, περιφερειακής ή τοπικής αυτοδιοίκησης και ενημερώνεται σχετικά ο ενδιαφερόμενος.
Η Γενική Επιθεώρηση Δραστηριοτήτων Υγείας αποτελεί κεντρική υπηρεσία που υπάγεται στην άμεση κρατική διοίκηση, και έχει καθήκον τη διασφάλιση της συμμόρφωσης με τη νομοθεσία και την υψηλών τεχνικών επιπέδων απόδοση σε όλους τους τομείς της παροχής υγειονομικής περίθαλψης, τόσο από τα όργανα του Υπουργείου Υγείας ή από τα όργανα που τελούν υπό την αρμοδιότητά του όσο και από όργανα του δημόσιου, ιδιωτικού ή κοινωνικού τομέα.
Τυχόν παρατυπίες ή ελλείψεις στην παροχή των υπηρεσιών μπορούν να καταγγέλλονται στην IGAS, όπως: πράξεις και παραλείψεις που θεωρούνται παράνομες, κατάχρηση δημοσίου χρήματος ή κρατικών κεφαλαίων, απάτη ή διαφθορά, εμπόδια ή ανισότητες στην πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη σε συγκεκριμένο πάροχο ή ίδρυμα, παράπτωμα εργαζομένου ή επαγγελματία της υγείας, κ.ο.κ.
Εάν το γεγονός που καταγγέλλεται δεν εμπίπτει στην αρμοδιότητα της IGAS, οι δηλώσεις ή οι καταγγελίες από νόμιμα προσδιορισμένα όργανα διαβιβάζονται στο αρμόδιο όργανο.
Διεκπεραίωση καταγγελιών:
Κάθε πρόσωπο (Πορτογάλος ή αλλοδαπός), ομάδα ή ένωση προσώπων, εταιρία ή άλλο νομικό πρόσωπο μπορεί να υποβάλλει την καταγγελία του ταχυδρομικά ή μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου.
Καταγγελίες/δηλώσεις μπορούν να υποβάλλονται οποτεδήποτε και πρέπει να είναι πλήρεις και στοιχειοθετημένες, και να παρέχουν, στο μέτρο του δυνατού, αναλυτικές πληροφορίες για το εμπλεκόμενο πρόσωπο ή τον εμπλεκόμενο οργανισμό, τα πραγματικά περιστατικά, την ημερομηνία και τον τόπο όπου έλαβαν χώρα, τα στοιχεία ταυτότητας (ονοματεπώνυμο και στοιχεία επικοινωνίας) και πληροφορίες σχετικά με την υποβολή της καταγγελίας/δήλωσης σε άλλο όργανο.
Η IGAS εξετάζει καταγγελίες/δηλώσεις τα στοιχεία των οποίων επιτρέπουν να εξεταστεί η συνάφεια και οι λεπτομέρειες ως προς τον χρόνο, τη μέθοδο και τον τόπο των πραγματικών περιστατικών ή πράξεων, καθώς και ως προς τους δράστες και την ενδεχόμενη ευθύνη τους.
Η υποβολή καταγγελιών/δηλώσεων μπορεί να θέσει σε εφαρμογή διαδικασία επιθεώρησης ή αποσαφήνισης σύμφωνα με τον Κανονισμό Επιθεωρήσεων του IGAS.
Στις διαδικασίες επιθεώρησης τηρείται πάντοτε η αρχή της εκατέρωθεν ακροάσεως. Με αυτό τον τρόπο τα εμπλεκόμενα πρόσωπα αποκτούν τη δυνατότητα ακρόασης, εκτός από τις περιπτώσεις που ορίζονται στον νόμο, δηλαδή περιπτώσεις στις οποίες η έρευνα στην ποινική δίκη και η συλλογή των αποδείξεων μπορεί να παρεμποδιστεί ουσιωδώς.
Οι ενδιαφερόμενοι που ταυτοποιούνται νομότυπα ενημερώνονται για το αποτέλεσμα της παρέμβασης της IGAS.
Η Ρυθμιστική Αρχή Υγείας (ERS) είναι ανεξάρτητο δημόσιο όργανο με αποστολή τη ρύθμιση των δραστηριοτήτων των ιδρυμάτων υγειονομικής περίθαλψης, δηλαδή όλων των ιδρυμάτων υγειονομικής περίθαλψης του δημόσιου, ιδιωτικού και κοινωνικού τομέα που εξυπηρετούν το κοινό στην ηπειρωτική Πορτογαλία, εκτός από τα φαρμακεία.
Το αντικείμενο της ρύθμισης και εποπτείας των παρόχων περιλαμβάνει τα ακόλουθα: χειρισμό καταγγελιών από χρήστες, παρόχους και φορείς, διεξαγωγή επιθεωρήσεων και ελέγχων των εγκαταστάσεων των παρόχων υγειονομικής περίθαλψης, διερεύνηση καταστάσεων που μπορεί να θέτουν σε κίνδυνο τα δικαιώματα των χρηστών, διεξαγωγή διαδικασιών διοικητικών παραβάσεων και επιβολή κυρώσεων, διατύπωση υποδείξεων, εισηγήσεων και γνωμών, και υλοποίηση μελετών για την οργανωτική διάρθρωση του συστήματος υγείας.
Οι καταγγελίες που εμπίπτουν στη δικαιοδοσία της ERS αφορούν τα ακόλουθα:
Διεκπεραίωση καταγγελιών:
Οι χρήστες των υπηρεσιών υγείας μπορούν να υποβάλλουν καταγγελίες μέσω του βιβλίου παραπόνων που πρέπει να διατίθεται στις εγκαταστάσεις στις οποίες παρέχονται δημόσιες υπηρεσίες ή απευθείας στην εταιρεία ή στον πάροχο της υπηρεσίας/προμηθευτή μετά το συμβάν.
Επιτρέπεται επίσης η απευθείας αποστολή δηλώσεων στην ERS ταχυδρομικά, τηλεφωνικά, αυτοπροσώπως ή μέσω του ηλεκτρονικού βιβλίου παραπόνων, που διατίθεται στον δικτυακό τόπο της ERS στη διεύθυνση https://www.ers.pt/pages/50. Η ERS χειρίζεται καταγγελίες που υποβάλλονται μέσω του ηλεκτρονικού βιβλίου παραπόνων με τον ίδιο ακριβώς τρόπο με τον οποίο χειρίζεται καταγγελίες που καταγράφονται στο συμβατικό βιβλίο παραπόνων που διατίθεται στις εγκαταστάσεις των παρόχων υγειονομικής περίθαλψης.
Εάν ο καταγγέλλων έχει καταχωρίσει τη δήλωσή του στο βιβλίο παραπόνων που διατίθεται στις εγκαταστάσεις του παρόχου, μπορεί να αποστείλει στην ERS αντίγραφο της δήλωσης που θα έπρεπε να του είχε εγχειριστεί κατά την υποβολή της καταγγελίας (μπλε έντυπο). Ο πάροχος έχει στη διάθεσή του 10 εργάσιμες ημέρες για να αποστείλει την καταγγελία στην ERS.
Εάν ο χρήστης υποβάλει απευθείας τη δήλωση στον πάροχο μέσω επίσημης επιστολής (ταχυδρομικά), φαξ ή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, μπορεί να αποστείλει αντίγραφο του πρωτότυπου εγγράφου στην ERS.
Με την παραλαβή της καταγγελίας, η ERS ζητά από τον/την καταγγέλλοντα/-ουσα να καταθέσει τις δηλώσεις που κρίνει συναφείς. Ανάλογα με το περιεχόμενο της καταγγελίας και των δηλώσεων που έχουν κατατεθεί, η ERS θα λάβει τη δράση που θεωρεί πρόσφορη σύμφωνα με τις εξουσίες που της έχει απονείμει ο νόμος. Σε περίπτωση που η καταγγελία δεν προσδιορίζεται ορθώς ή δεν είναι επαρκώς λογικοφανής, η υπόθεση περατώνεται. Σε περίπτωση που η καταγγελία δεν εμπίπτει στην αρμοδιότητά της, η ERS γνωστοποιεί στον καταγγέλλοντα το αρμόδιο όργανο για τον χειρισμό της και τη διαβιβάζει ανάλογα.
Η IGMTSSS αποτελεί υπηρεσία που υπάγεται στην άμεση κρατική διοίκηση και ανήκει στο Υπουργείο Εργασίας, Αλληλεγγύης και Κοινωνικής Ασφάλισης (Ministério do Trabalho, Solidariedade e Segurança Social - MTSSS). Έχει την εποπτεία των υπηρεσιών και των οργάνων του Υπουργείου Εργασίας ή όσων εμπίπτουν στην αρμοδιότητα του αντίστοιχου Υπουργού.
Η IGMTSSS αξιολογεί τη νομική και ρυθμιστική συμμόρφωση των πράξεων των τμημάτων και οργάνων του Υπουργείου ή όσων εμπίπτουν στην αρμοδιότητα του αντίστοιχου Υπουργού, και αξιολογεί την απόδοση και διαχείρισή τους μέσω επιθεωρήσεων και ελέγχων. Αξιολογεί την ποιότητα των υπηρεσιών που παρέχονται στους πολίτες και εισηγείται μεταβολές και μέτρα για την κάλυψη των ελλείψεων και τη διόρθωση των παρατυπιών που εντοπίζονται.
Στην IGMTSSS απευθύνονται καταγγελίες ή αναφορές συμβάντων για παραβάσεις που έχουν διαπραχθεί από όργανα που υπόκεινται στην αρμοδιότητα του Υπουργείου, περιλαμβανομένων των φορέων που ανήκουν στη Santa Casa da Misericórdia (Ιερός Οίκος του Ελέους) και σε ιδιωτικούς φορείς κοινωνικής αλληλεγγύης.
Διεκπεραίωση καταγγελιών:
Οι καταγγελίες μπορούν να υποβάλλονται ταχυδρομικά, μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ή με χρήση του ηλεκτρονικού εντύπου που διατίθεται στον δικτυακό τόπο. Εκτός από τον προσδιορισμό του αντικειμένου της καταγγελίας και της ημερομηνίας των γεγονότων, η καταγγελία θα πρέπει να περιλαμβάνει σύντομη και σαφή περιγραφή των γεγονότων που την αφορούν.
Η ASAE αποτελεί την εθνική διοικητική αρχή που ειδικεύεται στην ασφάλεια των τροφίμων και την οικονομική επιτήρηση. Είναι αρμόδια για την αξιολόγηση και κοινοποίηση των κινδύνων στην τροφική αλυσίδα και για τη ρύθμιση των οικονομικών δραστηριοτήτων στους τομείς τροφίμων και μη εδώδιμων προϊόντων μέσω της επιτήρησης της συμμόρφωσης με την οικεία ρυθμιστική νομοθεσία.
Όλοι οι προμηθευτές αγαθών ή οι πάροχοι υπηρεσιών που ασκούν δραστηριότητα σε σταθερή, μόνιμη, υλική εγκατάσταση, έχουν άμεση επαφή με το κοινό και παρέχουν αγαθά ή υπηρεσίες στην Πορτογαλία, οφείλουν να διαθέτουν βιβλίο παραπόνων.
Διεκπεραίωση καταγγελιών:
Καταναλωτής που δεν είναι πλήρως ικανοποιημένος από την παροχή μιας υπηρεσίας ή την αγορά ενός προϊόντος, μπορεί να ζητήσει το βιβλίο παραπόνων και να το χρησιμοποιήσει προκειμένου να εξηγήσει την αιτία της μη ικανοποίησής του. Οι πάροχοι υπηρεσιών οφείλουν να αποστέλλουν τα πρωτότυπα έντυπα καταγγελιών στην ASAE εντός 10 εργάσιμων ημερών.
Παράνομες ενέργειες που αφορούν διοικητικές παραβάσεις ή ποινικές υποθέσεις που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα της ASAE μπορούν επίσης να καταγγέλλονται με χρήση ηλεκτρονικού εντύπου που διατίθεται στον δικτυακό τόπο της ASAE.
Σε περίπτωση καταγγελίας παράνομης πράξης η οποία δεν εμπίπτει στην αρμοδιότητα της ASAΕ, η καταγγελία διαβιβάζεται στην αρμόδια αρχή.
Η καταγγελία πρέπει να συντάσσεται με πλήρη και στοιχειοθετημένο τρόπο, με αναγραφή, στο μέτρο του δυνατού, λεπτομερών πληροφοριών για τα πραγματικά περιστατικά και το όργανο το οποίο αφορά, τον τόπο επέλευσης των πραγματικών περιστατικών (διεύθυνση και/ή λοιπά σημεία αναφοράς), τους λόγους της καταγγελίας και λοιπά συναφή ζητήματα. Σε περίπτωση ανώνυμης αναφοράς, περαιτέρω πληροφορίες δεν μπορούν να χορηγηθούν μεταγενέστερα.
Με την παραλαβή της καταγγελίας και των εκάστοτε καταθέσεων, η ASAE κινεί την ενδεδειγμένη διαδικασία, αν τα πραγματικά περιστατικά της καταγγελίας υποδεικνύουν διοικητική παράβαση που υπάγεται στον εφαρμοστέο συγκεκριμένο κανόνα. Σε κάθε άλλη περίπτωση, η ASAE ενημερώνει τον πάροχο των αγαθών ή των υπηρεσιών προκειμένου να υποβάλλει τις παρατηρήσεις που κρίνει σκόπιμο εντός 10 εργάσιμων ημερών.
Μετά την ανάλυση του περιεχομένου των παρατηρήσεων και της ουσίας της καταγγελίας, η ASAE ενδέχεται να διαβιβάσει την καταγγελία σε άλλο όργανο που είναι αρμόδιο για το αντικείμενο της καταγγελίας ή να προτείνει το κλείσιμο της υπόθεσης σε περίπτωση που δεν δικαιολογείται η ανάληψη δράσης.
Εάν η ανάλυση των πραγματικών περιστατικών που παρατίθενται στην καταγγελία οδηγήσει σε δίκη, και αφότου έχουν ληφθεί όλα τα αναγκαία μέτρα για την επίλυση της κατάστασης, η ASAE ενημερώνει γραπτώς τον/την καταγγέλλοντα/-ουσα (εάν έχει νομίμως προσδιοριστεί) για τις διαδικασίες ή τα μέτρα που έχουν ληφθεί ή θα ληφθούν μετά την καταγγελία.
Το ISS αποτελεί δημόσιο φορέα με ειδικό καθεστώς που ορίζεται από τη νομοθεσία. Υπάγεται στην έμμεση κρατική διοίκηση και διαθέτει διοικητική και οικονομική αυτονομία και ίδια περιουσιακά στοιχεία.
Είναι αρμόδιο για τη διασφάλιση της παροχής νομικής προστασίας. Η νομική προστασία αποτελεί δικαίωμα των φυσικών προσώπων και των μη κερδοσκοπικών οντοτήτων που δεν είναι σε θέση να καταβάλουν τα δικαστικά έξοδα σε περίπτωση απόλυσης, διαζυγίου, έξωσης, κατάσχεσης κ.λπ., ή των εξωδικαστικών διαδικασιών του συναινετικού διαζυγίου.
Η νομική προστασία περιλαμβάνει:
Νομικές Συμβουλές – διαβούλευση με δικηγόρο για την τεχνική αποσαφήνιση της εφαρμοστέας νομοθεσίας σε συγκεκριμένα ζητήματα ή υποθέσεις όπου παραβιάζονται τα νόμιμα προσωπικά συμφέροντα ή δικαιώματα ή επαπειλείται η παραβίασή τους (δεν ισχύει για μη κερδοσκοπικές οντότητες).
Νομική Συνδρομή (ευεργέτημα πενίας) – διορισμός δικηγόρου και καταβολή της αμοιβής του ή της αμοιβής του συνηγόρου που ορίζεται από το δικαστήριο (defensor oficioso: συνήγορος κατηγορούμενων σε ποινικές διαδικασίες ή καθ' ων σε διοικητικές διαδικασίες), εξαίρεση από την καταβολή νομικής δαπάνης ή παροχή της δυνατότητας καταβολής με δόσεις, και διορισμός οργάνου εκτέλεσης (τα καθήκοντα του οργάνου εκτέλεσης εκτελούνται πάντοτε από δικαστικό επιμελητή).
Τα ακόλουθα πρόσωπα έχουν δικαίωμα νομικής προστασίας:
Όλα τα πρόσωπα που παρατίθενται παραπάνω πρέπει να αποδεικνύουν ότι δεν είναι σε θέση να καλύψουν τα έξοδα που συνδέονται με την αγωγή, την ανάθεση εντολής σε δικηγόρο κ.ο.κ.
Σύμφωνα με την πορτογαλική νομοθεσία, πρόσωπα που, βάσει εισοδημάτων, περιουσιακών στοιχείων και τρεχόντων εξόδων του νοικοκυριού τους, τελούν σε αντικειμενική αδυναμία να καταβάλουν τα έξοδα της δίκης, λογίζονται σε οικονομική δυσπραγία.
Έντυπα αιτήσεων για τη χορήγηση νομικής συνδρομής μπορούν να ληφθούν ατελώς από κάθε γραφείο εξυπηρέτησης του κοινού του ISS ή σε ηλεκτρονική μορφή στον δικτυακό τόπο του ISS.
Η αίτηση μπορεί να κατατεθεί αυτοπροσώπως ή ταχυδρομικά σε κάθε γραφείο εξυπηρέτησης πολιτών του ISS (παρακαλείστε να επισυνάπτετε όλα τα αναγκαία έγγραφα).
Οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να μαθαίνουν εάν έχουν δικαίωμα σε νομική συνδρομή κάνοντας χρήση του προσομοιωτή νομικής προστασίας, που διατίθεται στη δεξιά στήλη της ακόλουθης ιστοσελίδας: http://www.seg-social.pt/calculo-do-valor-de-rendimento-para-efeitos-de-proteccao-juridica
Για περισσότερες πληροφορίες, δείτε τη σελίδα Προσφυγή σε δικαστήριο-Νομική συνδρομή.
Η Επιτροπή Προστασίας Θυμάτων Εγκλημάτων αποτελεί το αρμόδιο όργανο του Υπουργείου Δικαιοσύνης για την παραλαβή, εξέταση και λήψη αποφάσεων επί αιτήσεων αποζημίωσης από το Δημόσιο τις οποίες υποβάλλουν θύματα βίαιων εγκλημάτων ή ενδοοικογενειακής βίας.
Η υποχρέωση καταβολής αποζημίωσης βαρύνει το πρόσωπο που τέλεσε την αξιόποινη πράξη, ενίοτε ωστόσο το Δημόσιο μπορεί να προκαταβάλει την αποζημίωση αν ο αυτουργός δεν είναι σε θέση να την καταβάλει ή είναι αδύνατον η αποζημίωση να ληφθεί σε εύλογο χρονικό διάστημα και η ζημία έχει διαταράξει σε σημαντικό βαθμό το βιοτικό επίπεδο και την ποιότητα ζωής του θύματος.
Η αίτηση αποζημίωσης μπορεί να υποβληθεί έως ένα έτος μετά την ημερομηνία τέλεσης της αξιόποινης πράξης, ή σε περίπτωση ποινικής διαδικασίας, έως ένα έτος μετά την έκδοση της οριστικής δικαστικής απόφασης. Τα θύματα που ήταν ανήλικα κατά τον χρόνο τέλεσης της αξιόποινης πράξης μπορούν να υποβάλουν αίτηση έως ένα έτος μετά την ενηλικίωση ή τη χειραφέτησή τους.
Η αίτηση πρέπει να υποβληθεί με χρήση του ειδικού εντύπου, το οποίο διατίθεται στις εγκαταστάσεις της Επιτροπής ή στα Γραφεία Αρωγής Θυμάτων της Πορτογαλικής Ένωσης Στήριξης Θυμάτων (APAV). Στον δικτυακό τόπο της Επιτροπής διατίθεται επίσης ηλεκτρονικό έντυπο.
Το θύμα απαλλάσσεται από την υποχρέωση καταβολής δαπανών και εξόδων για την υποβολή της αίτησης και τα έγγραφα και τα πιστοποιητικά που απαιτούνται για την αίτηση μπορούν επίσης να χορηγηθούν ατελώς.
Εάν η αξιόποινη πράξη τελέστηκε στην επικράτεια άλλου κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η αίτηση για την καταβολή αποζημίωσης από το οικείο κράτος μπορεί να υποβληθεί στην Επιτροπή Προστασίας Θυμάτων Αξιόποινων Πράξεων εάν ο αιτών έχει τη συνήθη διαμονή του στην Πορτογαλία.
Την έκδοση αυτής της σελίδας στην εθνική γλώσσα διαχειρίζεται το εκάστοτε κράτος μέλος. Οι μεταφράσεις έχουν γίνει από την αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι τυχόν αλλαγές που επιφέρει η αρμόδια εθνική αρχή στο πρωτότυπο ενδέχεται να μην έχουν περιληφθεί ακόμα στις μεταφράσεις. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν αναλαμβάνει καμία ευθύνη όσον αφορά τις πληροφορίες ή τα στοιχεία που περιλαμβάνονται ή για τα οποία γίνεται λόγος στο παρόν έγγραφο. Βλ. την ανακοίνωση νομικού περιεχομένου για τους κανόνες πνευματικής ιδιοκτησίας που ισχύουν στο κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για την παρούσα σελίδα.
Ειδικευμένοι οργανισμοί ανθρωπίνων δικαιωμάτων
Ανάλογα με το είδος του δικαίου που διέπει γενικά την πράξη η οποία προκάλεσε την παραβίαση των δικαιωμάτων προσώπου (δηλ. αστικό δίκαιο, ποινικό δίκαιο, διοικητικές διαφορές κ.λπ.), ο ενδιαφερόμενος μπορεί να προσφύγει είτε απευθείας στο δικαστήριο, συνήθως καταθέτοντας αγωγή στο πλαίσιο του αστικού δικαίου, είτε σε άλλα δημόσια όργανα, σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπει ο νόμος.
Στο πλαίσιο του ποινικού δικαίου, το πρόσωπο του οποίου παραβιάστηκαν τα δικαιώματα από πράξη που διέπεται από τον Ποινικό Κώδικα μπορεί να προσφύγει στην αστυνομία ή στην εισαγγελία. Η ποινική δίκη θα διεξαχθεί σύμφωνα με την ποινική δικονομία.
Στο πλαίσιο των διοικητικών διαφορών, σύμφωνα με τον νόμο 554/2004, κάθε πρόσωπο που ισχυρίζεται ότι παραβιάστηκε δικαίωμα ή έννομο συμφέρον του από δημόσια αρχή μέσω διοικητικής πράξης ή μέσω παράλειψης να δοθεί απάντηση σε αίτηση εντός της νόμιμης προθεσμίας, μπορεί να ζητήσει από το αρμόδιο διοικητικό δικαστήριο την ανάκληση της πράξης, την αναγνώριση του προβαλλόμενου δικαιώματος ή έννομου συμφέροντος και την αποκατάσταση της ζημίας που προκλήθηκε. Στο διοικητικό δικαστήριο μπορεί να προσφύγει επίσης πρόσωπο που ισχυρίζεται ότι παραβιάστηκε δικαίωμα ή έννομο συμφέρον του με ατομική διοικητική πράξη που απευθυνόταν σε άλλο πρόσωπο. Κατά κανόνα, πριν προσφύγει στο αρμόδιο διοικητικό δικαστήριο, ο ενδιαφερόμενος πρέπει να ακολουθήσει προκαταρκτική διαδικασία (εκτίθεται λεπτομερώς στο άρθρο 7 του νόμου 554/2004), η οποία συνίσταται στην υποβολή αίτησης για την πλήρη ή μερική ανάκληση της πράξης προς τη δημόσια αρχή που την εξέδωσε ή προς την ιεραρχικά προϊσταμένη της αρχή (αν υπάρχει).
Η αρμοδιότητα των δικαστηρίων και των λοιπών προαναφερόμενων οργάνων προβλέπεται από τις ισχύουσες νομοθετικές πράξεις (για παράδειγμα, Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας, Κώδικας Ποινικής Δικονομίας, νόμος 554/2004).
Όσον αφορά τη διαδικασία ενώπιον των δικαστηρίων, κατά κανόνα οι υποθέσεις αυτές εκδικάζονται με την τακτική διαδικασία, με ορισμένες ιδιαιτερότητες ανάλογα με την κατηγορία του δικαίου (περισσότερες πληροφορίες στη διεύθυνση http://portal.just.ro/SitePages/ghid.aspx, μόνο στα ρουμανικά).
Τα στοιχεία επικοινωνίας με τα δικαστήρια και άλλες πληροφορίες δημοσιεύονται στη Portalul instanțelor de judecată [διαδικτυακή πύλη των δικαστηρίων] (μόνο στα ρουμανικά).
Διεύθυνση κεντρικών γραφείων:
strada Eugeniu Carada nr. 3 Sector 3Χάρτης: http://www.avp.ro/locatie.jpg
Στοιχεία επικοινωνίας με τα κεντρικά γραφεία:
Αριθμός τηλεφώνου της υπηρεσίας υποδοχής: +4 (021) 312.71.34;
Τηλεφωνικό κέντρο: +4(021) 312.94.62
Ηλ. ταχυδρομείο: avp@avp.ro
Ιστότοπος: http://www.avp.ro/
Ακροάσεις:
Δευτέρα - Πέμπτη, 09:00 – 16:00 και Παρασκευή 09:00 – 14:00 για επικοινωνία με ειδικευμένο προσωπικό που περιλαμβάνει συμβούλους και εμπειρογνώμονες (όσοι πολίτες επιθυμούν, μπορούν να γίνουν δεκτοί από την ηγεσία του οργάνου –τον Συνήγορο του Πολίτη και τους αναπληρωτές του).
Διευθύνσεις των περιφερειακών γραφείων:
Περιφερειακά γραφεία του Συνήγορου του Πολίτη της Ρουμανίας
Επισκόπηση του οργάνου (νομική βάση, παρουσίαση, οργάνωση, αρμοδιότητες, αιτήσεις, διαδικασίες):
http://www.avp.ro/index.php?option=com_content&view=article&id=67&Itemid=161&lang=ro-ro
Έντυπο υπόδειγμα αίτησης:
http://www.avp.ro/index.php?option=com_content&view=article&id=166&Itemid=123&lang=ro
Οι κυριότερες ισχύουσες ρυθμίσεις σχετικά με τον Συνήγορο του Πολίτη περιέχονται:
Σκοπός και χαρακτηριστικά του οργάνου:
Οι αναπληρωτές του Συνήγορου του Πολίτη
Ο Συνήγορος του Πολίτη επικουρείται από αναπληρωτές ειδικευμένους στους ακόλουθους κλάδους δραστηριότητας:
α. ανθρώπινα δικαιώματα, ίσες ευκαιρίες για άνδρες και γυναίκες, θρησκευτικές και εθνικές μειονότητες·
β. δικαιώματα του παιδιού, της οικογένειας, των νέων, των συνταξιούχων, των αναπήρων·
γ. στρατός, δικαιοσύνη, αστυνομία, σωφρονιστικά ιδρύματα·
δ. ιδιοκτησία, εργασία, κοινωνική προστασία, φόροι και τέλη.
Ποιος μπορεί να προσφύγει στον Συνήγορο του Πολίτη και για ποια θέματα;
1. Πράξεις και ενέργειες που μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο αναφοράς
Διοικητικές πράξεις ή ενέργειες των δημόσιων αρχών που παραβιάζουν τα δικαιώματα και τις ελευθερίες των ατόμων μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο αναφοράς.
Βάσει του νόμου, στην κατηγορία των διοικητικών πράξεων που εμπίπτουν στις αρμοδιότητες του Συνήγορου του Πολίτη περιλαμβάνονται οι πράξεις των αυτόνομων δημόσιων επιχειρήσεων.
Οι παραλείψεις της δημόσιας διοίκησης και των οργάνων της, καθώς και η εκπρόθεσμη έκδοση πράξεων ισοδυναμούν με διοικητικές πράξεις.
Δεν εμπίπτουν στις αρμοδιότητες του Συνήγορου του Πολίτη και απορρίπτονται χωρίς αιτιολογία αν αποτελούν αντικείμενο αναφοράς:
2. Ποιος μπορεί να προσφύγει στον Συνήγορο του Πολίτη;
Κάθε άτομο ανεξαρτήτως εθνικότητας, ηλικίας, φύλου, πολιτικών πεποιθήσεων ή θρησκευτικών δοξασιών μπορεί να προσφύγει στον Συνήγορο του Πολίτη.
3. Ο Συνήγορος του Πολίτη εκπληρώνει το καθήκον του να προστατεύει τα δικαιώματα και τις ελευθερίες των πολιτών στις σχέσεις τους με τις δημόσιες αρχές:
4. Προϋποθέσεις για την αποδοχή και την εξέταση της αναφοράς
5. Περιπτώσεις στις οποίες οι αναφορές δεν μπορούν να εξεταστούν:
6. Μέθοδοι εργασίας για τη διεκπεραίωση των αναφορών:
Διεύθυνση:
Bulevardul G-ral Gheorghe Magheru nr. 7 Sector 1 București Τ.Κ. 010322Στοιχεία επικοινωνίας:
Τηλέφωνα: +4 021-315.36.33, 021-315.36.30, 021-310.07.89, 021-310.07.90
Φαξ: +4 021-312.74.74
Ηλ. ταχυδρομείο: office@anpfdc.ro
Ιστότοπος: http://www.copii.ro/?lang=en
Ώρες λειτουργίας για το κοινό:
Δευτέρα – Πέμπτη: 8:30 – 16:30
Παρασκευή: 8:30 – 14:00
Τμήμα υιοθεσιών: Τρίτη και Πέμπτη: 9.00-12.00
Επισκόπηση του οργάνου (νομική βάση, παρουσίαση, οργάνωση, αρμοδιότητες, είδη υπηρεσιών):
http://www.copii.ro/despre-noi/misiune/,,
http://www.copii.ro/activitate/sistemul-de-protectie-a-copilului/prezentare-generala/.
Η Γενική Διεύθυνση προστασίας του παιδιού είναι μια ειδικευμένη υπηρεσία στο πλαίσιο της Εθνικής Αρχής για την Προστασία των Δικαιωμάτων του Παιδιού και την Υιοθεσία.
Καθήκοντα:
Διεύθυνση κεντρικών γραφείων:
Piata Valter Maracineanu nr 1-3, sector 1, 010155 BucureștiΑριθμός τηλεφώνου: +4 021 312.65.78 +4 021 312.65.79
Φαξ: +4 021 312.65.85
Ηλ. ταχυδρομείο: support@cncd.org.ro
Ιστότοπος: http://www.cncd.org.ro/
Ώρες λειτουργίας για το κοινό:
Δευτέρα έως Πέμπτη 08:00 – 16:30, Παρασκευή: 08:00 – 14:00
Διευθύνσεις των περιφερειακών γραφείων και του Κέντρου Έρευνας:
http://www.cncd.org.ro/contact/
Επισκόπηση του οργάνου (νομική βάση, παρουσίαση, οργάνωση, αρμοδιότητες, αναφορές, διαδικασίες):
http://www.cncd.org.ro/ ,
http://www.cncd.org.ro/profil/,
http://www.cncd.org.ro/organizare/
Νομική βάση:
Το Εθνικό Συμβούλιο Καταπολέμησης των Διακρίσεων λειτουργεί με βάση το κυβερνητικό διάταγμα 137/2000 για την πρόληψη και την επιβολή κυρώσεων σχετικά με όλες τις μορφές διακρίσεων,
όπως αναδημοσιεύτηκε .
Παρουσίαση του οργάνου:
Το Εθνικό Συμβούλιο Καταπολέμησης των Διακρίσεων (CNCD) είναι αυτόνομη κρατική αρχή που ελέγχεται από το Κοινοβούλιο και ασκεί τις δραστηριότητές της στον τομέα των διακρίσεων. Το Συμβούλιο είναι ο εγγυητής της τήρησης και της εφαρμογής της αρχής της απαγόρευσης των διακρίσεων, σύμφωνα με την ισχύουσα εσωτερική νομοθεσία και με τις διεθνείς πράξεις στις οποίες μετέχει η Ρουμανία. Το Εθνικό Συμβούλιο Καταπολέμησης των Διακρίσεων λειτουργεί βάσει του κυβερνητικού διατάγματος 137/2000 για την πρόληψη και την επιβολή κυρώσεων σχετικά με όλες τις μορφές διακρίσεων, όπως αναδημοσιεύθηκε.
1. Τι πρέπει να περιέχει η αναφορά;
Η αναφορά πρέπει να περιέχει υποχρεωτικά τα ακόλουθα στοιχεία:
2. Τι συμβαίνει μετά την κατάθεση της αναφοράς;
Η αναφορά καταχωρίζεται και διαβιβάζεται στην εκτελεστική επιτροπή. Η αναφορά μπορεί να υποβληθεί εντός έτους από την τέλεση της πράξης που προκάλεσε διακρίσεις ή από την ημερομηνία που έλαβε γνώση της ο ενδιαφερόμενος. Το θύμα των διακρίσεων μπορεί να ζητήσει από το δικαστήριο την ακύρωση των συνεπειών των πράξεων που προκάλεσαν διακρίσεις και την αποκατάσταση της κατάστασης που υφίστατο πριν από την πράξη που προκάλεσε διακρίσεις. Η προθεσμία διεκπεραίωσης της αναφοράς είναι 90 ημέρες.
Η εκτελεστική επιτροπή ερευνά την ύπαρξη της πράξης που προκάλεσε διακρίσεις μέσω της υποχρεωτικής κλήτευσης των μερών με οποιοδήποτε τρόπο εξασφαλίζει την απόδειξη παραλαβής της κλήτευσης. Η μη εμφάνιση των μερών αυτοπροσώπως δεν εμποδίζει τη διεκπεραίωση της αναφοράς. Προκειμένου να εξασφαλιστεί η λήψη ορθής απόφασης, μπορούν να διεξαχθούν περαιτέρω έρευνες, συμπεριλαμβανομένης της κλήσης των μερών σε συνέντευξη.
Ο αναφέρων πρέπει να αποδείξει την ύπαρξη των πράξεων που δημιουργούν διακρίσεις, ενώ το πρόσωπο που κατηγορείται για διακρίσεις πρέπει να αποδείξει ότι οι εικαζόμενες πράξεις δεν συνιστούν διακρίσεις.
Η κρίση (η απόφαση της εκτελεστικής επιτροπής) ανακοινώνεται εγγράφως εντός 15 ημερών από τη λήψη της απόφασης κατά τη συνεδρίαση της εκτελεστικής επιτροπής. Τα μέρη μπορούν να προσφύγουν στο δικαστήριο κατά της απόφασης της εκτελεστικής επιτροπής εντός 15 ημερών από τη λήψη της. Τα μέρη απαλλάσσονται από την καταβολή του νόμιμου τέλους χαρτοσήμου.
3. Ποιες είναι οι κυρώσεις που επιβάλλονται για πράξεις που προκαλούν διακρίσεις;
Στοιχεία επικοινωνίας:
Str. Splaiul Independentei, nr. 202, et. 8, camera 23, București, Sector 6Αριθμός τηλεφώνου: +4 021 311.30.48
Φαξ: +4 021 311.30.47
Ηλ. ταχυδρομείο: info@anr.gov.ro.
Ιστότοπος: http://www.anr.gov.ro/
Στοιχεία επικοινωνίας με τα περιφερειακά και τοπικά γραφεία:
http://www.anr.gov.ro/index.php/contact
Επισκόπηση του οργάνου (αποστολή, δομή, αποτελέσματα):
Νομική βάση:
Κυβερνητικό διάταγμα 78/2004 για την ίδρυση της Εθνικής Υπηρεσίας για τους Ρομά, που εγκρίθηκε όπως τροποποιήθηκε με τον νόμο 7/2005.
Κατά την άσκηση των λειτουργιών που προβλέπονται από το άρθρο 3 της απόφασης 1703/2004 για την οργάνωση και λειτουργία της Εθνικής Υπηρεσίας για τους Ρομά, το όργανο ασκεί τις ακόλουθες κύριες αρμοδιότητες:
Κατά την άσκηση των λειτουργιών της, η Εθνική Υπηρεσία για τους Ρομά:
Στοιχεία επικοινωνίας:
Αριθμός τηλεφώνου: +4021-2125438 +4021-2125439 +4021-3220976 +4021- 3226303; +4021- 3226304; +4021-3207155
Φαξ: +4021- 2125443;
Ηλ. ταχυδρομείο: registratura@anph.ro
Ώρες λειτουργίας για το κοινό:
Δευτέρα-Παρασκευή 9.00 - 16.00 (τηλεφωνικώς)
Επισκόπηση του οργάνου (δομή, αρμοδιότητες, κανόνες οργάνωσης και λειτουργίας):